Κατά την διάρκεια του κηρύγματός του ο Σεβασμιώτατος σημείωσε πως «οι Άγιοι Ανάργυροι, ως θεοειδής και θεοφόροι, μας κομίζουν το θαύμα το οποίο επιτελεί ο Πανάγιος Θεός και μέσα από αυτούς αναβλύζει η δημιουργική και σωστική Θεία Ενέργεια».
«Η ασθένεια είναι ένα από τα δύο τραγικά αποτελέσματα της ανταρσίας μας και της ανοησίας μας να πιστέψουμε, στο δόλιο του σατανά κέλευσμα, ότι μπορούμε να ζήσουμε αθάνατοι εμπιστευόμενοι την κτιστή ύλη, την κτιστή πραγματικότητα και ότι δεν έχουμε ανάγκη τον Δημιουργό μας, αλλά μπορούμε να αυτοπραγματοθούμε, να αυτοθεωθούμε, να γίνουμε σαν θεοί», είπε στην συνέχεια ο Σεβασμιώτατος, επισημαίνοντας πως «αυτό το μύθευμα το πιστεύουν οι άνθρωποι ανά τους αιώνας». Τόνισε, επίσης, πως αυτό συμβαίνει και σήμερα «με τα νέα θρησκευτικά ρεύματα του μετανθρωπισμού και του υπερανθρωπισμού, που δεν είναι τίποτα άλλο παρά το ίδιο ψεύδος ότι μπορεί ο άνθρωπος ο κτιστός, ο φθαρτός να αποβεί θείας πραγματικότητος κοινωνός χωρίς τον Θεό, χωρίς τον Δημιουργόν του».
«Η αμαρτία είναι ένα από τα αποτελέσματα αυτής της επιλογής. Είναι συνεχής αυτή η πτώση και αυτή η ανισορροπία», πρόσθεσε, τονίζοντας πως «δοξάζεται ως δήθεν δικαιωματισμός, η ανατροπή της ανθρώπινης οντολογίας και φυσιολογίας, γιατί το βάθος της είναι ο εγωκεντρισμός και η εγωπάθεια».
«Από αφεντικά της κτίσεως, γίναμε σκλάβοι της, δούλοι της, εξαρτήματά της, γιατί εμείς το θελήσαμε», είπε σε άλλο σημείο του κηρύγματός του ο Σεβασμιώτατος, υπογραμμίζοντας παράλληλα πως «οι Άγιοι Ανάργυροι έρχονται να ανατρέψουν αυτή την τραγωδία, γιατί ο Χριστός ήρθε να ανατρέψει αυτή την τραγωδία. Ήρθε να λύσει τα έργα του διαβόλου και έτσι να φέρει την ίαση ψυχών και σωμάτων και την υπέρβαση του θανάτου ως αιώνιας φρικτής καταδίκης».
Αναφέροντας πως οι Άγιοι Ανάργυροι Κοσμάς και Δαμιανός «βρίσκονται σήμερα ενώπιόν μας για να μας κελεύσουν τη θεραπεία», επεσήμανε πως «η αμαρτία είναι ένα δηλητηριώδες ποτό που έχει κάποια ψήγματα γλυκύτητος και ηδονής, αλλά που από κάτω κρύπτεται η οδύνη». «Η αμαρτία γεννά τον θάνατο. Φέρει τον θάνατο. Δεν είναι δημιούργημα του Θεού ο θάνατος και η αρρώστια. Είναι αποτελέσματα της αμαρτίας, γιατί ο άνθρωπος είναι ψυχοσωματική οντότις και όταν νοσεί η ψυχή νοσεί και το σώμα», τόνισε και συμπλήρωσε: «Οι Άγιοι Ανάργυροι ακριβώς αυτό το έργο, αυτό το διακόνημα έχουν μαζί με την πλειάδα των Αγίων άλλων Αναργύρων: εξασκούσαν την ιατρική τέχνη, αλλά όλο το έργο τους πλημμύριζε από την Χάρη την άκτιστη του Θεού». «Και έτσι, προσφέροντες την ιατρική τους τέχνη και τον εαυτόν τους, ο Θεός κατήρτιζε τα πρόσωπα αυτά και τα καταρτίζει στους αιώνας για να γίνονται αγωγοί των ακτίστων Θείων Ενεργειών».
Σε άλλο σημείο του κηρύγματός του ο Σεβασμιώτατος τόνισε: «Σήμερα που ζούμε την τραγωδία της αμαρτίας έχουμε, δυστυχώς, τόσο μεγάλη ασθένεια σε όλα τα επίπεδα της οικουμένης. Πρωτοφανείς νόσοι, τραγικές καταστάσεις, αποτελέσματα της αμαρτίας, της σχάσεως από τον Θεό, της μετοχής στο κακό με τις μύριες μορφές, της ιεροποιήσεως του κακού, της θεσμοθετήσεως του κακού, της νομιμοποιήσεως του κακού που γίνεται δήθεν έννομο αγαθό και που οδηγεί αναπόδραστα στην αρρώστια και το θάνατο». «Για αυτό και η παρουσία των Αγίων Αναργύρων είναι μια Χάρις και μια ευλογία. Γιατί είναι αγωγοί αληθινοί της Θείας παρουσίας και της αδιαπτώτου εργασίας του Θεού στα σπλάχνα του λαού Του».
«Ζούμε στη φθορά και το θάνατο. Σε μία μεταπτωτική κατάσταση», ανέφερε, τέλος ο Σεβασμιώτατος, σημειώνοντας πως «κανείς μας δεν εκφεύγει από την αμαρτία. Καλούμεθα, όμως, να αντισταθούμε, να παλέψουμε, να αγωνιστούμε και πάλιν και πολλάκις να μετανοήσουμε όλοι μας». «Όλη την ώρα να ζητούμε το έλεος, την άπειρη αγάπη, την θαυματουργία του Κυρίου μας. Αν δεν θεραπευθεί η ψυχή μας, δεν θα θεραπευθεί και το σώμα μας. Για αυτό και η Αγία μας Εκκλησία, μας δίδει τα εφόδια αυτής της σωτηρίας: τη λύτρωση δια της μετανοίας» «και πάνω από όλα το Ζωοποιό Σώμα και το Πανάχραντο και Πανάσπιλο Αίμα του Υιού του Θεού που έρχεται μέσα μας για να μας ανακαινίσει ψυχή τε και σώματι».
«Εύχομαι η φωτοφόρος μνήμη των Αγίων Αναργύρων να φωτίσει τη σκέψη μας, να αγιάσει τη ζωή μας, να θεραπεύσει και το σώμα μας και τις ψυχές μας», κατέληξε ο Σεβασμιώτατος.