Την έναρξη των εργασιών κήρυξε ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος. Την εν λόγω Σύναξη απασχολούν θέματα σχετικά με την προετοιμασία της Μεγάλης Συνόδου, η οποία αποφασίσθηκε να συγκληθεί κατά το τρέχον έτος. Ακολουθεί ολόκληρη η εισήγηση του Πατριάρχη.
Μακαριώτατοι καὶ πεφιλημένοι ἐν Κυρίῳ Ἀδελφοί, Προκαθήμενοι τῶν κατὰ τόπους Ἁγιωτάτων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καὶ σεβάσμιοι ἐκπρόσωποι τῶν κωλυθέντων μετασχεῖν εἰς τὴν παροῦσαν Σύναξιν ἀδελφῶν Προκαθημένων, μετὰ τῶν τιμίων συνοδειῶν Ὑμῶν.
Ὡς εὖ παρέστητε ἐν τῷ ἱερῷ τούτῳ χώρῳ τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, τῷ Κέντρῳ τούτῳ τῷ ἀφιερωμένῳ εἰς τὴν διακονίαν τῆς πανορθοδόξου ἑνότητος, τὸ ὁποῖον ἐφιλοξένησε καὶ φιλοξενεῖ ἤδη ἐπὶ δεκαετίας πληθὺν διορθοδόξων καὶ πανορθοδόξων συναντήσεων, δι’ ὧν σφυρηλατεῖται καὶ προάγεται ἡ ἑνότης τῆς Ἁγιωτάτης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Ἀπὸ καρδίας εὐχόμεθα ὅπως ἡ διαμονὴ Ὑμῶν ἐνταῦθα εἶναι δι’ ἕκαστον ἐξ Ὑμῶν κατὰ πάντα ἱκανοποιητικὴ καὶ εὐχάριστος, τὸ δὲ ἔργον ἡμῶν καθοδηγούμενον ἀπὸ τὴν πνοὴν τοῦ Παρακλήτου ἀποφέρῃ καρποὺς πλουσίους εἰς ἀγάπην καὶ οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας εἰς δόξαν Θεοῦ.
Ὡς γνωστόν, ἡ παροῦσα Σύναξις ἡμῶν ἐπρόκειτο νὰ πραγματοποιηθῇ ἐν τῇ ἕδρᾳ ἡμῶν, ἀλλ’ ἔκτακτοι ἀντικειμενικαὶ περιστάσεις, ἐμποδίζουσαί τινας ἐκ τῶν ἀδελφῶν ὅπως μεταβῶσιν ἐκεῖ, ἐπέβαλον τὴν μετάθεσιν τοῦ τόπου τῆς συναντήσεως ἡμῶν ἐνταῦθα.
Εὐχαριστοῦμεν πάντας Ὑμᾶς διὰ τὴν κατανόησιν τῆς ἀνάγκης τῆς ἀλλαγῆς ταύτης, καὶ διὰ τὴν πρόθυμον ἔλευσιν Ὑμῶν ἐνταῦθα πρὸς πραγμάτωσιν τοῦ ἱεροῦ σκοποῦ τῆς παρούσης Συνάξεως.
Ὄντως, πᾶσα Σύναξις ἐπὶ τὸ αὐτὸ ἡμῶν τῶν ἐμπεπιστευμένων ὑπὸ τῆς χάριτος καὶ τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ τὴν ἡγεσίαν τῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας Αὐτοῦ εἶναι ἱερά.
Ἡ παροῦσα ὅμως Σύναξις κέκτηται ὅλως ἰδιαζόντως τὸν χαρακτῆρα τοῦτον, διότι συνδέεται πρὸς τὴν θεμελιώδη ἐκκλησιολογικὴν ἀρχὴν τῆς συνοδικότητος τῆς Ἐκκλησίας, ἔχουσα ὡς κύριον ἀντικείμενον αὐτῆς τὴν προετοιμασίαν τῆς μελλούσης ἵνα συνέλθῃ, σύν Θεῷ, Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς Ἁγιωτάτης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἡμῶν.
Συνήχθημεν, ὅθεν, ἐδῶ, διὰ νὰ ἐπιτελέσωμεν καθῆκον ὄντως ἱερόν, καὶ διὰ τοῦτο ἔχομεν ὅλως ἰδιαιτέρως ἀνάγκην τῆς ἐνισχύσεως καὶ τοῦ φωτισμοῦ τοῦ Παρακλήτου, ἀλλὰ καὶ τῆς ἐκ μέρους ἑνὸς ἑκάστου ἐξ ἡμῶν ἀγαθῆς προαιρέσεως, μακρὰν οἱωνδήποτε ἄλλων σκοπιμοτήτων, ὅπως συντελέσωμεν διὰ τῶν ἀποφάσεων ἡμῶν εἰς τὴν πραγμάτωσιν τῆς ἤδη ἐξαγγελθείσης ὑφ’ ἡμῶν Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου.
Διότι εἰς ἡμᾶς ἀνέθηκεν ἡ Θεία Πρόνοια τὸ μέγα χρέος καὶ προνόμιον ὅπως δώσωμεν σάρκα καὶ ὀστᾶ εἰς τὸ ὅραμα τῶν μακαριστῶν προκατόχων ἡμῶν, οἱ ὁποῖοι πρὸ πεντήκοντα καὶ πλέον ἐτῶν συνέλαβον τὴν ἰδέαν τῆς συγκλήσεως τῆς Συνόδου ταύτης.
