Συνέντευξη μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως για επίκαιρα θέματα που αφορούν την εκκλησία
Ο μητροπολίτης Αλεξανδρούπολης κ. Άνθιμος, παραχώρησε συνέντευξη στον τοπικό ρ/σ Status 94,2, κατά την οποία τοποθετήθηκε πάνω σε καίρια θέματα που αφορούν την εκκλησία.
Θεοδώρα Αβαγιανού
Ο μητροπολίτης Αλεξανδρούπολης κ. Άνθιμος, παραχώρησε συνέντευξη στον τοπικό ρ/σ Status 94,2, κατά την οποία τοποθετήθηκε πάνω σε καίρια θέματα που αφορούν την εκκλησία.
Στην ερώτηση του δημοσιογράφου Σταύρου Αποστολίδη για το πώς κρίνει ότι «ο λόγος της Εκκλησίας μπορεί να ξαναβρεί την χαμένη του απήχηση σε μια κοινωνία απογοητευμένη από τους θεσμούς και από τη διοίκηση της εκκλησίας» ο κ. Άνθιμος απαντησε ως εξής:
«Είναι ανάγκη να ενηλικιωθεί ο Έλληνας πια και να ζητάει από την εκκλησία του λόγο μόνο πνευματικό κι έπειτα, ως Ορθόδοξος Χριστιανός πολίτης, αυτόν τον εκκλησιαστικό πνευματικό λόγο, να τον μεταποιεί, αν μπορεί κι όσο μπορεί σε κοινωνιολογία και δημοκρατία».
Σε άλλο σημείο της συνέντευξης ο δημοσιογράφος κάλεσε τον ιεράρχη της Θράκης να σχολιάσει το πολυσυζητημένο σύμφωνο συμβίωσης ,καθώς και τις λεκτικές διαμάχες άλλων μητροπολιτών και βουλευτών σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα.
Μεταξύ άλλων ο μητροπολίτης επεσήμανε ότι : «..Δεν χρειάζεται να τα συζητάμε κάθε φορά που τα πολιτικά κόμματα, παρεκκλίνοντας από την Ευαγγελική Ηθική, θέλουν να νομοθετούν. Θεωρώ ότι ο ρόλος μας των Επισκόπων είναι να προτείνουμε σε όλους, πολιτικούς και λαό, την «κατά Χριστόν ζωή» ».
Παρακάτω παρατίθεται ολόκληρη η συνέντευξη του μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως:
Σεβασμιώτατε, είστε από τα νεότερα μέλη της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, που όμως γνωρίζουν να τηρούν ένα μέτρο στις δημόσιες παρεμβάσεις. Θα ήθελα τη γνώμη σας για το πώς κρίνετε ότι ο λόγος της Εκκλησίας μπορεί να ξαναβρεί την χαμένη του απήχηση σε μια κοινωνία απογοητευμένη από τους θεσμούς και επιτρέψτε μου να πω, και από τη Διοίκηση της Εκκλησίας.
– Η εμπειρία των τελευταίων 15 χρόνων, υποπτεύομαι πως έδειξε ότι ο Έλληνας δεν ξέρει να αξιοποιήσει την Εκκλησία του, ή να το πω καλύτερα, δεν ξέρει τη δυναμική της Εκκλησίας του. Την θέλει να έχει λόγο κι έπειτα συντάσσεται με όσους την εγκαλούν στον «διακριτό της ρόλο» κι όταν δεν μιλάει, την θέλει να τον υποκαθιστά στην «δημοκρατική του ευθύνη.
Θέλω να πω, πως είναι ανάγκη να ενηλικιωθεί ο Έλληνας πια και να ζητάει από την Εκκλησία του λόγο μόνο πνευματικό κι έπειτα, ως Ορθόδοξος Χριστιανός πολίτης, αυτόν τον εκκλησιαστικό πνευματικό λόγο, να τον μεταποιεί, αν μπορεί κι όσο μπορεί σε Κοινωνιολογία και Δημοκρατία. Διαφορετικά δεν θα μπορέσει η Εκκλησία μας να δράσει ως αλάτι μέσα στην Κοινωνία μας.
