Ανακοίνωση εξέδωσε η Ιερά Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας με αφορμή την Εβδομάδα Εθνικής Συμφιλίωσης, καθώς, 28 Μαΐου 2000, περίπου 250.000 άνθρωποι, διέσχισε τη διάσημη γέφυρα Harbour Bridge του Σύδνεϋ και προσέδωσε μία νέα δυναμική στην πορεία προς την ουσιαστική συμφιλίωση του Αυστραλιανού Έθνους.
Στην Ανακοίνωση, μεταξύ άλλων, τινίζεται: «Στο διάβα των τελευταίων δεκαετιών, αμέτρητοι συμπολίτες μας, από όλες τις εθνοτικές και πολιτισμικές καταβολές, συμπεριλαμβανομένων των μελών της Ελληνικής Ομογένειας, αγωνίστηκαν για την εξάλειψη των ανισοτήτων και των διαχωριστικών γραμμών, για την καλλιέργεια ενός πνεύματος αλληλοσεβασμού και δικαιοσύνης».
Ακολουθεί η Ανακοίνωση της Ι. Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας:
Στις 28 Μαΐου του έτους 2000, ένας πρωτοφανής αριθμός Αυστραλών (περίπου 250.000 άνθρωποι) διέσχισε τη διάσημη γέφυρα Harbour Bridge του Σύδνεϋ και προσέδωσε μία νέα δυναμική στην πορεία προς την ουσιαστική συμφιλίωση του Αυστραλιανού Έθνους.
Είχαν προηγηθεί σημαντικά βήματα προς την ίδια κατεύθυνση, αρχής γενομένης από το δημοψήφισμα – ορόσημο της 27ης Μαΐου 1967, το οποίο άνοιξε τον δρόμο ώστε να συμπεριλαμβάνονται στην πληθυσμιακή απογραφή οι Αβορίγινες και οι κάτοικοι των Νήσων Torres Strait, και με κρίσιμο σταθμό την ιστορική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αυστραλίας, στις 3 Ιουνίου 1992, δια της οποίας αναγνωρίστηκαν τα δικαιώματα γης των Πρώτων Κατοίκων της χώρας.
Βεβαίως, εκτός από τα ιστορικού χαρακτήρα αυτά γεγονότα, πολλές ακόμη, μικρότερες αλλά εξίσου γενναίες προσπάθειες, συνέθεσαν την ευλογημένη πορεία προς τη συμφιλίωση της ευρύτερης Αυστραλιανής κοινότητας με τους Αυτόχθονες.
Στο διάβα των τελευταίων δεκαετιών, αμέτρητοι συμπολίτες μας, από όλες τις εθνοτικές και πολιτισμικές καταβολές, συμπεριλαμβανομένων των μελών της Ελληνικής Ομογένειας, αγωνίστηκαν για την εξάλειψη των ανισοτήτων και των διαχωριστικών γραμμών, για την καλλιέργεια ενός πνεύματος αλληλοσεβασμού και δικαιοσύνης.
Αξίζουν τον έπαινό μας όλοι όσοι διαχρονικά υπηρέτησαν τον συγκεκριμένο σκοπό – όχι μόνο αυτοί που πρωτοστάτησαν σε ευρύτερες πρωτοβουλίες, αλλά κι εκείνοι που τόλμησαν να δώσουν προσωπικούς αγώνες για τη συμφιλίωση, επιτρέποντας, πρωτίστως, στους εαυτούς τους να γνωρίσουν και να κατανοήσουν την ιστορία των Πρώτων Κατοίκων της Αυστραλίας και μοιραζόμενοι, κατόπιν, τις γνώσεις, τις ιδέες και τις αγωνίες τους με τους ανθρώπους του οικογενειακού, φιλικού και κοινωνικού τους περιγύρου.
Όμως, η ευλογημένη πορεία προς την ουσιαστική συμφιλίωση είναι ένας αδιάκοπος αγώνας δρόμου, όπου δεν επιτρέπεται οπισθοχώρηση, συμβιβασμός ή εφησυχασμός.
Τα κεκτημένα των περασμένων δεκαετιών -οι αποστάσεις που μίκρυναν, οι ανισότητες που αμβλύνθηκαν και οι αδικίες που άρθηκαν- μάς ενθαρρύνουν να συνεχίσουμε με ακόμα μεγαλύτερη αποφασιστικότητα.
Θα ήταν ευχής έργο αν, με την ευκαιρία της φετινής Εβδομάδας Εθνικής Συμφιλίωσης, περισσότεροι άνθρωποι, με περισσότερο ζήλο και μεγαλύτερη ένταση, αφιερώσουμε τη διάθεση και τον χρόνο μας για να γνωρίσουμε, να εμπεδώσουμε και να μεταλαμπαδεύσουμε τα ευγενή μηνύματα του συγκεκριμένου θεσμού.
Αυτή είναι η πατρική προτροπή μου προς το πλήρωμα της καθ’ ημάς Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας και προς κάθε άνθρωπο που ενστερνίζεται τις θεμελιώδεις αρχές της Πίστεώς μας, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται ο σεβασμός στον πλησίον, η αλληλεγγύη και η δικαιοσύνη.