Την Τετάρτη 20ή Μαρτίου 2024, μεσούσης τῆς Α΄ Ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν, ἱερουργοῦντος τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου μας κ. Χρυσοστόμου, ἐτελέσθη σέ κλίμα κατανύξεως ἡ Θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Δώρων, στόν Ἱ. Μητροπολιτικόν Ναό τοῦ Τιμίου Προδρόμου Σύμης. Συλλειτουργός του ὁ Ἱεροδιάκονος π. Παῦλος Τερεζάκης, ἐνῶ συμπροσευχόμενος ἐντός τοῦ Ἁγίου Βήματος ἦταν ὁ Γεν. Ἀρχιερατικός Ἐπίτροπος καί Ἐφημέριος τοῦ Ναοῦ, Πρωτοπρεσβύτερος π. Στέφανος Μακρῆς. Τό δέ ἱ. ἀναλόγιο διακόνησε ὁ Πρωτοψάλτης τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ κ. Δημοσθένης Γιανναρᾶς. Ἀξιοποιώντας τήν πνευματική αὐτή εὐκαιρία, πού ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία προσφέρει κατά τήν εὐλογημένη αὐτή περίοδο τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἀρκετοί Χριστιανοί μας συμμετεῖχαν στήν Ἀκολουθία καί πολλοί ἐξ αὐτῶν προσῆλθαν στό Ποτήριο τῆς Ζωῆς.
Τό ὄνομά της ἡ Λειτουργία αὐτή τό πῆρε ἀπό τήν ἴδια τη φύση της. Εἶναι στήν κυριολεξία Λειτουργία «Προηγιασμένων Δώρων». Δέν εἶναι δηλαδή Λειτουργία ὅπως οἱ ἄλλες γνωστές Λειτουργίες, τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, στίς ὁποῖες ἔχουμε προσφορά καί καθαγιασμό Τιμίων Δώρων. Τά Δῶρα πλέον εἶναι καθαγιασμένα, προηγιασμένα, ἀπό τήν Λειτουργία, πού ἐτελέσθη τήν προηγουμένη Κυριακή. Τά Προηγιασμένα αὐτά Δῶρα προτίθενται κατά τήν λειτουργία τῶν Προηγιασμένων, γιά νά κοινωνήσουν καί νά ἁγιασθοῦν οἱ πιστοί.
Μέ ἄλλα λόγια ἡ Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων εἶναι οὐσιαστικά μία ἱερή Ἀκολουθία γιά νά μεταλάβουν οἱ πιστοί κατά τίς καθημερινές μέρες τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, κατά τίς ὁποῖες, κανονική Θεία Λειτουργία τελεῖται μόνον τά Σάββατα καί τίς Κυριακές. Παλαιό ἔθιμο ἐπικυρωμένο ἀπό ἐκκλησιαστικούς κανόνες ἀπαγορεύει τήν τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας κατά τίς καθημερινές ἡμέρες τῆς ἑβδομάδος μέσα στήν Τεσσαρακοστή, διότι αὐτές εἶναι ἡμέρες νηστείας καί πένθους. Ἡ τέλεση λοιπόν τῆς Θείας Λειτουργίας ἀπό τήν πρώτη Ἐκκλησία ἦταν κάτι τό ἀσυμβίβαστο πρός τόν χαρακτήρα τῶν ἡμερῶν αὐτῶν. Η Θ. Λειτουργία εἶναι πασχάλιο μυστήριο, πού ἔχει ἔντονο τόν πανηγυρικό, τόν χαρμόσυνο, τόν ἐπινίκιο χαρακτήρα. Αὐτό ὅμως γεννοῦσε ἕνα πρόβλημα. Οἱ χριστιανοί ἔπρεπε νά κοινωνήσουν δυό φορές τουλάχιστον ἀκόμη κατά τήν ἑβδομάδα, τό λιγώτερο δηλαδή κατά τίς ἐνδιάμεσες ἡμέρες, τήν Τετάρτη καί τήν Παρασκευή, πού μνημονεύει καί ὁ Μέγας Βασίλειος. Ἡ λύση ἦταν λοιπόν, οἱ πιστοί νά κοινωνοῦσαν ἀπό προηγιασμένα Ἅγια. Ἐξ ἄλλου, οἱ ἡμέρες αὐτές ἦσαν ἡμέρες νηστείας. Νηστεία τήν πρωτοχριστιανική ἐποχή σήμαινε πλήρη ἀποχή τροφῆς μέχρι τήν δύση τοῦ ἡλίου. Ἡ Θ. Κοινωνία λοιπόν θά ἔπρεπε νά κατακλείσει τήν νηστεία, νά γίνει δηλαδή μετά τήν ἀκολουθία τοῦ ἑσπερινοῦ.
Στό σημεῖο αὐτό συνδέεται ἡ ἱστορία μέ τήν σημερινή πράξη τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ λειτουργία τῶν Προηγιασμένων εἶναι σήμερα Ἀκολουθία Ἑσπερινοῦ, στήν ὁποία προστίθεται ἡ παράθεση τῶν Τιμίων Δώρων, οἱ προπαρασκευαστικές εὐχές, ἡ Θεία Κοινωνία καί ἡ Εὐχαριστία ὕστερα ἀπό αὐτήν. Ἡ διαμόρφωσή της μέσα στό ὅλο πλαίσιο τῆς Τεσσαρακοστῆς της ἔδωσε ἕνα ἔντονο «πενθηρό» χαρακτήρα, κατά τόν Θεόδωρο Στουδίτη (Ἑρμηνεία τῆς θείας λειτουργίας τῶν Προηγιασμένων). Μέ τόν ἑσπερινό συμπλέκονται τροπάρια κατανυκτικά, οἱ Ἱερεῖς φέρουν πένθιμα ἄμφια, ἡ ἁγία Τράπεζα καί τά Τίμια Δῶρα εἶναι σκεπασμένα μέ σκοῦρα καλύμματα, οἱ εὐχές εἶναι γεμάτες ταπείνωση καί συντριβή. «Μυστικώτερα εἰς πᾶν ἡ τελετή γίνεται», κατά τόν ἴδιο Πατέρα.
Ὁ πνευματικός ἀγώνας τῆς Ἁγίας Τεσσαρακοστῆς εἶναι σκληρός, ἀλλά καί ἡ νίκη κατά τῶν ἀοράτων ἐχθρῶν εἶναι βέβαια γιά τούς ἀγωνιζομένους τόν καλόν ἀγώνα. Ἡ Ἀνάσταση δέν εἶναι μακριά. Ἡ Θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων εἶναι μία ἀπό τίς ὡραιότερες καί κατανυκτικότερες ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀλλά συγχρόνως καί μία διαρκής πρόσκληση γιά τήν συχνή κοινωνία τῶν θείων μυστηρίων. Μία φωνή ἀπό τά βάθη τῶν αἰώνων, ἀπό τήν ἀρχαία ζωντανή παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Φωνή πού λέει ὅτι ὁ πιστός δέν μπορεῖ νά ζεῖ τήν ζωή τοῦ Χριστοῦ ἄν δέν ἀνανεώνει διαρκῶς τήν ἕνωσή του μέ Ἐκεῖνον διά τοῦ Τιμίου Αὐτοῦ Σώματος καί Αἵματος.