Μνημόσυνο για τα θύματα της Μικρασιατικής καταστροφής στη Βέροια
Την Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου το πρωί στον Ιερό Ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και Οσίου Νικοδήμου Βεροίας τελέστηκε Μνημόσυνο για τα θύματα της Γενοκτονίας του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμονος και παρουσία των τοπικών πολιτικών και στρατιωτικών αρχών και της προέδρου και των μελών του Συλλόγου Μικρασιατών Ημαθίας.
Τον πανηγυρικό της ημέρας εκφώνησε ο Μικρασιάτης στην καταγωγή Ποιμενάρχης Βεροίας κ. Παντελεήμων.
Οι εκδηλώσεις για την 99η Επέτειο Μνήμης της Γενοκτονίας του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας ολοκληρώθηκαν με το τρισάγιο και την κατάθεση στεφάνων στο Ηρώο Πεσόντων στην πλατεία Ωρολογίου, όπου τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή και εψάλη ο Εθνικός Ύμνος.
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων στον πανηγυρικό της ημέρας ανέφερε μεταξύ άλλων: Ἐνενήντα ἐννέα χρόνια ἔχουν περάσει ἀπό ἐκεῖνες τίς φοβερές ἡμέρες τῆς μεγάλης καταστροφῆς. Ἐνενήντα ἐννέα χρόνια ἔχουν περάσει ἀπό τήν ἡμέρα τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου τοῦ μητροπολίτου Σμύρνης Χρυσοστόμου ἀλλά καί τῶν σύν αὐτῷ ἀναιρεθέντων ἱεραρχῶν. Ἐνενήντα ἐννέα χρόνια ἔχουν περάσει ἀπό τήν ἀπίστευτο διωγμό καί ξεριζωμό πού ὑπέστη ὁ Ἑλληνισμός τῆς Ἰωνίας καί τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἀλλά καί ἀπό τίς φοβερές στιγμές πού ἐκτυλίχθηκαν στήν προκυμαία τῆς Σμύρνης. Ὁ Ἑλληνισμός ὅμως δέν ἔπαυσε νά θρηνεῖ γιά τή μεγάλη αὐτή συμφορά, γιά τούς χιλιάδες νεκρούς, γιά τίς ἀπερίγραπτες καταστροφές καί τά μαρτύρια πού ὑπέστη. Ἐνενήντα ἐννέα χρόνια, καί οἱ ἀναμνήσεις δέν σβύνουν καί οἱ πληγές δέν κλείνουν καί ἡ λήθη ἀρνεῖται νά σκεπάσει τό παρελθόν.
Ἡ Μικρασιατική καταστροφή θεωρεῖται ἡ μεγαλύτερη συμφορά τοῦ Ἑλληνισμοῦ διαχρονικά. Καί αὐτό δέν ὀφείλεται μόνο στίς διώξεις καί τίς σφαγές τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ἀλλά καί στήν ὑποχρεωτική ἀνταλλαγή πληθυσμῶν, ἡ ὁποία ὁδήγησε στήν ἐξαφάνιση τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἀνατολῆς μετά ἀπό περισσότερα ἀπό 2.500 χρόνια καί στή δημιουργία ἑνός τεραστίου κύματος προσφύγων, ἑνάμιση ἑκατομμυρίου ἀνθρώπων, πού ἔφθασαν, ὅσοι μπόρεσαν καί ὅσοι ἄντεξαν, κάτω ἀπό φοβερές συνθῆκες στήν Ἑλλάδα, σέ μιά χώρα ἀδύναμη, χρεοκοπημένη, ἐξαντλημένη ἀπό τούς πολέμους, πού δέν εἶχε τή δυνατότητα νά περιθάλψει καί νά στεγάσει ἕναν τόσο μεγάλο ἀριθμό ἀνθρώπων.
Ὁ Ἑλληνισμός τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἀποτελοῦσε τό 20% τοῦ πληθυσμοῦ της καί κυριαρχοῦσε οἰκονομικά. Καί ἀκόμη εἶχε κατορθώσει νά διατηρήσει τήν πολιτιστική του κληρονομιά, παρότι ἀποτελοῦσε μειονότητα μέσα σέ ἕνα ἐχθρικό περιβάλλον.
Αὐτά τά δύο στοιχεῖα ἦταν πού ἐνοχλοῦσαν τούς Τούρκους καί ἤθελαν μέ κάθε τρόπο νά ἐξαφανίσουν τόν Ἑλληνισμό, ἀλλά καί ὅ,τι ἀκόμη τόν θύμιζε ἀπό τή Μικρά Ἀσία.