– Είναι στα καθήκοντα των Ιεραρχών να διατυπώνουν δημόσια την άποψή τους για θέματα της ζωής όλων μας ή πρέπει μόνο να «περιοριστούν στα του οίκου τους» όπως συχνά και πολύ δεικτικά, συστήνουν στην Εκκλησία οι «αριστερές» κομματικές γραμμές;
– Νομίζω ότι ο λαός μας, όπως και η Εκκλησία της Ελλάδος ξεπέρασε αυτό το ψευτοδίλημμα, επειδή το κατανοήσαμε ότι ήταν ψευτοδίλημμα. Καλά θα είναι να το κατανοήσουν γρήγορα και τα «αριστερά κόμματα» που φαίνεται ότι χρειάζονται πολύ δρόμο ακόμα για να λυτρωθούν σε Εθνικό επίπεδο από το «κόμπλεξ του συμμοριτοπόλεμου» και σε δημοκρατικό επίπεδο από το «κόμπλεξ της Χούντας». Αν αυτά τα δυο κόμπλεξ τα αποβάλει η Αριστερά, τότε θα πείσει ότι μπορεί να κυβερνήσει.
– Η άποψη της Εκκλησίας ως Θεσμού, που αφορά στην διδασκαλία των Θρησκευτικών στα Σχολεία, εμπίπτει στα «του οίκου της Εκκλησίας»;
– Όσο η Ελληνική Πολιτεία θα θεωρεί ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι βασικός πνευματικός παράγοντας του τόπου όχι μόνο ως προς την πνευματικότητα αλλά και ως προς την πολιτιστική κληρονομιά μας, και όσο θα χρειάζεται την Εκκλησία για την αυτοσυνειδησία του λαού μας, τόσο η Εκκλησία θα έχει λόγο στη διδασκαλία των Θρησκευτικών στα Σχολεία. Όχι βέβαια λόγο στη διδακτέα ύλη, αλλά στην ραχοκοκαλιά της «πνευματικότητας» του μαθήματος αυτού για την προαγωγής της πνευματικότητας των νέων ανθρώπων προς τον Ανθρωπισμό και τον Αλληλοσεβασμό. Αυτό προσφέρουν τα Θρησκευτικά στο Σχολεία σήμερα. Αυτό χρειάζεται η Πατρίδα μας αλλά και η Ευρώπη σήμερα. Μέσα στην περιρρέουσα γεωπολιτική ατμόσφαιρα κάθε άλλη άποψη είναι παλιομοδίτικη, ανεύθυνη κι επικίνδυνη.
– Στη σημερινή εποχή, κάποιοι μεμονωμένοι Αρχιερείς αντιτάσσονται ενάντια σε πολιτικά πρόσωπα που προωθούν την επέκταση του «συμφώνου συμβίωσης» για «ομοφυλόφιλα ζευγάρια», μιλώντας ως και για «αφορισμό τους», όπως ο Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ που αντάλλαξε λεκτικές βολές τόσο με το ΣΥΡΙΖΑ όσο και με τον Αντιπρόεδρο της κυβερνήσεως και Αρχηγό του ΠΑΣΟΚ κ. Βενιζέλο, κι έτσι ανέβασε το χαμηλό βαρομετρικό της πολιτικής θύελλας σε πολλά μποφόρ. Εξαιτίας αυτών η Εκκλησία έλαβε πολιτικές απαντήσεις τύπου «οι εποχές των απειλών της Εκκλησίας έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί». Σεις ως Ιεράρχης τί λέτε για το εν λόγω θέμα;