Εἰς ἡμᾶς ἀνήκει πλέον ἡ μεγάλη εὐθύνη ὅπως συντάμωμεν τὸν χρόνον, τὸν ἤδη κατὰ πολὺ συνεσταλμένον, καὶ ἄνευ περαιτέρω χρονοτριβῆς μετατρέψωμεν τὸ ὅραμα εἰς πραγματικότητα.
Τοῦτο ἤδη, ἐκτὸς τῶν ἀοιδίμων προκατόχων ἡμῶν, ἀναμένει καὶ ὁ πιστὸς λαὸς τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ οὗτοι οἱ ἔξω τῶν κανονικῶν τειχῶν τῆς ἡμετέρας Ἐκκλησίας χριστιανοί, διὸ καὶ πᾶσα περαιτέρω τυχὸν ἀναβολὴ τῆς πραγματώσεως τῆς Συνόδου μόνον τοὺς ἐχθροὺς τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν καὶ τὸν χαιρέκακον Ἀντικείμενον θέλει ἱκανοποιήσει.
Ἡ Σύναξις ἡμῶν αὕτη κέκτηται ὅλως ἰδιαιτέραν σπουδαιότητα διὰ τὸν λόγον ὅτι καλεῖται νὰ διευθετήσῃ ζητήματα καὶ πτυχὰς τῆς τε ὑπολειπομένης προετοιμασίας καὶ τῆς ὅλης λειτουργίας τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου.
Πρὸς τοῦτο ἐπιθυμοῦμεν νὰ ὑπομνήσωμεν εἰς τὴν Ὑμετέραν ἀγάπην ὡρισμένας ἐκ τῶν βασικῶν ἀρχῶν, τὰς ὁποίας ἡμεῖς αὐτοὶ δι’ ἐπισήμων ἀποφάσεων ἡμῶν ἀπεδέχθημεν καὶ ἐθεσπίσαμεν, καὶ τὰς ὁποίας, ὡς εἶναι φυσικόν, ὑποχρεούμεθα νὰ σεβασθῶμεν καὶ τηρήσωμεν μέχρι τέλους.
1. Ἐπὶ τῆς θεματολογίας
Ὡς γνωστόν, ἡ θεματολογία τῆς Συνόδου καθωρίσθη διὰ πανορθοδόξου ἀποφάσεως τῆς Α’ Προσυνοδικῆς Πανορθοδόξου Διασκέψεως (1976), περιλαμβάνει δὲ τὰ ἑξῆς δέκα θέματα κατὰ τὴν εἰς τὰ Πρακτικὰ τῆς Διασκέψεως σειράν:
α) Ὀρθόδοξος Διασπορά.
β) Τὸ Αὐτοκέφαλον καὶ ὁ τρόπος ἀνακηρύξεως αὐτοῦ.
γ) Τὸ Αὐτόνομον καὶ ὁ τρόπος ἀνακηρύξεως αὐτοῦ.
δ) Τὰ Δίπτυχα.
ε) Τὸ ζήτημα κοινοῦ ἡμερολογίου.
ς) Κωλύματα γάμου.
ζ) Ἀναπροσαρμογή τῶν περὶ νηστείας ἐκκλησιαστικῶν διατάξεων.
η) Σχέσεις Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον.
θ) Ὀρθοδοξία καὶ Οἰκουμενικὴ Κίνησις.
ι) Συμβολὴ τῶν κατὰ τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν εἰς τὴν ἐπικράτησιν τῶν χριστιανικῶν ἰδεωδῶν τῆς εἰρήνης, τῆς ἐλευθερίας, τῆς ἀδελφοσύνης καὶ τῆς ἀγάπης μεταξὺ τῶν λαῶν καὶ ἄρσιν τῶν φυλετικῶν καὶ λοιπῶν διακρίσεων.
Κατὰ τὸν ἰσχύοντα Κανονισμόν, ἕκαστον τῶν ὡς ἄνω θεμάτων, θὰ ἔδει νὰ διέλθῃ τὸ στάδιον τῆς προπαρασκευῆς διὰ τῆς ἐξετάσεως αὐτοῦ ὑπὸ Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικῆς Ἐπιτροπῆς, ἥτις θὰ συνέλθῃ κατ’ ἐπανάληψιν ἕως ὅτου ἐπιτύχει τὴν ὁμόφωνον διατύπωσιν τοῦ σχετικοῦ κειμένου, τὸ ὁποῖον ἐν συνεχείᾳ θὰ ἔδει νὰ τύχῃ τῆς ἐγκρίσεως Προσυνοδικῆς Πανορθοδόξου Διασκέψεως διὰ νὰ παραπεμφθῇ τελικῶς ἄνευ ἑτέρου εἰς τὴν Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Σύνοδον.
Ἐκ τῶν ὡς ἄνω θεμάτων τὰ ὀκτὼ διῆλθον ἤδη τὸ στάδιον τῆς προπαρασκευῆς καὶ ἐγκρίσεως αὐτῶν ὑπὸ Προσυνοδικῶν Πανορθοδόξων Διασκέψεων, ἐνῷ τὰ δύο ἐξ αὐτῶν, τὰ ἀφορῶντα εἰς τὸ Αὐτοκέφαλον καὶ τὰ Δίπτυχα δὲν ἔτυχον ὁμοφώνου ἀποδοχῆς κατὰ τὰς ἐπανειλημμένας συναντήσεις τῆς Προπαρασκευαστικῆς Ἐπιτροπῆς ὥστε νὰ τύχουν τελικῶς ἐγκρίσεως ὑπό τινος Προσυνοδικῆς Διασκέψεως καὶ ἀποτελέσουν οὕτω θέματα τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου.
