Dogma

Αγία Άννα, η μητέρα της Παναγίας

Ενδεικτικό του ότι η Αγία Άννα και ο Άγιος Ιωακείμ δεν ήθελαν για τον εαυτό τους το παιδί, είναι ότι, όπως ακριβώς είχαν τάξει, το αποχωρίστηκαν και το αφιέρωσαν στο Ναό μόλις έγινε τριών ετών.

Η Αγία Άννα, η μητέρα της Υπεραγίας Θεοτόκου, καταγόταν από τη φυλή του Λευί. Ο πατέρας της, που ήταν ιερέας, ονομαζόταν Ματθάν και ιεράτευε την εποχή της βασιλείας της Κλεοπάτρας. Τη δε μητέρα της, την έλεγαν Μαρία.

Η Άννα είχε και δύο αδελφές, την ομώνυμη με τη μητέρα της Μαρία και τη Σοβήν. Η μεν Μαρία, παντρεύτηκε στην Bηθλεέμ και απέκτησε μια κόρη τη Σαλώμη τη μαία. Η δε Σοβή, παντρεύτηκε και αυτή στην Bηθλεέμ και απέκτησε μια κόρη την Ελισάβετ.Τέλος, η Αγία Άννα παντρεύτηκε στη Γαλιλαία τον Ιωακείμ, και μετά από πολλά χρόνια ατεκνίας, απέκτησε την Παρθένο Μαρία.

Η Αγία Άννα αξιώθηκε να έχει τη μεγάλη τιμή και ευτυχία να αποκτήσει μοναδική κόρη, τη μητέρα του Σωτήρα του κόσμου. Αφού η Αγία Άννα απογαλάκτισε τη Θεοτόκο και την αφιέρωσε στο Θεό, αυτή πέρασε την υπόλοιπη ζωή της με νηστείες, προσευχές και ελεημοσύνες προς τους φτωχούς. Τέλος, ειρηνικά παρέδωσε στο Θεό τη δίκαια ψυχή της, κληρονομώντας τα αιώνια αγαθά. Διότι ο ίδιος ο Κύριος διαβεβαίωσε ότι «οἱ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιο ἀπελεύσονται» (Ματθαίου, κε’ 46). Οι δίκαιοι, δηλαδή, θα μεταβούν για να απολαύσουν ζωή αιώνια.

Ο Ιωακείμ και η Άννα δεν ήθελαν παιδί “εγωιστικά”, ούτε ψυχολογικά ή συναισθηματικά. Δεν ήθελαν να γεννήσουν παιδί για τον εαυτό τους, αλλά για τον Κύριο. Η τεκνογονία θεωρούνταν τότε “υποχρέωση” απέναντι στον Θεό. Εκεί ακριβώς συνίσταται η ντροπή και το “όνειδος” της ατεκνίας. Το θαυμάσιο αυτό ζεύγος, ο Ιωακείμ και η Άννα, όχι μόνο ήταν πολύ αγνοί και ελεήμονες και το σπίτι τους ήταν καταφύγιο και λιμάνι για κάθε πονεμένο, αλλά και πέρασαν τη ζωή τους με εξαντλητικές προσευχές παρακαλώντας να ευαρεστήσουν τον Θεό. Δεν είχαν καθόλου σαρκικό ή κοσμικό φρόνημα. Μόνη τους έγνοια ήταν να ευαρεστήσουν τον Θεό.

Παρακαλούσαν τον Θεό όχι για κάτι δικό τους, αλλά για κάτι δικό Του! Δεν παρακαλούσαν τον Θεό να εκπληρώσει δικό τους θέλημα, αλλά δικό Του! Αντί να ξεγνοιάσουν λίγο και να ξεκουραστούν οι άνθρωποι και “να ζήσουν τη ζωή τους”, προσπαθούσαν με κάθε τρόπο – δυνατό ή αδύνατο – να ευαρεστήσουν τον Κύριο.

Σε κάποιον από τους Ψαλμούς γράφει: «Θυμήσου, Κύριε, τον Δαβίδ και όλη την πραότητά του. Πώς έδωσε όρκο στον Κύριο, πώς έκαμε τάξιμο στον Θεό του Ιακώβ: Δεν θα μπώ στην σκηνή όπου κατοικώ, δεν θα ανέβω να κοιμηθώ στο κρεβάτι και το στρώμα μου, δεν θα δώσω ύπνο στα μάτια μου και νυσταγμό στα βλέφαρά μου και ξεκούραση στους κροτάφους μου, μέχρι που θα βρώ τόπο για τον Κύριο, σκήνωμα για τον Θεό του Ιακώβ» (Ψαλμοί 131/ρλα΄ 1-5).

Έτσι και ο Ιωακείμ και η Άννα, που ήταν άξιοι απόγονοί του. Και αυτοί ένα σκήνωμα του Θεού ήθελαν να γεννήσουν, μια αγία ψυχούλα που να ανήκει σε Αυτόν, όπου Αυτός θα αναπαύεται, και που Αυτός θα καταυγάζει και θα ευφραίνει με τις άκτιστες θείες ενέργειές Του εις τους αιώνας των αιώνων.

Ενδεικτικό του ότι οι άγιοι δεν ήθελαν για τον εαυτό τους το παιδί, είναι ότι, όπως είχαν τάξει, το αποχωρίστηκαν και το αφιέρωσαν στο Ναό μόλις έγινε τριών ετών.

Την Αγία Άννα τιμούσαν από τα αρχαία χρόνια. Το συμπεραίνουμε αυτό από διάφορους Πατέρες της Εκκλησίας, αλλά και από αρχαίους εκκλησιαστικούς ύμνους, που υπάρχουν προς τιμήν της μητέρας της Θεοτόκου. Επίσης, το έτος 550 μ.Χ., ο αυτοκράτωρ Ιουστινιανός, αφιέρωσε ναό στην Κωνσταντινούπολη προς τιμήν της Αγίας Άννας.