Νεοναζιστικός παγανισμός και Ορθόδοξη Εκκλησία

  • Dogma

Ευχαριστώ την Οργανωτική Επιτροπή της εκδηλώσεως αυτής, που μου πρότεινε να εκθέσω μπροστά σας λίγες απλές σκέψεις, αλλά πρέπει να εξομολογηθώ πως όταν, ενώ είχα αποδεχτεί, είδα τον τίτλο που της δόθηκε, το μετάνοιωσα· πολύ σκληρό μου φάνηκε το «και» στον τίτλο. 

 

Μιά και δεν μπορούσα να ανακαλέσω, εξηγούμαι.

 

Όλοι ξέρουμε τί εννοούμε, όμως θα μου επιτρέψετε να επιμείνω, πως η Ορθόδοξη Εκκλησία όταν ορθοτομεί δεν αντίκειται, αλλά αισθάνεται ένοχη (αλλοίμονό της αν δεν αισθανόταν), για κάθε εκτροπή ή ξαστοχία· καθώς και υπεύθυνη ακόμα και για την λάσπη με την οποία γράφεται η ανθρώπινη ιστορία.

 

Εσείς το λέτε, ότι το πρόβλημα της κρίσης που βιώνουμε δεν είναι οικονομικό αλλά πνευματικό και αξιακό, οπότε, αν οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί θεωρούμε ότι μας αναλογεί τέτοιος ρόλος στην Ελληνική κοινωνία, τότε είμαστε σοβαρά υπεύθυνοι για την κρίση αυτή.

 

Εξάλλου, στη θεολογική μας γλώσσα, «ειρήνη» δεν είναι η απουσία του πολέμου, αλλά είναι η παρουσία του Θεού.

 

Να θυμηθούμε ότι, εδώ και 30 χρόνια στον τόπο μας κινήθηκε μια οργανωμένη εκστρατεία κατεδάφισης όλων ανεξαιρέτως των εξαγώγιμων παραδοσιακών αξιών, που μέχρι τότε είχαν καταστήσει τον πολιτισμό μας σταθμό στην παγκόσμια ιστορία. Κάποιοι απρόσεκτα ή εσκεμμένα «όρμησαν εκεί που οι άγγελοι φοβούνται να κυττάξουν».

 

Και βέβαια, «όπου δεν υπάρχει Θεός, όλα επιτρέπονται». Ο λαός μας που κλήθηκε από Σειρήνες να εκλάβει την «ελευθερία» ως αποδέσμευση, στο τέλος κατάντησε ασύνδετος και αλλοπρόσαλλος, με αποτέλεσμα τώρα να τρώγεται εύκολα από Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες.

 

Ήταν η εποχή, που αν μιλούσες για θρησκεία, σε αποκαλούσαν θρησκόληπτο, για πατρίδα, εθνικιστή· για στρατό, μιλιταριστή· για παραδοσιακή οικογένεια, αναχρονιστικό· για πατρίδα-θρησκεία-οικογένεια, χουντικό! Αν τολμούσες, απλά, να διερωτηθείς «πόσους αλλοδαπούς χωράει η Χώρα μας;» σου εξαπέλυαν μομφή για ξενοφοβία, ρατσισμό, φονταμενταλισμό!

 

Ήταν η εποχή, που όλος κι όλος ο προσανατολισμός της Χώρας μας ήταν η ΟΝΕ και η Οικον. Σύγκληση.

 

Θα μπορούσα να σχολιάσω την κατάσταση εκείνη  με τα λόγια παλαιού μητροπολίτου: » Ὅταν οἱ πολιτικοὶ ἄρχοντες καὶ οἱ ἐκκλησιαστικοὶ ποιμένες σέβονται τὸ Θεὸ καὶ ἀγαποῦν τὸ λαό, τότε ὁ λαὸς παιδαγωγεῖται, δὲν φανατίζεται μεταπίπτων εἰς ὄχλον· τρέφεται καὶ εὐημερεῖ, δὲν διαβουκολεῖται· διοικεῖται καὶ ποιμαίνεται, δὲν φενακίζεται» (μητροπ. Κοζάνης Διονύσιος Ψαριανός).

 

Όμως, φτάνουν οι διαπιστώσεις! Η μιζέρια δεν είναι αξιοπρεπής στάση. Δεν είναι δουλειά δική μας η απόδωση ευθυνών, είναι δουλειά αλλωνών που θα δικαστούν από αγέννητους και νεκρούς, αν η ατιμωρησία, η ανοχή, η επιείκεια που θα δείξουν, κατασταθούν πιο σκανδαλώδη από το έγκλημα που διεπράχθη.