Ἐν ὄψει τῆς οὑτωσὶ διαμορφωθείσης καταστάσεως εὑρέθημεν πρὸ τοῦ διλήμματος ἢ νὰ ἀναβάλωμεν τὴν πραγματοποίησιν τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου ἕως οὗ ἐπέλθῃ συμφωνία καὶ ἐπὶ τῶν δύο τούτων θεμάτων ἢ νὰ χωρήσωμεν εἰς τὴν σύγκλησιν αὐτῆς ἀρκούμενοι εἰς τὰ ὀκτὼ θέματα.
Ἐπὶ τοῦ ἐρωτήματος τούτου ὑπῆρξε πανορθόδοξος ἀπόφασις ὅπως χωρήσωμεν εἰς τὴν σύγκλησιν τῆς Συνόδου ἀρκούμενοι εἰς τὰ ὀκτὼ θέματα ἅτινα ἔτυχον ὁμοφώνου ἐγκρίσεως ὑπὸ Προσυνοδικῶν Διασκέψεων.
Κατόπιν τούτου, ἡ Σύναξις ἡμῶν κατὰ Μάρτιον τοῦ ἔτους 2014 ὁμοφώνως ἀπεφάσισεν ὅπως συγκληθῇ ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος ἐντὸς τοῦ ἔτους 2016 ἀφοῦ προηγουμένως Εἰδικὴ Διορθόδοξος Ἐπιτροπὴ προβῆ μέχρι τοῦ Πάσχα τοῦ ἔτους 2015 εἰς τὰς ἀκολούθους ἐνεργείας:
α) ἀναθεωρήσῃ (revise) τὰ ὑπὸ τῆς Γ’ Προσυνοδικῆς Διασκέψεως συμφωνηθέντα Κείμενα περὶ τῶν θεμάτων: Ὀρθοδοξία καὶ Οἰκουμενικὴ Κίνησις. Σχέσεις Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον˙ καί, Συμβολὴ τῶν κατὰ τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν εἰς ἐπικράτησιν τῆς εἰρήνης κ.λπ.
β) ἐπιμεληθῇ (edit) τῶν κειμένων τῆς Β’ Προσυνοδικῆς Διασκέψεως περί: Προσαρμογῆς τῶν περὶ νηστείας ἐκκλησιαστικῶν Διατάξεων˙ Κωλυμάτων γάμου˙ καί τοῦ ζητήματος Κοινοῦ ἡμερολογίου.
γ) Εἰ δυνατόν («τυγχάνει εὐκταῖον») συζητηθοῦν καὶ τὰ θέματα τοῦ Αὐτοκεφάλου καὶ τῶν Διπτύχων ὑπὸ τῆς Προπαρασκευαστικῆς Ἐπιτροπῆς πρὸς ἐπίτευξιν ἐπ’ αὐτῶν ὁμοφωνίας.
Ἡ ἐν λόγῳ Εἰδικὴ Ἐπιτροπὴ ἐπετέλεσε τὸ ἔργον αὐτῆς ἐντὸς τῆς δοθείσης εἰς αὐτὴν προθεσμίας ὡς πρὸς τὰ σημεῖα (α) καί (β), ἐργασθεῖσα μέχρι τῆς προτεραίας τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Ἑβδομάδος τοῦ 2015, μὴ δυνηθεῖσα λόγῳ ἐλλείψεως χρόνου νὰ ἐκπληρώσῃ τὴν ἐκφρασθεῖσαν εὐχὴν τῆς Συνάξεως περὶ τοῦ σημείου (γ).
Κατόπιν τούτου, παρέμειναν ὡς θέματα τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τὰ ἀρχικῶς συμφωνηθέντα ὀκτὼ τοιαῦτα, τὰ ὁποῖα ἔτυχον τῆς ὑπὸ τοῦ Κανονισμοῦ προβλεπομένης ἐγκρίσεως ὑπὸ Προσυνοδικῆς Πανορθοδόξου Διασκέψεως.
Ἐν τῷ μεταξὺ χρόνῳ καὶ παρὰ τὰ ὁμοφώνως ἀποφασισθέντα Ἐκκλησίαι τινές ἐξέφρασαν τὴν ἐπιθυμίαν ἢ καὶ ἀξίωσιν ὅπως ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος ἀναβληθῇ μέχρις ὅτου συζητηθοῦν καὶ τύχουν ὁμοφώνου ἀποδοχῆς τόσον τὰ θέματα τοῦ Αὐτοκεφάλου καὶ τῶν Διπτύχων, ὅσον καὶ τὰ μὴ τυχόντα ὁμοφώνου τροποποιήσεως ὑπὸ τῆς ἀνωτέρω μνημονευθείσης Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς Κείμενα τῆς Β’ Προσυνοδικῆς Πανορθοδόξου Διασκέψεως (1982) περὶ Κωλυμάτων γάμου καὶ Κοινοῦ ἡμερολογίου.
