Με την παρουσία πλήθους πιστών, τελέστηκε η πανηγυρική Θεία Λειτουργία για τη μεγάλη εορτή των Χριστουγέννων στον Καθεδρικό Ναό Αποστόλου Βαρνάβα στη Λευκωσία από τους Θεοφιλεστάτους Επισκόπους Καρπασίας κ. Χριστοφόρο, Νεαπόλεως κ. Πορφύριο και Μεσαορίας κ. Γρηγόριο.
Ανάμεσα στους συμπροσευχομένους πιστούς ήταν ο Πρέσβης τής Ελλάδος στην Κύπρο, ο Υπουργός Άμυνας, ο Αρχηγός τής Αστυνομίας Κύπρου, ο Υπαρχηγός τής Εθνικής Φρουράς, ο Δήμαρχος Στροβόλου και άλλα μέλη τής πολιτικής, πολιτειακής, στρατιωτικής και αστυνομικής ηγεσίας τού τόπου, οι οποίοι παρακολούθησαν προσευχόμενοι στο Θείο Βρέφος την λαμπρή Θεία Λειτουργία, που, ειρήσθω ἐν παρόδῳ, μεταδόθηκε σε απευθείας σύνδεση τόσο τηλεοπτικά από το Κρατικό Κανάλι όσο και ραδιοφωνικά.
Κατά τη διάρκεια του Κοινωνικού διαβάστηκε η αρχιεπισκοπική εγκύκλιος του Μακαριωτάτου επ’ ευκαιρίᾳ της Εορτής από τον πρωτοπ. Κυπριανό Κουντούρη.
Μέσα απ’ αυτήν ο Μακαριώτατος υπενθύμισε σ’ όλους μας πως «…Ὅλα τὰ γεγονότα, ποὺ συνέβησαν μέσα στὴν ἱστορία τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπινου γένους, ἔχουν ὡς βάση καὶ θεμέλιο αὐτὸ «τὸ ἀπ’ αἰῶνος ἀπόκρυφον καὶ παράδοξον Μυστήριον» ὅτι, δηλαδή, ὁ «Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκί».».
Επίσης, στη φετινή εγκύκλιο, ο Προκαθήμενος τής Εκκλησίας Κύπρου, τόνισε εμφαντικά «…Μὲ ταπείνωση, ἀλλὰ καὶ εὐγνωμοσύνη ἐνώπιον τῆς θείας συγκατάβασης καὶ οἰκονομίας, ἂς λατρεύσουμε τὸν ἀρχηγὸ τῆς σωτηρίας μας, γιὰ νὰ δεχθοῦμε τὰ ἐκπηγάζοντα ἀπὸ τὸ πάνσεπτο σπήλαιο δῶρα Του: τὴν εἰρήνη, τὴν ἀγάπη, τὴ συγχώρηση, τὸν ἁγιασμὸ καὶ τὴν πολυπόθητη σωτηρία».
Ο Μακαριώτατος, υπενθύμισε σε όλους πως «Ἐφέτος, εἶναι ἡ τεσσαρακοστὴ ἕβδομη χρονιά, ποὺ γιορτάζουμε τὰ Χριστούγεννα μὲ μοιρασμένη τὴν πατρίδα μας, μὲ ξεριζωμένο τὸ ἕνα τρίτο τοῦ λαοῦ μας ἀπὸ τὶς πατρογονικές του ἑστίες καὶ μὲ πολλοὺς ἀδελφούς μας νὰ ἀναμένουν τὰ ἀγαπημένα τους πρόσωπα, τὰ ὁποῖα ἐξακολουθοῦν ἀκόμη νὰ ἀγνοοῦνται», και προέτρεψε στην εγκύκλιό του· «Ἂς μὴν ἀφήσουμε τὶς ψευδαισθήσεις νὰ χαλαρώσουν μέσα μας τὸ ἀγωνιστικό μας φρόνημα. Ἡ μέχρι σήμερα συμπεριφορὰ τοῦ εἰσβολέα δὲν μᾶς ἐπιτρέπει κανένα ἀπολύτως ἐφησυχασμό. Πρέπει νὰ παραμείνουμε ἑνωμένοι καὶ ἀμετακίνητοι στὴ διεκδίκηση τῶν δικαίων μας, ἄκαμπτοι καὶ ἀνυποχώρητοι στὴν ἀπαίτησή μας γιὰ τὴν ἀπομάκρυνση τῶν στρατευμάτων κατοχῆς, τὴν ἐπιστροφὴ τῶν προσφύγων στὶς πατρογονικές τους ἑστίες καὶ παράλληλα ἕτοιμοι ἀμυντικά, γιὰ κάθε ἐνδεχόμενο δυναμικῆς ἀναμέτρησης, ἀφοῦ ὅσο καὶ ἂν τὸ ἀπευχόμαστε, μιὰ τέτοια ἀναμέτρηση, δὲν θὰ διστάσει νὰ μᾶς τὴν ἐπιβάλει ἡ βουλιμία καὶ τὰ ἐπεκτατικά σχέδια τοῦ εἰσβολέα».
Απευθύνθηκε, τέλος, διά τής εγκυκλίου του με «χαιρετισμὸ ἀγάπης καὶ εὐλογίας πρὸς ὅλο τὸ Χριστεπώνυμο πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας μας, ἰδιαίτερα, πρὸς τοὺς πρόσφυγες, τοὺς ἐγκλωβισμένους καὶ πρὸς τὶς οἰκογένειες ποὺ ἀναμένουν τὰ ἀγνοούμενα παιδιά τους. Εὐχόμαστε ἐκ βάθους ψυχῆς, ὅπως ὁ ἐνανθρωπήσας Χριστὸς στηρίζει ὅλους. Ἰδιαίτερες εὐχὲς ἀπευθύνουμε καὶ πρὸς τὴν ἡγεσία τῆς πατρίδας μας, ὥστε νὰ χειρίζεται τὸ ἐθνικό μας θέμα μὲ πνεῦμα ὁμοψυχίας καὶ ἀγωνιστικότητας».