Από την ευαγγελική περικοπή της Μεγάλης Τρίτης

Τη Μεγάλη Τρίτη στη Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων, μετά από το «Κατευθυνθήτω», θα αναγνωσθεί μεγάλη ευαγγελική περικοπή που είναι από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, και αναφέρονται εκεί παραβολές που έχουν σχέση με τον ερχομό του Κυρίου. Έχουν σχέση με την Δευτέρα Παρουσία.
Λέει λοιπόν στο πρώτο μέρος της ευαγγελικής αυτής περικοπής: «Ώσπερ γαρ ήσαν εν ταις ημέραις ταις προ του κατακλυσμού τρώγοντες και πίνοντες… άχρι ης ημέρας εισήλθε Νώε εις την κιβωτόν και ουκ έγνωσαν, έως ήλθεν ο κατακλυσμός και ήρεν άπαντας, ούτως έσται και η παρουσία του Υιού του ανθρώπου» (Ματθ. 24:38-39). Όπως τότε, τις ημέρες του Νώε, οι άλλοι άνθρωποι ούτε έδιναν σημασία τι έκαμνε ο Νώε, ζούσαν τη ζωή τους και δεν κατάλαβαν ότι ήλθε ο κατακλυσμός, έτσι γενικώς οι άνθρωποι και σχετικά με την Δευτέρα δηλαδή Παρουσία θα είναι απασχολημένοι και δεν θα καταλάβουν την παρουσία του Υιού του ανθρώπου.
«Τότε δύο έσονται εν τω αγρώ, ο εις παραλαμβάνεται και ο εις αφίεται· δύο αλήθουσαι εν τω μυλώνι, μία παραλαμβάνεται και μία αφίεται». Και λέγει ο Κύριος: «Γρηγορείτε ουν, ότι ουκ οίδατε ποία ώρα ο Κύριος υμών έρχεται. Εκείνο δε γινώσκετε ότι ει ήδει ο οικοδεσπότης ποία φυλακή ο κλέπτης έρχεται, εγρηγόρησεν αν και ουκ αν είασε διορυγήναι την οικίαν αυτού. Δια τούτο και υμείς γίνεσθε έτοιμοι, ότι η ώρα ου δοκείτε ο Υιός του ανθρώπου έρχεται» (Ματθ. 24:40-44). Αναφέρονται όλα λοιπόν στην Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου.
Γίνεται λόγος μετά για τον πιστό οικονόμο. «Τις άρα εστίν ο πιστός δούλος και φρόνιμος, ον κατέστησεν ο κύριος αυτού επί της θεραπείας αυτού του διδόναι αυτοίς την τροφήν εν καιρώ; Μακάριος ο δούλος εκείνος ον ελθών ο κύριος αυτού ευρήσει ποιούντα ούτως. Αμήν λέγω υμίν ότι επί πάσι τοις υπάρχουσιν αυτού καταστήσει αυτόν. Εάν δε είπη ο κακός δούλος εκείνος εν τη καρδία αυτού, χρονίζει ο κύριός μου ελθείν, και άρξηται τύπτειν τους συνδούλους αυτού, εσθίη δε και πίνη μετά των μεθυόντων, ήξει ο κύριος του δούλου εκείνου εν ημέρα η ου προσδοκά και εν ώρα η ου γινώσκει, και διχοτομήσει αυτόν, και το μέρος αυτού μετά των υποκριτών θήσει· εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων» (Ματθ. 24:45-51).
Όλα αναφέρονται στην Δευτέρα Παρουσία, στο ότι δεν γνωρίζουμε ποια ώρα θα γίνει αυτό και θα ευρεθούμε ενώπιον του κριτηρίου. Και θα είμαστε έτοιμοι;
«Τότε ομοιωθήσεται η βασιλεία των ουρανών δέκα παρθένοις». Και παρατίθεται εδώ και η παραβολή των δέκα παρθένων, που σύμφωνα μ’ αυτά που λέγει ο Κύριος οι πέντε από αυτές ήταν φρόνιμες και ήταν έτοιμες, οι άλλες πέντε όμως δεν ήταν φρόνιμες, ήταν μωρές. Και μολονότι περίμεναν και αυτές τον Νυμφίο, όμως, επειδή δεν φρόντισαν να είναι έτοιμες, ήλθε ο Νυμφίος την ώρα που δεν περίμεναν, εισήλθε εις την οικίαν και έκλεισε η θύρα· και όσο κι αν κτυπούσαν δεν άνοιγε γι’ αυτές η θύρα (Ματθ. 25:1-13).
Στη συνέχεια παρατίθεται η άλλη παραβολή των ταλάντων· «Άνθρωπος αποδημών εκάλεσε τους ιδίους δούλους και παρέδωκεν αυτοίς τα υπάρχοντα αυτού, και ω μεν έδωκε πέντε τάλαντα», σ’ άλλον έδωσε πέντε τάλαντα, σ’ άλλον έδωσε δύο, σ’ άλλον έδωσε ένα και έσπευσαν να τα αυξήσουν. Αυτός που είχε τα πέντε τα έκανε δέκα, αυτός που είχε τα δύο τα έκανε τέσσερα, ο άλλος όμως που είχε το ένα χολώθηκε, γι’ αυτό πήγε και το έκρυψε και δεν προσπάθησε να το αυξήσει το τάλαντο.
