Ο άγιος Δαμιανός από τα νεανικά του χρόνια ο Δαμιανός πόθησε τη μοναστική πολιτεία. Έτσι εγκατέλειψε τον κόσμο και τα του κόσμου και πήγε στο Άγιο Όρος, στην ιερά Μονή Φιλοθέου, και έγινε μοναχός. Αφού έμεινε λίγο καιρό στο μοναστήρι, αναχώρησε σε πιο ήσυχο τόπο, για να αγωνιστεί περισσότερο.
Εκεί βρήκε έναν ασκητή, που ονομαζόταν Δομέτιος, και έμεινε μαζί του τρία χρόνια. Με προθυμία και ακρίβεια εργάστηκε όλες τις αρετές, ώστε αξιώθηκε να ακούσει θεία φωνή η οποία του έλεγε :
– Δαμιανέ, δεν πρέπει να ζητάς μόνο το δικό σου συμφέρον, αλλά και το συμφέρον των άλλων.
Ο άγιος κατάλαβε ότι αυτή ήταν η φωνή του Θεού. Αμέσως άφησε το Άγιος Όρος και πήγε στα μέρη του Ολύμπου, όπου κήρυττε στα χωριά τα οποία βρίσκονταν εκεί το λόγο του Θεού. Παρακινούσε τους χριστιανούς να μετανοήσουν, να απέχουν από κάθε κακία, να φυλάττουν τις εντολές του Θεού και να εργάζονται τα καλά και θεάρεστα έργα.
Αλλά ο μισόκαλος διάβολος παρακίνησε πολλούς οι οποίοι ήταν στο όνομα μόνο χριστιανοί, στα έργα όμως ασεβείς, και άρχισαν να κατηγορούν τον άγιο λέγοντας ότι είναι πλανεμένος και απατεώνας. Άρχισαν επίσης να τον κατατρέχουν απειλώντας ακόμη και τη ζωή του.
Ο άγιος, μιμούμενος τον Χριστό, έφυγε από εκεί, για να ειρηνεύσουν οι χριστιανοί. Πήγε στα μέρη του Κισσάβου και της Λάρισας, όπου κήρυττε το λόγο του Θεού. Όμως και εκεί έπαθε τα ίδια και γι’ αυτό έφυγε. Πήγε στα ψηλά μέρη των Αγράφων, όπου δίδαξε τους χριστιανούς να μένουν σταθερά στην πίστη τους και να φυλάττουν τις εντολές του Κυρίου.
Όμως ο διάβολος δεν ησύχασε. Έστρεψε εναντίον του αγίου ανευλαβείς ανθρώπους χωρίς φόβο Θεού, οι οποίοι τον κατέτρεχαν και τον συκοφαντούσαν.
Και πάλι έφυγε ο άγιος και επέστρεψε στα μέρη του Κισσάβου. Εκεί, για να ησυχάσει έχτισε μοναστήρι, αφιερωμένο στον Τίμιο Πρόδρομο. Μαζί του έμεναν και άλλοι μοναχοί που ζούσαν προσευχόμενοι. Στο μοναστήρι πήγαιναν πολλοί από τα γύρω χωριά, για να ωφεληθούν από τις ψυχωφελείς διδασκαλίες του γεμάτου από θεία χαρίσματα πατρός.
Κάποτε ο άγιος μετέβη στο χωριό Βουλγαρινή για τις ανάγκες του μοναστηριού, αλλά και για την πνευματική ωφέλεια των εκεί χριστιανών. Συνελήφθη, όμως, από τους Αγαρηνούς της περιοχής που τον παρέδωσαν στον εξουσιαστή της Λάρισας. Τον κατηγόρησαν ότι εμπόδιζε τους χριστιανούς να πουλούν και να αγοράζουν την Κυριακή και ότι τους δίδασκε να μένουν σταθεροί στην πίστη του Χριστού.
Ο εξουσιαστής πρόσταξε να τον δείρουν με σφοδρότητα, να του βάλουν βαριές αλυσίδες στο λαιμό και στα πόδια και τέλος να τον ρίξουν στη φυλακή. Εκεί, για δεκαπέντε ημέρες τον βασάνιζαν με διάφορα βασανιστήρια. Πότε με φοβερισμούς, πότε με κολακείες και υποσχέσεις τον ανάγκαζαν να αρνηθεί την πίστη του Χριστού. Ο άγιος όμως με πολλή παρρησία κήρυττε τον Χριστό Θεό αληθινό.
Ο άρχοντας, μη μπορώντας να πείσει τον άγιο και βλέποντας μάλιστα να ελέγχει με γενναιότητα τη θρησκεία τους και τον προφήτη τους, γέμισε από θυμό και αμέσως πρόσταξε να θανατωθεί πρώτα στην αγχόνη και μετά να τον κάψουν στη φωτιά.
Τον πήραν λοιπόν οι δήμιοι και τον κρέμασαν. Ένας απ’ αυτούς χτύπησε τον μάρτυρα στο κεφάλι με ένα τσεκούρι, κόπηκε το σχοινί και έπεσε ο μάρτυρας ημιθανής. Στη συνέχεια τον έκαψαν και έριξαν τη στάχτη του στον Πηνειό ποταμό. Ήταν 14 Φεβρουαρίου του έτους 1568 όταν ο μακάριος Δαμιανός έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου.
Με τις πρεσβείες του μακάρι να σωθούμε και εμείς από τις παγίδες του εχθρού ώστε να αξιωθούμε της Βασιλείας των Ουρανών. Αμήν!