Του Δημητρίου Λυκούδη, θεολόγου
Με μια αιφνίδια απόφαση, η Σύνοδος του ρωσικού Πατριαρχείου, υπό την προεδρία του Πατριάρχη Μόσχας και πάσης Ρωσίας κ. Κυρίλλου, καρατόμησε τον «ισχυρό» άνδρα, πρώην Μητροπολίτη Βολοκολάμσκ κ. Ιλαρίωνα, από την άκρως τιμητική θέση του Προέδρου του τμήματος Εξωτερικών Σχέσεων του Πατριαρχείου της Μόσχας (ΤΕΕΣ) και τον μετέθσε στη Μητρόπολη Βουδαπέστης και Ουγγαρίας, μακριά από το κέντρο των αποφάσεων της Μόσχας.
Όσοι όμως παρακολουθούν από κοντά τα γεγονότα στο ρωσικό Πατριαρχείο γνωρίζουν καλά ότι μια τέτοια απόφαση μόνο αιφνίδια δεν ήταν. Ως δε προς αυτό, πολλές είναι οι αναγνώσεις και οι πιθανές υποθέσεις που εξηγούν μια τέτοια ενέργεια του Κυρίλλου.
Αρχικά, δεν είναι λίγοι εκείνοι όσοι υποστηρίζουν ότι, το τελευταίο διάστημα, οι σχέσεις των δύο ανδρών, Κυρίλλου και Ιλαρίωνα, δεν ήταν στο καλύτερο σημείο, εξαιτίας της υπεροψίας και της φιλοδοξίας του δεύτερου.
Ο Ιλαρίων, σύμφωνα με πληροφορίες, βρισκόταν συνεχώς εκτός Πατριαρχείου, σε μια προσπάθεια να προβάλλει τις ρωσικές θέσεις, όχι πάντα με κομψό τρόπο. Άλλωστε, πολλές ήταν και οι αντιδράσεις επ᾿ αυτού άλλων Προκαθημένων και Ιεραρχών σε όλο τον ορθόδοξο κόσμο, που τόνιζαν αυτή την αλλαζονική και άμετρη συμπεριφορά του Μητροπολίτη Βολοκολάμσκ, ο οποίος, τις περισσότερες φορές, λειτουργούσε ωσάν να ήταν ο ίδιος ο Κύριλλος.
Ασφαλώς η θέση του Προέδρου του ΤΕΕΣ ήταν και παραμένει μια άκρως τιμητική θέση, η πλέον τιμητική στο ρωσικό Πατριαρχείο. Αυτή τη θέση κατείχε και ο νυν Πατριάρχης Κύριλλος, πριν αναλάβει τον πατριαρχικό θώκο και, αποτελεί «κοινό μυστικό» ότι ο εκάστοτε Πρόεδρος του ΤΕΕΣ προαλείφεται για επόμενος Πατριάρχης. Ενδεχομένως, αυτό το διπλωματικό εκτόπισμα και η δύναμη της θέσης συνέβαλαν να ενισχυθεί περισσότερο η υπεροψία του Ιλαρίωνα.
Την ίδια ώρα, πολλά είναι τα σενάρια για την αντικατάσταση του πρώην Βολοκολάμσκ από τον μέχρι πρότινος Μητροπολίτη Χερσώνος και Δυτικής Ευρώπης κ. Αντώνιο, έμπιστο και δεξί χέρι του Πατριάρχη Κύριλλου. Ο κ. Ιλαρίων μεταβαίνει μακριά από τη Μόσχα, χάνοντας την αίγλη και το κύρος του πατριαρχικού θρόνου και της πατριαρχικής αυλής. Στην ουσία, πρόκειται για καρατόμηση και υποβιβασμό του, εκφράζοντας το θυμό του Κύριλλου προς τον πρώην έμπιστο βοηθό του.
Για πολλούς, η τελευταία επίσκεψη του κ. Ιλαρίωνα στον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου, αλλά και οι δηλώσεις του αναφορικά με τις σχέσεις της Μόσχας με Φανάρι, Αλεξάνδρεια, Αθήνα και Κύπρο, ότι κάποια στιγμή θα αποκατασταθούν οι σχέσεις της Μόσχας με τις άλλες Εκκλησίες, ήταν το σημείο που εξόργισε και εξήντλησε την υπομονή του Πατριάρχη Κύριλλου, ο οποίος θεώρησε ότι υπάρχει διγλωσσία στην εξωτερική διπλωματία του ρωσικού Πατριαρχείου.
