Dogma

Ο Πνευματικός κόπος

Το κήρυγμα της Κυριακής 6ης Οκτωβρίου

Ὅταν διαβάζουμε τίς ἐπιστολές τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, διαπιστώνουμε ὅτι τά λόγια του, πού εἶναι ἔκφραση ἐμπειριῶν ζωῆς, μᾶς ἐλέγχουν. Ὅταν τόν ἀκοῦμε νά ἀναφέρει στούς Κορινθίους ὅτι ὑποφέρει σωματικά, γιά χάρη τοῦ Εὐαγγελίου, δέν ἔχει σταθερό τόπο διαμονῆς, δέν λογαριάζει τίς κακουχίες τοῦ σώματος, δέν σταματᾶ μπροστά στήν δύναμη τοῦ κακοῦ, τό ὁποῖο διά τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά καί διά τῶν ἀσθενειῶν, τόν βασανίζει, καί δηλώνει ὅτι μέ τόν σωματικό κόπο μετέχει στόν θάνατο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, καταλαβαίνουμε ὅτι ἡ δική μας ζωή καί ἡ δική μας σχέση μέ τόν Χρισατό ἀπέχει πολύ. Δυσκολευόμαστε νά δεχτοῦμε ὅτι ἄν θέλουμε νά εἴμαστε κοντά στόν Χριστό, ὀφείλουμε νά παλεύουμε, ἔστω καί λίγο, «πάντοτε τήν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα καί ἡ ζωή τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ» (Β’ Κορ. 4, 10), «συνεχῶς νά ὑποφέρουμε σωματικά μετέχοντας ἔτσι στόν θάνατο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, γιά νά φανερωθεῖ στό πρόσωπό μας ἡ ζωή τοῦ ἀναστημένου Ἰησοῦ».

 

Οἱ τρεῖς ἐντολές

Μᾶς δυσκολεύει τό νά τηρήσουμε πρῶτα τίς δύο ἐντολές πού ὁ Χριστός ζήτησε νά τηροῦμε γιά νά φύγει τό κακό ἀπό τή ζωή μας: τήν προσευχή καί τήν νηστεία. Χρειάζεται χρόνος καί κόπος. Ἡ νηστεία θέλει ἔξοδο ἀπό τήν εὐκολία. Θέλει ἕνα αἴσθημα πείνας, ἕνα αἴσθημα στέρησης καί ὄχι μόνο ὡς πρός τήν τροφή. Τό ἴδιο καί ἡ προσευχή. Θέλει χρόνο, πού γίνεται ἔκφραση καρδιᾶς. Τήν ἴδια στιγμή ὁ ἀπόστολος μᾶς προτρέπει νά βγαίνουμε ἀπό τόν ρυθμό μιᾶς ζωῆς ἐγκλωβισμένης μέ κέντρο τόν ἑαυτό μας, χάριν τοῦ Εὐαγγελίου. Τό νά ἐπικοινωνήσουμε μέ ἀνθρώπους πού ἔχουν δίψα γιά τήν ἀλήθεια εἶναι ἀγάπη. Τό νά ἐπικοινωνήσουμε ὅμως μέ τούς δικούς μας ἀνθρώπους πού δέν προλαβαίνουμε ἤ δέν θέλουμε νά μιλήσουμε, τό νά τούς ἀκούσουμε, τό νά μοιραστοῦμε μέ κατανόηση ὅ,τι τούς βασανίζει ἤ ὅ,τι θά ἔπρεπε νά τούς ἐνδιαφέρει, εἶναι κάτι πού μᾶς λείπει. Ἔχουμε τό πρόγραμμά μας, τίς ὑποχρεώσεις μας. Ἄς κάνουμε ὅμως μία στάση γιά νά δοῦμε τόν διπλανό μας, ἰδίως στό σπίτι μας. Προσευχή, νηστεία, κοινωνία μέ τόν πλησίον εἶναι ἐκφράσεις τῆς μεγίστης τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ: τῆς ἀγάπης, τόσο πρός τόν Θεό ὅσο καί πρός τόν πλησίον.

 

Ἡ πνευματική ζωή εἶναι πάλη

Συχνά οἱ χριστιανοί ζοῦμε μία ψευδαίσθηση πρός δύο κατευθύνσεις: ἡ μία εἶναι ὅτι ἡ ζωή τοῦ Εὐαγγελίου ἀνεβάζει τόν πῆχυ πολύ ψηλά γιά μας, μέ ἀποτέλεσμα νά περνᾶμε ἀπό κάτω. Ἑπομένως, κάνουμε ὅ,τι μποροῦμε, κυρίως τά τυπικά, καί εἴμαστε κι εὐχαριστημένοι. Ἀπό τήν ἄλλη, ἐνθουσιαζόμαστε καί βάζουμε εὔκολα ὑψηλούς πνευματικούς στόχους. Ἐπειδή, μάλιστα, μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ κάνουμε κάποια βήματα ἤ ἐπειδή ἔχουμε χαρίσματα, τά ὁποῖα καρποφοροῦν, νομίζουμε πώς ἔχουμε προχωρήσει πνευματικά καί τότε ὑψηλοφρονοῦμε. Στήν πνευματική ζωή δέν ἰσχύει τό «αὐτό δέν εἶναι γιά μένα», ἀλλά οὔτε καί τό «ἐπειδή ἔχω πετύχει αὐτά». Στήν πνευματική ζωή ἰσχύει ἡ πάλη νά φανερώνεται στό πρόσωπό μας ἡ ζωή τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ: ἡ χαρά, ἡ συγχώρεση, ἡ ἀγάπη, ἡ ἀπόφαση νά μοιραζόμαστε τήν ζωή μας μέ τούς ἄλλους, ὅπως ἔκανε ὁ Χριστός μέ τούς μαθητές Του, ἰδίως μετά τό Πάσχα, ἡ βαθιά πίστη πού κάνει τίς κεκλεισμένες θύρες τοῦ ὑπερώου νά ἀνοίγουν, ἡ ἐργασία μαζί μέ τήν συνεχῆ προσμονή τοῦ Κυρίου, ὅπως ἔκαναν οἱ μαθητές στήν Τιβεριάδα θάλασσα μετά τήν ἀνάσταση!

 

Πάλι ἀπό τήν ἀρχή

Κάθε στιγμή στήν ζωή μας εἶναι εὐκαιρία ἀνάνηψης. Εἶναι εὐκαιρία ἑνός καινούργιου ξεκινήματος, μέ ἐπίγνωση ὅτι ὁ Χριστός εἶναι τό κέντρο τῆς ζωῆς μας καί ὅτι ὅλα προϋποθέτουν τήν μετοχή μας στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, στήν Ἐκκλησία. Ὅτι χρειάζεται κόπος, ἔξοδος ἀπό τήν ἀσφάλειά μας, ἐργασία πνευματική καί συνάντηση μέ τούς ἀνθρώπους στούς ὁποίους ἀντανακλοῦμε τό φῶς πού μᾶς δόθηκε! Καί εἶναι μοναχικός αὐτός ὁ δρόμος ἐπί τῆς οὐσίας. Τό κλίμα τῆς ζωῆς δέν ἐπιτρέπει πολλά. Κι ὁ λίγος κόπος ὅμως εὐλογεῖται!