Ὡς πρὸς τὰ τελευταῖα δύο θέματα δὲν δυνάμεθα εἰμὴ νὰ ἐκφράσωμεν τὴν ἔκπληξιν ἡμῶν ἐκ τῆς ὡς ἄνω ἀξιώσεως, δοθέντος ὅτι ἡ ἀπόφασις τῆς Συνάξεως ἡμῶν τοῦ ἔτους 2014 οὐδόλως προέβλεπε ριζικὴν ἀναθεώρησιν (revision) τῶν κειμένων τούτων, ἀλλ’ ἁπλῆν «ἐπιμέλειαν» (editing) αὐτῶν ὑπὸ τῆς Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς, διὸ καὶ ὀρθῶς ὁ προεδρεύων αὐτῆς δὲν ἐπέτρεψε ριζικήν τινα ἀναθεώρησιν αὐτῶν, διότι τοῦτο θὰ ἀπετέλει παράβασιν ἢ ὑπέρβασιν τῆς δοθείσης τῇ Ἐπιτροπῇ ὑπὸ τῆς Συνάξεως ἡμῶν ἐντολῆς.
Ἡ περὶ ἀναθεωρήσεως τῶν ἐν λόγῳ κειμένων ἀξίωσις ὡρισμένων Ἐκκλησιῶν θὰ ἀπῄτει σαφῶς νέαν ὁμόφωνον ἀπόφασιν τῆς Συνάξεως τῶν Προκαθημένων, διάφορον τῆς ληφθείσης ἐν ἔτει 2014 τοιαύτης περὶ ἁπλῆς ἐπιμελείας τῶν ἐν λόγῳ κειμένων, ἥτις ἐπιμέλεια, ὡς ἐκ τῆς φύσεως αὐτῆς, δὲν θὰ ἠδύνατο νὰ θίξῃ τὸν πυρῆνα τοῦ περιεχομένου τῶν κειμένων τούτων.
Εὑρισκόμεθα, λοιπόν, ἀδελφοί, πρὸ τοῦ διλήμματος, τὸ ὁποῖον θέτουν ἐνώπιον ἡμῶν Ἐκκλησίαι τινές, ἢ νὰ ἐμμείνωμεν εἰς τὴν ληφθεῖσαν ἐν ἔτει 2014 κοινὴν ἀπόφασιν ἡμῶν περὶ συγκλήσεως τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου μετὰ τῶν ὀκτὼ θεμάτων, τὰ ὁποῖα ἔτυχον ἤδη ὁμοφώνου πανορθοδόξου ἐγκρίσεως, ἢ νὰ ἀναβάλωμεν τὴν σύγκλησιν τῆς Συνόδου μέχρις ὅτου ἐπέλθῃ πανορθόδοξος συμφωνία καὶ ἐπὶ τῶν θεμάτων τοῦ Αὐτοκεφάλου, τῶν Διπτύχων καὶ τῶν περὶ Γάμου καὶ Ἡμερολογίου κειμένων.
Ἐὰν ἐπιλέξωμεν τὸ τελευταῖον, θὰ χρειασθῶμεν σειρὰν ὅλην συναντήσεων τῆς Προπαρασκευαστικῆς Ἐπιτροπῆς, ἡ ὁποία κατὰ τὸν ἰσχύοντα Κανονισμὸν προετοιμασίας τῆς Συνόδου δέον νὰ καταλήξῃ εἰς τὴν ὁμόφωνον ἔγκρισιν τῶν σχετικῶν κειμένων, τὰ ὁποῖα θὰ ὑποβληθοῦν εἰς νέαν Προσυνοδικὴν Διάσκεψιν πρὸς τελικὴν ἔγκρισιν.
Τούτων δοθέντων θὰ παραμένῃ ἄγνωστον ἐὰν καὶ πότε θὰ συγκληθῇ ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος, μὴ ἀποκλειομένης ἐν τέλει τῆς ματαιώσεως αὐτῆς.
Ἡ εὐθύνη ἡμῶν εἶναι ὄντως μεγίστη δι’ ὅ,τι ἤθελε συμβῆ καὶ ὀφείλομεν νὰ τὴν ἀναλογισθῶμεν πρὶν ἢ προτιμήσωμεν τὸ καλλίτερον ἔναντι τοῦ καλοῦ καὶ τὸ μεῖζον ἔναντι τοῦ ἀναγκαίου, ὑπαναχωροῦντες ἐκ τῆς ἀρχικῆς κοινῆς ἡμῶν ἀποφάσεως.
Ἡ καθ’ ἡμᾶς Ἁγιωτάτη Ἐκκλησία δηλοῖ ὅτι ἀδυνατεῖ νὰ ἀναλάβῃ τὴν ἱστορικὴν εὐθύνην τῆς ἀναβολῆς τῆς συγκλήσεως τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου καὶ τὸν ὡς ἐκ ταύτης κίνδυνον ματαιώσεως αὐτῆς.
2. Ἐπὶ τῶν ὑπολοίπων θεμάτων
α) Τὸ Σχέδιον τοῦ Κανονισμοῦ λειτουργίας τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου
Ὡς γνωστόν, ἡ συνελθοῦσα προσφάτως ἐν Ἀθήναις Εἰδικὴ Ἐπιτροπὴ πρὸς σύνταξιν σχεδίου Κανονισμοῦ λειτουργίας τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου δὲν κατώρθωσε νὰ ὁλοκληρώσῃ τὸ ἔργον αὐτῆς ἐγκρίνασα τελικῶς μόλις τέσσαρα ἐκ τῶν δεκαὲξ προταθέντων ἄρθρων, ὅπερ σημαίνει ὅτι δέον νὰ ἐξευρεθῇ τρόπος ὁλοκληρώσεως τοῦ ἔργου τούτου, εἰ δυνατὸν κατὰ τὴν διάρκειαν τῆς παρούσης Συνάξεως, δι’ εἰδικῆς ἐπιτροπῆς, ἐκ τῶν σπλάγχνων ἡμῶν, μετὰ τῆς σαφοῦς ἐντολῆς πρὸς αὐτὴν ὅπως ὁλοκληρώσῃ τὸ ἔργον της ἐντὸς τῶν ἡμερῶν καὶ ὑποβάλῃ αὐτὸ εἰς τὴν ὁλομέλειάν μας ἐνταῦθα πρὸς ἔγκρισιν, ὥστε νὰ μὴ χρειασθῇ νέα Σύναξις Προκαθημένων πρὸς ἔγκρισιν τοῦ Κανονισμοῦ.