Ένα άλλο σενάριο τονίζει ότι δεν πρόκειται για μια εχθρική απόφαση της ρωσικής Συνόδου. Ο κ. Ιλαρίων μεταβαίνει σε μια Μητρόπολη που γνωρίζει καλά, καθώς στα 2003, ως Επίσκοπος Βιέννης και Αυστρίας, τού είχε ανατεθεί προσωρινά και η διοίκηση της επαρχίας Βουδαπέστης και Ουγγαρίας, διατηρώντας παράλληλα τη θέση του αντιπροσώπου της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στους ευρωπαϊκούς διεθνείς οργανισμούς στις Βρυξέλλες. Επομένως, υποστηρίζουν κάποιοι, ο Πατριάρχης Κύριιλος παρέχει «ασφάλεια» στον προστατευόμενό του Ιλαρίωνα και τον απομακρύνει αρχικά για να διαφυλάξει τ᾿ όνομά του, ιδιαίτερα τώρα, που το ρωσικό Πατριαρχείο, ένεκα της στάσης του στον πόλεμο της Ουκρανίας, έχει απωλέσει κάθε κύρος και αξιοιπιστία στον ορθόδοξο κόσμο. Άλλωστε, ως γνωστόν, ο Όρμπαν και η Ουγγαρία είναι η μόνη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που άσκησε βέτο και μπλόκαρε την επιβολή κυρώσεων περαιτέρων κυρώσεων στη Ρωσία, διασφαλίζοντας με τον τρόπο αυτό την περιουσία του Πατριάρχη κ. Κυρίλλου.
Για την ώρα, ο πρώην Βολοκολάμσκ Ιλαρίων κρατάει κλειστά τα χαρτιά του. Το δε Πατριαρχείο της Μόσχας, ακόμη περισσότερο μετά τον πόλεμο της Ουκρανίας, δείχνει να έχει χάσει το βηματισμό του και να αναζητά ερείσματα ώστε να βγει από το εκκλησιαστικό αδιέξοδο και τη διεθνή απομόνωση που έχει περιέλθει.
Ακολουθεί το βιογραφικό του πρώην Βολοκολάμσκ και νυν Μητροπολίτη Βουδαπέστης και Ουγγαρίας κ. Ιλαρίωνος:
Ο Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίων (κατά κόσμον Γρηγόριος Βαλέριεβιτς Αλφέεφ) γεννήθηκε στις 24 Ιουλίου 1966 στη Μόσχα.
1973-1990
Ο Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίων (κατά κόσμον Γρηγόριος Βαλέριεβιτς Αλφέεφ) γεννήθηκε στις 24 Ιουλίου 1966 στη Μόσχα.
Από το 1973 έως το 1984 σπούδασε βιολί και σύνθεση στο δευτεροβάθμιο ειδικό μουσικό σχολείο Γκνέσινι της Μόσχας.
Σε ηλικία 15 ετών χειροθετήθηκε αναγνώστης και διακόνησε στον Ιερό Ναό των Εγκαινίων της Αναστάσεως στο «Ουσπένσκι Βράζεκ» (σ.τ.μ. Ρέμα της Κοιμήσεως) στη Μόσχα. Από το 1983 ήταν υποδιάκονος του μητροπολίτη Βολοκολάμσκ και Γιούριεφ Πιτιρίμ (Νετσάεφ) και εργαζόταν ως εξωτερικός συνεργάτης του Εκδοτικού Τμήματος του Πατριαρχείου Μόσχας.
Το 1984, με την περάτωση των εγκυκλίων σπουδών του, εισήχθη στη Σχολή Σύνθεσης του Κρατικού Ωδείου της Μόσχας.
Από το 1984 έως το 1986 υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία.
