Βεροίας Παντελεήμων: «Ὁ σύνδεσμος τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης Παντελεήμονος μέ τόν άγιο Δημήτριο καί τόν ναό του ήταν μεγάλος»
Η Ημερίδα άρχισε με εκκλησιαστικούς ύμνους που έψαλε η Χορωδία του Προσκυνηματικού Ιερού Ναού του Αγίου Δημητρίου υπό τη διεύθυνση του Πρωτοψάλτου κ. Δημητρίου Χριστοδούλου. Την Ημερίδα προλόγισε ο Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης Αρχιμ. Φώτιος Ζαρζαβατσάκης, ο οποίος παρουσίασε και τους ομιλητές.
Στις 9 Ιουλίου 2023 με αφορμή τη συμπλήρωση είκοσι ετών από την προς Κύριον εκδημίαν του μακαριστού Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κυρού Παντελεήμονος Β´ Χρυσοφάκη, πνευματικού πατρός του Ποιμενάρχου μας, Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμονος, ενός φιλαγίου και ρέκτου ιεράρχου, η Ιερά Μητρόπολις Θεσσαλονίκης με πρωτοβουλία του Παναγιωτάτου Μητροπολίτου κ. Ανθίμου διοργάνωσε το μεσημέρι της Κυριακής στην αίθουσα της «Χριστιανικής Καταφυγής» του Αγίου Δημητρίου Ημερίδα αφιερωμένη στην προσωπικότητα και στο έργο του αειμνήστου Μητροπολίτου Παντελεήμονος Β’.
Η Ημερίδα άρχισε με εκκλησιαστικούς ύμνους που έψαλε η Χορωδία του Προσκυνηματικού Ιερού Ναού του Αγίου Δημητρίου υπό τη διεύθυνση του Πρωτοψάλτου κ. Δημητρίου Χριστοδούλου. Την Ημερίδα προλόγισε ο Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης Αρχιμ. Φώτιος Ζαρζαβατσάκης, ο οποίος παρουσίασε και τους ομιλητές.
Πρώτος ομιλητής ήταν ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα: «Ο Μητροπολίτης Παντελεήμων και ο πολιούχος της πόλης, Άγιος Δημήτριος». Ο Σεβασμιώτατος ως Πρωτοσύγκελλος του μακαριστού Ιεράρχου συμμετείχε ενεργά στις προσπάθειες για την επανακομιδή των Ιερών Λειψάνων του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου 8 περίπου αιώνες μετά την απομάκρυνσή τους από τη Θεσσαλονίκη.
Δεύτερος ομιλητής ήταν ο Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης Αρχιμ. Ιάκωβος Αθανασίου, ο οποίος μίλησε με θέμα: «Η επιστημονική θεολογική συμβολή του Μητροπολίτου Παντελεήμονος του Β΄ στον καταρτισμό της Εκκλησίας της Θεσσαλονίκης», ενώ τρίτος ομιλητής ήταν ο Γραμματέας του Μητροπολιτικού Συμβουλίου της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης Αρχιμ. Ευθύμιος Βακαλάκης, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα: «Η συμβολή του Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης Παντελεήμονος του Β΄ εις τα Εθνικά θέματα».
Την Ημερίδα παρακολούθησαν οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Μιλήτου κ. Απόστολος, Κίτρους, Κατερίνης και Πλαταμώνος κ. Γεώργιος, Γρεβενών κ. Δαβίδ, Τρίκκης, Γαρδικίου και Πύλης κ. Χρυσόστομος, Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου κ. Στέφανος, οι Θεοφιλέστατοι Επίσκοποι Πατάρων κ. Αθηναγόρας και Κοτυαίου κ. Διονύσιος, κληρικοί της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, πνευματικά παιδιά του μακαριστού Ιεράρχου και ευσεβείς Θεσσαλονικείς.
