Τα Εκατοντάχρονα της Ιεράς Μητροπόλεως Πριγκηποννήσων: Πατριαρχικοί λόγοι και νουθεσίες
Του Εμ. Βαρβούνη, στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας»
Όπως και στο προηγούμενο άρθρο μας αναφέρθηκε, στον ιερό μητροπολιτικό ναό του αγίου Δημητρίου Πριγκήπου ιερούργησε, την Κυριακή 14 Ιουλίου 2024, μνήμη των Αγίων Πατέρων της Δ΄ εν Χαλκηδόνι Οικουμενικής Συνόδου, η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθομομαίος με αφορμή τον επίσημο εορτασμό της εκατονταετηρίδος της Ιεράς Μητροπόλεως Πριγκηποννήσων, η οποία ιδρύθηκε από τον αοίδιμο Οικουμενικό Πατριάρχη κυρό Γρηγόριο Ζ΄, το 1924.
Στην πατριαρχική θεία λειτουργία συλλειτούργησαν οι Μητροπολίτες Γέρων Πριγκηποννήσων κ. Δημήτριος, ο επιχώριος ιεράρχης, Φιλαδελφείας κ. Μελίτων, Σεβαστείας κ. Σεραφείμ, Βεροίας κ. Παντελεήμων, Νεαπόλεως κ. Βαρνάβας, Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος, Σμύρνης κ. Βαρθολομαίος, Σύμης κ. Χρυσόστομος και Φαναρίου κ. Αγαθάγγελος. Και φυσικά, κατά την πατριαρχική τάξη, στο τέλος της θείας λειτουργίας εκφωνήθηκαν βαρυσήμαντοι λόγοι, που θα καταγραφούν στην εκκλησιαστική ιστορία ως μνημεία της πολίτικης και φαναριώτικης εκκλησιολογικής συνείδησης και λογιοσύνης.
Θα ασχοληθούμε πρώτα με την πατριαρχική ομιλία, αντιφώνηση προς την προσφώνηση του Σεβασμιωτάτου Γέροντος Πριγκηποννήσων κ. Δημητρίου, η οποία στην ουσία ήταν βαρύτιμη έκφραση μεγαθύμων πατριαρχικών σκέψεων, παραινέσεων και συμβουλών. Αρχικώς ο Παναγιώτατος αναφέρθηκε εκτενώς στο αναγκαίο και κυριολεκτικώς επιβεβλημένο της ιδρύσεως τόσο της Ιεράς Μητροπόλεως Πριγκηποννήσων, όσο και εμμέσως των άλλων Μητροπόλεων που ιδρύθηκαν τότε, αναμορφώνοντας τον ορθόδοξο εκκλησιαστικό χάρτη, λέγοντας: «Ὄντως, θεοκίνητος ἡ ἀπόφασις αὕτη τοῦ ἀοιδίμου Προκατόχου τῆς ἡμῶν Μετριότητος Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου Ζ΄ καί τῆς περί αὐτόν Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου, προσθέσασα εἰς τάς ἐν Τουρκίᾳ Ἐπαρχίας τοῦ Θρόνου, μετά τήν ἐπελθοῦσαν συρρίκνωσιν τοῦ πληρώματος τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας διά τῆς Συνθήκης τῆς Λωζάννης, μίαν νέαν εὔπλουν ὁλκάδα».
Δεν παρέλειψε βέβαια να μνημονεύσει τις ιστορικές και εκκλησιαστικές περιπέτειες της Μητροπόλεως, που ακολούθησε τις κατά καιρούς δοκιμασίες της Μητέρας Εκκλησίας: «Ἔκτοτε, ἡ Ἱερά Μητρόπολις Πριγκηποννήσων, ὑπό τήν σοφήν διακυβέρνησιν τῶν ἐννέα οἰακοστρόφων της, ἐπορεύθη ἄχρι τῆς σήμερον ἐν καιροῖς εὐδίας καί ἐν καιροῖς ὀδυνῶν καί ὠδίνων, μαρτυροῦσα θεαρέστως περί τῆς ἐλθούσης ἐν Χριστῷ χάριτος καί τῆς ἐρχομένης αἰωνίου Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, διακονοῦσα τόν ἐπίγειον καί τόν αἰώνιον προορισμόν τῶν πνευματικῶν τέκνων αὐτῆς».
Ιδιαίτερης σημασίας ήταν επίσης η αναφορά του Παναγιωτάτου στους κατά καιρούς Μητροπολίτες, η οποία εμμέσως πλην σαφώς ανέδειξε την αξία και την αναγκαιότητα της αδίκως σιωπηλής Ιεράς θεολογικής Σχολής της Χάλκης: «Καί οἱ ἐννέα Μητροπολῖται Πριγκηποννήσων ἐφοίτησαν εἰς τήν Τροφόν Ἱεράν Θεολογικήν Σχολήν Χάλκης, φορεῖς ἅπαντες τοῦ πνεύματός της, τοῦ πνεύματος τοῦ Φαναρίου, τῆς ἀκλονήτου πιστότητος δηλονότι εἰς τά πατρῷα δόγματα καί τάς θεοτερπεῖς παραδόσεις τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας … Εἰς τήν Θεολογικήν μας Σχολήν ἴσχυε τό Πατερικόν, ὅτι ἡ ‘πρᾶξις’ εἶναι ‘ἐπίβασις’ τῆς ‘θεωρίας’».
