Πρώτη Προηγιασμένη στην Ι. Μονή Αγίων Πάντων Βεργίνης για την εορτή του Οσίου Χριστοδούλου
Την Τετάρτη 17 Μαρτίου ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων τέλεσε την πρώτη Προηγιασμένη θεία Λειτουργία στην Ιερά Μονή Αγίων Πάντων Βεργίνης, με την ευκαιρία και της εορτής του Οσίου Χριστοδούλου (που εόρταζε την προηγούμενη ημέρα) και τα ονομαστήρια της Καθηγουμένης Μοναχής Χριστοδούλης.
Μετά το πέρας της προηγιασμένης ευλόγησε το κόλλυβο του Οσίου, κατά το μοναστηριακό τυπικό.
Νωρίτερα στην ομιλία του ο Σεβασμιώτατος τόνισε:
«Ἀντίστητε τῷ διαβόλῳ καί φεύξεται ἀφ᾽ ὑμῶν, ἐγγίσατε τόν Θεόν καί ἐγγιεῖ ὑμῖν».
Τιμήσαμε σήμερα μεθεορτίως τή μνήμη τοῦ ὁσίου καί θεοφόρου πατρός ἡμῶν Χριστοδούλου τοῦ ἐν Πάτμῳ, ἑνός μεγάλου ὁσίου τῆς Ἐκκλησίας μας καί ἰδιαιτέρου προστάτου τῆς ἱερᾶς αὐτῆς Ἀδελφότητος, καί λόγω τοῦ συνδέσμου σας μέ τήν Ἱερά Μονή τήν ὁποία ὁ ὅσιος ἵδρυσε στήν ἱερά νῆσο Πάτμο, ἀλλά καί ἐπειδή τόσο ἡ Γερόντισσα, ὅσο καί ὁ π. Χριστόδουλος, φέρουν τό ὄνομα τοῦ ὁσίου Χριστοδούλου.
Τήν τιμήσαμε μέ τήν πρώτη Προηγιασμένη θεία Λειτουργία τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς πού τελέσαμε σήμερα κατανυκτικά καί κεκλεισμένων τῶν θυρῶν, ἐξαιτίας τῶν περιοριστικῶν μέτρων γιά τήν πανδημία, ἡ ὁποία δοκιμάζει ὅλους μας τόν τελευταῖο χρόνο.
Ὅμως δέν θά πρέπει νά μᾶς ἀνησυχεῖ καί νά μᾶς ἀπογοητεύει, διότι ἡ δοκιμασία αὐτή τήν ὁποία ἐπιτρέπει ὁ Θεός νά ζήσουμε μᾶς προσφέρει τή δυνατότητα, ἄν τήν βιώσουμε κατά Θεόν καί τήν ἀξιοποιήσουμε πνευματικά, νά ἔχουμε καί ἐμεῖς μία ἀμυδρά ἐμπειρία τῶν δοκιμασιῶν πού ὑπέμειναν στή ζωή τους οἱ ὅσιοι καί θεοφόροι πατέρες, οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, τῶν ὁποίων τά συναξάρια καί τούς βίους διαβάζουμε καθημερινά καί τῶν ὁποίων τίς μνῆμες τιμοῦμε.
Καί ὅταν βεβαίως τά διαβάζουμε ὅλα αὐτά, ὅταν διαβάζουμε ὅλα ὅσα συνάντησαν στή ζωή τους οἱ ὅσιοι, θαυμάζουμε καί συγκινούμεθα καί ἀποροῦμε «πῶς μετά σώματος πρός ἀοράτους συμπλοκάς ἐχώρησαν».
