Της Θείας λειτουργίας, στο ναό του Αγίου Μάμαντος, ενός από τους πιο σημαντικούς φραγκοβυζαντινούς ναούς της Κύπρου, προεξήρχε ο Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος και μαζί του συλλειτούργησαν οι Επίσκοποι Καρπασίας κ. Χριστοφόρος και Λήδρας κ. Επιφάνειος. Ο βυζαντινολόγος και μέλος της εκκλησιαστικής επιτροπής του ναού του Αγίου Μάμαντος, δρ. Χριστόδουλος Χατζηχριστοδούλου, δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι ο Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος, δια της πρεσβείας της Γαλλίας στην Λευκωσία, καταβάλλει προσπάθειες για να έλθει στην Κύπρο για προσκύνηση από την γαλλική πόλη Langres, η Τιμία κάρα (κεφαλή) του Αγίου Μάμαντος, πολιούχου της Μόρφου. Ο ίδιος ανέφερε, ότι σύμφωνα με ιστορικές πηγές, με την σαρκοφάγο του Αγίου, η οποία σώζεται στο ναό, φαίνεται πως είχαν μεταφερθεί στην Κύπρο τμήματα των ιερών λειψάνων και όχι ολόκληρο το σκήνωμα του Αγίου, που είχε ταφεί στην Καισάρεια της Καππαδοκίας.
Η κάρα του Αγίου μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη από ένα μοναχό, μετά την κατάληψη της Καισάρειας από τους Σελτζούκους το 1067. Όταν οι Σταυροφόροι κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη το 1204, άρπαξαν ανάμεσα στα άλλα πολύτιμα λείψανα και την κάρα του Αγίου, που είχε ένα ασημένιο στεφάνι με το όνομά του γραμμένο ελληνικά και από εκεί μεταφέρθηκε από τον κληρικό Gualon de Dampierre στην πόλη Langres της Καμπανίας (Γαλλία) στα 1209. Η κάρα βρίσκεται ακόμη στην Langres, στο θησαυρό του καθεδρικού ναού της πόλης, που τιμάται επ’ ονόματι του Αγίου Μάμαντος.
Στο πλαίσιο της έρευνάς του, ο δρ. Χατζηχριστοδούλου εντόπισε μια ασπρόμαυρη φωτογραφία, η οποία τραβήχτηκε από τον Γάλλο Camille Enlart, κατά την αποστολή του στο νησί το 1896. Στην πολύτιμη αυτή φωτογραφία αποτυπώνεται, είπε ο κ. Χατζηχριστοδούλου στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η νοτιοδυτική πλευρά του μοναστηριακού τότε ναού. Ο ναός βρίσκεται εντός αυλής, όπως και σήμερα, και διακρίνονται τα κτήρια που το περιβάλλουν, στη βόρεια και ανατολική πλευρά. Στη βόρεια πλευρά αριστερά, διακρίνεται ανώγειο με προστώο (βεράντα) και ισόγειος καμαροσκέπαστος ηλιακός, με πόρτες στο βάθος, οι οποίες προφανώς οδηγούσαν σε κελιά. Εξωτερικά, στον δυτικό τοίχο, υπάρχει κτιστή κλίμακα με ξύλινο κιγκλίδωμα, που οδηγούσε στον γυναικωνίτη. Αυτή ήταν σε χρήση μέχρι και τη δεκαετία του ’50, οπότε φράχθηκε και δημιουργήθηκε άλλη μεταλλική, στη νοτιοδυτική γωνία εσωτερικά. Μεταξύ των τόξων της δυτικής πλευράς, υπάρχει ξύλινο κιγκλίδωμα. Στην ανατολική πλευρά, πίσω από το Ιερό Βήμα, φαίνεται στην φωτογραφία διώροφο κτήριο με ηλιακό στο ισόγειο και στο ανώγειο. Στην αυλή διακρίνονται σκόρπια αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, προφανώς των παλαιότερων κτισμάτων. Από το κωδωνοστάσιο φαίνεται ο μεταλλικός σταυρός, διαφορετικός από τον σημερινό. Ο τρούλος επιστέφεται με αρχαίο κιονίσκο, ο οποίος στα νεότερα χρόνια αντικαταστάθηκε με σταυρό, που αφαιρέθηκε από τους Τούρκους, γύρω στο 1994.
