Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας, ο Σεβασμιώτατος τέλεσε επιμνημόσυνη Δέηση για τα θύματα της Τουρκικής εισβολής στην Κύπρο τον Ιούλιο το 1974, ενώ στο κήρυγμά του ο Σεβασμιώτατος αναφέρθηκε στην μεγάλη παρρησία του Προφήτου έναντι του Θεού, στις θαυματουργικές παρεμβάσεις του στον λαό, εν ονόματι του Θεού, στην κατατρόπωση των ιερέων της ειδωλολατρίας, αλλά και σε μία αποτυχία του, που αφορούσε στο αίτημά του να στείλει φωτιά ο Θεός και να κάψει τους απίστους, «αίτημα που ο πανάγαθος Θεός δεν έκανε δεκτό. Ο Θεός περιμένει πάντα την μετάνοια των ανθρώπων, είπεν ο Σεβασμιώτατος και ο Θεός είναι αγάπη και εφόσον δεν μπορέσαμε να βρούμε εμείς τον δρόμο της σωτηρίας, έστειλε τον Υιό του, για να γίνει ολοκαύτωμα και να θυσιαστεί, για να μας ανοίξει τον δρόμο της σωτηρίας. Το μήνυμα που έστειλε τότε ο Θεός στον Προφήτη Ηλία το στέλνει και σήμερα στους Χριστιανούς, πολλοί από τους οποίους απορούν, γιατί ο Θεός ανέχεται την αδικία, την απιστία, την αθεΐα. Πολλοί ακόμα δεν μπορούν να ερμηνεύσουν την δικαιοσύνη του Θεού. Και αυτό συμβαίνει, γιατί δεν μπορούν να καταλάβουν τί σημαίνει ότι ο Θεός μάς έπλασε ελεύθερους, υπεύθυνους για τις πράξεις μας, ότι δεν χρησιμοποιεί την βία για να μας καταναγκάσει να έλθουμε κοντά του, γιατί θέλει η αγάπη να γίνεται το κίνητρο της συνάντησης μαζί Του. Αυτήν την αγάπη έδωσε, αυτήν και επιζητεί. Ο Θεός αντέχει τις αμαρτίες μας και περιμένει την μετάνοιά μας. Αντέχει ακόμα και την άρνηση της ύπαρξής Του και περιμένει την στιγμή που ο άνθρωπος θα νιώσει την ανάγκη να ψελλίσει το «Κύριε ελέησον»…».
Σε άλλο σημείο τόνισε ότι «έχουμε σήμερα ανάγκη από προφητικό λόγο, για να μας θυμίσει ποιος είναι ο Θεός και να μας βεβαιώσει για την παρουσία Του στην ζωή μας… Σήμερα είναι πολύ εύκολο να κατακεραυνώσουμε τους απίστους και τους αμαρτωλούς. Το δύσκολο είναι η μίμηση του Χριστού και της αγάπης Του, που συγχώρεσε την πόρνη, άντεξε τον τελώνη, έβαλε στον Παράδεισο τον ληστή…».