Dogma

O Όρθρος της Μεγάλης Τρίτης από τον Βεροίας Παντελεήμων

Με την καλούμενη θρησκευτική ευλάβεια και τάξη τελέστηκε ο Όρθρος της Μεγάλης Τρίτης στον Ιερό Ναό Αγίας Παρασκευής Μελίκης.

Την Μεγάλη Δευτέρα 22 Απριλίου το απόγευμα ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στην Ακολουθία του Νυμφίου(Όρθρος Μ. Τρίτης) και κήρυξε το θείο λόγο στον Ιερό Ναό Αγίας Παρασκευής Μελίκης.

Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου :
«Τόν νυμφίον, ἀδελφοί, ἀγαπή­σω­μεν, τάς λαμπάδας ἑαυτῶν εὐ­τρεπίσωμεν ἐν ἀρε­­ταῖς ἐκλάμπο­ντες καί πίστει ὀρθῇ».

Ἀπό χθές ἡ Ἐκκλησία μας προ­βάλ­λει ἐνώπιον τήν εἰκόνα τοῦ Νυμ­φίου Χριστοῦ, προβάλλει τόν Νυμφίο τῶν ψυχῶν μας, αὐτόν πού σέ λίγες ἡμέρες θά τόν δοῦμε νά θυσιάζει τή δική του ζωή γιά χάρη τῆς δικῆς μας ζωῆς καί σω­τηρίας.

Καί ἀπόψε μᾶς θυμίζει τήν πα­ρουσία του στή ζωή μας καί μέ ἕναν ἄλλο, διαφο­ρετικό τρόπο· μᾶς τόν παρουσιάζει σάν τόν Νυμφίο τῆς εὐαγγελικῆς περικο­πῆς τῶν δέ­κα παρθένων, τῆς ὁποίας μνείαν ὅρισαν οἱ θειότατοι πατέρες νά ποιούμεθα κατά τήν Ἁγία καί Μεγάλη Τρίτη, τήν ἀκο­λουθία τοῦ Ὄρθρου τῆς ὁποίας ψά­λα­με ἀπόψε.

῾Η πρώτη παρουσία τοῦ Νυμφίου Χρι­στοῦ στόν κόσμο ἦταν γιά νά ἀποκαλύψει στούς ἀνθρώπους τό πρόσωπό του, τήν ἀλήθειά του, τήν ἀγάπη του γιά τόν κα­θέ­να ἀπό ἐμᾶς καί γιά τόν κόσμο ὁλόκληρο· ἦταν γιά νά δείξει πώς ἡ ἀγάπη του γιά μᾶς καί τή σωτηρία μας ἔφθανε μέχρι τό ὕψος τοῦ Σταυ­ροῦ καί μέχρι τό βάθος τοῦ Ἅδου.

Ὅμως ἡ ἐπίσκεψη αὐτή τοῦ Νυμ­φίου δέν εἶναι ἡ μόνη ἐπίσκεψή του στούς ἀνθρώ­πους. Ὁ Νυμφίος Χριστός μᾶς ἐπισκέ­πτε­ται τόν κα­θέ­να μας ξεχωριστά σέ πολ­λές στιγ­­μές τῆς ζωῆς μας καί μέ ποι­κίλους τρόπους καί θά μᾶς ἐπι­σκεφθεῖ καί πάλι ὅλους κατά τήν ἡμέρα τῆς δευτέρας του παρουσίας γιά νά μᾶς καλέσει στόν μυστι­κό γάμο τῆς ἑνώ­σεώς μας μαζί του.