β) Τὸ θέμα τῆς προσκλήσεως παρατηρητῶν εἰς τὴν Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Σύνοδον
Τὸ θέμα τοῦτο πρόκειται ἡμῖν πρὸς ἀπόφασιν κατὰ τὴν παροῦσαν Σύναξιν ἡμῶν ὑπὸ τὴν διττὴν αὐτοῦ μορφήν, ἤτοι τῆς προσκλήσεως παρατηρητῶν τόσον ἐκ τῶν ἐντὸς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας κληρικῶν, μοναχῶν καὶ λαϊκῶν, ὅσον καὶ ἐξ ἄλλων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ Ὁμολογιῶν, ἰδίᾳ ἐξ ἐκείνων ἐξ αὐτῶν, μετὰ τῶν ὁποίων εὑρισκόμεθα ἐν θεολογικῷ διαλόγῳ.
Κατὰ τὴν γνώμην ἡμῶν, ἀμφότεραι αἱ κατηγορίαι αὗται δέον νὰ κληθοῦν ὅπως παραστοῦν εἰς τὰς ἐργασίας τῆς Συνόδου, βεβαίως ἄνευ δικαιώματος λόγου ἢ ψήφου, δοθέντος ὅτι ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος ἐνδιαφέρει κατὰ τρόπον ἄμεσον καὶ ζωτικὸν τόσον τοὺς Ὀρθοδόξους λαϊκούς, κληρικοὺς καὶ μοναχούς, ὅσον καὶ τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον. Σημειωτέον, ὅτι καὶ κατὰ τὰς ἐργασίας τῆς Β’ Συνόδου τοῦ Βατικανοῦ ἡ ἡμετέρα Ἐκκλησία ἐκλήθη νὰ ἀποστείλῃ καὶ ἀπέστειλε παρατηρητάς.
Ἐφ’ ὅσον ὑπάρξει συμφωνία ἐπὶ τῆς ἀρχῆς τῆς προσκλήσεως τοιούτων παρατηρητῶν, δέον ὅπως προβῶμεν εἰς τὸν καθορισμὸν τοῦ τρόπου ἐκπροσωπήσεως αὐτῶν, τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τῆς τοποθετήσεως αὐτῶν ἐν τῷ χώρῳ τῆς Συνόδου, ὡς καὶ ἐπὶ παντὸς ἄλλου σχετικοῦ πρὸς τὸ θέμα αὐτὸ ζητήματος.
γ) Τὸ θέμα τῆς αὐθεντίας τῆς Συνόδου δέον ἐπίσης νὰ ἀπασχολήσῃ τὴν παροῦσαν Σύναξιν. Ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος θέλει πραγματοποιηθῆ εἰς μίαν ἐποχήν, κατὰ τὴν ὁποίαν οἱ θεσμοὶ γενικῶς διέρχονται κρίσιν αὐθεντίας, ἀμφισβητούμενοι ὑπὸ τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου, τοῦτο δὲ τείνει νὰ ἐπηρεάσῃ, δυστυχῶς, καὶ τὸν χῶρον τῆς Ἐκκλησίας.
Συνοδικαὶ ἀποφάσεις, αἱ ὁποῖαι ἄλλοτε ἐγένοντο σεβασταὶ ὑπὸ τοῦ κλήρου καὶ τοῦ λαοῦ ὡς φωνὴ Θεοῦ («ἔδοξε γὰρ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ ἡμῖν» {Πράξ. ιε’, 28}), σήμερον ἀμφισβητοῦνται ὑπὸ μερίδος πιστῶν, ἐνίοτε πρὶν ἢ ληφθοῦν καὶ ἀνακοινωθοῦν. Εἶναι γνωστὸν ὅτι καὶ ἡ ἀποφασισθεῖσα ἵνα συνέλθῃ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος ἀμφισβητεῖται ὑπό τινων «ἀγωνιστῶν τῆς Ὀρθοδοξίας», ἀποκαλουμένη ὑπ’ αὐτῶν «ληστρική» πρὶν ἢ ἀκόμη συνέλθῃ.
Ποῖον κανονικὸν κῦρος θὰ ἔχουν αἱ ἀποφάσεις τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου καὶ ποίας κανονικὰς συνεπείας θὰ ἔχῃ ἡ τυχὸν ἀνυπακοὴ πρὸς αὐτάς;
Φρονοῦμεν ὅτι τοῦτο δέον νὰ διευκρινηθῇ ὑφ’ ἡμῶν πρὸς ἀποφυγὴν συγχύσεως παρὰ τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ καὶ ἄλλων δυσαρέστων συνεπειῶν ἐν τῷ σώματι τῆς Ἐκκλησίας.