Ἀνείπωτα ἦταν τά ἐγκλήματα ἐναντίον του, σύμφωνα καί μέ τίς μαρτυρίες τῶν Δυτικῶν αὐτοπτῶν μαρτύρων, οἱ ὁποῖοι συχνά δυστυχῶς παρέμεναν ἁπλοί θεατές τῆς καταστροφῆς τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Μαζικές πυρπολήσεις κτιρίων καί ἀνθρώπων, σφαγές, ἐκτελέσεις, καταστροφές ἐκκλησιῶν, μέ ἀποκορύφωμα τήν πυρπόληση τῆς ἑλληνικῆς καί τῆς ἀρμενικῆς συνοικίας τῆς Σμύρνης, πού ὁδήγησε στόν ἀφανισμό καί ὅσους ἀκόμη εἶχαν κατορθώσει νά σωθοῦν ἀπό τούς διωγμούς πού προηγήθηκαν.
Ἡ ἧττα τῶν Τούρκων στούς βαλκανικούς πολέμους τοῦ 1912-14 τούς ἔκανε νά μιμήσουν ἀκόμη περισσότερο τούς χριστιανούς, καί ἔτσι τόν Μάϊο τοῦ 1914 ἄρχισε ὁ μεγάλος διωγμός κατά τῶν Ἑλλήνων τῆς Μικρᾶς Ἀσίας.
Φώκαια, Πέργαμος, Φιλαδέλφεια, Κρήνη, Μενεμένη, ἑκατοντάδες ἑλληνικά χωριά, κωμοπόλεις καί πόλεις ἐρημώνονται καί λεηλατοῦνται. Ἡ εἴδηση τοῦ διωγμοῦ τῶν Ἑλλήνων φθάνει στή Σμύρνη ἀπό τίς χιλιάδες προσφύγων πού ἀναζητοῦν ἐκεῖ καταφύγιο.
Ὁ ἡρωικός μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος ἐμψυχώνει τόν λαό καί ὀργανώνει τήν περίθαλψη τῶν προσφύγων. Ἀπευθύνεται στούς προξένους τῶν Μεγάλων Δυνάμεων καί στούς ἀρχηγούς τῶν ἄλλων χριστιανικῶν ὁμολογιῶν καί ἐπιτυγχάνει νά ξεσηκώσει τόν χριστιανικό κόσμο κατά τῆς τουρκικῆς θηριωδίας.
Οἱ ἐνέργειες τοῦ μητροπολίτου Σμύρνης, πού ἦταν γνωστός καί ἀπό τήν προηγούμενη δράση του, ὅταν ἦταν μητροπολίτης Δράμας, ἐξοργίζουν, ὅπως ἦταν ἀναμενόμενο, τόν Τοῦρκο διοικητή τῆς Σμύρνης. Τόν καλεῖ στό γραφεῖο του καί τόν ἀπειλεῖ νά σταματήσει τήν ἐκστρατεία κατά τῶν Τούρκων, ὅπως τήν ὀνομάζει.
Ὁ Χρυσόστομος δέν ἀπαντᾶ. Τόν ἀφήνει νά ὁλοκληρώσει τίς ἀπειλές του καί στή συνέχεια ἀπαντᾶ θαρραλέα. «Δέν φοβοῦμαι τόν δυνάστην», τοῦ λέγει, «τήν ὀργήν τοῦ Κυρίου μου φοβοῦμαι πού θά πέσει δικαία ἐπ᾽ ἐμοῦ, ἐάν δέν ὑψώσω φωνήν διαμαρτυρίας διά τούς διωγμούς τῶν χριστιανῶν».
Ὁ διοικητής δέν μπορεῖ νά ἀντιδράσει ἐκείνη τή στιγμή, ἀλλά λίγο ἀργότερα, ὅταν κηρύσσεται ὁ πρῶτος παγκόσμιος πόλεμος, θά βρεῖ τήν εὐκαιρία νά ἐκδικηθεῖ τόν Μητροπολίτη τῆς Σμύρνης, ἐκτοπίζοντάς τον στήν Κωνσταντινούπολη.
