ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (Α΄ Κορ. η’ 8-13, θ’ 1-2)
Ἀδελφοί, βρῶμα ἡμᾶς οὐ παρίστησι τῷ Θεῷ· οὔτε γὰρ ἐὰν φάγωμεν περισσεύωμεν, οὔτε ἐὰν μὴ φάγωμεν ὑστερούμεθα. Βλέπετε δὲ μήπως ἡ ἐξουσία ὑμῶν αὕτη πρόσκομμα γένηται τοῖς ἀσθενοῦσιν. Ἐὰν γάρ τις ἴδῃ σε, τὸν ἔχοντα γνῶσιν, ἐν εἰδωλείῳ κατακείμενον, οὐχὶ ἡ συνείδησις αὐτοῦ ἀσθενοῦς ὄντος οἰκοδομηθήσεται εἰς τὸ τὰ εἰδωλόθυτα ἐσθίειν; Καὶ ἀπολεῖται ὁ ἀσθενῶν ἀδελφὸς ἐπὶ τῇ σῇ γνώσει, δι᾿ ὃν Χριστὸς ἀπέθανεν. Οὕτω δὲ ἁμαρτάνοντες εἰς τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τύπτοντες αὐτῶν τὴν συνείδησιν ἀσθενοῦσαν εἰς Χριστὸν ἁμαρτάνετε. Διόπερ εἰ βρῶμα σκανδαλίζει τὸν ἀδελφόν μου, οὐ μὴ φάγω κρέα εἰς τὸν αἰῶνα, ἵνα μὴ τὸν ἀδελφόν μου σκανδαλίσω. Οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος; Οὐκ εἰμὶ ἐλεύθερος; Οὐχὶ Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν Κύριον ἡμῶν ἑώρακα; οὐ τὸ ἔργον μου ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ; Εἰ ἄλλοις οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος, ἀλλά γε ὑμῖν εἰμι· ἡ γὰρ σφραγὶς τῆς ἐμῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ.
Νεοελληνική Απόδοση:
Αδελφοί, εμάς δεν μας συνιστά το φαγητόν εις τον Θεόν, διότι ούτε εάν φάγωμεν, έχομεν κανένα πλεονέκτημα, ούτε εάν δεν φάγωμεν, χάνομεν τίποτε. Προσέχετε όμως μήπως η ελευθερία σας αυτή γίνει αιτία να πέσουν οι ασθενείς κατά την πίστιν. Εάν κάποιος ιδή εσένα που έχεις γνώσιν, να κάθεσαι εις το τραπέζι ενός ναού ειδώλων, δεν θα ενθαρρυνθή η συνείδησίς του, επειδή είναι αδύνατος εις την πίστιν, εις το να τρώγει κρέατα των θυσιών που προσφέρονται εις τα είδωλα; Και εξ αιτίας της γνώσεώς σου θα χαθεί ο αδύνατος αδελφός διά τον οποίον επέθανε ο Χριστός. Αμαρτάνοντες δε με αυτόν τον τρόπον εις τους αδελφούς και πληγώντες την συνείδησίν των που είναι αδύνατη, αμαρτάνετε εις τον Χριστόν.
Δι’ αυτόν τον λόγον, εάν φαγητόν κάνει τον αδελφόν μου να πέσει, δεν θα φάγω κρέας ποτέ, διά να μη γίνω αιτία να πέσει ο αδελφός μου. Δεν είμαι απόστολος; Δεν είμαι ελεύθερος; Δεν είδα τον Ιησούν Χριστόν τον Κύριόν μας; Δεν είσθε σεις το έργον μου εν Κυρίω; Εάν δι’ άλλους δεν είμαι απόστολος, είμαι τουλάχιστον για σας, διότι σεις είσθε η σφραγίδα της αποστολής μου εν Κυρίω.