Το προστώο ( βεράντα) είναι δυνατόν να χρονολογηθεί μετά την ανοικοδόμηση του ναού το 1538 και πριν από την κατάληψη της Κύπρου από τους Τούρκους το 1571. Περί το 1907, σύμφωνα με τον δρ. Χατζηχριστοδούλου, στο πλαίσιο επεμβάσεων και επισκευών που έγιναν στο ναό, αφαιρέθηκε από την αρχική στέγη ποσότητα ασβεστοκονιάματος και προστέθηκε το υπάρχον, γαλλικού τύπου, κεραμίδι. Το υφιστάμενο υπόστεγο είναι κτισμένο από πωρόλιθο και ίσως να χρησιμοποιήθηκαν κυβόλιθοι από την προηγούμενη βεράντα ή από τα κτήρια της μονής που γκρεμίστηκαν. Στη δυτική πλευρά υπάρχουν τέσσερις ψηλές οξυκόρυφες καμάρες που στηρίζονται και αυτές σε κτιστούς κίονες με κιονόκρανα. Στο μέτωπο της τρίτης καμάρας του βόρειου τοίχου σε λιθανάγλυφο ειλητάριο που κρατούν δύο γονατιστές μορφές, αναγράφεται το όνομα του εργολάβου: «ΕΡΓΟΝ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΣΣΙΩΤΗ ΕΚ ΚΑΪΜΑΚΛΙΟΥ 1907.
Ο Άγιος Μάμας μαρτύρησε επί αυτοκράτορα Αυρηλιανού. Γεννήθηκε στην Παφλαγονία της Μικράς Ασίας το 260 μΧ από γονείς χριστιανούς, οι οποίοι συνελήφθησαν για τη χριστιανική τους δράση και φυλακίστηκαν. Ο Άγιος γεννήθηκε στη φυλακή και, επειδή οι γονείς του, ο Θεόδοτος και η Ρουφίνα, πέθαναν εκεί, ανέλαβε να τον μεγαλώσει κάποια γυναίκα που ονομαζόταν Αμμία Ματρώνα. Αυτή ήταν ευσεβής χριστιανή και σε αυτήν οφείλεται το όνομα του Αγίου. Η παράδοση λέει ότι ο μικρός συνήθιζε να τη φωνάζει «μάμα».
Κατά την εφηβική του ηλικία ο Μάμας συνελήφθη από ειδωλολάτρες, που τον υπέβαλαν σε βασανιστήρια. Τελικά του κρέμασαν στο λαιμό ένα σιδερένιο ραβδί και τον έριξαν στο νερό για να πνιγεί. Κατά θαυματουργό τρόπο ο Άγιος επέζησε αλλά πιάστηκε ξανά από τους βασανιστές του και ρίχτηκε σε αναμμένη κάμινο. Και αυτήν τη φορά κατάφερε να βγει σώος. Όταν έριξαν επάνω του άγρια ζώα, τα τελευταία όχι μόνο δεν τον κατασπάραξαν, αλλά ούτε τον πείραξαν. Σύμφωνα με την παράδοση, ένα λιοντάρι τον δέχθηκε στη ράχη του και τον μετέφερε μακρά των άλλων θηρίων, εξ ου και η θεματογραφία της αγιογράφησής του. Τελικά, οι εχθροί του αποφάσισαν να τον εκτελέσουν με τρίαινα. Το φονικό όργανο διαπέρασε τα σπλάγχνα του Αγίου, ο οποίος και παρέδωσε το πνεύμα.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ του ανταποκριτή Α. Βικέτου Λευκωσία,