Ὁ ἱεράρχης θά ἐπιστρέψει στή Μητρόπολή του τέσσαρα χρόνια ἀργότερα, λίγο πρίν νά εἰσέλθει στή Σμύρνη ὁ ἑλληνικός στρατός. Καί τότε ἀναδεικνύεται ὁ ἀδιαμφισβήτητος ἐθνάρχης τοῦ μικρασιατικοῦ Ἑλληνισμοῦ πού τρεφόταν ἀπό τόν μύχιο πόθο τῆς δημιουργίας ἑνός αὐτονόμου μικρασιατικοῦ κράτους. Γιά τόν λόγο αὐτό ἀπεδοκίμασε τά σχέδια τῶν Μεγάλων Δυνάμεων νά ἐκκενωθεῖ ἡ Μικρά Ἀσία ἀπό τόν ἑλληνικό πληθυσμό, ὅταν κατέρρευσε τό μικρασιατικό μέτωπο.
Δέν ὑπῆρχαν ὅμως πλέον χρονικά περιθώρια, καθώς οἱ Τοῦρκοι εἶχαν εἰσβάλει στή Σμύρνη, ἐνῶ οἱ τελευταῖοι Ἕλληνες στρατιῶτες ἔφευγαν, παίρνοντας μαζί τους καί ὅσους Ἕλληνες μποροῦσαν.
Πολλοί εἶναι ἐκεῖνοι πού παρακαλοῦσαν τόν Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομο νά φύγει γιά τήν Ἑλλάδα, ὅπως κάποιοι ἀρχιερεῖς τῆς Ἀνατολῆς πού εἶχαν διαφύγει τό μαρτύριο, ἀλλά ἐκεῖνος προτιμᾶ νά βαδίσει στά ἴχνη τοῦ ἱερομάρτυρος Πατριάρχου Γρηγορίου τοῦ Ε´, πού καί αὐτός εἶχε ξεκινήσει ἀπό τή Σμύρνη, καί εἶχε ἀρνηθεῖ πρίν ἀπό ἐνενήντα ἐννέα χρόνια, τό 1821, νά ἐγκαταλείψει τήν Κωνσταντινούπολη γιά νά σωθεῖ.
Ἀρνεῖται ὁ Σμύρνης Χρυσόστομος καί τίς παρακλήσεις τῶν προυχόντων καί τίς προσπάθειες τοῦ ἀρχιεπισκόπου τῶν καθολικῶν, ὁ ὁποῖος τοῦ εἶχε ἐξασφαλίσει καί θέση σέ ἕνα πλοῖο, προκειμένου νά ἀποφύγει τό μαρτύριο, τό ὁποῖο ὅλοι ἔβλεπαν νά ἔρχεται.
Ἡ ἀπόφασή του εἶναι ἀμετάκλητη. «Παράδοσις τοῦ ἱεροῦ μας κλήρου», λέγει στόν καθολικό ἀρχιεπίσκοπο, «ἀλλά καί ὑποχρέωση τοῦ καλοῦ ποιμένος εἶναι νά παραμείνει μέ τό ποίμνιό του». Καί αὐτό κάνει ὁ Χρυσόστομος Σμύρνης. Μένει πιστός ἄχρι θανάτου ὄχι μόνο στόν Χριστό ἀλλά καί στό ποίμνιο πού Ἐκεῖνος τοῦ ἐμπιστεύθηκε.
Ἡ ἀγάπη στόν Χριστό ἀλλά καί στούς ἀνθρώπους δέν ἀφήνει τόν φόβο νά εἰσχωρήσει στήν ψυχή του. Μέ ἀπόλυτη συναίσθηση τοῦ χρέους του ἀλλά καί τῆς σημασίας πού εἶχε ἡ παρουσία του ἀνάμεσα στόν Ἑλληνισμό τῆς Σμύρνης καί τῆς Ἰωνίας, τόν κρατᾶ ὄρθιο καί ἀποφασιστικό μέχρι τέλους. Καί ἀκόμη καί τίς τελευταῖες ἡμέρες ὁ Μητροπολίτης Σμύρνης δέν ἀνησυχεῖ γιά τόν ἑαυτό του, δέν ἀνησυχεῖ τί πρόκειται νά συμβεῖ στόν ἴδιο καί στούς ἄλλους ἀρχιερεῖς μέ τούς ὁποίους συζητᾶ, ἀλλά τί θά γίνουν «τόσοι ἀπροστάτευτοι χριστιανοί μας, πού ἀφέθησαν εἰς τή μανία τοῦ τουρκικοῦ πλήθους».