δ) Τέλος, καθίσταται ἀναγκαῖον ὅπως διευκρινηθῇ ἓν ζήτημα, τὸ ὁποῖον προέκυψε, καθ’ ἡμᾶς ἀπροσδοκήτως, ἤτοι τὸ ἐρώτημα περὶ τοῦ ἀκριβοῦς νοήματος τοῦ ὅρου ὁμοφωνία (consensus), τὴν ὁποίαν ἀπεδέχθημεν ὡς τρόπον λήψεως ἀποφάσεων τόσον κατὰ τὴν προετοιμασίαν ὅσον καὶ κατὰ τὰς ἐργασίας τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου. Ἐπὶ τοῦ θέματος τούτου δέον νὰ διευκρινηθῶσι τὰ ἀκόλουθα ζητήματα:
Πρῶτον, ἡ ἔννοια τῆς ὁμοφωνίας ὡς consensus, καὶ ὄχι ὡς unanimity, ἔχει διεθνῶς τὴν ἔννοιαν ὅτι ἐὰν μία ἢ περισσότεραι ἀντιπροσωπίαι διαφωνήσουν πρὸς μίαν συγκεκριμένην πρότασιν καὶ διατυπώσουν ἰδίαν τοιαύτην, δέον νὰ καταβληθῇ προσπάθεια ἀποδοχῆς τῆς ὑπὸ τῶν ἀντιπροσωπιῶν τούτων γνώμης ἢ προτάσεως, εἰς περίπτωσιν ὅμως κατὰ τὴν ὁποίαν δὲν ἐπιτευχθῇ συναίνεσις (consensus) ἐπὶ τῆς ἀντιπροτάσεως, τότε ἡ διαφωνία αὕτη, ἐφ’ ὅσον οἱ διαφωνοῦντες ἐπιμένουν, καταγράφεται ἀλλὰ δὲν ἀκυρώνει τὴν πρὸς ἣν ὑπῆρξεν ἡ διαφωνία ἀρχικὴν θέσιν, καὶ οἱ διαφωνοῦντες ὑπογράφουν τὸ ἀρχικὸν κείμενον, καταγράφοντες, ἐὰν θέλουν, τὴν διαφωνίαν των. Ἐὰν ὑπάρξῃ ἄρνησις ὑπογραφῆς τοῦ κειμένου, τοῦτο θὰ ἐσήμαινεν ἀρνησικυρίαν (veto), πρᾶγμα τὸ ὁποῖον θὰ ὡδήγει εἰς ἀδιέξοδον.
Δεύτερον ζήτημα, τὸ ὁποῖον δέον νὰ διευκρινηθῇ, εἶναι ἐὰν ἡ ὁμοφωνία ἀναφέρεται εἰς τοὺς παρόντας κατὰ τὰς ἐργασίας «ἑνὸς σώματος ἢ ἀπαιτῇ τὴν φυσικὴν παρουσίαν ὅλων τῶν μελῶν τοῦ σώματος».
Ἐὰν ἀποδεχθῶμεν τὸ δεύτερον, τότε ἡ τυχὸν ἀπουσία ἢ ἠθελημένη καὶ σκόπιμος ἀπουσία τινῶν ἐκ τῶν μελῶν θὰ ὡδήγει εἰς διάλυσιν τὰς ἐργασίας τοῦ σώματος ἐπὶ ἐπικλήσει τῆς ἐλλείψεως ὁμοφωνίας.
Τὸ πρῶτον ἐκ τῶν ὡς ἄνω ζητημάτων προέκυψε κατὰ τὰς ἐργασίας τῆς Ε’ Προσυνοδικῆς Διασκέψεως, καθ’ ἣν δύο ἀντιπροσωπίαι ἠρνήθησαν νὰ ὑπογράψουν κοινὸν κείμενον, ἐπὶ τῷ λόγῳ ὅτι αἱ θέσεις τῶν Ἐκκλησιῶν των δὲν ἔγιναν δεκταὶ ὑπὸ πάντων τῶν μελῶν τῆς Διασκέψεως, καὶ οὕτως εὑρισκόμεθα πρὸ ἀδιεξόδου ὡς πρὸς τὴν προετοιμασίαν τῆς Συνόδου, ἐφ’ ὅσον ἓν ἐκ τῶν βασικῶν κειμένων αὐτῆς παραμένει ἀνυπόγραφον ὑπό τινων ἐκ τῶν ἀντιπροσώπων.
Τὸ δεύτερον ζήτημα ἠγέρθη κατὰ τὴν πρόσφατον συνάντησιν ἐν Ἀθήναις τῆς Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς πρὸς σύνταξιν σχεδίου Κανονισμοῦ λειτουργίας τῆς Συνόδου.
Κατὰ τὴν συνάντησιν ταύτην ἐζητήθη ἐπιμόνως ὑπό τινων ἀντιπροσώπων ὅπως περιληφθῇ εἰς τὸν Κανονισμὸν πρόβλεψις, καθ’ ἥν, ἐὰν μία Ἐκκλησία δι’ οἱονδήποτε λόγον ἀποχωρήσῃ ἐκ τῶν ἐργασιῶν τῆς Συνόδου, τότε ὁ Πρόεδρος αὐτῆς ὀφείλει νὰ ἐξασφαλίσῃ τὴν παρουσίαν αὐτῆς, διότι ἄλλως ἡ Σύνοδος ἀδυνατεῖ νὰ συνεχίσῃ τὰς ἐργασίας αὐτῆς (δηλαδὴ διαλύεται) λόγῳ μὴ ὑπάρξεως ὁμοφωνίας.