Κατά την εισήγηση του, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων, εξέφρασε τις θερμές του ευχαριστίες προς τον Παναγιώτατο Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμο για την ευγενή πρόσκληση και ανέφερε μεταξύ άλλων: «Γεγονός μέγα καί θαυμαστόν ἀπετέλεσε διά τήν ἱστορικήν καί ἔνδοξον πόλιν τῆς Θεσσαλονίκης ἡ ἀνακάλυψις καί ἐπανακομιδή τῶν Λειψάνων τοῦ Πολιούχου καί Προστάτου αὐτῆς Ἐνδόξου Μεγαλομάρτυρος Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Μυροβλύτου».
Μέ αὐτούς τούς λόγους ἄρχιζε ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Παντελεήμων ὁ Β´ τήν Ποιμαντορική του ἐγκύκλιο «πρός τούς εὐλαβεστάτους ἐφημερίους» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας, μέ τήν ὁποία προλόγιζε τήν ἔκδοση τῶν Ἀκολουθιῶν τοῦ ἁγίου ἐνδόξου μεγαλομάρτυρος Δημητρίου τοῦ Μυροβλύτου, ποίημα τοῦ νέου ἁγίου τῆς Ἐκκλησίας μας, τοῦ ὁσίου Γερασίμου τοῦ Ὑμνογράφου, τό 1979.
Ἕναν χρόνο νωρίτερα, στίς 15 Ἰουνίου τοῦ 1978, στήν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν εἶχε παρουσιασθεῖ ἀπό τόν καθηγητή Ἀναστάσιο Ὀρλάνδο ἡ ἀνακάλυψη τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ πολιούχου τῆς Θεσσαλονίκης ἀπό τήν ἀρχαιολόγο Μαρία Θεοχάρη στό San Lorenzo inCampo τῆς Ἰταλίας.
Ἡ ἀνακοίνωση αὐτή ἔγινε γνωστή ἀπό τόν ἡμερήσιο τύπο λίγες ἡμέρες ἀργότερα, ἀμέσως μετά τόν φοβερό καί καταστροφικό σεισμό τῆς Θεσσαλονίκης, στίς 20 Ἰουνίου.
Ἡ ἔνταση τοῦ σεισμοῦ, οἱ καταστροφές καί ἡ σύγχυση πού προκάλεσε, καθώς ἦταν ἡ πρώτη φορά πού συνέβαινε τόσο μεγάλος σεισμός σέ μία πόλη ὅπως ἡ Θεσσαλονίκη, δημιούργησαν τεράστιο φόβο καί ἀπόγνωση στούς Θεσσαλονικεῖς, γιά τούς ὁποίους ἡ εἴδηση τῆς εὑρέσεως τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ προστάτου τους ἁγίου Δημητρίου ἤχησε ὡς οὐράνια παρηγορία καί συγκίνησε τίς ψυχές τους μέ πρώτη αὐτή τοῦ ποιμενάρχου τους.
Ἀπό τήν ἡμέρα τῆς ἐνθρονίσεώς του, ἡ ὁποία συνέπεσε μέ τήν ἑορτή τῆς μεταθέσεως τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τῆς ἁγίας Θεοδώρας τῆς ἐν Θεσσαλονίκῃ, στίς 3 Αὐγούστου τοῦ 1974, ὁ Μητροπολίτης Παντελεήμων περιέβαλε μέ μεγάλο σεβασμό καί τιμή τούς Θεσσαλονικεῖς ἁγίους καί ἰδιαιτέρως τόν πολιοῦχο τῆς πόλεως, ἅγιο μεγαλομάρτυρα καί μυροβλύτη Δημήτριο, καί εἶχε μάλιστα τήν εὐλογία νά ὑποδεχθεῖ τό 1976 γιά πρώτη φορά τμῆμα τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ ἁγίου ἰσαποστόλου Κυρίλλου, τοῦ φωτιστοῦ τῶν Σλάβων, τό ὁποῖο μετέφερε ὁ Μητροπολίτης Χαλκηδόνος Μελίτων ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο.