Ἀποροῦμε καί θαυμάζουμε πῶς μπόρεσε νά ὑπομείνει τόσους πειρασμούς καί τόσες δοκιμασίες ὁ ἑορταζόμενος ὅσιος Χριστόδουλος, ὁ ὁποῖος ἀναγκάσθηκε νά φύγει ἀπό τόν Ὄλυμπο τῆς Βιθυνίας, γιά νά ἀποφύγει τόν πειρασμό τῶν γονέων του, καί πῆγε στή Ρώμη καί στή συνέχεια στούς ἁγίους Τόπους. Ἀλλά καί ἀπό ἐκεῖ ἀναγκάσθηκε νά φύγει ἐξαιτίας τῶν ἐπιδρομῶν τῶν Σαρακηνῶν καί νά πάει στό ὄρος Λάτρος, καί νά ἀναχωρήσει καί ἀπό ἐκεῖ γιά τούς ἴδιους λόγους γιά τήν Πάτμο καί μετά γιά τήν Κῶ καί τελικά γιά τήν Εὔβοια, ἀναγκαζόμενος κάθε φορά νά ἐγκαταλείπει τά μοναστήρια πού ἔκτισε προκειμένου νά ἀποφύγει τόν πειρασμό καί νά ζήσει ἐν ἡσυχίᾳ, ὅπως ἐπιθυμοῦσε καί ἐφλέγετο ἡ ἁγία ψυχή του.
Ἀποροῦμε καί θαυμάζουμε τήν ὑπομονή του καί τήν καρτερία του, ἀλλά δέν ἀρκεῖ αὐτό μόνο γιά ἐμᾶς πού θέλουμε νά τόν τιμήσουμε, διότι καί γιά τούς ὁσίους καί θεοφόρους πατέρες καί μητέρες ἰσχύει ὁ λόγος τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου γιά τούς μάρτυρες: «τιμή μάρτυρος, μίμησις μάρτυρος», καί κατ᾽ ἐπέκταση, λοιπόν, τιμή ὁσίου, μίμησις ὁσίου.
Ἀλλά τί μποροῦμε νά μιμηθοῦμε ἀπό τή ζωή τοῦ ὁσίου Χριστοδούλου; Καί τί ἔχει νά μᾶς πεῖ στόν καιρό τῆς πανδημίας καί στόν καιρό τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνος τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ὁ ὅσιός μας;
«Ἀντίστητε τῷ διαβόλῳ καί φεύξεται ἀφ᾽ ὑμῶν, ἐγγίσατε τόν Θεόν καί ἐγγιεῖ ὑμῖν».
Αὐτόν τόν λόγο τοῦ ἁγίου Ἰακώβου τοῦ ἀδελφοθέου ἐπαναλαμβάνει ὁ ὅσιος Χριστόδουλος καί σέ μᾶς, ὅπως τόν ἐπαναλάμβανε καί πρός τόν ἑαυτό του καί πρός τούς μοναχούς του, ἀλλά καί τόν ἔκανε πράξη στή ζωή του. Διότι ἡ ζωή του, ὅπως καί ἡ ζωή κάθε μοναχοῦ καί κάθε πιστοῦ εἶναι ἕνας ἀγώνας ἐναντίον τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος μᾶς ἐπιτίθεται καί μᾶς πολεμᾶ καί ἐπιδιώκει νά μᾶς παρασύρει. Καί τό ζητούμενο εἶναι νά μή ἐνδώσουμε, νά μήν ὑποχωρήσουμε, νά μήν τοῦ ἐπιτρέψουμε νά μᾶς νικήσει.
Χρειάζεται ἀντίσταση, πνευματική ἀντίσταση καί σταθερότητα. Χρειάζεται προσοχή καί προσευχή. Χρειάζεται ὑπομονή καί ἐπιμονή. Χρειάζεται ὅμως καί νά ἀποφεύγουμε τούς πειρασμούς.