Ἐκεῖ ὁδηγούμεθα ὄντως ἐὰν θεωρήσωμεν τὴν ὁμοφωνίαν ὡς ἐφαρμοζομένην ὄχι μόνον ἐπὶ τῶν παρόντων ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῶν ἀπόντων.
Ἐπιθυμοῦμεν νὰ δηλώσωμεν εὐθέως ὅτι ἡ καθ’ ἡμᾶς Ἁγιωτάτη Ἐκκλησία καὶ ἡμεῖς προσωπικῶς ἀδυνατοῦμεν νὰ ἐννοήσωμεν καὶ ἀποδεχθῶμεν τὴν πραγματοποίησιν μιᾶς Συνόδου, ἡ ὁποία θὰ τελῇ ὑπὸ τὴν δαμόκλειον σπάθην τῆς διαλύσεως αὐτῆς, ἐὰν μία ἢ περισσότεραι Ἐκκλησίαι ἀπεφάσιζον νὰ ἀποχωρήσουν ἐξ αὐτῆς.
Μία τοιαύτη Σύνοδος, τελοῦσα ὑπὸ τὴν ἀπειλὴν τῆς διαλύσεως, εἶναι προτιμότερον νὰ μὴ γίνῃ ποτέ.
Ἡ παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας γνωρίζει ἐν τῇ ἐφαρμογῇ τῆς συνοδικότητος πλεῖστα ὅσα παραδείγματα Συνόδων, καὶ μάλιστα Οἰκουμενικῶν, κατὰ τὰς ὁποίας Ἐκκλησίαι τινὲς ἀπουσίαζον, ἄλλοτε ἀκουσίως καὶ ἄλλοτε ἠθελημένως, ἐκ τῶν ἐργασιῶν τῆς Συνόδου, χωρὶς τοῦτο νὰ ἐμποδίσῃ τὸ παράπαν τὴν λειτουργίαν αὐτῶν.
Πολλῶν Συνόδων αἱ ἀποφάσεις ἀνεγνωρίσθησαν ἐκ τῶν ὑστέρων ὑπὸ τῶν μὴ μετασχόντων εἰς αὐτάς. Ἡ ἐξάρτησις τῆς ὁμοφωνίας ἐκ τῆς φυσικῆς παρουσίας δὲν ἔχει, καθ’ ὅσον γνωρίζομεν, ἱστορικὸν προηγούμενον.
Καὶ ἐπὶ τοῦ θέματος τούτου καλούμεθα ἀδελφικῶς καὶ ἐν ἀγάπῃ νὰ διασκεφθῶμεν.
Ταῦτα τὰ θέματα εἰσηγούμεθα εἰς τὴν ἀγάπην Σας, ἀδελφοί, ὡς ἀναμένοντα τὴν διαβούλευσιν καὶ ἀπόφασιν ἡμῶν, ὥστε νὰ φθάσωμεν εἰς τὴν Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Σύνοδον ἐν ὁμογνωμίᾳ.
Ἐκτὸς τούτων ὑπάρχουν καί τινα πρακτικῆς φύσεως ζητήματα, τὰ ὁποῖα καλούμεθα νὰ διευθετήσωμεν ἐν ὄψει τῆς Συνόδου. Ἀναφέρομεν ἐνδεικτικῶς τινα ἐξ αὐτῶν.
α) Ἡ διάρκεια τῆς Συνόδου. Δὲν γνωρίζομεν τί φρονεῖτε περὶ αὐτοῦ, ἀλλὰ κατὰ τὴν γνώμην ἡμῶν, ὁ ἀριθμός, ἡ ἔκτασις καὶ ἡ σπουδαιότης τῶν θεμάτων θὰ καταστήσουν ἀναγκαίαν τὴν διάρκειαν τῆς Συνόδου ἐπὶ δύο, τοὐλάχιστον, ἑβδομάδας, λαμβανομένων ὑπ’ ὄψιν καὶ τῶν λατρευτικῶν καὶ ἄλλων ἐκδηλώσεων, αἱ ὁποῖαι θὰ προστεθοῦν εἰς τὰς ἐργασίας αὐτῆς.
β) Ἡ ἀποφασισθεῖσα κατὰ τὴν προηγουμένην Σύναξιν ἡμῶν διάταξις καὶ ταξιθέτησις τοῦ Προέδρου καὶ τῶν Προκαθημένων θέλει δημιουργήσει τοπικὴν ἀπόστασιν μεταξὺ αὐτῶν καὶ τῶν μελῶν τῶν ἀντιπροσωπιῶν αὐτῶν, ὅπερ θὰ δυσχεραίνῃ τὴν ἐπικοινωνίαν μεταξὺ τῶν Προκαθημένων καὶ τῶν ὑπ’ αὐτοὺς ἀντιπροσωπιῶν. Τὸ πρακτικὸν τοῦτο πρόβλημα χρῄζει διευθετήσεως.