Φυσικά, ο Παναγιώτατος δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Γέροντα Πριγκηποννήσων κ. Δημήτριο, ον ιεράρχη με το αναγεννητικό, από πνευματική και υλική άποψη, έργο, που συντόνισε, σχεδίασε και υλοποίησε τους εορτασμούς αυτούς, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Ὑμεῖς, Ἱερώτατε καί ἀγαπητέ Μητροπολῖτα Πριγκηποννήσων κ. Δημήτριε, ἑορτάζετε κατά τό τρέχον ἔτος τήν συμπλήρωσιν πεντηκονταετίας ἱερωσύνης, ἐξ ἧς τά τριάκοντα τέσσαρα ἔτη ὡς ἀρχιερεύς. Σᾶς συγχαίρομεν διά τήν ἐπέτειον, σᾶς ἐπαινοῦμεν ὁλοκαρδίως διά τήν προσφοράν σας εἰς τήν Ἐκκλησίαν ἐκ τῶν πολλῶν θέσεων εὐθύνης τάς ὁποίας κατείχετε ἐπαξίως καί κατέχετε ἐν αὐτῇ. Ἐξαίρομεν τήν καλλίκαρπον διακονίαν σας εἰς τήν Ἱεράν Μητρόπολιν Πριγκηποννήσων, τήν ποιμαντικήν σας εὐαισθησίαν, τήν θαρρύνουσαν παρουσίαν καί συμπαράστασιν πρός τά πνευματικά σας τέκνα, τά ὁποῖα ἀγαπᾶτε καί σᾶς ἀγαποῦν, ἐξαίρομεν τήν ὡριμότητά σας, τήν φιλόξενον διάθεσιν καί τήν ἀρίστην ὀργάνωσιν τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων, τάς ὡραίας πρωτοβουλίας σας, καί τήν διαδικτυακήν προβολήν τῶν δράσεων τῆς Μητροπόλεώς σας … Διακονεῖτε τούς πιστούς, χωρίς νά τούς ἀποκόπτετε ἀπό τόν σύγχρονον πολιτισμόν, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ χῶρος ὅπου ἐκτυλίσσεται ἡ ζωή των, περιβάλλον μέ πολλάς προκλήσεις καί ἀδιέξοδα, ἀλλά καί μέ πολλάς θετικάς προοπτικάς, τάς ὁποίας εἶναι ἀδιανόητον νά ἀγνοῶμεν».
Άφησα για το τέλος μία παράγραφο του πατριαρχικού λόγου, που επισημαίνει ακριβώς τον βαρυσήμαντο χαρακτήρα του, και δικαιολογεί την υπόσταση της νουθεσίας, που του αποδίδεται. Είπε λοιπόν ο Παναγιώτατος, σε μία αποστροφή του: «Ἡ ἀληθής πρόοδος ὅμως εἶναι βεβαίως συνυφασμένη μέ τήν καλλιέργειαν τῶν πνευματικῶν ἀξιῶν καί μέ τήν πίστιν εἰς τόν ὑψηλόν προορισμόν τοῦ ἀνθρώπου, πεποίθησις, ἡ ὁποία ζῇ ἀπό τήν αἴσθησιν διά τό μέγα, τό ὑπέρ λόγον καί ἔννοιαν μυστήριον τοῦ Θεοῦ. Ἔχει ὀρθῶς παρατηρηθῆ, ὅτι ἡ λήθη τῆς θρησκευτικῆς διαστάσεως ἐξασθενίζει τό αἰσθητήριον διά τό ἀπαραβίαστον τῆς ἀξιοπρεπείας τοῦ ἀνθρώπου καί ὁδηγεῖ εἰς ποικίλας συρρικνώσεις τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως. Ὑμεῖς, ἅγιε ἀδελφέ, εἰς τήν ἐκκλησιαστικήν διακονίαν σας μαρτυρεῖτε περί τῆς άληθείας ὅτι ‘ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι πείραμα, ὅτι εἶναι ἕνα ὄν ξεκάθαρα καθορισμένο ὡς πρός τήν προέλευση καί τόν προορισμό του’».
Αυτοί οι λόγοι, αποκαλυπτικοί τόσο της βαθιάς πατριαρχικής θεολογικής σκέψης, όσο και της ουσιαστικής προσφοράς του Σεβασμιωτάτου Γέροντος Πριγκηποννήσων στην Εκκλησία, εμπερικλείουν, πιστεύω, και την εσώτατη πνευματική ουσία και υπόσταση των πανηγυρικών αυτών εκδηλώσεων, στις οποίες θα αναφερθούμε και στο επόμενο άρθρο μας.