– Η Εκκλησία έχει την διδασκαλία της όπως αυτή απορρέει από την ηθική του Ευαγγελίου και αυτά για μας τους χριστιανούς, Επισκόπους, ιερείς και λαϊκούς είναι απαραχάρακτα. Οπότε δεν χρειάζεται να τα συζητάμε κάθε φορά που τα πολιτικά κόμματα, παρεκκλίνοντας από την Ευαγγελική Ηθική, θέλουν να νομοθετούν. Θεωρώ ότι ο ρόλος μας των Επισκόπων είναι να προτείνουμε σε όλους, πολιτικούς και λαό, την «κατά Χριστόν ζωή». Κι έπειτα, υπεύθυνα, πριν από κάθε εκλογική αναμέτρηση να ρωτάμε δημόσια, ένα-ένα τα πολιτικά Κόμματα, στο πολιτικό τους Πρόγραμμα, πόσες σελίδες καταλαμβάνουν τα θέματα που αφορούν στην Εκκλησία και στους πιστούς. Ακόμα θα μπορούσαμε να ρωτάμε και τα ηγετικά πολιτικά πρόσωπα, τι σημαίνει ο Χριστός και η Εκκλησία στη δική τους ζωή. Έτσι θα αποφεύγουμε αυτό το αστείο κατά τη γνώμη μου παιχνίδι των πολιτικών απειλών και των εκκλησιαστικών φοβερισμών».
– Στις δημόσιες παρεμβάσεις σας, σας έχουμε ακούσει να επιμένετε στην ανάγκη διδασκαλίας των «Αρχών του Ανθρωπισμού» σε όλες τις βαθμίδες της Εκπαίδευσης. Μιλάτε για «Ανθρωπιστική Παιδεία». Είστε από τους ελάχιστους προφανώς που φαίνεται να κατανοούν την καθοριστική εννοιολογική διαφορά μεταξύ «Εκπαίδευσης» και «Παιδείας».
– Παιδεία είναι αυτό που απομένει στον άνθρωπο όταν τελειώσει την εκπαίδευσή του. Η σύγχρονη κοινωνία μας έχει ανάγκη την αρχαιοελληνική φιλοσοφική αναζήτηση και την ευαγγελική υπαρξιακή απάντηση. Αυτά τα δύο αποτελούν την βάση του Ανθρωπισμού. Περισσότερα από τον πλούτο της Ελληνικής Φιλοσοφίας και αξιολογότερα από το εύρος της Ευαγγελικής Διδασκαλίας δεν έχει να επιδείξει ο κόσμος, όταν φυσικά επιδιώκει τον εξανθρωπισμό του (η τεχνολογική εξέλιξη είναι άλλο θέμα).
– Και πως επιτυγχάνεται η «ανθρωπιστική παιδεία» στη σύγχρονη κοινωνία; Πως μεταφράζεται, πως υλοποιείται ;
– Και τα δύο αυτά, Ελληνική Φιλοσοφία και Ευαγγελική Διδασκαλία είναι δικά μας, των Ελλήνων, κληρονομιά μας. Είναι καταγεγραμμένα στη δική μας γλώσσα και στη δική μας ψυχή. Είναι δικά μας! Σήμερα γύρω μας και καθώς η Ευρώπη τρομαγμένη ψάχνει ιδεολογικό υπόβαθρο, πολλοί επιδιώκουν να τα καπηλευτούν. Ποιός όμως υπάρχει ικανότερος να τα διδάξει, τουλάχιστον βιωματικά από τους ίδιους τους Έλληνες; Όμως για να μας αποδεχτούν ως δασκάλους, χρειάζεται να αποδείξουμε ότι τα κατέχουμε, τουλάχιστον γνωστικά. Αυτό θα υλοποιηθεί όταν πάρουμε την Εκπαίδευση στον τόπο μας, στα σοβαρά.
