Μητροπολίτης Ταλλίνης Στέφανος : «Όχι υποκατάστατα στη θέση της φυσικής οικογένειας»
Τη γνώμη του για την οικογένεια του μέλλοντος, αναλύει ο Μητροπολίτης Ταλλίνης και Πάσης Εσθονίας κ. Στέφανος μέσα απο άρθρο που δημοσιεύει στο dogma.gr.
Τη γνώμη του για την οικογένεια του μέλλοντος, αναλύει ο Μητροπολίτης Ταλλίνης και Πάσης Εσθονίας κ. Στέφανος μέσα απο άρθρο που δημοσιεύει στο dogma.gr.
Ο κ. Στέφανος, εκφράζει την αγωνία του, για το ποια θα είναι η οικογένεια του μέλλοντος και για το ποια προβλήματα μπορούν να αναπτυχθούν στις σχέσεις ανάμεσα στα δύο ανθρώπινα φύλα.
«Ο θεσμός της οικογένειας πρέπει να προστατευθεί» τονίζει ο μητροπολίτης του Οικουμενικού Πατριαρχείου και συμπληρώνει πως άσχημες συνέπειες θα έχουν και τα παιδιά από γονείς ιδίου φύλου «Διακυβεύεται η καταδίκη των παιδιών» λέει συγκεκριμένα.
Ακολουθεί το άρθρο του κ. Στεφάνου:
Στη σημερινή εποχή φαίνεται, ότι η έννοια του γάμου και η έννοια της πατρότητας έχουν μεταβληθεί στις δυτικές κοινωνίες. Η τεκνογονία δεν αποτελεί πλέον το μοναδικό λόγο για την πραγματοποίηση του γάμου. Το ζήτημα του γάμου των ομοφυλοφίλων, για παράδειγμα, το οποίο προκάλεσε παγκόσμιο σάλο – παρότι αποκαλύπτεται ότι σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, ο νομοθέτης δεν θέτει το ζήτημα σε δημόσιο διάλογο, ως μέρος της ημερήσιας διάταξης – θα ανατρέψει αμετάκλητα το ισχύον πρότυπο με τη δημιουργία ενός νέου τύπου οικογένειας και γονικής σχέσης.
Πρωταρχικά, ο γάμος είναι ένα φυσικό δεδομένο. Προκειμένου να αναπαράγουν τη ζωή, ένας άνδρας και μια γυναίκα ενώνονται και τεκνοποιούν. Με την καθιέρωση του γάμου ως θεσμού, η κοινωνία περιέβαλε με ένα νομικό πλαίσιο αυτό το φυσικό δεδομένο, για να το προστατέψει.
Αν ο νομοθέτης αποφασίσει να καταστήσει το γάμο ένα θεμελιωδώς νομικό και συναισθηματικό ζήτημα (ο γάμος που βασίζεται στο συναίσθημα τείνει στις μέρες μας να κερδίζει έδαφος έναντι του γάμου που έχει ως στόχο του την αγάπη και τον καρπό της, την τεκνοποίηση), χωρίς ίχνος οποιουδήποτε φυσικού δεδομένου, θα συμβάλει πιθανώς στην αποδόμηση της κοινωνίας από κάθε είδους γνήσια ταυτότητα στην οικογένεια, καθώς και από την ταυτότητα που αποτελεί αρχέτυπο για την ανθρώπινη ύπαρξη.
Ας παραμείνουμε έστω και λίγο ρεαλιστές και ας μην παρασυρόμαστε από έναν συναισθηματισμό στερημένο χρηστής προοπτικής: στο όνομα της ισότητας και της άρνησης να προβούμε σε διακρίσεις, προσπαθούμε να στηριχθούμε στην ιδέα της ισοδυναμίας όλων των ζευγαριών, ετεροφυλοφίλων και ομοφυλοφίλων. Εάν, όμως, αντικειμενικά μιλώντας, ένας άντρας και μια γυναίκα μαζί δεν είναι το ίδιο πράγμα με δύο άνδρες ή δύο γυναίκες μαζί, τότε πως μπορούν να τεθούν η ετεροφυλοφιλία και η ομοφυλοφιλία στο ίδιο επίπεδο;
Εάν αύριο, στο όνομα της ισότητας, τα πάντα τοποθετηθούν στο ίδιο επίπεδο, μια επικίνδυνη διαδικασία θα τεθεί σε εφαρμογή, αυτή της εξάλειψης, αργά ή γρήγορα, των διαφυλικών διαφορών και ετεροτήτων. Για να μπορούν οι μειονοτικές ομάδες να ασκούν το δικαίωμα της ισότητας, που τους παρέχεται, θα απαγορεύεται στην ανθρωπότητα να διακρίνει τη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στον άνδρα και τη γυναίκα.