 

Σήμερα πια, το δεδομένο είναι ότι ο λαός μας περπατάει σε τεντωμένο σχοινί. Οι άνθρωποι είναι θυμωμένοι και στραπατσαρισμένοι, βλέπουν ανατρεπόμενα τα προγράμματά τους, οι οικογενειάρχες χάνουν τη γη κάτω απ’ τα πόδια τους και δεν μπορούν να σχεδιάσουν ούτε το εγγύς μέλλον των παιδιών τους. Η αλήθεια είναι ότι  «πολλὰ γὰρ πταίομεν ἅπαντες…» (Ιακ.3,2), όμως, βαρύτερα ευθύνεται το ιερατείο του Πολιτεύματος, που είναι ο πολιτικός μας κόσμος. Τώρα πια, το πολιτικό σύστημα είναι στριμωγμένο στη γωνία, πεθαίνει αμετανόητο χωρίς να έχει ζητήσει συγγνώμη και με την τελευταία πνοή που του απομένει, ψελλίζει ψέμματα πως οσονούπω όλα θα διορθωθούν και θα ξαναγυρίσουμε στην προτεραία κραιπάλη.

 

Πολλοί λένε· «να βοηθήσει η Εκκλησία ώστε να αποφευχθούν οι κοινωνικές εκρήξεις»! Κι εμείς, αντί να καλέσουμε το λαό σε συναίσθηση των λαθών και σε μετάνοια, αντί να του δώσουμε θάρρος, ελπίδα, υπομονή, νέο όραμα, του δίνουμε… συσσίτια! Αντί δηλ. να του δώσουμε τροφή του δίνουμε πέτρες (για να μας πετροβολήσει μ’ αυτές αύριο)!

 

Έτσι ο λαός μας, φοβάται να δει την ευθύνη του στο χθες και την εξορκίζει, ενεργεί απάνθρωπα σπασμωδικά σήμερα και δειλιάζει να σχεδιάσει ψύχραιμα το αύριο.

 

Όμως, αυτά δεν είναι πρόταση. Δεν είναι λύση να κλαίμε πάνω στα συντρίμμια των επιλογών μας και εκεί να εξαντλούμε μέχρι θανάτου κάθε ικμάδα μας.

 

Αφού, λοιπόν, πιό χαμηλά να πάμε δεν έχει, αφού πιό κάτω να πέσουμε δεν γίνεται, άρα, μόνο να σηκωθούμε, μπορούμε· μόνο να ανεβούμε γίνεται. Όμως, χρειάζεται αποφασιστικότητα και τόλμη. 

 

Εκείνο, νομίζω, που θα μπορούσε να προταθεί σαν μοναδική εθνική λύση είναι η επιστροφή σε δικά μας δοκιμασμένα ανθεκτικά πράγματα. Κι αυτά είναι δύο: το αρχαίο ελληνικό πνεύμα στην κλασσική του άποψη και το ευαγγελικό χριστιανικό μήνυμα στην Ορθόδοξη επεξεργασία του.

 

Θεωρώ ότι είναι καιρός πλέον, να αξιοποιήσουμε τα παραπάνω ως «μάννα» για να ταΐσουμε μ’ αυτά τον πεινασμένο λαό μας, που μέχρι τώρα χόρταινε με ξυλοκέρατα.

 

Όμως, εδώ χρειάζεται προσοχή· «είναι ευκολότερο να μιλάς για αξίες, παρά να ζεις με αυτές» (Adlai Stevenson), επειδή «τις αξίες, πάντοτε, υπάρχουν αυτοί που τις υπηρετούν κι αυτοί που τις εκμεταλλεύονται» (Ναπολέων).

 

Όταν επί πλέον, αυτές οι αξίες ποντάρουν στη θρησκευτική εμπειρία των ανθρώπων, τότε χρειάζεται πολύ περισσότερη προσοχή και καλή μνήμη για να μας θυμίζει ότι «ποτέ θρησκεία δεν προδόθηκε τόσο, όσο ο Χριστιανισμός από τους Χριστιανούς» (Andre Gide).

 

Ειδικώτερα την Ορθόδοξη Χριστιανική μας Πίστη, είναι καλύτερα να την πολεμά κανείς παρά να την εξευτελίζει με τον τρόπο που την υπερασπίζεται ή για τον λόγο που την μεταχειρίζεται.

 

Ο Μεγ. Βασίλειος έγραφε: «με τα ελαττώματα που έχουμε δεν ευτελιζόμαστε τόσο, όσο με τις αρετές που υποκρινόμαστε ότι έχουμε».