Ὁ χρόνος τῶν ἐπισκέψεών του εἶναι ἄδηλος καί τό δικό μας χρέος δέν εἶναι νά ἐξετάζουμε τόν χρόνο κατά τόν ὁποῖο θά ἐπισκεφθεῖ ὁ Χριστός, ἀλλά πρωτίστως καί κυ­ρίως νά τόν ἀγαπήσουμε. Νά τόν ἀγα­πήσουμε, γιατί αὐτός εἶναι Ἐκεῖ­νος ὁ ὁποῖος πρῶτος μᾶς ἀγά­πησε καί μᾶς ἀγά­πησε ἀπό κατα­βο­λῆς κό­σμου· μᾶς ἀγάπησε τόσο πολύ ὥστε δημι­ούρ­γησε τόν κό­σμο γιά μᾶς, δημιούργησε τά πά­ντα «καλά λίαν» γιά νά τά ἀπο­λαμ­­βά­νουμε· μᾶς ἔπλασε κατ’ εἰ­κό­να καί καθ’ ὁμοίωσίν του καί μᾶς πλούτισε μέ ὅλες τίς δωρεές τῆς θείας ἀγάπης του. Καί ὅταν πα­ρακούοντας τίς ἐντολές του ἐκ­πέσαμε ἀπό τήν ἀγάπη του, ἦταν Ἐκεῖνος πάλι πού μέ τήν ἀγάπη του μᾶς ἀνεκάλεσε καί μᾶς ἀπο­κατέστησε στήν υἱοθεσία τοῦ Πα­τέ­ρα του. Ἡδική μας, λοιπόν, ἀγάπη πρός τόν Νυμφίο Χριστό εἶναι ἐλάχιστη ἀντα­πό­δοση τῆς δικῆς του ἀπέραντης ἀγάπης πρός ἐμᾶς, ἀλλά εἶναι ταυτόχρονα καί ἡ ἀναγκαία προϋπόθεση γιά νά τόν ξανα­συ­να­ντήσουμε, ὅταν θά μᾶς ἐπισκεφθεῖ.

Ἡ ἀγάπη μας πρός τόν Νυμφίο Χριστό εἶναι αὐτή πού μᾶς κρατᾶ ἐν ἐγρηγόρσει ἀκόμα καί μέσα στό σκοτά­δι καί τή νύχτα τοῦ κόσμου καί τῆς ἁμαρ­τί­ας. Εἶναι αὐτή πού συντηρεῖ τή φλόγα στή λαμπάδα τῆς ψυχῆς μας· εἶναι αὐτή πού μᾶς κάνει νά φροντίζουμε γιά εὐτρε­πι­σμό τῆς ψυχῆς μας μέ τήν πίστη καί τά ἔρ­γα τῆς ἀρετῆς καί τῆς ἁγιό­τητος, τά ἔρ­γα τῆς ἀγάπης καί τῆς φιλαδελφίας, πού ἐνισχύουν τή φλόγα τῆς λαμπάδος μας καί κρατοῦν τά μάτια μας ἀνοιχτά καί τήν ψυ­χή μας ἄγρυ­πνη, ὥστε νά μήν κοιμη­θοῦ­με καί ἔρθει ὁ Νυμ­φίος καί μᾶς βρεῖ ἀνέ­τοιμους γιά τή συνάντησή μας μαζί του.

«Τόν νυμφίον, ἀδελφοί, ἀγαπή­σω­μεν, τάς λαμπάδας ἑαυτῶν εὐ­τρεπίσωμεν ἐν ἀρε­­ταῖς ἐκλάμπον­τες καί πίστει ὀρθῇ».

Ὅποιος ἀγαπᾶ τόν Νυμ­φίο Χρι­στό, ὅποιος τόν ἀγαπᾶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς καί ἐξ ὅλης τῆς καρδίας καί ἐξ ὅ­λης τῆς ἰσχύος καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας του, ὅπως μᾶς τό ζη­τᾶ ὁ ἴδιος, δέν ἔχει χρόνο γιά τίποτε ἄλλο, παρά γιά νά προε­τοι­μάζει τόν ἑαυτό του ὄχι μόνο γιά τήν με­γάλη, μελλοντική συνάντη­ση μαζί του, ἀλλά καί γιά τίς καθημερινές μικρότερες συναντή­σεις μέ τόν Χριστό, ὅταν Ἐκεῖνος ἐμφανίζεται στά πρόσωπα τῶν ἀδελφῶν του τῶν ἐλαχίστων.