Τον Ιανουάριο του 1987 αποφάσισε να εγκαταλείψει τις σπουδές στο Ωδείο της Μόσχας και να γίνει δόκιμος μοναχός στην Ιερά Μονή του Αγίου Πνεύματος στη Βίλνα (Λιθουανίας). Στις 19 Ιουνίου του ιδίου έτους εκάρη μοναχός στο Καθολικό της Μονής και στις 21 Ιουνίου χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος στον ίδιο ναό από τον Αρχιεπίσκοπο Βίλνας και Λιθουανίας Βικτωρίνο.
Στις 19 Αυγούστου 1987 με την ευλογία του Αρχιεπισκόπου Βικτωρίνου χειροτονήθηκε ιερομόναχος από τον Αρχιεπίσκοπο Ουφάς και Στερλιταμάκ Ανατόλιο (Κουζνετσόφ) στον Καθεδρικό Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στη Βίλνα.
Από το 1988 έως το 1990 υπηρέτησε ως εφημέριος Ιερών Ναών στην πόλη Τελσιάι, τα χωριά Κολαϊνιάι, Τιτουβενάι και Καουνατάβα της επαρχίας Βίλνας. Το 1990 διορίσθηκε προϊστάμενος του Καθεδρικού Ναού Ευαγγελίστριας της πόλεως Κάουνας.
Το 1990 ως εκπρόσωπος του ιερού κλήρου της επαρχίας Βίλνας και Λιθουανίας συμμετείχε στην Τοπική Κληρικολαϊκή Σύνοδο της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, η οποία εξέλεξε στον Πατριαρχικό Θρόνο της Μόσχας τον Μητροπολίτη Λένινγκραντ και Ταλλίνης Αλέξιο Ρίντιγκερ.
Το 1989 ολοκλήρωσε δι᾽ αλληλογραφίας τις σπουδές του στην Ιερατική Σχολή Μόσχας και το 1991 στη Θεολογική Ακαδημία Μόσχας αποκτώντας τον τίτλο του διδάκτορα Θεολογίας. Το 1993 απέκτησε το μεταπτυχιακό δίπλωμα του Μεταπτυχιακού Τμήματος της Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας.
Από το 1991 έως το 1993 δίδαξε Ομιλητική, Καινή Διαθήκη, Δογματική Θεολογία και Αρχαία Ελληνικά στις Θεολογικές Σχολές της Μόσχας. Στο διάστημα 1992-1993 δίδαξε Καινή Διαθήκη στο Ορθόδοξο Ινστιτούτο Αγίου Τύχωνα και Πατρολογία στο Ρωσικό Ορθόδοξο Πανεπιστήμιο Αγίου Αποστόλου Ιωάννου του Θεολόγου.
1991-2009
Το 1993 εστάλη για μετεκπαίδευση στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, όπου υπό την καθοδήγηση του Επισκόπου Διοκλείας Κάλλιστου (του Πατριαρχείου
Κωνσταντινουπόλεως) εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή με θέμα «Ο Όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος και η Ορθόδοξη Παράδοση». Παράλληλα υπηρέτησε στις ενορίες της επαρχίας Σούροζ. Το 1995 αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και αναγορεύθηκε διδάκτορας Φιλοσοφίας.
Από το 1995 εργάζεται στο Τμήμα Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας, ενώ από το 1997 μέχρι το 2002 ήταν Γραμματέας επί των Διαχριστιανικών Υποθέσεων.
Στο διάστημα 1995-1997 δίδαξε Πατρολογία στις Ιερατικές Σχολές Σμολένσκ και Καλούγκα. Το 1996 έδωσε σειρά διαλέξεων στη Δογματική Θεολογία στην Ορθόδοξη Ιερατική Σχολή Αγίου Γερμανού της Αλάσκας (ΗΠΑ).
Από τον Ιανουάριο του 1996 ήταν κληρικός του Ιερού Ναού της Αγίας Μεγαλομάρτυρος Αικατερίνης στη Μόσχα (Μετόχιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Αμερική).
Από το 1996 έως το 2004 ήταν μέλος της Συνοδικής Θεολογικής Επιτροπής της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Το διάστημα 1997-1999 έδωσε σειρά διαλέξεων στη Δογματική Θεολογία στην Ιερατική Σχολή Αγίου Βλαδιμήρου στη Νέα Υόρκη (ΗΠΑ) και στη Μυστική Θεολογία της Ανατολικής Εκκλησίας στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Κέμπριτζ στη Μεγάλη Βρετανία.