 

Από τότε που ο αρχαίος σοφός έλεγε «πονηρόν μισώ, χρηστόν εάν είπη λόγον» (Μένανδρος), είμαστε βέβαιοι ότι «το μίσος οδηγεί στο σβύσιμο των αξιών» (Jose Ortega Y Gassat), ακόμα κι όταν αυτές περιγράφονται  με «υψηλά λόγια που μοιάζουν με τα κυπαρίσσια, ενώ είναι μεγάλα δεν έχουν καρπούς» (ο Φωκίων στον Λεωσθένη που έσυρε την Αθήνα στον λαμιακό πόλεμο).

 

Η Ορθόδοξη Χριστιανική μας Πίστη, λοιπόν, είναι η καλύτερη αρματωσιά, αλλά ο χειρότερος μανδύας.

 

Επίσκοπος σε μιά πόλη της Καμπανίας του ε’ αιώνα ο Παυλίνος, πουλήθηκε σκλάβος στον γαμπρό του ηγεμόνα των Βανδάλων στην Αφρική, προκειμένου με τα χρήματα της πώλησής του να εξαγορασθεί το παιδί μιας φτωχής χήρας. Ύστερα από καιρό, ο ηγεμόνας εκτιμώντας την ανωτερότητα της συμπεριφοράς του άγνωστου σκλάβου του, ζήτησε επίμονα απ’ εκείνον να του φανερώσει την ταυτότητά του. Ο Παυλίνος αποκάλυψε ότι ήταν επίσκοπος των Χριστιανών στην Καμπανία και για να αποδεχτεί την ελευθερία, που αμέσως του χάρισε ο ηγεμόνας, ζήτησε να απελευθερωθούν μαζύ του όλοι οι συμπατριώτες του.

 

Τελικά, για την Πίστη μας, δεν υπάρχουν εξ αντικειμένου αξίες αλλά καθίστανται αξίες ανάλογα με το πόσο υπηρετούν τον άνθρωπο, όπως τον περιγράφει ο ποιητής: «…τον καθημερινό άνθρωπο …που του ‘δωσα νερό και του ‘δειξα το δρόμο, που δεν έχει στη γη ούτε ένα δωμάτιο δύο επί δύο και  μπορεί να μην τον χωράει ολόκληρο το σύμπαν» (Νικηφ.Βρεττάκος).

 

Αυτός «ο άνθρωπος δεν είναι ο άγριος του Ρουσσώ, ούτε ο διεφθαρμένος του Ροσφουκώ. Είναι βίαιος όταν καταπιέζεται και γλυκύς όταν είναι ελεύθερος».

 

Με όρους πνευματικότητος, «ο άνθρωπος είναι η νοσταλγία του άπειρου σε ένα όν πεπερασμένο». Ακόμη από τον Σενέκα «homo, sancta homini» (o άνθρωπος είναι πράγμα ιερό για τον άνθρωπο), μέχρι τον λόγιο αγιορείτη μοναχό που γράφει: «όταν κλαίει ένα βρέφος, η γη γονατίζει συγκεκινημένη να ακροασθεί. Κλαίει ο κύριός της» (Θεόκλητος Διονυσιάτης).

 

Οπότε για μας τους χριστιανούς κάθε αδικία που διαπράττεται σε βάρος του ανθρώπου, είναι υποχρέωσή μας να αποδοκιμάζεται. «Στόμα που μένει κλειστό μπροστά στην αδικία είναι ανάξιο να σταθεί ανοιχτό μπροστά στη θεία Κοινωνία».

 

Αν με ρωτήσει κάποιος· «…και τον αντίπαλό μου;» Σ’ αυτόν, εκτός από τις γνωστές πανανθρώπινες παραβολές που αναφέρει ο Χριστός, θα θυμίσω, τουλάχιστον, αυτό που έλεγε ο στρατηγός De Gaulle: «κι αν δεν μπορώ να υποφέρω τους αντιπάλους μου, όμως τους σέβομαι». Τελικά, «όσο άθλιος κι αν είναι ένας άνθρωπος, μένει πάντα ο συνάνθρωπός μας».

 

Κάτι ακόμα: είναι σημαντικό μερικές φορές να αμφισβητούμε την ορθή μας κρίση. Από τα πράγματα που έβλαψαν τους ανθρώπους όχι λίγο, ήταν η αδυναμία μας να δεχθούμε σαν λαθεμένες κάποιες αντιλήψεις, όταν αυτές είχαν το προνόμιο να είναι …δικές μας. «Αν διαρκώς κρίνουμε τους άλλους, δεν θα μας μείνει καιρός να τους αγαπήσουμε» (μητέρα Τερέζα). «Το γεγονός ότι κρίνουμε και δικάζουμε, σημαίνει ολοφάνερα πως δεν καταλαβαίνουμε. Αν καταλαβαίναμε, δεν θα μπορούσαμε πια να δικάσουμε» (Μαλρώ).