Κανείς ὅμως δέν μποροῦσε νά φαντασθεῖ ὅτι ἦταν ποτέ δυνατόν νά βρεθοῦν καί νά ἐπιστρέψουν στή Θεσσαλονίκη τά χαριτόβρυτα λείψανα τοῦ πολιούχου της, τά ὁποῖα λάνθαναν γιά 750 περίπου χρόνια.
Καί ὅμως ἡ ἀνακάλυψή τους ἀπό τή Μαρία Θεοχάρη ὑπῆρξε ἡ ἀρχή ἑνός ἀκόμη θαύματος τοῦ φιλοπόλιδος ἁγίου γιά χάρη τῶν εὐσεβῶν Θεσσαλονικέων καί τοῦ ποιμενάρχου τους.
Ἡ ἀγάπη μου γιά τόν μεγαλομάρτυρα ἅγιο Δημήτριο, ὁ ὁποῖος μέ θαυμαστό τρόπο ἀποκάλυψε τήν παρουσία του σέ μία δύσκολη συγκυρία γιά τήν προσφιλῆ πόλη του, ὁδήγησαν τόν Αὔγουστο τοῦ 1978, ὅταν ὁ Παναγιώτατος μᾶς ἔδωσε ἄδεια νά ξεκουραστοῦμε μετά ἀπό τόν μεγάλο σεισμό καί τίς ταλαιπωρίες τίς καθημερινές, τά βήματά μου στό Ἀββαεῖο τῆς μικρῆς ἰταλικῆς κωμοπόλεως, τοῦ San Lorenzo in Campo, ὅπου φυλασσόταν τά ἱερά λείψανα τοῦ Ἁγίου.
Ἡ συγκίνησή μου γιά τήν εὐλογία νά προσκυνήσω γιά πρώτη φορά τά μυρόβλυτα λείψανα τοῦ πολιούχου τῆς Θεσσαλονίκης, στόν ἱερό ναό τοῦ ὁποίου εἶχα τήν εὐλογία νά διακονῶ, ἔγινε χαρά ἀνεκλάλητη, ὅταν ὁ προϊστάμενος τοῦ Ἀββαείου μοῦ προσέφερε ἕνα ἀνέλπιστο δῶρο, ἕνα μικρό τμῆμα τοῦ θαυματουργοῦ λειψάνου τοῦ ἁγίου μεγαλομάρτυρος Δημητρίου ὡς ἀνάμνηση καί εὐλογία τῆς ἐπισκέψεώς μου.
Οἱ ἀδελφές ἀπό τήν Ἱερά Μονή τοῦ Πανοράματος θά ἐνθυμοῦνται αὐτή τή συγκινητική στιγμή, ὅταν ἐπιστρέφοντας ἀπό τήν Ἰταλία μετέφερα αὐτό τό μικρό λείψανο τοῦ ἁγίου Δημητρίου στόν Παναγιώτατο, κάνοντάς τον κοινωνό αὐτῆς τῆς μεγάλης εὐλογίας. Τό μικρό αὐτό τεμάχιο τοῦ ἱεροῦ λειψάνου, τοῦ πρώτου τό ὁποῖο ἐπέστρεφε στή Θεσσαλονίκη μετά ἀπό αἰῶνες, ἐνεθάρρυνε τόν Παναγιώτατο νά ζητήσει ἐπισήμως τήν ἐπιστροφή τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ πολιούχου τῆς Θεσσαλονίκης ἀπό τό Ἀββαεῖο τοῦ San Lorenzo καί τόν ἐπίσκοπο τοῦ Fano, τῆς μικρῆς ἐπισκοπῆς κοντά στό San Lorenzo, τόν Costanzo Micci, στή δικαιοδoσία τοῦ ὁποίου ἀνῆκε τό Ἀββαεῖο.