Στή Μητρόπολη τῆς Σμύρνης, στήν Ἁγία Φωτεινή, προσεύχεται γονατιστός μαζί μέ τούς πρόσφυγες, ἀνάμεσα στούς ὁποίους ἦταν καί ὁ πατέρας μου, πού εἶχαν καταφύγει ἐκεῖ γιά νά βροῦν προστασία καί προτιμᾶ γιά ἄλλη μία φορά αὐτή τήν κατανυκτική προσευχή ἀπό τήν πρόταση τοῦ Ἀμερικανοῦ προξένου πού τόν ἐπισκέφθηκε στό γραφεῖο του γιά νά τοῦ πεῖ ὅτι ἕνα ἀμερικανικό ἀντιτορπιλλικό τόν περιμένει στήν προκυμαία τῆς Σμύρνης καί ὅτι ἐκεῖνος θά τόν συνόδευε μέχρι ἐκεῖ γιά νά ἐπιβιβασθεῖ μέ ἀσφάλεια καί νά φύγει.
Τότε λέγεται ὅτι ὁ Χρυσόστομος Σμύρνης σηκώθηκε ἀπό τή θέση του, πῆρε τόν Ἀμερικανό πρόξενο ἀπό τό χέρι καί τόν ὁδήγησε στό παράθυρο, ἀπό ὅπου ἔβλεπε κανείς τήν αὐλή τοῦ Μητροπολιτικοῦ ναοῦ καί τό πλῆθος τῶν προσφύγων πού βρισκόταν ἐκεῖ. Στή συνέχεια γύρισε πρός τόν πρόξενο καί τοῦ ἐπανέλαβε ὅ,τι εἶχε πεῖ στόν ἀρχιεπίσκοπο τῶν καθολικῶν καί ὅ,τι ἐπαναλάμβανε σέ ὅλους τούς συνομιλητές του.
«Δέν μπορῶ νά φύγω. Ποῦ θά ἀφήσω τό ποίμνιό μου χωρίς ποιμένα. Τό καθῆκον μου εἶναι νά μείνω ἐδῶ μεταξύ τῶν χριστιανῶν μου».
Ὁ Ἀμερικανός πρόξενος συγκινημένος ἔσκυψε τό κεφάλι του καί εἶπε «Εὔχομαι εἰς τόν Θεόν νά σᾶς προστατεύει».
Οἱ ἐξελίξεις τῆς ἱστορίας εἶναι γνωστές, καί ἀναρίθμητες εἶναι οἱ μαρτυρίες ἐκείνων πού ἔζησαν τίς τελευταῖες ἡμέρες. Οἱ Τοῦρκοι, ἄλλωστε, ἀκολουθοῦσαν πάντοτε τήν ἴδια τακτική. Θεωροῦσαν ὑπεύθυνο γιά τόν Ἑλληνισμό τόν Μητροπολίτη καί αὐτόν προέβαλαν στόν φανατισμένο ὄχλο ὡς αἴτιο τῆς δῆθεν συμφορᾶς πού ὑπέστησαν οἱ Τοῦρκοι. Τό μαρτύριο τοῦ Μητροπολίτου Σμύρνης ἀλλά καί τῶν ἄλλων ἐθνομαρτύρων ἱεραρχῶν Ἀμβροσίου Μοσχονησίων, Γρηγορίου Κυδωνιῶν, Προκοπίου Ἰκονίου καί Εὐθυμίου Ζήλων, ἦταν ἡ ἀρχή τῆς τελευταίας πράξεως τῆς Μικρασιατικῆς καταστροφῆς. Κάποιοι ἀπό αὐτούς, ὅπως ὁ Χρυσόστομος Σμύρνης σύρθηκαν προπηλακιζόμενοι στούς δρόμους καί κακοποιούμενοι ἀπό ἀνθρώπους πού διψοῦσαν γιά ἐκδίκηση καί γιά αἷμα, ἀπό ἀνθρώπους πού ἡ ἠρεμία καί ἡ γενναιότητα μέ τήν ὁποία ἀντιμετώπιζαν οἱ ἀρχιερεῖς τό μαρτύριο τούς ἔκανε ἀκόμη πιό βάναυσους καί πιό ἀπάνθρωπους. Κάποιοι ἄλλοι, ὅπως ὁ Κυδωνιῶν Γρηγόριος καί ὁ Μοσχονησίων Ἀμβρόσιος, τάφηκαν ζωντανοί. Οὔτε ὅμως τό δικό τους μαρτύριό δέν κατεύνασε τό μίσος τῶν Τούρκων, μάλλον τό ἐπέκτεινε σέ μία σφαγή μέ χιλιάδες θύματα κάθε ἡλικίας, ἀθῶα θύματα, πού ποτέ δέν ἐνόχλησαν κανένα, παρά μόνον ὅσους ἐνοχλοῦντο ἀπό τήν παρουσία τοῦ Ἑλληνισμοῦ στήν Μικρά Ἀσία καί ἤθελαν πάσῃ θυσίᾳ νά τήν ἐξαλείψουν.