Προς το παρόν ακόμη, εξακολουθούμε να ζούμε σε έναν κόσμο που χαρακτηρίζεται από την διαφορετικότητα, η οποία είναι η ουσία της ζωής. Διατρέχουμε τον κίνδυνο να ατενίσουμε την ανάδυση μια νέας αδιαφοροποίητης ανθρωπότητας.
Το αδιαφοροποίητο, όμως, είναι το αντίθετο της διαφορετικότητας, διότι δεν διαθέτει επαρκή χαρακτηριστικά, ούτως ώστε να διαφοροποιηθεί. Όπως, για παράδειγμα, στην περίπτωση του τρόπου με τον οποίο αναπτύσσονται τα καρκινικά κύτταρα.
Για το λόγο αυτό, το αδιαφοροποίητο, η ομοιογένεια, συνιστά την θεμελιώδη αρχή του θανάτου. Μπορούμε, λοιπόν, δικαιολογημένα να θέσουμε το εξής ερώτημα: θα χρησιμοποιείται πλέον μια αρχή σαν αυτή για την καθοδήγηση της ανθρωπότητας; Μέχρι σήμερα, η συλλογική συνείδηση στηρίζεται στην έννοια του μέτρου, η οποία συνδέεται με την ιδέα, ότι δεν είναι όλα πιθανά.
Δεν μπορούν τα πάντα να θεσπιστούν. Δεν μπορούν τα πάντα να παραχθούν. Το θετικό όσο και προστατευτικό μέτρο, η σκέψη, δηλαδή, ότι τα πάντα δεν μπορούν να εφαρμοστούν, μας διαφυλάσσει από τον κίνδυνο της τυραννίας του Δικαίου, καθώς, επίσης, και η σκέψη ότι τα πάντα δεν μπορούν να παραχθούν, μας διασώζει από τον κίνδυνο της τυραννίας της Επιστήμης.
Η ίδια η ουσία του μηδενισμού εδράζεται στη φράση: «Όλα είναι δυνατά και πιθανά». Εφ’ όσον ο νομοθέτης προσπεράσει τα πραγματικά προβλήματα που απασχολούν την κοινωνία, εφ’ όσον προσπαθήσει να συνθέσει μία οικογένεια, η οποία θα προέρχεται από μία νομικο-ιατρική σύμμειξη, και αποκαλέσει αυτό το σχήμα «οικογένεια», το «όλα είναι δυνατά και πιθανά» θα επαληθευτεί και, μαζί με αυτό, και ο μηδενισμός υπό τη μορφή του θριάμβου, χωρίς να ληφθεί υπόψη η Επιστήμη, το Δίκαιο και ο Άνθρωπος.
Με το ρυθμό που εξελίσσονται τα πράγματα, ο Άνθρωπος θα υπακούει στον Άνθρωπο, χωρίς ο Άνθρωπος να υπακούει πλέον σε τίποτα. Στο ίδιο πνεύμα, δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι δεν υπάρχει δικαίωμα που ασκείται από εμάς προς το παιδί, αλλά το δικαίωμα του παιδιού.
Υπάρχει πλειάδα επικίνδυνων και σοβαρών θεμάτων, κυρίως όσον αφορά στο ζήτημα της υιοθεσίας, με τα οποία διακυβεύεται η καταδίκη των παιδιών που προέρχονται από χωρισμένα ή ομοφυλόφιλα ζευγάρια με το να μην αντιμετωπίζονται, όπως τα άλλα παιδιά.
Σε αυτό προστίθεται και το γεγονός, ότι τα παιδιά έχουν από την φύση τους την τάση να θεωρούν τους εαυτούς τους υπεύθυνους, όταν πλέον η οικογενειακή ισορροπία διαταράσσεται. Είτε μας αρέσει είτε όχι, υπάρχουν φυσικές προϋποθέσεις στην οικογένεια. Δεν τα αγγίζουμε. Δεν αγγίζουμε τον θεμελιώδη νόμο της δυναμικής ισορροπίας του σύμπαντος, ο οποίος βασίζεται στη συμπληρωματικότητα ανάμεσα στο θηλυκό και το αρσενικό. Αυτός είναι ο λόγος, για τον οποίο δε μπορούμε σε καμία περίπτωση να χρησιμοποιήσουμε υποκατάστατα στη θέση της φυσικής οικογένειας.
Η μοναδική προσφορά των υποκατάστατων θα είναι να δημιουργούν σύγχυση και μαζί με αυτή μετάλλαξη του νου, των συνειδήσεων και της συμπεριφοράς, από τα οποία η κοινωνία μας ήδη υποφέρει. Χρειάζεται να προσθέσουμε κι άλλα δίπλα σε αυτά;