Kατά ἀγαθή συγκυρία ὁ ἐπίσκοπος Micci εἶχε ὡς νεαρός θεολόγος ἐκπονήσει διατριβή σχετικά μέ τά λείψανα τοῦ ἁγίου Δημητρίου, τά ὁποῖα εἶχαν ἀπομακρύνει βίαια οἱ σταυροφόροι ἀπό τόν ναό τοῦ Μεγαλομάρτυρος στή Θεσσαλονίκη τό 1204, καί γνώριζε καλά τήν ἱστορία τους.
Ὁ Παναγιώτατος ἐμπιστεύθηκε στήν ἐλαχιστότητά μου τήν προσπάθεια τῆς ἐπανακομιδῆς τῶν λειψάνων τοῦ ἁγίου Δημητρίου, στέλνοντάς με στήν Ἰταλία γιά νά ὑποβάλλω τό δίκαιο αἴτημα τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν Θεσσαλονικέων στίς ἐκκλησιαστικές ἀρχές καί τόν λαό τοῦ SanLorenzo in Campo, ὁ ὁποῖος εἶχε ἀναπτύξει στούς αἰῶνες πού εἶχαν περάσει μία βαθειά σχέση μέ τόν μεγαλομάρτυρα Ἅγιο.
Ἕνα μήνα ἀργότερα καί ἐνῶ ἤμουν ἐκεῖ ὅλο αὐτό τό διάστημα, ἀφοῦ ἔλαβε τήν ἔγκριση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ἤλθε καί ὁ ἴδιος στήν Ἰταλία, γιά νά ὑποστηρίξει ὡς ὁ Ποιμενάρχης τῆς Θεσσαλονίκης, πού εἶχε δοκιμασθεῖ πρόσφατα ἀπό τόν μεγάλο σεισμό, τό αἴτημα τοῦ κλήρου καί τοῦ λαοῦ τῆς πόλεως γιά τήν ἐπιστροφή τῶν τιμίων λειψάνων τοῦ πολιούχου της.
Ἐγώ ὅσο παρέμενα ἐκεῖ ἐπί ἕνα μήνα, βλέποντας καί τίς διαθέσεις βέβαια τόσο τοῦ κλήρου ὅσο καί τοῦ λαοῦ, καί εἶχε μεγάλη φωνή ὁ λαός καί δή οἱ δημοσιογράφοι, προσπάθησα νά ἑτοιμάσω μία μικρή ξύλινη λειψανοθήκη, ἡ ὁποία ὑπάρχει ἐδῶ στόν ναό, γιά τά τυχόν λείψανα τά ὁποῖα θά μᾶς ἔδιδαν. Δέν ξέραμε τί ἀκριβῶς.
Ὁ Παναγιώτατος ἐπισκέφθηκε ἀρχικά τόν ἐπίσκοπο τοῦ Fano Κωνστάντιο. Οἱ στιγμές ἦταν συγκινητικές, ὁ πόθος καί ἡ λαχτάρα τοῦ Παναγιωτάτου νά ἀποκτήσει καί πάλι τόν πολύτιμο θησαυρό, πού ἡ πόλη τῆς Θεσσαλονίκης εἶχε στερηθεῖ τόσους αἰῶνες καί μέ θαυμαστό τρόπο εἶχε ἀποκαλυφθεῖ πρόσφατα, κυριαρχοῦσε στούς λόγους του. Ἡ φωνή του παλλόταν ἀπό τήν ἀγάπη του πρός τόν ἅγιο Δημήτριο καί τό ποίμνιό του. Ἀπευθυνόταν πρός τόν ἐπίσκοπο τοῦ Fano, ὁ ὁποῖος εἶχε συνδέσει τή ζωή του μέ τόν πολιοῦχο τῆς Θεσσαλονίκης καί τοῦ ζητοῦσε τόν γιά αἰῶνες προστάτη καί τῆς δικῆς του ἐπαρχίας. Καί ἐκεῖνος ὅμως κατανοοῦσε τόν πόθο καί τή λαχτάρα τοῦ Παναγιωτάτου νά λάβει μαζί του, ἐπιστρέφοντας στή Θεσσαλονίκη, τό χαριτόβρυτο λείψανο.
