Η εορτή του Αγίου Θεοδοσίου του Κοινοβιάρχου στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων (ΦΩΤΟ)
Κατά την ημέρα αυτή η Εκκλησία αναμιμνήσκεται ότι ο Άγιος Θεοδόσιος κατήγετο από την Μογαρισσόν της Καππαδοκίας, ήλθε στους Αγίους Τόπους το έτος 451, άγων το 27ο έτος της ηλικίας αυτού, ενετάχθη στο τάγμα των Σπουδαίων του Ναού της Αναστάσεως, εν συνεχεία δε μόνασε στην Μονή καλουμένη παλαιόθεν «Κάθισμα της Ικελίας» πλησίον των Ιεροσολύμων και στην περιοχήν, στην οποία ήταν το σπήλαιο, στο οποίο διενυκτέρευσαν οι Μάγοι «επιστρέψαντες δι’ άλλης οδού εις την πατρίδα αυτών», (Ματθ. 2,12).
Την Τρίτη, 24 Ιανουαρίου 2023, εορτάσθηκε από το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων η εορτή του οσίου Πατρός ημών Θεοδοσίου του Κοινοβιάρχου στην Ιερά αυτού Μονή, την κειμένη στην περιοχή μεταξύ του Χωρίου των Ποιμένων και της Ιεράς Λαύρας του Οσίου Σάββα του ηγιασμένου και παρά την πλησιόχωρο κώμη την καλουμένη Αμπεντήγιε.
Κατά την ημέρα αυτή η Εκκλησία αναμιμνήσκεται ότι ο Άγιος Θεοδόσιος κατήγετο από την Μογαρισσόν της Καππαδοκίας, ήλθε στους Αγίους Τόπους το έτος 451, άγων το 27ο έτος της ηλικίας αυτού, ενετάχθη στο τάγμα των Σπουδαίων του Ναού της Αναστάσεως, εν συνεχεία δε μόνασε στην Μονή καλουμένη παλαιόθεν «Κάθισμα της Ικελίας» πλησίον των Ιεροσολύμων και στην περιοχήν, στην οποία ήταν το σπήλαιο, στο οποίο διενυκτέρευσαν οι Μάγοι «επιστρέψαντες δι’ άλλης οδού εις την πατρίδα αυτών», (Ματθ. 2,12).
Στην περιοχή αυτή ίδρυσε Μονή Κοινόβιο για την άσκηση των αρχαρίων μοναχών, ασκουμένων στην κοινή ζωή, υπακοή και ταπείνωση, άχρις ου κριθώσι κατάλληλοι δι’ είσοδον στην Μονή – Λαύρα δι’ ησυχαστική ζωή. Λόγω της άκρας αρετής αυτού ανεδείχθη Κοινοβιάρχης, δηλαδή Αρχηγός όλου του Κοινοβιακού βίου στην Παλαιστίνη και συνειργάσθη μετά του ομοπατρίου αυτού Αγίου Σάββα για την προστασία του δόγματος της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου της Χαλκηδόνος του έτους 451 μ.Χ. δηλαδή της εν Χριστώ τω Θεώ ημών μιάς υποστάσεως εν δύο φύσεσιν, τη θεία και τη ανθρωπίνη.
Στην Ιερά Μονή αυτού εδέχετο μοναχούς διαφόρων εθνικοτήτων. Οι μοναχοί εργάζονταν στο εργόχειρο και εκ του εισοδήματος τούτου συνετήρουν φιλανθρωπικά ιδρύματα ως γηροκομείο και ορφανοτροφείο. Λόγω της θέσεως της Μονής πλησίον της κώμης του Χωρίου των Ποιμένων διετήρει κοινοβιακό χαρακτήρα για την βοήθεια των κρουόντων την θύρα αυτής ενδεών. Η Μονή είχε τέσσαρις εκκλησίες και επτακοσίους μοναχούς περίπου.
Στην περίφημη αυτή Μονή, κέντρο της μοναστικής ζωής και δογματικής ορθότητος του 5ου και 6ου αιώνος τελέσθηκε Θεία Λειτουργία προς τιμήν του ιδρυτού αυτής Αγίου Θεοδοσίου εν αγρυπνία την νύκτα της 24ης Ιανουαρίου 2023, προεξάρχοντος του Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ. Θεοφίλου και συλλειτουργούντων του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου και του Αρχιεπισκόπου Σεβαστείας κ. Θεοδοσίου Αγιοταφιτών Ιερομονάχων ως του Δραγουμάνου Αρχιμανδρίτου π. Ματθαίου του Αρχιδιακόνου π. Μάρκου και του Ιεροδιακόνου π. Ευλογίου, ψαλλόντων του Ιεροδιακόνου π. Συμεών και του κ. Βασιλείου Γκοτσοπούλου και χορωδίας αποτελουμένης υπό μελών του ποιμνίου των ομόρων περιοχών, εν συμμετοχή μοναχών, μοναζουσών και προσκυνητών.
