Δυναμικό «παρών» από τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου
Για τους Τουρκοκύπριους που έχασαν τη ζωή τους στον σεισμό εξέφρασε την βαθιά λύπη του για το γεγονός, επισημαίνοντας ότι, στην Κύπρο, «κηρύχθηκε εθνικό πένθος». «Στη συνεδρίαση της Βουλής τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή» είπε, για να προσθέσει ότι «ο λαός μας ζούσε πάντα σε αγαστή αρμονία και αλληλεγγύη με τους Τουρκοκύπριους. Η επικοινωνία μεταξύ των παππούδων μας ήταν πολύ φιλική. Αυτό επιθυμούμε να συνεχιστεί.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην έντυπη εφημερίδα «Κιβωτός της Ορθοδοξίας», που κυκλοφορεί πανελλαδικά κάθε Πέμπτη.
Έντονη δραστηριότητα έχει αναπτύξει ο νέος αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ. Γεώργιος τις τελευταίες μέρες, δίνοντας παράλληλα το στίγμα του για το πώς θα ασκήσει τα καθήκοντά του. Η παρουσία του στο Φανάρι, αλλά και η συνέντευξή του για πρώτη φορά σε τουρκικό κανάλι, το CNN Turk, έδειξαν ότι ο κ. Γεώργιος θα είναι από τους πρωταγωνιστές στη νέα εποχή της ορθόδοξης κοινότητας.
Αίσθηση προκάλεσε η δήλωσή του ότι «δεν υπάρχει τίποτα που να μας χωρίζει με τον τουρκικό λαό: «Κατά τη διάρκεια της παραμονής μας εδώ (στην Τουρκία), καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει τίποτα που να μας χωρίζει με τον τουρκικό λαό. Το εκλαμβάνουμε από το ενδιαφέρον, τη συναναστροφή στο δρόμο ή στο ξενοδοχείο όπου έχουμε καταλύσει. Επιθυμούμε την εξεύρεση της γαλήνης στα εδάφη μας και ενεργούμε ώστε να πράξουμε παν το δυνατόν για να εξακολουθήσει η ύπαρξή μας εκεί και να έχουμε καλές σχέσεις με τους γείτονές μας».
Για τους Τουρκοκύπριους που έχασαν τη ζωή τους στον σεισμό εξέφρασε την βαθιά λύπη του για το γεγονός, επισημαίνοντας ότι, στην Κύπρο, «κηρύχθηκε εθνικό πένθος». «Στη συνεδρίαση της Βουλής τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή» είπε, για να προσθέσει ότι «ο λαός μας ζούσε πάντα σε αγαστή αρμονία και αλληλεγγύη με τους Τουρκοκύπριους. Η επικοινωνία μεταξύ των παππούδων μας ήταν πολύ φιλική. Αυτό επιθυμούμε να συνεχιστεί.
Αφενός οι μεγάλες καταστροφές προκαλούν μεγάλο πόνο, αφετέρου δε συμβάλλουν στην ένωση των ανθρώπων ανεξαρτήτως θρησκείας, γλώσσας ή φυλής, ανεξαρτήτως πλούτου ή φτώχειας. Αυτό βλέπουμε στο παράδειγμα του σεισμού».
Σε ό,τι αφορά την αποστολή βοήθειας είπε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία «έχει ξεκινήσει εκστρατεία ώστε να έρθει αρωγός προς τους πληγέντες από το σεισμό», η οποία και θα αποσταλεί μόλις ολοκληρωθεί, καθώς επιθυμία είναι να «δείξουμε την υποστήριξή μας στον κόσμο που επλήγη».
Για τις σχέσεις της Εκκλησίας της Κύπρου με το Φανάρι, o κ. Γεώργιος στην πρώτη του επίσκεψη ως Αρχιεπίσκοπος στο Φανάρι, επιβεβαίωσε για μια ακόμη φορά ότι θα υπάρξει απόλυτη ταύτιση με το Οικουμενικό Πατριαρχείο σε μια δύσκολη περίοδο, λόγω της στάσης της ρωσικής Εκκλησίας.
Όπως είπε, «είναι κοινές οι χαρές, κοινές οι λύπες, κοινές οι συμφορές. Και σήμερα κοινά είναι τα συναισθήματά μας, κοινές οι συγκινήσεις μας, κοινοί και οι φόβοι μας».
Στο όνομα της κοινής πορείας, ο Ιεράρχης αναγνώρισε τον ρόλο του Πατριαρχείου: «Παρόλο ότι έχουμε το Αυτοκέφαλό μας από Οικουμενικές Συνόδους, αναφερόμαστε ευγνωμόνως προς την Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία ως την μητέρα Εκκλησία. Γενικώς, κοινή υπήρξεν η πορεία των δύο Εκκλησιών μας. Κοινές οι χαρές, κοινές οι λύπες, κοινές οι συμφορές. Και σήμερα κοινά είναι τα συναισθήματά μας, κοινές οι συγκινήσεις μας, κοινοί και οι φόβοι μας .Η συνάντησή μας στη σεπτή κορυφή της Ορθοδοξίας, ενδυναμώνει το αίσθημα της ενότητας, διεγείρει τον ζήλο για την κοινή αντίκρυση των αναφυομένων προβλημάτων, δίνει ώθηση για τη διάνοιξη νέων διαύλων επικοινωνίας της Εκκλησίας με το πλήρωμά της».
Όπως έκανε και ο προκάτοχός του, ο κ. Γεώργιος αναφέρθηκε στην συμπεριφορά κατά τόπους Εκκλησιών, φωτογραφίζοντας πρωτίστως την Μόσχα, έναντι του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Συμπεριφορά η οποία, όπως ανέφερε, προκαλεί προβλήματα στην ενότητα της Ορθοδοξίας: «Κάποιοι αισθάνθηκαν κραταιοί και αυτάρκεις. Και θέλησαν να διασπάσουν τον άρραφο χιτώνα του Κυρίου, διαγράφοντας από τα δίπτυχα άλλους, τους αδελφούς τους. Ο θεωρών τον εαυτό του αυτάρκη, βιώνει μια φανταστική πληρότητα, μια φανταστική παντοδυναμία. Αυτή η αυτάρκεια, όμως, είναι αφέλεια και φρεναπάτη».
Τέλος, απηύθυνε έκκληση «εν ονόματι της κοινής πίστης, να παύσουν τα σχίσματα και η παραβίαση των κανόνων και των θεσμίων που διέπουν τις σχέσεις των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών». Τα κριτήρια στην Ορθοδοξία, τόνισε, «ουδέποτε υπήρξαν ποσοτικά. Ας σκεφτούν κάποιοι την πείρα άλλων στην Χριστιανική ζωή και τη χρονική είσοδο των ιδίων στην Εκκλησία. Κι ας παύσουν να κινούν “την πτέρναν κατά του Ευεργέτου”».