Ο π. Νικόλαος ξεκίνησε την ομιλία του χαρακτηρίζοντας την οικογένεια ως ένα δώρο του Θεού στον άνθρωπο, ο οποίος οφείλει να το αξιοποιήσει, αγαπώντας έναν άλλον άνθρωπο με τον οποίο και θα ενώσει τη ζωή του. Και όπως είπε, η σωστή βάση και ο κεντρικός άξονας πάνω στον οποίο θα πρέπει να κινηθούμε σήμερα, δεν μπορεί να είναι άλλος από την ζωντανή πίστη μας στον Χριστό και την ποιότητα αλλά και την χαρά με την οποία αυτή η πίστη τροφοδοτεί κάθε μας σχέση.
Ακολούθως έκανε ιδιαίτερη αναφορά στις προϋποθέσεις για τον γάμο (έρωτας, οικειότητα, δέσμευση), σημειώνοντας πως η διατήρηση και ανάπτυξη μιας καλής συζυγικής σχέσης απαιτεί πολύ κόπο, προσευχή και διαρκή αγώνα εκ μέρους εκείνων που την αποτελούν. «Για να είναι κάποιος έτοιμος για γάμο πρέπει, κατ’ αρχάς, να διαθέτει κάποια στοιχειώδη ωριμότητα και πνευματική υγεία και όχι να μπαίνει στο γάμο περιμένοντας ότι έτσι θα εξασφαλίσει εύκολες και νόμιμες απολαύσεις ή την ικανοποίηση μόνο των δικών του αναγκών, όποιες και να είναι αυτές. Γιατί το μόνο σίγουρο είναι ότι έτσι θα δοκιμάσει μεγάλη απογοήτευση, διότι στον γάμο κανείς δεν παίρνει μόνο αλλά πρέπει και να δώσει», είπε χαρακτηριστικά.
Και συνέχισε: «Πραγματικά χριστιανικοί γάμοι δεν είναι εκείνοι στους οποίους επικρατεί μια επιδερμική γαλήνη αλλά εκείνοι οι οποίοι διακρίνονται για τη γνήσια επικοινωνία και τη βαθειά ένωση των συζύγων που ονομάζουμε κοινωνία. Ο γάμος είναι η στενότερη σχέση, άρα είναι αναπόφευκτο να μην υπάρχουν συγκρούσεις. Το θέμα δεν είναι το να μην υπάρχουν συγκρούσεις αλλά το πώς θα τις χρησιμοποιήσουμε για να προαχθεί η σχέση χωρίς να φοβόμαστε αν θα αποκαλυφθούν οι διαφορές μας. Αν φοβόμαστε ότι η αποκάλυψη των διαφορών θα καταστρέψει την ενότητα, ποτέ δεν θα μπορέσουμε να έχουμε πραγματική κοινωνία. Εδώ είναι απολύτως απαραίτητη η βαθειά βεβαιότητα ότι ο άλλος θα είναι δίπλα μας ό,τι κι αν συμβεί. Η ένωση των συζύγων προάγεται όταν οι συγκρούσεις αντιμετωπίζονται με ειλικρίνεια και ξεδιαλύνονται μέσα από μια διαδικασία που πολλές φορές είναι οδυνηρή μεν, αλλά φέρνει και πολλούς καρπούς όταν βασίζεται στην προοδευτική αλληλοκατανόηση και το συμβιβασμό των διαφορών».
Αφού αναφέρθηκε στα προβλήματα που πιθανόν δημιουργούνται μέσα στην οικογένεια, εξέφρασε την ανάγκη οι σύντροφοι να μάθουν να εκφράζουν τις απόψεις, τις επιθυμίες, τα συναισθήματα και τις γνώσεις τους χωρίς να εξουθενώνουν, να καταργούν ή να βιάζουν ο ένας τον άλλο, αλλά δημιουργώντας μία γνήσια σύζευξη των προσωπικών τους στοιχείων. «Όσοι θέλουν να στηρίξουν το γάμο τους πάνω στο θεμέλιο της πίστης πρέπει να θυμούνται ότι η συγχώρηση και η ανάληψη της ευθύνης μας είναι βασική προϋπόθεση της πνευματικής ζωής. Και πνευματικότητα υπάρχει όχι όταν ευσεβολογούμε ή όταν προσπαθούμε να απορροφήσουμε τον άλλο με το πρόσχημα ότι φροντίζουμε για την σωτηρία του, κάνοντάς του κήρυγμα ή δίνοντας λεπτομερείς οδηγίες στον Θεό για το πώς θα τον σώσει σύμφωνα με το κατά πώς έχουμε εμείς αποφασίσει, αλλά όταν είμαστε ευαίσθητοι και ανταποκρινόμαστε στους πόνους, τις ελπίδες, τους φόβους και τις ανάγκες του. Όταν ζητάμε με ταπείνωση από τον Θεό να μας βοηθήσει να αναγνωρίσουμε τα λάθη μας και να ζητάμε συγγνώμη», σημείωσε.
Και ο εφημέριος του Ιερού Ναού Αγίου Νικολάου Αχαρνών ολοκλήρωσε την ομιλία του ως εξής: «Η συζυγική σχέση ολοκληρώνεται πραγματικά όταν ο γάμος και η προσωπική ύπαρξη του καθενός είναι θεμελιωμένα πάνω στο θεμέλιο της Χάριτος του Θεού, που είναι η αγάπη πέρα και πάνω από κάθε ανθρώπινη αγάπη. Είναι μεγάλη ενθάρρυνση για τους συζύγους να ξέρουν ότι η αγάπη τους δεν τους δίνει μόνο τη δυνατότητα να κάνουν πλουσιότερη τη ζωή τους αλλά τους ανοίγει και το δρόμο που φέρνει τον άνθρωπο στη Βασιλεία του Θεού. Η συντροφικότητα και η αγάπη που μπορούμε να βιώσουμε μέσα στο γάμο είναι ένας ευλογημένος τρόπος να υπηρετήσουμε τον Θεό. Δεν μπορούμε να έχουμε καλή σχέση με τον Θεό, αν παραμελούμε τη συζυγική μας σχέση. Καθώς ανοιγόμαστε στο Θεό νιώθουμε ότι μας έχει αποδεχθεί, και αποδεχόμενοι την αγάπη Του αποδεχόμαστε τους εαυτούς μας πρώτα και στη συνέχεια τους άλλους. Έτσι δοκιμάζουμε τη χαρά της γνήσιας κοινωνίας που αποτελεί πρόγευση του Παραδείσου!».