Καί μπορεῖ νά τήν ἐξάλειψαν σέ ὅ,τι ἀφορᾶ τήν ἀνθρώπινη παρουσία, μπορεῖ νά τήν ἐξάλειψαν γκρεμίζοντας καί καίοντας ναούς καί σπίτια, ἀλλά δέν μπόρεσαν καί δέν θά μπορέσουν νά ἐξαλείψουν τήν παρουσία τοῦ Ἑλληνισμοῦ ποτέ ἀπό τή Μικρά Ἀσία, γιατί τήν μαρτυροῦν καί θά τήν μαρτυροῦν αἰώνια ἀκόμη καί τά ἐρείπια τῶν μνημείων τῆς ἱστορίας του μέ τίς ἑλληνικές ἐπιγραφές τους. Τήν μαρτυροῦν καί θά τήν μαρτυροῦν οἱ ἀναμνήσεις πού παραμένουν στίς ψυχές τῶν ἀπογόνων τῶν Μικρασιατῶν τόσο στήν Ἑλλάδα ὅσο καί σέ ὅλο τόν κόσμο, πού τιμοῦν τή μνήμη τῶν πατέρων τους, πού μνημονεύουν τή μεγάλη καταστροφή ὄχι γιά νά ἀναμοχλεύουν τίς πληγές καί νά καλλιεργοῦν μίση καί πάθη, ἀλλά γιά νά μήν ξεχνοῦν τήν ἱστορία καί τήν ἀλήθεια καί γιά νά μήν βρίσκονται κατά καιρούς ὁρισμένοι ἀνιστόρητοι ἱστορικοί πού θά ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ Μικρασιατική καταστροφή δέν ἦταν καταστροφή ἀλλά συνωστισμός στήν παραλία τῆς Σμύρνης.
Μνημονεύουμε, λοιπόν, σήμερα τῶν ἱερομαρτύρων ἱεραρχῶν Χρυσοστόμου Σμύρνης, Ἀμβροσίου Μοσχονησίων, Γρηγορίου Κυδωνιῶν, Προκοπίου Ἰκονίου καί Εὐθυμίου Ζήλων καί τῶν σύν αὐτοῖς ἀναιρεθέντων χιλιάδων πατέρων καί μητέρων μας, ἀλλά καί ὅλων τῶν προσφύγων τῆς Μικρασιατικῆς καταστροφῆς πού ἔφθασαν στήν ἑλληνική πατρίδα, ἀφήνοντας πίσω τά πάντα, πού ἔφθασαν κατατρεγμένοι καί διωγμένοι καί ἔπρεπε νά στήσουν τά πάντα ἀπό τήν ἀρχή μέσα σέ ἀνυπέρβλητες δυσκολίες. Καί ὅμως τά κατάφεραν πλουτίζοντας μέ τήν παρουσία τους, μέ τόν πολιτισμό τους, μέ τήν παράδοση καί τήν ἀρχοντιά τους τό ἐλεύθερο ἑλληνικό κράτος, τήν πατρίδα μας.
Μνημονεύουμε τή θυσία καί τά μαρτύριά τους, ἀλλά καί τή γενναιότητα καί τό θάρρος τους, γιατί δέν μποροῦμε νά ξεχάσουμε αὐτή τή μαρτυρική σελίδα τῆς ἱστορίας τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἀλλά καί γιατί δέν ἐπιτρέπεται νά τήν ξεχάσουμε. Διότι οἱ ὑγιεῖς σχέσεις μεταξύ τῶν λαῶν δέν μποροῦν νά στηριχθοῦν παρά μόνο ἐπάνω στήν ἀλήθεια καί στήν παραδοχή τῶν ἱστορικῶν λαθῶν. Διαφορετικά δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει οὔτε συνεννόηση οὔτε συνεργασία. Καί εἶναι χρέος μας νά ἀγωνισθοῦμε γιά νά μήν ξεχασθεῖ ἡ ἀληθινή ἱστορία ἀλλά νά ἀναγνωρισθεῖ καί ἀπό τήν ἄλλη πλευρά ἡ γενοκτονία τοῦ Μικρασιατικοῦ Ἑλληνισμοῦ, γιατί αὐτό θά ἀποτελεῖ ἀναγνώριση τῆς θυσίας τῶν πατέρων μας, ἀναγνώριση ὅλων τῶν θυμάτων τῆς Μικρασιατικῆς καταστροφῆς.