Στο συνέδριο συμμετείχαν επίσης, ο Σεβ. Αρχιεπίσκοπος Ρ/Καθολικών Νάξου-Τήνου κ. Ιωσήφ, ο Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου, η Πρόεδρος του Πανελληνίου Συνεδρίου κ. Κυρίτση – Κουκουλάρη Ελένη, η Πρόεδρος της Διοικούσης του Κέντρου Υγείας Τήνου, η αναπληρώτρια της Επιστημονικής Διευθύντριας του Κέντρου Υγείας Τήνου, ο Αντιπρόεδρος της Διοικούσης Επιτροπής του Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας, ο Γενικός Γραμματέας του Ιδρύματος Τηνιακού Πολιτισμού, μέλη της οργανωτικής επιτροπής και σύνεδροι, νοσηλεύτριες και νοσηλευτές.
Την έναρξη του Συνεδρίου κήρυξε ο Υπουργός Υγείας κ. Αθανάσιος Πλεύρης.
Ακολουθεί ο χαιρετισμός του Σεβασμιωτάτου κ. Δωροθέου.
«Ἐλλογιμωτάτη κυρία Κυρίτση, Πρόεδρε τοῦ Δ.Σ. τοῦ Ἐθνικοῦ Συνδέσμου Νοσηλευτῶν Ἑλλάδος καί τῆς Ἐπιστημονικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ 48ου Πανελληνίου Νοσηλευτικοῦ Συνεδρίου,
Ἀγαπητοί καί ἐκλεκτοί κυρίες και κύριοι Σύνεδροι,
Μέ ἰδιαίτερη χαρά καί τιμή σᾶς ὑποδεχόμαστε στήν ἱερά νῆσο Τῆνο καί τίς πάντοτε φιλόξενες αἴθουσες τοῦ Ἱδρύματος Τηνιακοῦ Πολιτισμοῦ , καί σᾶς συγχαίρουμε γιά τήν ἐπιλογή τοῦ νησιοῦ τῆς Μεγαλόχαρης, ὡς τόπου διεξαγωγῆς του 48ου Συνεδρίου σας.
Καί τούτο, ὄχι μόνον ἐπειδή κατά τό διάστημα τῶν ἐργασιῶν του θά ἀπολαύσετε τήν μοναδική φιλοξενία καί θά θαυμάσετε τίς φυσικές ὀμορφιές, τήν Τέχνη καί τόν Πολιτισμό της, ἀλλά καί έπειδη τό Συνέδριό σας συμπίπτει μέ τόν Πανελλήνιο ἐορτασμό τῆς Έπετείου τῶν 200 χρόνων ἀπό τήν Έθνικοαπελευθερωτική Ἐπανάσταση τοῦ 1821, στήν ἐξέλιξη τῆς ὁποίας καταλυτικό ρόλο ἔπαιξε ἡ θαυμαστή εὕρεση τῆς ἱερᾶς Εἰκόνος τῆς Εὐαγγελιστρίας, ἡ ὁποία θεωρήθηκε «ἡ ὑπογραφή τοῦ Θεοῦ γιά τήν ἐλευθερία τῆς Ἑλλάδος» καί τήν ἐπέτειο τῶν 200 χρόνων ἀπό τό Ὅραμα τῆς Ὁσίας Πελαγίας τόν ἑπόμενο χρόνο θά ἑορτάσουμε.
Ἀγαπητοί φίλοι,
Ὁ πατέρας τῆς Ἰατρικῆς, ὁ Ἱπποκράτης, ἀναφερόμενος στήν ἀναγκαιότητα τῆς διαρκοῦς ἐπιμόρφωσης τῶν νοσηλευτῶν καί τῆς μαθητείας τους κοντά σέ ἐμπειρότερους καί σοφώτερους, ἐπιγραμματικά διαπίστωνε ὅτι «Ἰητρική ἀπειρία κακός θησαυρός καί κακόν κειμήλιον».
Το στόχο αὐτό διακονεῖ καί τό παρόν, 48ο Πανελλήνιο Νοσηλευτικό Συνέδριο, τά πορίσματα τοῦ ὁποίου, εἴμαστε βέβαιοι ὅτι, θά βοηθήσουν σημαντικά τους Νοσηλευτές μας νά ἀνταποκριθοῦν στήν ἐπαγγελματική τους ἀποστολή καί τήν κοινωνική διακονία τους.
Ἀγαπητοί μου Νοσηλεύτριες και Νοσηλευτές,
Ἀγαπητοί μου,
Εἶναι γεγονός ὅτι στήν εὐδαιμονιστική καί ἐγωκεντρική ἐποχή μας, περισσότερο ἀπό ποτέ, τό πρόβλημα τῆς Ὑγείας, τῆς διατήρησης, ἀλλά καί τῆς ἀποκατάστασής της, προβάλλει ζωτικό, καθοριστικό καί μοναδικό στίς συνέπειές του. Ζῶντας μέσα στήν αὐταπάτη τῆς αὐτάρκειας, τῆς δύναμης καί τῆς μονιμότητας, ὅταν ἀντιμετωπίζουμε πρόβλημα ὑγείας νοιώθουμε ἀδύναμοι, ἄοπλοι καί πραγματικά ἀσήμαντοι.
