Στο κήρυγμά τουο Ποιμενάρχης προς τον Ιερό Κλήρο και τον ευσεβή λαό της καθ’ ημάς Ιεράς Μητροπόλεως ο Σεβασμιώτατος ανέφερε: «Βρισκόμαστε σήμερα, αγαπητοί μου αδελφοί, στο κατώφλι της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Είναι μια καινούρια αρχή, μια αρχή ζωής, μια νέα εποχή. Είναι μια περίοδος κατά την οποία δεν θέλουμε πια να θυμόμαστε τις αμαρτίες μας, δεν θέλουμε πια να φέρνουμε στο νου μας εικόνες από παραβολές για την πτώση και τη μετάνοια, αλλά θέλουμε να ατενίζουμε τους Αγίους μας που και εκείνοι άρχισαν τη ζωή τους όπως και εμείς. Ξεκίνησαν κι εκείνοι τη ζωή τους εύθραυστοι, αδύναμοι, αμφιταλαντευόμενοι, αλλά με τη χάρη του Θεού και τη δύναμή Του αγιάστηκαν. Έγιναν όλοι –άνδρες, γυναίκες και παιδιά– Άγιοι, που εμείς τώρα μπορούμε να τους τιμούμε, μπορούμε να ευφραινόμαστε κοντά τους, να τους έχουμε ως παράδειγμα και να απευθυνόμαστε σε αυτούς, ζητώντας τους να προσεύχονται για την σωτηρία μας.
Η Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή αρχίζει ουσιαστικά με αυτό τον Κατανυκτικό Εσπερινό. Αυτή η μοναδική σε βάθος και ωραιότητα Ακολουθία αποκαλύπτει το χαρακτηριστικό τόνο της περιόδου αυτής και διακηρύσσει την πρόσθεση του Θεού στον άνθρωπο. Τα κατανυκτικά τροπάρια που ακούσαμε αναγγέλλουν τον ερχομό της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, αλλά κυρίως τον ερχομό του Πάσχα. Γιατί όλα τα τροπάρια μιλούν για τη μεγάλη απόσταση που καλούμαστε να διανύσουμε, αλλά παράλληλα αναφέρονται και στο τέλος αυτής της διαδρομής, που δεν είναι άλλο από τη λαμπροφόρο Ανάσταση.
Απόψε, αδελφοί μου, αρχίζουμε ένα ταξίδι μέσα στο πέλαγος της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Και το απαραίτητο εφόδιο για να ξεκινήσουμε αυτό το ταξίδι είναι να αναγνωρίσουμε και να κατανοήσουμε την οικτρή αμαρτωλή κατάσταση που βρίσκεται ο καθένας από εμάς. Μόνο τότε θα μπορέσουμε να ξεκινήσουμε το ταξίδι αυτό και να βρεθούμε σε μια νέα εποχή, στην Ανάσταση του Χριστού, που σηματοδοτεί την έναρξη της αιώνιας ζωής.
Ξεκινάμε όλοι αυτό το ταξίδι –μηδενός εξαιρουμένου– όπως το ξεκίνησε και ο λαός του Ισραήλ από τη γη της Αιγύπτου προς τη Γη της Επαγγελίας. Και είμαστε φορτωμένοι με αβάσταχτα φορτία –όχι απόλυτα ελεύθεροι. Το θάρρος όμως και την έμπνευση για να φθάσουμε στην τελική νίκη και στον προορισμό μας, για να μπορέσουμε να φθάσουμε στην καινότητα της ζωής, δεν θα το βρούμε κοιτάζοντας τις αδυναμίες και τον εαυτό μας. Θα το βρούμε εάν ατενίσουμε τον Ζώντα Θεό που είναι ζωή και σωτηρία, θα το βρούμε εάν μπορέσουμε να πλησιάσουμε και να κατανοήσουμε τους Αγίους μας, οι οποίοι νίκησαν τις αδυναμίες και τα πάθη τους, όχι μόνοι τους αλλά με τη δύναμη του Χριστού.
Ας μην έχουμε λοιπόν ψευδαισθήσεις και ας μην είμαστε δύσκολοι συνοδοιπόροι. Πολλές φορές δεν μπορούμε να ανεχθούμε τον διπλανό μας, δεν μπορούμε να δεχθούμε ακόμη και τα μέλη της οικογένειάς μας. Θα πρέπει όμως να βαδίσουμε και να προχωρήσουμε όλοι μαζί, στηριζόμενοι ο ένας στον άλλο, διότι μόνο με την ενότητα θα μπορέσουμε να φθάσουμε τελικά στο σκοπό μας».
Ο Σεβασμιώτατος τόνισε στη συνέχεια της ομιλίας του: «Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι η απελευθέρωση από τη σκλαβιά της αμαρτίας, από τη φυλακή του κόσμου τούτου. Το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα θέτει τους όρους για μια τέτοια απελευθέρωση. Πρώτος όρος είναι η νηστεία, να καταλάβουμε δηλαδή ότι όλες οι επιθυμίες που έχουμε ως φθαρτοί άνθρωποι, όλες οι ανάγκες που έχει δημιουργήσει η πεπτωκυία και αμαρτωλή φύση μας, δεν είναι φυσιολογικές. Η νηστεία μάς βοηθάει να απελευθερωθούμε από τη δικτατορία της σάρκας και της ύλης πάνω στο πνεύμα. Για να είναι λοιπόν αποτελεσματική η νηστεία μας δεν θα πρέπει να είναι προς το θεαθήναι. Το λέει και ο Κύριός μας: Να μη φαινόμαστε «τοις ανθρώποις νηστεύοντες, αλλά τω Πατρί ημών τω εν τω κρυπτώ».
Δεύτερος όρος είναι η συγγνώμη. «Εάν γαρ αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, αφήσει και ημίν ο Πατήρ ο Ουράνιος». Ο θρίαμβος της αμαρτίας και το κύριο σημάδι του ρόλου της στον κόσμο είναι η διαίρεση, η αντίθεση, ο χωρισμός, το μίσος. Την πιο ακραία μορφή αυτής της αμαρτίας βιώνει όλη η ανθρωπότητα σήμερα με τον πόλεμο που γίνεται στην ουκρανική γη.
Αυτό που θα πρέπει να κάνουμε εν πρώτοις για να πλήξουμε το φρούριο της αμαρτίας είναι να επιστρέψουμε στην ενότητα, στη σύμπνοια, την ομοψυχία και την αγάπη. Γι’ αυτό θα πρέπει να βάλουμε ανάμεσα στους εαυτούς μας και τους εχθρούς μας την συγχώρηση, η οποία ακτινοβολεί από τον ίδιο το Θεό. Το να συγχωρήσω σημαίνει να αναγνωρίσω το αδιέξοδο στις ανθρώπινες σχέσεις και να το αναφέρω στον Χριστό. Πραγματική συγχώρηση είναι το πέρασμα της Βασιλείας του Θεού μέσα στον αμαρτωλό και πεπτωκότα κόσμο.
Ας αρχίσουμε λοιπόν τον της νηστείας καιρόν, ας υποβάλλουμε τον εαυτό μας σε αγώνες πνευματικούς. Διότι έτσι θα μπορέσουμε να ατενίσουμε την ψυχή μας, να καθαρίσουμε την σάρκα μας και να εντρυφήσουμε στις αρετές του Αγίου Πνεύματος. Έτσι θα αξιωθούμε πάντες να εορτάσουμε πνευματικώς και χαρούμενοι το Άγιον Πάσχα».