Η πατρίδα, «η γη των πατέρων», ανήκει στις ουσιώδεις πτυχές της εμπειρίας του ανθρώπου. Στην Παλαιά Διαθήκη, η έννοια της πατρίδας κατέχει μια σημαίνουσα θέση στην πίστη και την ελπίδα των ανθρώπων, οι οποίοι προπαρασκευάζονται από την έννοια της επίγειας πατρίδας να αποδεχθούν την ύπαρξη μιάς άλλης πατρίδας, της ουράνιας για την οποία προορίζονται όλοι οι άνθρωποι. Ο Κύριος Ιησούς Χριστός, επειδή είναι πλήρης και τέλειος άνθρωπος, απέκτησε και την εμπειρία της πατρίδας.
Η δική Του πατρίδα δεν ήταν οποιασδήποτε χώρα, αλλά η γη που είχε δώσει ο Θεός ως κληρονομία στον λαό Του. Αγάπησε αυτή την πατρίδα μ’ όλη την ψυχή Του κι ακόμη περισσότερο, επειδή η αποστολή Του θα γινόταν γι’ αυτή η αφορμή ενός καινούργιου δράματος.
Πράγματι, όπως στο παρελθόν η ιουδαϊκή πατρίδα είχε παρακούσει την φωνή των Προφητών, έτσι περιφρονεί τελικά κι Αυτόν που αποκαλύπτει σ’ αυτή την αληθινή κλήση της. Στην Ναζαρέτ που έζησε ο Ίδιος και η μητέρα Του, ο Ιησούς απορρίπτεται, επιβεβαιώνοντας ότι όλοι οι Προφήτες δεν αναγνωρίζονται στην πατρίδα τους, όπως αναφέρεται στον Ευαγγέλιο του Ματθαίου: «Πήγε στην πατρίδα του και τους δίδασκε στη συναγωγή τους, κι αυτοί απορούσαν κι έλεγαν: «Από πού απέκτησε αυτός τη σοφία τούτη κι αυτές τις θαυματουργικές δυνάμεις; Αυτός δεν είναι ο γιός του ξυλουργού; Η μητέρα του δεν λέγεται Μαριάμ και οι αδερφοί του Ιάκωβος, Ιωσής, Σίμων και Ιούδας; Κι οι αδερφές του δε μένουν όλες στον τόπο μας; Από πού, λοιπόν, τα κατέχει όλα αυτά;». Κι αυτό τους δημιουργούσε εμπόδιο να τον πιστέψουν. Τότε ο Ιησούς τους είπε: «Δεν υπάρχει προφήτης που να μην τον περιφρονούν οι συμπατριώτες του κι η οικογένειά του». Και δεν έκανε εκεί πολλά θαύματα εξαιτίας της απιστίας τους» (Ματθαίου ιγ΄ 54-57· βλ. Ιωάννου δ΄ 44). Στην Ιερουσαλήμ την πρωτεύουσα του έθνους Του, ξέρει ότι πηγαίνει για να πεθάνει: «Αυτά θα γίνουν σήμερα κι αύριο, και την επομένη θα συνεχίσω την πορεία μου, γιατί δε συνηθίζεται να σκοτώνουν προφήτη έξω από την Ιερουσαλήμ. Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, εσύ που σκοτώνεις τους προφήτες και λιθοβολείς όσους στέλνει ο Θεός σ’ εσένα! Πόσες φορές θέλησα να συνάξω τα παιδιά σου, όπως η κλώσα τα κλωσόπουλά της κάτω από τις φτερούγες της. Κι εσείς δεν το θελήσατε! Γι’ αυτό θα ερημωθεί ο τόπος σας. Σας βεβαιώνω πως δε θα με δείτε, ώσπου να έρθει καιρός να πείτε, ευλογημένος να ’ναι αυτός που έρχεται σταλμένος από τον Κύριο!» (Λουκά ιγ΄ 33-35). Γι’ αυτό κλαίει για την ένοχη πόλη που δεν αναγνώρισε την στιγμή της επισκέψεως του Θεού.
Η απόρριψη του Χριστού από τους ομοεθνείς Του σημαίνει ότι η επίγεια πατρίδα των Ιουδαίων βαδίζει ακάθεκτα προς την καταστροφή της, επειδή δεν επλήρωσε εκείνο που περίμενε ο Θεός απ’ αυτή. Η νέα καταστροφή θα σημαίνει για όλους ότι ο Θεός αποσύρει απ’ αυτή την αποστολή με την οποία ήταν ως τότε επιφορτισμένη μέσα στο σχέδιο της σωτηρίας (Μάρκου ιγ΄ 14-19· Λουκά ιθ΄ 43 και εξής· κα΄ 20-23).
Ο νέος λαός του Θεού που είναι η Εκκλησία μας, που αποτελείται από τους πιστούς μαθητές του Κυρίου Ιησού Χριστού, δεν καταργεί το ρίζωμα των ανθρώπων σε μια επίγεια πατρίδα, όπως το επιχειρούν ορισμένες σύγχρονες ιδεολογίες. Η φιλοπατρία θα παραμένει πάντα γι’ αυτό τον νέο λαό ένα καθήκον, προέκταση της οικογενειακής αγάπης. Έτσι οι ιουδαϊκής καταγωγής Χριστιανοί παραμένουν πιστοί όπως και ο Χριστός στην πατρίδα του Ισραήλ. Σ’ ένα άλλο επίπεδο, ο απόστολος Παύλος διεκδικεί τα δικαιώματα της ρωμαϊκής υπηκοότητας, που έχει εκ γενετής (Πράξεων κβ΄ 27 εξ.). Αλλά η πατρίδα του Ισραήλ έχει χάσει πιά την ιερή σημασία της και τώρα η έννοια της πατρίδος μεταφέρεται σε μια πιο υψηλή πραγματικότητα.
Για τους Χριστιανούς, η Εκκλησία είναι η άνω Ιερουσαλήμ της οποίας αποτελούν τα τέκνα αυτής (Προς Γαλάτες γ΄ 26), όπως οι Ισραηλίτες ήταν τέκνα της επίγειας Ιερουσαλήμ. Σ’ αυτή την πατρίδα είναι πολιτογραφημένοι (Προς Φιλιππησίους γ΄ 20). Μ’ αυτό τον τρόπο όλοι οι άνθρωποι μπορούν να συμμετάσχουν στην εμπειρία της νέας πατρίδος τους. Στο παρελθόν, οι ειδωλολάτρες ήταν αποξενωμένοι από την ιθαγένεια του Ισραήλ (Προς Εφεσίους β΄ 12).
Στην Εκκλησία πρώην ειδωλολάτρες και πρώην Ιουδαίοι μοιράζονται την τιμή να είναι συμπολίτες των αγίων «ουκέτι εστέ ξένοι και πάροικοι, αλλά συμπολίται των αγίων και οικείοι του Θεού» (Προς Εφεσίους β΄ 19).
Έτσι η αληθινή πατρίδα είναι ο ουρανός.