Στο Κοινωνικό της Θείας Λειτουργίας κήρυξε τον θείο λόγο ο Πατριάρχης ως έπεται:
«Γνόφον νοητόν, φωτός του θειοτάτου, συ υπεισδύνας Θεοδόσιε, και πλάκας δακτύλω Θεού, εγγραφείσας τη καρδία σου, τα ευσεβείας δόγματα, έφερες τοις φοιτώσι, βίβλον ζωής παμμακάριστε».
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Ευλαβείς Χριστιανοί και προσκυνηταί,
Ο εν τοις ρείθροις του Ιορδάνου βαπτισθείς Χριστός Υιός και Λόγος του Θεού και τον παλαιωθέντα ταίς αμαρτίαις άνθρωπον ανακαινίσας και αναπλάσας συνήγαγε πάντας ημάς εν τη επωνύμω ταύτη Ιερά Μονή του Αββά Θεοδοσίου του Κοινοβιάρχου, ίνα εορτάσωμεν την σεβασμίαν αυτού μνήμην.
Ο όσιος Πατήρ ημών Θεοδόσιος εκ νεαράς ηλικίας αγαπήσας τον Χριστόν, εγκατέλιπε την γενέτειραν αυτού πατρίδα, την κώμην Μωγαρρισόν της Καππαδοκίας και κατέλαβε τους Αγίους Τόπους, ένθα υπέδυ τον μονήρη βίον, και τούτου ιερόν ένδυμα επί της βασιλείας Μαρκιανού του Θεοφιλούς.
Κατά τον βιογράφον αυτού, Κύριλλον Σκυθοπολίτην, ο όσιος Πατήρ ημών Θεοδόσιος ανεδείχθη ουρανοπολίτης, το μέγα κλέος της Παλαιστίνης και της ερήμου το καύχημα, και του μοναχικού σχήματος το στήριγμα και τον ορθών δογμάτων στρατηγός και υπέρμαχος και του Κοινοβιακού Κανόνος ο οδηγός και προστάτης.
Αξιοσημείωτον ότι ο θεοφόρος Θεοδόσιος δεν κατέστη μόνον «του μοναχικού σχήματος το στήριγμα», αλλά και των ορθών δογμάτων ο στρατηγός και υπέρμαχος. Και τούτο διότι κατά την έλευσίν του εν τη αγία Πόλει Ιερουσαλήμ και φιλοξενηθείς εν τω Πύργω του Δαυΐδ παρά τινι γέροντι Λογγίνω Καππαδόκη του μοναχικού τάγματος όντι των «Σπουδαίων της αγίας του Χριστού του Θεού ημών Αναστάσεως», της Αγιοταφιτικής δηλονότι Αδελφότητος, δεν του επετράπη η αναχώρησις εις τα μοναστήρια της ερήμου της Παλαιστίνης, «διά το σχίσμα το των κατά την έρημον μοναχών τη καθολική μη κοινωνούντων Εκκλησία, αλλά τη Ευτυχούς και Διοσκόρου υπαγομένων φιλονεικία τε και κακοδοξία».
Με άλλα λόγια, η Εκκλησία Ιεροσολύμων και δη η μοναστική εν τη ερήμω πολυάριθμος πολιτεία των αναχωρητών εδοκιμάζετο από την κακοδοξίαν, την αίρεσιν δηλονότι του μονοφυσιτισμού και του μονοενεργετισμού και μονοθελητισμού. Ο όσιος Πατήρ ημών Θεοδόσιος υπήρξεν «στρατηγός και υπέρμαχος των Ορθοδόξων δογμάτων, τουτέστι της Ορθοδόξου διδασκαλίας και πίστεως, ως τούτο διατυπώνει εναργέστατα και ο υμνωδός αυτού λέγων: «Των σων μεμνημένοι, διδαγμάτων Θεοδόσιε, εν δυσί ταίς ουσίαις, Χριστόν κηρύττομεν, δύω τας θελήσεις ειδότες, τας φυσικάς, και τας ενεργείας, και τα αυτεξούσια, εν Θεώ τω βαπτισθέντι σαρκί».
Η προσήλωσις του θεοφόρου Θεοδοσίου εις την υγιαίνουσαν Ορθόδοξον πίστιν, τον κατέστησεν Ναόν του Αγίου Πνεύματος. Ενδυσάμενος δε την εξ ύψους δύναμιν κατά την εξαγγελίαν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού προς τους μαθητάς Αυτού: «Ιδού εγώ αποστέλλω την επαγγελίαν του Πατρός μου εφ’ υμάς· υμείς δε καθίσατε εν τη πόλει Ιερουσαλήμ, έως ου ενδύσησθε δύναμιν εξ ύψους», (Λουκ 24,49), επετέλει πλείστας όσας θαυματουργίας.