Ἡ ἀγάπη τοῦ Παναγιωτάτου γιά τόν ἅγιο μεγαλομάρτυρα καί μυροβλύτη Δημήτριο, ἔκδηλη στό πρόσωπό του, στούς λόγους του, στή συγκίνηση καί στά δάκρυά του ἐν τέλει ὑπερίσχυσε. Ὁ ἐπίσκοπος Κωνστάντιος πείσθηκε καί δέχθηκε νά προσφέρει τόν πολύτιμο θησαυρό, ἐφόσον βεβαίως συμφωνοῦσαν νά τόν παραχωρήσουν ὁ προϊστάμενος τοῦ Ἀββαείου τοῦ San Lorenzo in Campo καί οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως.
Ἡ ὑπόθεση δέν ἦταν εὔκολη, γιατί οἱ κάτοικοι ἀγαποῦσαν ἰδιαιτέρως τόν ἅγιο Δημήτριο καί ἦταν βέβαιο ὅτι δέν ἤθελαν νά τόν ἀποχωρισθοῦν.
Ἡ ἀγωνία κορυφώθηκε, ὅταν ὁ Παναγιώτατος ἔφθασε στό San Lorenzo. Τό ἴδιο καί ἡ συγκίνησή του, ὅταν γιά πρώτη φορά στάθηκε ἐνώπιον τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου στήν κρύπτη τοῦ Ἀββαείου.
Ἐπί αἰῶνες ἀρχιεπίσκοποι Θεσσαλονίκης καί αὐτοκράτορες ἐπεθύμησαν νά δοῦν καί νά προσκυνήσουν τά λείψανα τοῦ ἁγίου Δημητρίου, ἀλλά κανείς δέν κατόρθωσε νά ἱκανοποιήσει τόν πόθο του. Καί τώρα γιά πρώτη φορά Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης βρισκόταν ἐνώπιον τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ πολιούχου τῆς πόλεώς του, ἐνώπιον τοῦ προσφιλεστάτου Ἁγίου.
Οἱ κάτοικοι τοῦ San Lorenzo συγκεντρώθηκαν στόν ναό γιά νά συζητήσουν τό θέμα τῆς ἐπιστροφῆς τῶν ἱερῶν λειψάνων. Ὁ Παναγιώτατος μέ πειστικότητα, μέ ἐνθουσιασμό καί μέ τήν πεποίθηση ὅτι ἐξέφραζε τήν ἐπιθυμία ὄχι μόνον τῶν Θεσσαλονικέων ἀλλά καί τοῦ μεγαλομάρτυρος Ἁγίου Δημητρίου, διετύπωσε τό δίκαιο αἴτημα.
Ἦταν ἀνάγκη, ἔλεγε, ἰδιαιτέρως κατά τήν περίοδο αὐτή τῆς δοκιμασίας, νά χαρίσει εἰς τό ποίμνιό του τόν χαμένο θησαυρό, ἦταν ἀνάγκη νά ἐπαναφέρει τήν καρδία εἰς τήν νεκρά σχεδόν ἐκ τοῦ καταστρεπτικοῦ σεισμοῦ Θεσσαλονίκη, ἦταν ἀνάγκη νά στέψει τήν νύμφη τοῦ Θερμαϊκοῦ μέ τόν ἀδαμαντοκόλλητο στέφανο, τόν ὁποῖον ἀφήρεσαν οἱ ἐπιδρομεῖς, ἐξ αἰτίας τῆς ἀνεκτιμήτου ἀξίας του.