Το 1999 αναγορεύθηκε διδάκτορας Θεολογίας από το Θεολογικό Ινστιτούτο Αγίου Σεργίου Παρισίων.
Το Πάσχα του 2000 προήχθη σε Ηγούμενο από τον Μητροπολίτη Σμολένσκ και Καλίνινγκραντ κ. Κύριλλο στον Ιερό Ναό της Αγίας Τριάδος στο Χοροσέβο Μόσχας.
Με απόφαση της Ιεράς Συνόδου στις 27 Δεκεμβρίου 2001 εξελέγη Επίσκοπος Κερτς, βοηθός της επαρχίας Σούροζ.
Στις 7 Ιανουαρίου του 2002, ανήμερα των Χριστουγέννων, ο Ηγούμενος Ιλαρίωνας έλαβε το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη από τον Μητροπολίτη Σμολένσκ και Καλίνινγκραντ Κύριλλο στον Ιερό Καθεδρικό Ναό του Σμολένσκ και στις 14 Ιανουαρίου του 2002 στον Ιερό Καθεδρικό Ναό του Σωτήρος Χριστού της Μόσχας χειροτоνήθηκε Επίσκοπος από τον Πατριάρχη Μόσχας και Πασών των Ρωσιών Αλέξιο, συλλειτουργούντων δέκα αρχιερέων.
Με απόφαση της Ιεράς Συνόδου στις 17 Ιουνίου 2002 διορίσθηκε Επίσκοπος Ποντόλσκ, βοηθός της επαρχίας Μόσχας και Διευθυντής του Γραφείου της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στους ευρωπαϊκούς διεθνείς οργανισμούς.
Στις 7 Μαΐου 2003 με απόφαση της Ιεράς Συνόδου διορίσθηκε Επίσκοπος Βιέννης και Αυστρίας, ενώ του ανατέθηκε προσωρινά και η διοίκηση της επαρχίας Βουδαπέστης και Ουγγαρίας, διατηρώντας παράλληλα τη θέση του αντιπροσώπου της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στους ευρωπαϊκούς διεθνείς οργανισμούς στις Βρυξέλλες.
Την 1η Φεβρουαρίου του 2005 εξελέγη επισκέπτης καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Φριβούργου (Ελβετία) στην έδρα της Δογματικής Θεολογίας.
Στις 24 Αυγούστου του 2005 του απενεμήθη το βραβείο του Αγίου Μακαρίου για τη μελέτη του «Το Ιερό Μυστήριο της Εκκλησίας. Εισαγωγή στην ιστορία και την προβληματική της διαμάχης περί την ονοματοδοξία».
2009-2020
Στις 31 Μαρτίου του 2009 διορίσθηκε Πρόεδρος του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας και μόνιμο μέλος της Ιεράς Συνόδου με τον τίτλο Επίσκοπος Βολοκολάμσκ, βοηθός Επίσκοπος του Πατριάρχη Μόσχας και πασών των Ρωσιών.
Τότε διορίσθηκε και Πρύτανης του Θεολογικού Ινστιτούτου Μεταπτυχιακών Σπουδών της Εκκλησίας «Οι Άγιοι Ισαπόστολοι Κύριλλος και Μεθόδιος».
Με απόφαση του Αγιωτάτου Πατριάρχη Κυρίλλου στις 14 Απριλίου 2009 διορίσθηκε προϊστάμενος του Ιερού Ναού Παναγίας «Πάντων θλιβομένων η χαρά» στην οδό Μπολσάγια Ορντίνκα της Μόσχας.
Στις 20 Απριλίου του 2009 «λόγω του διορισμού σε αξίωμα, που προβλέπει μόνιμη συμμετοχή στις εργασίες της Ιεράς Συνόδου και για τη θυσιαστική διακονία του στην Εκκλησία του Θεού» προήχθη στο βαθμό του Αρχιεπισκόπου από τον Αγιώτατο Πατριάρχη Κύριλλο στον Καθεδρικό Ναό της Κοιμήσεως στο Κρεμλίνο της Μόσχας.