γ) Εἶναι ἀνάγκη συντόμως νὰ δημιουργηθῇ ἡ κοινὴ διορθόδοξος Γραμματεία τῆς Συνόδου, ἡ ὁποία, πλαισιώνουσα τὴν ἤδη ὑπάρχουσαν Γραμματείαν ἐπὶ τῆς Προπαρασκευῆς τῆς Συνόδου, θὰ ἀναλάβῃ τὸ δυσχερές, ἀλλὰ σημαντικώτατον ἔργον τῆς προβολῆς τῆς Συνόδου πρός τε τὸ πλήρωμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ πρὸς τὸν ἐκτὸς αὐτῆς κόσμον, δημοσιεύουσα καὶ κυκλοφοροῦσα τὰ συμφωνηθέντα κείμενα, ὥστε νὰ ἐνωτισθῇ ἡ Σύνοδος τὰς ἀντιδράσεις τῶν πιστῶν καὶ τοῦ κόσμου, καὶ νὰ λάβῃ αὐτάς, κατὰ τὸ δυνατόν, ὑπ’ ὄψιν εἰς τὸ ἔργον αὐτῆς. Tέλος,
δ) θὰ καταστῇ συντόμως ἀναγκαῖον νὰ ἀντιμετωπίσωμεν τὸ πρακτικὸν θέμα τῆς οἰκονομικῆς δαπάνης τῆς Συνόδου, ἡ ὁποία ὡς ἐκ τοῦ μεγέθους αὐτῆς θὰ ὑπερβῇ τὰς δυνατότητας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Ὡς γνωρίζετε ἤδη, καθ’ ὅλην τὴν ἐπὶ δεκαετίας προετοιμασίαν τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον ἐπωμίζετο τὸ βάρος τῆς οἰκονομικῆς δαπάνης τῶν πολλῶν καὶ ἐπανειλημμένων συνεδριῶν τῶν Προπαρασκευαστικῶν Ἐπιτροπῶν καὶ τῶν Προσυνοδικῶν Διασκέψεων, ὡς καὶ τῶν Συνάξεων τῶν Προκαθημένων.
Τὸ ἔπραξε καὶ πράττει τοῦτο ἐκ τοῦ ὑστερήματος αὐτοῦ λίαν εὐχαρίστως. Ἤδη ὅμως θὰ χρειασθῇ ἡ κατὰ τὴν δύναμιν ἑκάστης Ἐκκλησίας συνεισφορὰ εἰς κοινὸν Ταμεῖον ὑπὸ διορθόδοξον ἔλεγχον πρὸς ἀντιμετώπισιν τῶν μεγάλων δαπανῶν, αἱ ὁποῖαι θὰ ἀπαιτηθοῦν δι’ ἓν τόσον μέγα ἐγχείρημα, ὡς ἡ, σὺν Θεῷ, συγκληθησομένη Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος. Εἴμεθα βέβαιοι ὅτι κατανοοῦν τοῦτο πᾶσαι αἱ ἀδελφαὶ Ἐκκλησίαι, καὶ θὰ συντρέξουν ἅπασαι κατὰ τὴν ἑκάστης δύναμιν.
Προσφιλέστατοι καὶ τιμιώτατοι ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Διεγράψαμεν ἐν συντομίᾳ τὰ κατὰ τὴν ἡμετέραν γνώμην ἐκκρεμῆ ζητήματα, τὰ ὁποῖα ἀναμένουν τὴν λύσιν αὐτῶν ὑφ’ ἡμῶν τῶν Προκαθημένων τῶν ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν.
Ὑμεῖς θὰ κρίνητε, ἐὰν καὶ ποῖα ἐξ αὐτῶν τυγχάνουν ἀμέσου προτεραιότητος ἢ ἐὰν ὑπάρχουν καὶ ἄλλα θέματα, τὰ ὁποῖα θὰ ἔδει νὰ ἀπασχολήσουν τὴν παροῦσαν Σύναξιν ἡμῶν. Ἀναμένομεν πρὸς τοῦτο τὰς Ὑμετέρας παρατηρήσεις.
Ὄπισθεν τῶν προτάσεων ἡμῶν ὑπάρχει ἡ βεβαιότης ὅτι ἅπαντες μετὰ τοῦ αὐτοῦ ζήλου ἐπιποθοῦμεν τὴν σύγκλησιν τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας ἡμῶν ἄνευ, ἐπαναλαμβάνομεν, περαιτέρω χρονοτριβῆς, δοθέντος ὅτι «ὁ καιρὸς συνεσταλμένος ἐστί» (Α’ Κορ. ζ’, 29), καθότι πεντήκοντα καὶ πλέον ἔτη καθυστερήσεως καὶ ἀναβολῆς ἔχουν ἐκθέσει σοβαρῶς τὴν Ἐκκλησίαν ἡμῶν εἰς τὰ ὄμματα ἐχθρῶν καὶ φίλων, ἵνα μὴ εἴπωμεν καὶ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Ἱστορίας. Χωρήσωμεν, λοιπόν, ταχὺ ἐπὶ τὸ προκείμενον ἡμῖν ἔργον «ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν Ἰησοῦν» (Ἑβρ. ιβ’, 2), Ὅστις, πρεσβείαις τῆς Παναχράντου Αὐτοῦ Μητρὸς καὶ πάντων τῶν Ἁγίων, «οὐκ ἀφήσει ἡμᾶς ὀρφανούς» (πρβλ. Ἰωάν. ιδ’, 18), ἀλλὰ διὰ τοῦ Παρακλήτου θὰ ἑνώσῃ ἡμᾶς ἐπὶ τὸ αὐτὸ ἐν Συνόδῳ, ὡς ἑνώνει ἤδη ἡμᾶς ἐν τῷ Σώματι καὶ τῷ Αἵματι Αὐτοῦ. «Τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατά παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν» (Λουκ. ιη’, 27).
«Χαίρετε, λοιπόν, ἀδελφοί, ἐν Κυρίῳ καὶ ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ’ ἡμῶν» (πρβλ. Β’ Κορ. ιγ’, 11). Ἀμήν!