Τότε εἶναι πού ὑποχωρεῖ ὁ ἐγωισμός μας, γινόμαστε πραγματικά κοινωνικά ὄντα καί ἀναζητοῦμε τή βοήθεια τῶν συνανθρώπων μας, καί ἰδιαίτερα τῶν Νοσηλευτῶν καί Νοσηλευτριῶν, τῶν Ἀγγέλων αὐτῶν τῆς Ὑγείας.
Γιατί, ὅπως οἱ Ἄγγελοι στέκουν μεταξύ Θεοῦ καί ἄνθρώπων, ἀναγγέλλοντας τό θέλημά Τοῦ καί προστατεύοντας τούς ἀνθρωπους, «μήποτε προσκόψῃ ἐπί λίθον» τό βῆμα τους, ἔτσι καί οἱ Νοσηλευτές μας, στέκουν μεταξύ τοῦ γιατροῦ καί τῶν ἀσθενῶν, οἱ ὁποῖοι ἀναμένουν ἀπ’ αὐτούς προστασία, φροντίδα καί τό πολυπόθητο εὐαγγέλιο τῆς ἀποκατάστασης τῆς «πολυθαλμίου», (δύναμη, πού ζωογονεῖ), καί «φερολβίου», (πού τήν εὔτυχία φέρνει), ὑγείας τους!
Ἰδιαίτερα, μάλιστα, τό τελευταῖο διάστημα, κατά τό ὁποῖο ἡ ἐπέλαση τῆς πανδημίας δοκιμάζει τίς ἀντοχές μας, τήν πίστη καί τήν ἀτομική καί συλλογική μας εὐθύνη οἱ Νοσηλεύτριες καί οἱ Νοσηλευτές μας, «Σαμαρείτου ἀναλαβόντες τάξιν» σκύβουν μέ πολλή ἀγάπη καί αὐταπάρνηση στούς πληγωμένους ἀπό τόν κορονοϊό συνανθρώπους μας, στίς πληγωμένες ἔμψυχες εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος συμπάσχει μαζί τους, καί ἐπιχέουν στίς πληγές τους «ἔλαιον καί οἶνον», ἀγωνιζόμενοι καί ἀγωνιζόμενες νά περιθάλψουν, παραμυθήσουν καί ἰατρεύσουν χωρίς διάκριση τόν πεσόντα εἰς τόν «λῃστήν» τῆς ὑγείας τοῦ πλησίον, ἀναδεικνυόμενοι ἔτσι ἀληθινά «θεοφόροι», ἀφοῦ, κατά τόν Μ. Βασίλειο «ὁ ἔχων τήν ἀγάπην, τόν Θεόν ἔχει»!
Ἀξίζει νά σημειωθεῖ ὅτι ἡ Ἐκκλησία, συνδέεται περισσότερο μέ τήν ἰατρική καί νοσηλευτική ἐπιστήμη, παρά με τη φιλοσοφία, γιατί ἔχουν ἴδια ἀποστολή, τή θεραπεία.
Γι’ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία χαιρετίζει καί ἐπευλογεῖ κάθε ἐπιστημονικό ἐπίτευγμα, πού συντελεῖ στή θωράκιση τῆς σωματικῆς ὑγείας τοῦ ἀνθρώπου, διαρκῶς μοχθοῦσα γιά τήν κατάκτηση καί διαφύλαξη τῆς ψυχικῆς του ὑγείας, διά τῆς συχνά θαυματουργούσης πίστεως, ἡ ὁποία δεν ἀναιρεῖ ἀλλά συμπληρώνει καί ὁλοκληρώνει τό ἔργο τῆς ἐπιστήμης.
Θεωρώντας, λοιπόν, ὅτι ἡ συνεργασία τῆς νοσηλευτικῆς ἐπιστήμης μέ τήν Ἐκκλησία ἀποτελεῖ κομβικό σημεῖο καί ἀναγκαία προϋπόθεση γιά μιά ἀποτελεσματικότερη καί πληρέστερη περίθαλψη τοῦ ἀσθενοῦς, ἐκφράζουμε τή λύπη μας διότι οἱ ἀνυπέρβλητες ποιμαντικές μας ὑποχρεώσεις δέν μᾶς ἐπέτρεψαν νά παραστοῦμε, ἐπευλογώντας καί ὑπερευχόμενοι γιά τήν εὐόδωση τῶν ἐργασιῶν τοῦ παρόντος Συνεδρίου, εὐχόμεθα ἡ Μεγαλόχαρη νά σᾶς χαρίζει δύναμη καί ὑγεία καί κάθε παρά Κυρίου στή ζωή καί τήν φιλάνθρωπη ἀποστολή σας εὐλογία!»
Φωτογραφίες: Δήμητρα Φανερού.