Ο όσιος Ιωαννίκιος του Ντέβιτς
Από την παιδική του ηλικία ο όσιος Ιωαννίκιος αγαπούσε την ησυχία και την προσευχή και για τον λόγο αυτό εγκατέλειψε μία ημέρα την οικογενειακή κατοικία, που βρισκόταν στην περιοχή της Διοκλείας (Ζέτα, στο σημ. Μαυροβούνιο), και αναχώρησε για την ανατολική Σερβία. Φθάνοντας στον ποταμό Ίμπαρ βρήκε σπήλαιο στο οποίο είχε εγκαταβιώσει ο άγιος Πέτρος της Κόριτσκα [5 Ιουνίου], όπου έζησε με αυστηρή άσκηση.
Σύντομα άρχισαν να προσέρχονται πολυάριθμοι μοναχοί και λαϊκοί, για να λάβουν συμβουλές ή να υποταγούν στην πνευματική του καθοδήγηση. Ο άγιος έκτισε ναό και κελλιά για τους νέους αυτούς μαθητές, αλλά λίγο αργότερα εγκατέλειψε την μονή για ν’ αποφύγει την δόξα των ανθρώπων και εγκαταστάθηκε βαθιά μέσα στο πυκνό δάσος του Ντέβιτς, στο Κοσσυφοπέδιο. Έζησε εκεί επί σειρά ετών σε πλήρη ησυχία, αντιμετωπίζοντας με θάρρος τις επιθέσεις των δαιμόνων που προσπαθούσαν να τον αποσπάσουν από την αδιάλειπτη προσευχή.
Ο ηγεμόνας Γεώργιος Μπράνκοβιτς (1427-1456) άκουσε να μιλούν για τον άγιο και την εξουσία που είχε κατά των δαιμόνων και έστειλε στον Ιωαννίκιο την κόρη του που έπασχε από φρενοβλάβεια. Ο Ιωαννίκιος εξέβαλε το πονηρό πνεύμα και θεράπευσε την βασιλόπαιδα, οπότε σε ένδειξη ευγνωμοσύνης ο ηγεμόνας έκτισε στον τόπο εκείνο ναό αφιερωμένο στα Εισόδια της Θεοτόκου και μοναστήρι γνωστό σήμερα ως Μονή του Ντέβιτς.
Ο όσιος Ιωαννίκιος αναπαύθηκε από τους αγώνες του σε πολύ προχωρημένη ηλικία, στις 2 Δεκεμβρίου 1430. Λίγο μετά την κοίμησή του, τα τίμια λείψανά του άρχισαν να επιτελούν θαυματουργικές ιάσεις, ιδίως σε ψυχασθενείς και δαιμονισμένους, τόσο σε Σέρβους όσο και Αλβανούς, που προσέρχονταν με πίστη στον τάφο του. Οι εχθροί του Θεού πολλές φορές επιχείρησαν, κατά την διάρκεια των δύο Παγκοσμίων Πολέμων, να βλάψουν τον τάφο του αγίου, αλλά ο Θεός τους τιμώρησε αυστηρά. (*)
Στην Μονή Ντέβιτς εγκαταβίωσε επίσης τον 19ο αιώνα η μοναχή Ευφημία, την οποία ο σερβικός λαός τιμά με το όνομα Στόινα.
(*) Κατά την διάρκεια της σύρραξης στο Κόσσοβο (2000-2001), ο τάφος του αγίου Ιωαννικίου βεβηλώθηκε από τους Αλβανούς Κοσσοβάρους και απειλήθηκε η ζωή των μοναζουσών. Τέλος, στις 18 Μαρτίου 2004, οι Αλβανοί έδιωξαν τις μοναχές και ανατίναξαν την μονή.
Από το βιβλίο: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος όγδοος, Απρίλιος, σελ. 255. Ίνδικτος, Αθήναι 2007.