– Τι είναι αυτό που μπορεί αποτελεσματικά να υπερασπίσει τον ίδιο τον Θεσμό της Εκκλησίας, έναντι όσων την κατηγορούν για «υποκρισία» εξαιτίας παραδειγμάτων ιερωμένων και κυρίως αγάμων κληρικών , που προκαλούν βάναυσα το κοινό αίσθημα, με «ηθικές παρεκτροπές» ώστε να γενικεύεται η κατακραυγή εναντίον «της Εκκλησίας»;
– Η κατακραυγή, που λέτε, γενικεύεται και φουντώνει, όσο δεν κατανοεί ο λαός μας ότι η Εκκλησία δεν είναι «κολλέγιο αγίων» αλλά το «σπίτι των αμαρτωλών» κι ο δρόμος τους προς τη σωτηρία. Μάλλον φταίμε κι εμείς που αυτήν την δογματική αλήθεια την κρύψαμε, θέλοντας υποκριτικά να δείξουμε ότι η Εκκλησία δεν έχει σφάλματα, κάποτε μάλιστα μπήκαμε και στην πλάνη να μιλήσουμε για «κάθαρση της Εκκλησίας».
– Καταγγέλλεται συχνά ο χώρος της Εκκλησίας για «συγκάλυψη» σκανδάλων, με πρόσχημα, όπως λέγεται τη «μη πρόκληση σκανδαλισμού», η οποία όμως τώρα, με την ραγδαία ταχύτητα μετάδοσης των πληροφοριών, με τα διαδικτυακά κυρίως μέσα είναι αναπόφευκτη.
– Αυτά που διδάσκει η Εκκλησία τα διδάσκει σε όλους τους ανθρώπους, σε όλα τα μέλη της Εκκλησίας, είτε είναι κληρικοί, είτε είναι λαϊκοί. Όμως, επειδή οι χριστιανοί μας θέλουν παράδειγμα προς μίμηση κι όχι θεωρίες, θέλουν έργα κι όχι λόγια, ζητούν από τους κληρικούς να είμαστε «κανόνες πίστεως, εικόνες πραότητος, εγκρατείας διδάσκαλοι» και συγχρόνως «φτωχοί και ταπεινοί», γι’ αυτό είναι αλήθεια, η ευθύνη μας των κληρικών είναι τεράστια και ο λαός μας έχει μηδενική ανοχή στα λάθη μας. Υπάρχουν τρόποι ώστε ο ιερός κλήρος να απαλλαγεί από τους πειρασμούς του. Όμως αυτό είναι η ευθύνη της Ιεραρχίας των Επισκόπων, που όσο αργεί, η Εκκλησία της Ελλάδος θα ματώνει.
– Eκτός από Θεολόγος, είστε και παιδαγωγός, έχετε τελειώσει την Ζαρίφειο Παιδαγωγική Ακαδημία. Τί λέτε για τους επίορκους κληρικούς με κακή συμπεριφορά και με προκλητική δημόσια στάση;
– Η Εκκλησία όχι μόνο προς τους κληρικούς αυτούς, αλλά και προς όλους προτείνει θεραπεία και σωτηρία. Να θεραπεύεται ο ασθενής στην πίστη, χωρίς να διαπομπεύεται η προσωπικότητά του ή των συγγενών του κι έπειτα να αρχίσει να οικοδομεί τη σωτηρία του, που είναι ο κοινός στόχος όλων μας. Αν όμως ο κληρικός επιμένει να διαβρώνει ψυχές και υποκριτικά να κρύβεται μέσα στο ράσο, τότε η Εκκλησία έχει την διαδικασία να τον απομονώνει!
– Θα επιμείνω… Που οφείλεται η αύξηση τέτοιων κρουσμάτων; Μήπως στην ατιμωρησία;
– Ατιμωρησία δεν υπάρχει, τα εκκλησιαστικά δικαστήρια λειτουργούν διαρκώς, αλλά ούτε υπάρχει και μανία καταδιώξεως των επίορκων, όπως τους χαρακτηρίσατε πριν, επειδή πολλές φορές συναντήσαμε και όγκους συκοφαντίας. Διερευνούμε πρώτα την βασιμότητα της όποιας καταγγελίας. Προσεγγίζουμε τον αδελφό που κατηγορείται, με διάθεση κατανόησης και προτείνουμε θεραπεία ψυχοπνευματική, προτού η υπόθεση πάρει το δρόμο της Εκκλησιαστικής Δικαιοσύνης σε πρωτοβάθμιο και δευτεροβάθμιο Δικαστήριο.