Από τις 28 Μαΐου 2009 είναι μέλος του Συμβουλίου για τη συνεργασία με τις θρησκευτικές οργανώσεις παρά τω Προέδρω της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
Με απόφαση της Ιεράς Συνόδου στις 27 Μαΐου 2009 διορίσθηκε Πρόεδρος της Επιτροπής επί των ενοριών των παλαιοπίστων και της συνεργασίας με τους παλαιοπίστους υπό το Τμήμα Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων.
Από τις 27 Ιουλίου 2009 εντάχθηκε στη Διασυνοδική Επιτροπή της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και το Προεδρείο αυτής. Κατά διαστήματα χρημάτισε Πρόεδρος, Αντιπρόεδρος ή μέλος διαφόρων υποεπιτροπών της Διασυνοδικής Επιτροπής επί των σχέσεων με ετεροδόξους και άλλες θρησκείες, επί της αντιμετωπίσεως και της υπερβάσεως εκκλησιαστικών σχισμάτων, επί θεολογικών ζητημάτων, επί της θείας λατρείας και εκκλησιαστικής τέχνης. Κατά το παρόν διατελεί Πρόεδρος της Υποεπιτροπής επί της Θεολογίας και της Θεολογικής Παιδείας.
Από το 2010 εντάχθηκε ως μέλος στο Εποπτικό Συμβούλιο του Ιδρύματος «Ρωσικός κόσμος».
Την 1η Φεβρουαρίου 2010 προήχθη στο βαθμό του Μητροπολίτη από τον Αγιώτατο Πατριάρχη Μόσχας και Πασών των Ρωσιών κ. Κύριλλο.
Από το 2010 είναι μέλος του Πατριαρχικού Συμβουλίου για τον Πολιτισμό.
Από τις 22 Μαρτίου 2011 είναι μέλος του Ανώτατου Εκκλησιαστικού Συμβουλίου της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Στη συνεδρία της Ιεράς Συνόδου, που συνεκλήθη στις 5-6 Οκτωβρίου 2011, διορίσθηκε πρόεδρος της Συνοδικής Βιβλικής και Θεολογικής Επιτροπής.
Το ίδιο έτος αναδείχθηκε επικεφαλής της Συντακτικής Επιτροπής του περιοδικού «Bogoslovskie trudy» («Θεολογικές εργασίες») και πρόεδρος του Εκδοτικού Συμβουλίου του «Περιοδικού του Πατριαρχείου Μόσχας».
Το ίδιο έτος εξελέγη καθηγητής του Πανεπιστημίου του Φριβούργου στην Ελβετία.
Με συνοδική απόφαση της 25ης Δεκεμβρίου 2012 διορίσθηκε πρόεδρος της Διυπηρεσιακής Συντονιστικής Ομάδας για τη Διδασκαλία της Θεολογίας στα ΑΕΙ.
Είναι πρόεδρος της συγκροτηθείσης το 2012 με απόφαση του Αγιωτάτου Πατριάρχη Κυρίλλου Επιτροπής του Πατριαρχείου Μόσχας επί της ανταλλαγής φοιτητών.
Στη συνεδρία της στις 25-26 Δεκεμβρίου 2013 η Σύνοδος ίδρυσε το Συντονιστικό Κέντρο για την ανάπτυξη της θεολογικής επιστήμης στη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία παρά τη Βιβλική Θεολογική Επιτροπή. Τη διεύθυνση των εργασιών του Κέντρου ανέλαβε ο Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίων.
Από 24ης Δεκεμβρίου 2015 εκπροσωπεί επίσης τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία στο Διαθρησκειακό Συμβούλιο της Ρωσίας.
Διάσκεψη επικεφαλής και υψηλών αντιπροσώπων των θρησκευτικών κοινοτήτων της Συρίας και της Ρωσίας 181118
Είναι επικεφαλής του Ενιαίου Συμβουλίου Διατριβών, το οποίο συγκροτήθηκε στις 30 Μαΐου 2016, υπάγεται στο υπουργείο Παιδείας και Επιστημών της Ρωσικής Ομοσπονδίας και επιβλέπει την υπεράσπιση διατριβών για τη διεκδίκηση διδακτορικού και μεταδιδακτορικού τίτλου σπουδών στην ειδικότητα 26.00.01 – Θεολογία.