Οἱ συναντήσεις καί συνομιλίες μέ τούς ἄρχοντες καί τόν λαό ἦταν πολλές καί ἐπίπονες, ὅμως στό τέλος νίκησε ἡ ἀγάπη μας γιά τόν συμπαθέστατο τοῦ Κυρίου μάρτυρα καί πολιοῦχο μας. Ἡ κραυγή ἀγωνίας τῶν φοβισμένων ἀπό τόν σεισμό Θεσσαλονικέων πού ζητοῦσαν τόν προστάτη καί σωτήρα τῆς πόλεώς τους ἔφθασε μέχρι τό San Lorenzo καί ἄγγιξε τίς ψυχές τῶν Λαουρεντίνων.
Σημειωθήτω δέ ὅτι, ὅταν ξεκινήσαμε τήν τελευταία φορά ἀπό τό Μιλάνο γιά νά πᾶμε στό San Lorenzo in Campo ἦταν φυσικό νά ἔχει πολύ ἄγχος ὁ Δεσπότης, σκεπτόμενος «ἄν δέν μοῦ δώσουν κάτι, πῶς θά γυρίσω πίσω στή Θεσσαλονίκη; Τί θά πῶ στόν λαό;» Ἀντίθετα, ἐγώ ὅμως εἶχα μία ἄλλη διάθεση, τήν ὁποία διεπίστωσε ὁ Παναγιώτατος καί μοῦ λέει μέσα στό αὐτοκίνητο: «Σέ βλέπω νά εἶσαι χαρούμενος κατά κάποιον τρόπο». Λέω, «εἶμαι χαρούμενος, Παναγιώτατε, διότι εἶδα ἕνα ὄνειρο πού μέ χαροποίησε». Λέει, «τί εἶδες;». «Εἶδα χθές τό βράδυ ὅτι ἤμουν μέσα στό Ἀββαεῖο τοῦ San Lorenzo in Campo καί ἔψαχνα νά βρῶ τήν κάρα τοῦ ἁγίου Δημητρίου. Καί τήν βρῆκα. Καί τήν ἔβαλα σέ ἕνα δίσκο καί ἔβαλα γύρω-γύρω κόκκινα Δημητριάτικα, χρυσάνθεμα κόκκινα». Μέ κοιτάζει ὁ Δεσπότης. Τοῦ λέω, «ἡ μητέρα μου» – τό ἐξήγησα κιόλας– «ἔλεγε τό κόκκινο εἶναι γρήγορο, κάτι θά συμβεῖ».
Τά δάκρυα τῆς ἐπιθυμίας καί τῆς λαχτάρας τοῦ Παναγιωτάτου νά ἔχουμε «μεθ’ ἡμῶν τόν χαριτόβρυτο Δημήτριο» μαλάκωσαν τίς καρδιές τῶν Λαουρεντίνων καί συγκατένευσαν στό αἴτημά μας, αἴτημα ὁλοκλήρου τῆς Θεσσαλονίκης, αἴτημα κλήρου καί λαοῦ, ἀρχόντων καί ἀρχομένων.
Τό ὄνειρο καί ὁ πόθος τῶν Θεσσαλονικέων ὀκτώ αἰώνων εἶχε ἀρχίσει νά γίνεται πραγματικότητα. Τό Ἀββαεῖο τοῦ San Lorenzo καί ἡ ἐπισκοπή τοῦ Fano θά ἐπέστρεφαν στήν πόλη τοῦ ἁγίου Δημητρίου ἄμεσα τήν τιμία Κάρα του καί σέ δεύτερη φάση τό μεγαλύτερο μέρος τῶν ἱερῶν λειψάνων του, γεγονός πού πραγματοποιήθηκε τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1980.
Τήν ἑπόμενη ἡμέρα σέ ἐπίσημη τελετή παραδόθηκε ἡ τιμία Κάρα παρουσίᾳ τῶν τοπικῶν ἀρχῶν. Ἀνοίχθηκε ἡ λάρνακα καί ὁ Παναγιώτατος παρέλαβε μέ τά ἴδια του τά χέρια τήν τιμία Κάρα τοῦ Μεγαλομάρτυρος, ἐνῶ τά δάκρυα ἔτρεχαν ἀπό τά μάτια ὅλων. Ψάλλοντας τό ἀπολυτίκιο τοῦ Ἁγίου ἀνέβηκε ἀπό τήν κρύπτη στόν κυρίως ναό. Οἱ κάτοικοι τοῦ San Lorenzo εἶχαν κατακλύσει τόν μεγαλοπρεπῆ ναό περιμένοντας νά ἀποχαιρετήσουν γιά τελευταία φορά τήν τιμία Κάρα πού ἐπί αἰῶνες φιλοξενοῦσαν.