Τον σκανδαλισμό, ναί, τον φοβόμαστε, όμως χρειάζεται να προσέχουμε μην τυχόν κάποτε, κατασταθεί η επιείκειά μας, πιο σκανδαλώδης και από το διαπραχθέν έγκλημα.
– Πρόσφατα ενημερωθήκατε για το Συνέδριο που έγινε στην Κομοτηνή και αφορούσε στη συνθήκη της Λωζάννης. Εσείς που σας αρέσει να είστε σφαιρικά ενήμερος και παρακολουθείτε στενά τα διεθνή δρώμενα, τι έχετε αποκομίσει απ αυτό το Συνέδριο;
– Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι η συνθήκη της Λωζάνης υπήρξε, έχει τόσο καταστρατηγηθεί που διερωτώμαστε σήμερα «γιατί δεν τηρούνται 11 άρθρα της και τελικά διερωτώμαστε αν συμπεριελήφθη ως προϋπήρξας κώδικας στο όραμα της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Όπως και να ‘χει το ζήτημα, έγιναν «εθνικά εγκλήματα» στον ενιαίο τόπο μας που πρέπει να ξεκαθαριστούν σε ανώτατο γεωπολιτικό επίπεδο.
– Κάνετε λόγο για επιτακτική ανάγκη χάραξης Γεωστρατηγικής για τη Θράκη. Παρόμοια τοποθέτησή σας ίσως γίνει αφορμή κάποιοι να σας κατηγορήσουν για «παρέμβαση στα πολιτικά εθνικά ζητήματα» όπως συνηθίζουν να λένε. Το φοβάστε κάτι τέτοιο;
– Μα, υπάρχει αληθινά δημοκρατικός άνθρωπος που θα με κατηγορήσει; Οι επισκοποι, μετά την εκλογή μας, δίνουμε διαβεβαίωση ενώπιον του Προέδρου της Δημοκρατίας όπου δηλώνουμε πίστη στο Σύνταγμα και τους Νόμους του Κράτους. Πως είναι δυνατόν να αφαιρεθεί από μας το συνταγματικώς κατοχυρωμένο δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης; Είμαστε, και οφείλουμε να είμαστε εξίσου ενεργοί πολίτες όπως όλοι. Αν υπάρχει κάποιος που θα αμφισβητήσει, αυτός ή θα είναι τυφλός ή θα καπηλεύεται τον τίτλο του «δημοκράτη».
Το ζήτημα των Bαλκανίων γυρεύει ακόμα λύτρωση. Η Ευρωπαϊκή σύγκλιση απέτυχε. Η Τουρκία είναι ένας χάρτινος πύργος που άρχισε να καταρρέει, κι αυτό περίτρανα το αποδεικνύει ο Ταγίπ Ερντογάν με τους λεκτικούς λεονταρισμούς του, αυτές τις ημέρες. Τί θα γίνει αύριο στην περιοχή μας; Αυτό δεν θα το πω εγώ. Θυμηθείτε, όμως, ότι στην Ιστορία τα Βαλκάνια ήταν πάντοτε η πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης.
Λοιπόν, γιατί να περιμένουμε παθητικά ως θεατές να δούμε τη συνέχεια και να μη γίνουμε οι πρωταγωνιστές; Θα παιχθεί άγριο μπιλιάρδο στην πλάτη μας, μάλιστα, αυτό όλοι το βλέπουν. Εγώ, λοιπόν, προτείνω: σ´ αυτήν την παρτίδα του μπιλιάρδου, ας έχουμε λόγο, τουλάχιστον στην ποιότητα της τσόχας.