Από τον Φεβρουάριο του 2018 είναι πρόεδρος της Επιστημονικής Θεολογικής Εκπαιδευτικής Ομοσπονδίας (ΕΘΕΟ), η οποία συνενώνει τα κορυφαία ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Ρωσίας, όπου πραγματοποιείται η κατάρτιση στα εγκεκριμένα από το κράτος προγράμματα θεολογικών σπουδών.
Ποιος είναι ο μέχρι πρότινος Μητροπολίτης Χερσώνος και Δυτικής Ευρώπης κ. Αντώνιος και νέος Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ και Πρόεδρος του ΤΕΕΣ:
Το 1991-1995 σπούδασε σε Γυμνάσιο στο Τβερ.
Το 1995 εισήλθε στο δημοτικό εκπαιδευτικό ίδρυμα “Tver Lyceum”
Το 2002 εισήλθε στη Θεολογική Σχολή της Αγίας Πετρούπολης. Διετέλεσε καθηγητής στο προαιρετικό μάθημα αγγλικών. Εκπροσωπούσε τακτικά τις θεολογικές σχολές της Αγίας Πετρούπολης σε διάφορα συνέδρια και σεμινάρια, συγγράφοντας πολλά άρθρα.
Το 2006 συμμετείχε σε σεμινάριο οργάνωσης της νεολαίας με τίτλο «Σύνδεσμος», στις Βρυξέλλες του Βελγίου. Το διάστημα 2004-2007, κάθε χρόνο συμμετείχε στις εργασίες της θερινής κατασκήνωσης Ορθοδόξων νεολαίας στην Ποταμίτισσα της Κύπρου, ως διερμηνέας και επικεφαλής της ρωσόφωνης αντιπροσωπείας.
Τον Οκτώβριο του 2006, ο πρύτανης της Θεολογικής Ακαδημίας της Αγίας Πετρούπολης , τον χειροθέτησε σε αναγνώστη στην ακαδημαϊκή εκκλησία στο όνομα του Αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστή Ιωάννη του Θεολόγου.
Τον Μάρτιο του 2007 στάλθηκε για πρακτική άσκηση στο Ορθόδοξο Τμήμα της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Joensuu (Φινλανδία).
Τον Ιούνιο του 2007, με την επιστροφή του στην Αγία Πετρούπολη, παρουσίασε με επιτυχία τη διατριβή του σε ένα σεμινάριο με θέμα «Εσχατολογία στις Παγκόσμιες Θρησκείες».
Στις 17 Ιουνίου 2007 αποφοίτησε με πρώτο βαθμό από το Θεολογικό Σεμινάριο της Αγίας Πετρούπολης, και τιμήθηκε με το βραβείο Μητροπολίτης Λένινγκραντ και Νόβγκοροντ Νικοδίμ (Ρότοφ). Εισήχθε στην Θεολογική Ακαδημία Πετρούπολης χωρίς εισαγωγικές εξετάσεις.
Τον Σεπτέμβριο του 2007 διορίστηκε ασκούμενος στην υπηρεσία επικοινωνίας του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας.
Τον Σεπτέμβριο του 2008 διορίστηκε δάσκαλος στη Θεολογική Σχολή του Σμολένσκ.
Από τις 5 Φεβρουαρίου 2009 είναι προσωπικός Γραμματέας του Πατριάρχη κ.κ. Κυρίλλου.
Στις 5 Μαρτίου 2009, εκάρη μοναχός από τον Πατριάρχη.κ. Κύριλλο, με την ονομασία Αντώνιος, προς τιμή του μοναχού μάρτυρα Αντώνιου του Βαλαάμ.
Στις 8 Μαρτίου 2009 χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος από τον Πατριάρχη Μόσχας στον Καθεδρικό Ναό του Σωτήρος Χριστού στη Μόσχα.
Από τον Απρίλιο του 2009 έως τις 8 Απριλίου 2011 διετέλεσε επικεφαλής της Προσωπικής Γραμματείας του Πατριάρχη Μόσχας.