Ὅποιος ἀγαπᾶ τόν Νυμ­φίο Χρι­στό, δέν ἐνδιαφέρεται γιά τίποτε ἄλλο, δέν ἀσχολεῖται μέ τίς παρα­λείψεις καί τίς ἀδυναμίες τῶν ἀδελφῶν του, δέν συγκρίνει τόν ἑαυτό του μέ ἐκείνους ἀλλά μόνο μέ τόν Χριστό, καί ἔτσι δέν περιπί­πτει οὔτε στήν κατάκριση, οὔτε στήν ἐγω­ι­στική αὐτα­ρέ­σκεια, οὔτε στήν ὑποκριτική αὐ­τοϊκανοποίηση τῶν Γραμματέων καί τῶν Φαρι­σαί­ων, τήν ὁποία ἀκούσαμε νά στη­λιτεύει σήμερα ὁΧριστός στό εὐαγγε­λι­κό ἀνάγνωσμα.

Ὅποιος ἀγαπᾶ τόν Νυμφίο Χρι­στό, συγ­κρίνει τόν ἑαυτό του πά­ντοτε μέ Ἐκεῖνον, καί προσπαθεῖ νά τόν βελτιώνει καθημε­ρι­νά, ὥστε νά ἀρέσει σέ Ἐκεῖνον καί ὄχι στούς ἀνθρώπους· προσπαθεῖ νά ἐκλάμπει «ἐν ἀρεταῖς καί πίστει ὀρθῇ», ὅπως γρά­φει ὁἱ ερός ὑμνο­γράφος, ὑπογραμμίζον­τας τήν ἀνα­γκαιότητα τῆς ὀρθῆς πίστης γιά τήν πρόοδο στήν ἀρετή, ὅπως τήν ἐν­νοεῖ ἡ Ἐκκλησία μας καί τήν ἐπιθυμεῖ ὁ Νυμφίος Χριστός. Διότι ἀρετή δέν εἶναι οὔτε κάποιες καλές πράξεις ἤ ἰδιότητες, οὔτε κά­ποια τυπικά καί ἐξωτερικά χα­ρα­­κτη­ριστικά εὐσεβοῦς ζωῆς, ἀλ­λά εἶναι ἡ ἔκ­φραση τοῦ βαθυ­τέρου βίωματος τῆς ἐν Χρι­στῷ ζωῆς, μέσω τοῦ ὁποίου ἐκφρά­ζε­ται ἡ ἀγάπη μας πρός τόν Νυμφίο Χρι­στό.

Ἀδελφοί μου, ἀτενίζοντας τήν ἱε­ρή μορ­φή τοῦ Νυμφίου τῶν ψυ­χῶν μας, ἄς ἀκού­­σουμε τήν προ­τρο­πή τῆς Ἐκκλησίας μας καί ἄς εὐτρεπίσουμε τίς λαμπάδες τῆς ψυχῆς μας, ἀρχίζοντας τήν προ­σπά­θειά μας ἔστω καί τώρα, ἔτσι ὥστε νά ἀξιω­θοῦμε τή νύχτα τῆς Ἀναστάσεως νά μήν ἀνάψουμε μό­νο τίς αἰσθητές λαμπάδες, ἀλ­λά νά ἀνάψουμε καί στή λαμπάδα τῆς ψυχῆς μας τό φῶς τῆς Ἀναστά­σεως, τό φῶς τῆς ἀγάπης τοῦ Χρι­στοῦ γιά νά τό συν­τηροῦμε μέσα μας μέχρι τήν ἡμέρα τῆς συναντή­σεώς μας μαζί του.