Και όταν ήρθε ο Κύριος και ζήτησε λογαριασμό, έδωσε, ας πούμε, την ανάλογη αμοιβή σ’ αυτόν που τα πέντε τα έκανε δέκα και σ’ εκείνον που τα δύο τα έκανε τέσσερα, είπε και στον ένα και στον άλλο «Ευ, δούλε αγαθέ και πιστέ, επί ολίγα ης πιστός, επί πολλών σε καταστήσω· είσελθε εις την χαράν του κυρίου σου». Αλλά ο άλλος που έκρυψε το τάλαντο, επειδή ακριβώς δεν πήγε έστω να το βάλει στην Τράπεζα, ώστε όταν έρθει ο κύριος να πάρει τουλάχιστον τους τόκους, κατεκρίθη.
«Άρατε ουν απ’ αυτού το τάλαντον και δότε τω έχοντι τα δέκα τάλαντα. Τω γαρ έχοντι παντί δοθήσεται και περισσευθήσεται, από δε του μη έχοντος και ο έχει αρθήσεται απ’ αυτού. Και τον αχρείον δούλον εκβάλετε εις το σκότος το εξώτερον· εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων» (Ματθ. 25:14-30). Και λέγεται εδώ αυτό το φοβερό· στον καθένα που έχει θα δοθεί κι άλλο· και σ’ αυτόν που δεν έχει, κι αυτό που έχει θα του το πάρουν. Δεν μπορεί κανείς, δεν πρέπει κανείς ενώπιον του Θεού να καταληφθεί από παράπονο, από απογοήτευση και να αδρανήσει. Το χειρότερο απ’ όλα είναι η αδράνεια. Το χειρότερο απ’ όλα είναι η οκνηρία, η ακηδία.
Θυμηθείτε αυτό που λέει το Γεροντικό και το είχαμε πει κάποτε, ότι, όταν δεις κάποιον να κάνει κάτι, έστω με εγωισμό, λέει, με υπερηφάνεια, άσ’ τον, άσ’ τον. Είναι προτιμότερο να κάνει κάτι· και κάποτε θα το καταλάβει ότι είναι άχρηστο, εφόσον το κάνει με υπερηφάνεια· θα καταλάβει και θα συνέλθει. Θα ταπεινωθεί, θα μετανοήσει. Αν όμως τον σταματήσεις και τον καταστήσεις αδρανή εντελώς, τότε τον καταστρέφεις. Η οκνηρία, η ακηδία, η τεμπελιά, δηλαδή το να μένει κανείς ανενέργητος εντελώς, είναι το χειρότερο απ’ όλα.
Μ’ αυτή την έννοια εδώ· «παντί τω έχοντι δοθήσεται». «Και τω μη έχοντι», και απ’ αυτόν που δεν έχει, κι αυτό που έχει, θα του το πάρουν. Ή έτσι ή αλλιώς, ο Κύριος έδωσε στον καθένα κάποια τάλαντα. Και χρειάζεται να κάνει μια προσπάθεια με βάση τα τάλαντα που έχει, αυξάνοντάς τα, να σωθεί, να εισέλθει στην βασιλεία του Θεού. Άμα τον βρει ο Κύριος να κάνει κάτι, θα του δώσει κι άλλα. Αν τον βρει να αδρανεί, δεν θα του δώσει τίποτε και ό,τι έχει θα του το πάρει.
Και στη συνέχεια, στην ίδια ευαγγελική περικοπή αναφέρεται επίσης η άλλη μεγάλη παραβολή, αυτή που ξέρουμε και που αναγινώσκεται ξεχωριστά την Κυριακή της Κρίσεως, των Απόκρεω, που γίνεται ειδικός λόγος για την Δευτέρα Παρουσία.
Αυτό είναι το όλο περιεχόμενο της Μ. Τρίτης. Και από αυτές τις παραβολές και απ’ αυτήν γενικότερα την ευαγγελική περικοπή, όπως είπαμε, εμπνέονται τα τροπάρια του όρθρου της Μ. Τρίτης, και αναφέρονται σ’ αυτά τα οποία περιέχονται στην ευαγγελική περικοπή.
Και γίνεται λόγος, λοιπόν, για τις «Δέκα Παρθένες», γίνεται λόγος για το τάλαντο, γίνεται λόγος για τον Νυμφίο, για την αγάπη που πρέπει να έχουμε στον Νυμφίο· «Τον Νυμφίον, αδελφοί, αγαπήσωμεν», αρχίζει το πρώτο κάθισμα, και προτρέπονται οι ψυχές, προτρέπονται οι χριστιανοί να αγαπήσουν τον Νυμφίο, να λάβουν υπόψιν ότι έρχεται όπου να ‘ναι η Δευτέρα Παρουσία. Διότι για να ζήσει κανείς εδώ σωστά, για να αγαπήσει τον Κύριο, να συμπορευθεί με τον Κύριο, να το αποφασίσει τελικά για να συναναστηθεί με τον Κύριο, να σωθεί, πρέπει να έχει κατά νουν ο άνθρωπος ότι δεν τελειώνουν όλα εδώ· αλλού τερματίζει η ζωή, κι εκεί θα έχουμε να δώσουμε λόγο. Και επομένως πρέπει να σκεφθούμε σοβαρά, να προβληματισθούμε και να κάνουμε εκείνο ακριβώς το οποίο πρέπει να κάνουμε.
Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου “Σταυροαναστάσιμα”, Β’ έκδοση, Πανόραμα Θεσσαλονίκης 2003, σελ. 90.