Στις 3 Απριλίου 2010, στον Καθεδρικό Ναό του Σωτήρος Χριστού, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον Πατριάρχη κ. Κύριλλο.
Στις 5 Ιουνίου 2010 αποφοίτησε από τη Θεολογική Ακαδημία της Αγίας Πετρούπολης με πρώτο βαθμό.
Με απόφαση της Ιεράς Συνόδου της 22ας Μαρτίου 2011 διορίστηκε κληρικός της Σταυροπηγιακής Ενορίας του Αγίου Νικολάου στη Ρώμη.
Με απόφαση της Ιεράς Συνόδου της 30ης Μαΐου 2011, απαλλάχθηκε από τη θέση του κληρικού του ναού του Αγίου Νικολάου στη Ρώμη και έγινε εφημέριος του σταυροπηγιακού ναού της Αγίας Αικατερίνης της Μεγαλομάρτυρας στη Ρώμη.
Στις 12 Ιουλίου 2011, με διάταγμα του Πατριάρχη κ. Κυρίλλου, διορίστηκε γραμματέας των ενοριών του Πατριαρχείου Μόσχας στην Ιταλία.
Στις 18 Ιουλίου 2013, στη λειτουργία στη Λαύρα Τριάδας-Σεργίου, χειροθετήθηκε αρχιμανδρίτης από τον Πατριάρχη κ.κ. Κύριλλο.
Με απόφαση της Ιεράς Συνόδου της 22ας Οκτωβρίου 2015, εξελέγη Επίσκοπος Μπογκορόντσκ, βοηθός του Πατριάρχη Μόσχας, με αποστολή να παρέχει αρχιερατική μέριμνα στις ενορίες του Πατριαρχείου Μόσχας στην Ιταλία, και διορίστηκε επικεφαλής του Γραφείου του Πατριαρχείου Μόσχας για τα ιδρύματα στο Εξωτερικό.
Χειροτονήθηκε Επίσκοπος στις 26 Οκτωβρίου στη Θεία Λειτουργία στη Μονή Novodevichy στη Μόσχα. Στις ακολουθίες προέστη ο Μακαριώτατος Πατριάρχης Μόσχας.
Με απόφαση της Ιεράς Συνόδου της 24ης Δεκεμβρίου 2015, εντάχθηκε στο Ανώτατο Εκκλησιαστικό Συμβούλιο της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Με απόφαση της Ιεράς Συνόδου της 29ης Ιουλίου 2017 απαλλάχθηκε από τη θέση του ως υπεύθυνος στη διαχείριση των ιταλικών ενοριών του Πατριαρχείου Μόσχας. Η σύνοδος αποφάσισε να έχει τον τίτλο «Ζβενίγκοροντ».
Με απόφαση της Ιεράς Συνόδου της 28ης Δεκεμβρίου 2017, διορίστηκε διαχειριστής της Επισκοπής Βιέννης-Αυστρίας και Βουδαπέστης-Ουγγρικής με τον τίτλο «Βιέννης και Βουδαπέστης» και διατήρησε τη θέση του προϊσταμένου της Μόσχας στο Γραφείο Πατριαρχικών Ιδρυμάτων Εξωτερικού. Επίσης, με απόφαση της Συνόδου, ανατέθηκε η προσωρινή διοίκηση των ενοριών του Πατριαρχείου Μόσχας στην Ιταλία.
Την 1η Φεβρουαρίου 2018, στη Λειτουργία στον Καθεδρικό Ναό του Σωτήρος Χριστού στη Μόσχα, χειροτονήθηκε Αρχιεπίσκοπος από τον Πατριάρχη κ. Κύριλλο.
Με απόφαση της Ιεράς Συνόδου της 30ης Μαΐου 2019, διορίστηκε Πατριαρχικός Έξαρχος Χερσώνος και Δυτικής Ευρώπης, και διατήρησε τη θέση του επικεφαλής του Γραφείου Πατριαρχείου Μόσχας για ιδρύματα στο εξωτερικό.
Στις 31 Μαΐου 2019, στη Λειτουργία στον Καθεδρικό Ναό της Αναστάσεως της Μονής Novodevichy στην Αγία Πετρούπολη, χειροτονήθηκε Μητροπολίτης από τον Πατριάρχη κ. Κύριλλο.