Τήν ἑπόμενη ἡμέρα ὁ μακαριστός μητροπολίτης Παντελεήμων ἔστειλε μήνυμα στή Θεσσαλονίκη, διακηρύσσοντας πρός πᾶσα κατεύθυνση: «κατέχουμε τόν χαριτόβρυτο Δημήτριο».
Ὁ μεγαλομάρτυς καί μυροβλύτης ἅγιος Δημήτριος ἐπέστρεφε ἐπί τέλους στήν πόλη του, προσφέροντας στόν λαό της καί στόν Ποιμενάρχη της ἕνα ἀνεκτίμητο δῶρο εἰς ἀνταπόδοση τῆς δικῆς τους ἀγάπης.
Ἡ μεγάλη αὐτή εὐλογία τοῦ μεγαλομάρτυρος ἁγίου Δημητρίου πρός τόν μακαριστό Μητροπολίτη Παντελεήμονα, νά τόν ἀξιώσει δηλαδή νά ἐπανακομίσει τά ἱερά καί μυρόβλυτα λείψανά του στή Θεσσαλονίκη, τόν συνέδεσε μέ μοναδικό τρόπο μέ τόν ἅγιο Δημήτριο.
Ὁ περικαλλής ναός τοῦ πολιούχου τῆς Θεσσαλονίκης ἔγινε στό ἑξῆς τό κέντρο τῆς λειτουργικῆς ζωῆς τῆς Θεσσαλονίκης. Μέ πρωτοβουλία τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Παντελεήμονος ἐπανῆλθε σέ χρήση τό τυπικό τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, τό ὁποῖο εἶχε καθιερώσει ὁ μέγας προκάτοχός του, ὁ ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης, ἐνῶ ὁ ἴδιος χοροστατοῦσε καί λειτουργοῦσε τακτικώτατα στόν ναό τοῦ ἁγίου Δημητρίου, ἀπολαμβάνοντας, θά μποροῦσα νά πῶ, τήν ἰδιαίτερη αὐτή ἐπικοινωνία του μέ τόν μεγαλομάρτυρα ἅγιο Δημήτριο, ὁ ὁποῖος τόν ἀξίωσε νά ψαύσει μέ τά χέρια του τά μυρόβλυτα λείψανά του καί νά τά μεταφέρει στήν πόλη του.
Ὁ σύνδεσμος τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης Παντελεήμονος μέ τόν ἅγιο Δημήτριο καί τόν ναό του, ὅπου πλέον ἐφυλάσσοντο τά χαριτόβρυτα λείψανά του, ἦταν τόσο μεγάλος, ὥστε συχνότατα ἐξέφραζε τήν ἐπιθυμία του πρός τούς στενούς συνεργάτες του νά μήν χωρισθεῖ ποτέ ἀπό τόν προσφιλέστατό του ἅγιο, ἀλλά νά ταφεῖ μετά τήν κοίμησή του στόν ναό του.
Καί ὁ μεγαλομάρτυς ἅγιος Δημήτριος δέν μποροῦσε νά μήν ἱκανοποιήσει τόν διακαῆ πόθο τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Παντελεήμονος, νά εὑρίσκεται διαπαντός σωματικά πλησίον του, ὅπως πιστεύουμε καί εὐχόμεθα ὅτι βρίσκεται πλησίον του καί στήν ἐπουράνιο Ἱερουσαλήμ.
Νά ἔχουμε τήν εὐχή του.
ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