Ἐκεῖ πού ξέρουμε ὅτι μπορεῖ νά προκύψουν καί νά δημιουργηθοῦν, δέν εἶναι ἀνάγκη νά ἐπιμένουμε. Ἐκεῖ πού γνωρίζουμε ὅτι ἐνδέχεται νά ἡττηθοῦμε, γιατί εἴμεθα πιό ἀδύναμοι καί πιό εὐάλωτοι, εἶναι προτιμότερο νά ἀποφεύγουμε τή σύγκρουση, γιά νά μήν ὑποστοῦμε τήν ἥττα καί γίνουμε δέσμιοί του. Αὐτό δέν εἶναι ὑποχώρηση, εἶναι ἀντίσταση στόν πειρασμό, ἀπό τόν ὁποῖο μᾶς δίδαξε ὁ Κύριος νά παρακαλοῦμε τόν Θεό νά μᾶς προφυλάξει. «Καί μή εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν», παρακαλοῦμε καθημερινά. Δέν μποροῦμε, ἑπομένως, νά βάζουμε ἐμεῖς τόν ἑαυτό μας σέ πειρασμό.
Αὐτό ἀκριβῶς ἔκανε καί ὁ ὅσιος Χριστόδουλος, φεύγοντας ἀπό τόπου εἰς τόπον, γιά νά ἀποφύγει τίς ἐπιθέσεις τῶν ἐχθρῶν. Θά μποροῦσε νά πεῖ κάποιος ὅτι ἔπρεπε νά μείνει ἐκεῖ καί νά ὑποστεῖ, ἐάν χρειαζόταν, τό μαρτύριο καί τόν θάνατο. Ὅμως δέν τό ἔκανε, ὄχι γιατί φοβόταν, ἀλλά γιατί ὁ Θεός δέν θέλει νά διαχειριζόμεθα ἀσύνετα τούς πειρασμούς καί τίς δοκιμασίες, ἀλλά νά ἀντιστεκόμεθα μέ σύνεση, ἀποφεύγοντας τή συμπλοκή πού ἐπιδιώκει ὁ πονηρός γιά νά μᾶς νικήσει.
Καί αὐτό ἔχει σημασία καί ἀξία, ἄν τό κάνουμε γιά νά μήν στερηθοῦμε τήν ἡσυχία, ἡ ὁποία μᾶς βοηθᾶ νά πλησιάσουμε τόν Θεό. Ἄν τό κάνουμε γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὅπως τό ἔκανε ὁ ὅσιος Χριστόδουλος, καί ὄχι ἀπό δειλία.
Ἄς προσπαθοῦμε, λοιπόν, καί ἐμεῖς νά ἀποφεύγουμε καί νά ἀντιστεκόμεθα στίς προκλήσεις τοῦ πονηροῦ καί ἄς μήν διακινδυνεύουμε ἄσκοπες συγκρούσεις, τίς ὁποῖες μερικές φορές καί ὁ ἴδιος ὑποδαυλίζει μέσα μας, αὐξάνοντας μάλιστα τόν ἐγωισμό μας, ὥστε νά διατηροῦμε κατά τό δυνατόν τόν νοῦ καί τήν ψυχή μας ἀπερίσπαστα προσκολλημένα στόν Θεό, γιά νά αἰσθανόμεθα τήν ἐγγύτητα τῆς παρουσίας του, τῆς ἀγάπης του καί τῆς προστασίας του στόν πνευματικό μας ἀγώνα καί στή ζωή μας, τήν ὁποία εὔχομαι νά ἔχουμε ὅλοι διά πρεσβειῶν τοῦ ὁσίου καί θεοφόρου πατρός ἡμῶν Χριστοδούλου τοῦ ἐν Πάτμῳ. Καί τό εὔχομαι ἰδιαιτέρως στή Γερόντισσα Χριστοδούλη καί στόν π. Χριστόδουλο πού ἑορτάζουν, ὥστε νά αἰσθάνεται ὅλη ἡ Ἀδελφότητα τή χαρά τῆς ἐγγύτητος τοῦ Θεοῦ καί τήν ἀνάπαυση πού αὐτή προσφέρει στήν ψυχή τοῦ πιστοῦ καί πολύ περισσότερο στήν ψυχή τῶν μοναχῶν, καί ἡ ὁποία αὐξάνεται ὅσο ὁ καθένας προσπαθεῖ καί ἀγωνίζεται νά ἐγγίζει τόν Θεό.