Λέγεται δε περί αυτού, του οσίου Θεοδοσίου, ως αναφέρει ο βιογράφος του, ότι τρία εκέκτητο εξαίρετα κατορθώματα, πρώτον ακριβεστάτην άσκησιν μετά πίστεως αληθούς και ορθοδόξου από νεότητος μέχρι γήρους παραμείνασαν, δεύτερον την προς τους ξένους και πτωχούς δαψιλή και απροσωπόληπτον φιλοφροσύνην και τρίτον το της θείας λειτουργίας σύντονον (=μετ’ εντόνου ζήλου) μικρού δείν (=σχεδόν) και άπαυστον»· την ακατάπαυστον, δηλαδή, τέλεσιν της θείας Λειτουργίας.
Ιδού διά τι ο υμνωδός αναφωνεί λέγων: «Γνόφον νοητόν, φωτός του θειοτάτου, συ υπεισδύνας Θεοδόσιε, και πλάκας δακτύλω Θεού, εγγραφείσας τη καρδία σου, τα ευσεβείας δόγματα, έφερες τοις φοιτώσι, βίβλον ζωής παμμακάριστε».
Με άλλα λόγια, ο μακάριος Θεοδόσιος, ως άλλος Μωϋσής εισήλθεν εις τον γνόφον, ου ην ο Θεός, (Εξόδ. 20,21). Κατά μεν τον άγιον Διονύσιον Αρειοπαγίτην, ο θείος ούτος γνόφος εστί το απρόσιτον φως». Κατά δε τον άγιον Ιωάννην τον Θεολόγον: «ο Θεός φως εστι και σκοτία εν Αυτώ ουκ έστιν ουδεμία», (Α’ Ιωάν 1, 5). Και κατά τον άγιον Γρηγόριον Νύσσης, αι «πλάκες αι γεγραμμέναι δακτύλω Θεού» είναι η φωνή του Θεού. «Τα εν ταίς πλαξί γράμματα, η του οφθέντος (του Θεού) φωνή. Δι’ ων εγένετο η των μυστηρίων φανέρωσις». Κατά τον ουρανοβάμονα Παύλον, Κύριος ο Θεός είναι «ο μόνος έχων αθανασίαν φως οικών απρόσιτον, ον είδεν ουδείς ανθρώπων ουδέ ιδείν δύναται», (Α’ Τιμ. 6,16).
Εκ των ανωτέρω καταδείκνυται, αγαπητοί μου αδελφοί , ότι τα πιστά και γνήσια μέλη της Εκκλησίας, του Σώματος δηλονότι του Χριστού, ανήκουν εις την κοινωνίαν των αγίων. «Πιστός ο Θεός δι’ ου εκλήθητε εις κοινωνίαν του Υιού Αυτού Ιησού Χριστού, του Κυρίου ημών», ( Α΄ Κορ. 1,9) κηρύττει ο θείος Παύλος, ο οποίος προσεύχεται υπέρ ημών, «ίνα ο Θεός του Κυρίου ημών ‘Ιησού Χριστού, ο πατήρ της δόξης, δώη υμίν πνεύμα σοφίας και αποκαλύψεως εν επιγνώσει αυτού, πεφωτισμένους τους οφθαλμούς της καρδίας υμών, εις το ειδέναι υμάς τις εστιν η ελπίς της κλήσεως αυτού, και τις ο πλούτος της δόξης της κληρονομίας αυτού εν τοις αγίοις», (Εφ. 1, 17-18).
Τον πλούτον τούτον της δόξης του Θεού εκληρονόμησεν ο σήμερον τιμώμενος όσιος Πατήρ ημών Θεοδόσιος ο Κοινοβιάρχης Ο δε πλούτος ούτος, λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος, είναι «η άφατος δόξα του Θεού», διό και διερωτάται μετ’ απορίας: «ποίος γαρ λόγος την δόξαν εκείνην [του Θεού] παραστήσαι δυνήσεται;»
Τον πλούτον τούτον της δόξης του Θεού παρέχει ως κληρονομίαν ο Χριστός εν τη Εκκλησία Αυτού και διά μέσου των αγίων Αυτού, ως διατρανοί και ο ψαλμωδός λέγων: «θαυμαστός ο Θεός εν τοις αγίοις αυτού», (Ψαλμ. 67,36).
Τον άγιον του Θεού Θεοδόσιον τον μέγαν παρακαλέσωμεν, αγαπητοί μου αδελφοί, ίνα πρεσβεύη μετά της υπερευλογημένης Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας τω νοητώ Ηλίω της Δικαιοσύνης, τω εν Ιορδάνη ελθόντι βαπτισθήναι υπό Ιωάννου, ίνα φωτίση ημάς και άπαντα τον κόσμον. Αμήν. Έτη πολλά».
Μετά την Θεία Λειτουργία ο ανακαινιστής της Μονής υπέργηρος ηγούμενος Αρχιμανδρίτης π. Ιερόθεος παρέθεσε κέρασμα στην Πατριαρχική συνοδεία.