 

Κάποτε  κι ο Θεός μας κρίθηκε και καταδικάστηκε επάνω στο Γολγοθά. Κι ενώ ο κόσμος τριγύρω έλεγε διάφορα, επάνω στο Σταυρό, ο ίδιος ο Θεός, ενάντια στο Θεό, πήρε το μέρος του ανθρώπου.

 

Άρα λοιπόν, όταν αγαπάμε συγχωρούμε ακόμα και τα ελαττώματα των άλλων, όταν δεν αγαπάμε, δεν συγχωρούμε ούτε τα προτερήματα.

 

Η διαχείριση των προθέσεων και των διαθέσεών μας θέλει υπευθυνότητα. «Οι σκέψεις μας γίνονται λόγια, τα λόγια πράξεις, οι πράξεις συνήθειες, οι συνήθειές μας γίνονται ο χαρακτήρας μας και ο χαρακτήρας μας είναι η μοίρα μας» (Φρανκ Άουτλω).

 

Καμμιά φορά, «πονούν λιγότερο οι οξείες σφαίρες από τις οξείες φράσεις» (Bismarck), και ποτέ κόμπος δεν λύνεται με το τέντωμα των άκρων.

 

Λέμε ότι η αναγκαιότητα σκλήρυνε την ελλαδική κοινωνία. Δεν είν’ έτσι, αλλά ακόμη κι αν ήταν, ας μην ξεχνάμε ότι «η αναγκαιότητα είναι το επιχείρημα των δούλων, είναι και το πρόσχημα των δικτατόρων (William Pitt).

 

Ο Βενιαμίν Φραγκλίνος διεκήρυξε ότι «αυτός που θυσιάζει την ελευθερία για την ασφάλεια, δεν αξίζει τίποτε από τα δύο».

 

Στα ολοκληρωτικά καθεστώτα υφίστανται τέτοια διλήμματα, όμως η Δημοκρατία είναι εύθραυστο καθεστώς. Δεν είναι μόνο τρόπος ζωής «είναι βίωμα, ή να το πω καλύτερα, είναι κατάσταση πνεύματος» (Μαντές Φρανς).

 

Όταν η Marie Jeanne Roland, ανεβαίνοντας στην λαιμητόμο (στις 8/11/1793) ατένισε ένα άγαλμα της Ελευθερίας, φώναξε: «…πόσα εγκλήματα έχουν διαπραχθεί στ’ όνομά σου!» 

 

Εάν δεν προσέξουμε η libido dominandi (λαγνεία της δύναμης) θα μας καταστρέψει, πρώτα πνευματικά κι έπειτα κοινωνικά και εθνικά.

 

Η λέξη επανάσταση έχει μέσα της τη λέξη ανάσταση, δηλ. προϋποθέτει θάνατο! Οι επαναστάσεις  «ξεκινούν να καταργήσουν τις τάξεις, όμως, συνήθως τις αντικαθιστούν με μιά σκληρότερη ιεραρχία» (Ιονέσκο) και τελικά «καταλήγουν να ενισχύσουν το Κράτος» (Καμύ).

 

Οπότε δικαίωμα καταπίεσης δεν έχει κανένας, δικαίωμα άμυνας έχουν όλοι.

 

Ένα είναι βέβαιο, το κακό που κάνουμε στους άλλους, ποτέ δεν θα μας ωφελήσει.

 

Μ’ αυτήν την τεράστια ευθύνη είμαστε επιφορτισμένοι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Δεν μπορούμε να ξεφύγουμε απ’ αυτήν αν θέλουμε να είμαστε Χριστιανοί. Χριστιανός είναι ένας άνθρωπος στον οποίο ο Θεός εμπιστεύθηκε τους άλλους ανθρώπους.  «Κανείς δεν έχει δικαίωμα να είναι ευτυχισμένος από μόνος του» (Ραούλ Φολερώ). Γι’ αυτό, «όταν δεν μπορούμε να κάνουμε τον κόσμο αυτό Παράδεισο, τότε οφείλουμε, τουλάχιστον, να τον εμποδίσουμε να γίνει Κόλαση» (Ολ. Κλεμάν).

 

Κόλαση δεν είναι μόνο το μίσος. «Το μίσος οι άνθρωποι, κάποτε, το συγχωρούν, δεν συγχωρούν ποτέ την περιφρόνηση» (Νερβάλ).

 

Έτσι ξέρει η Εκκλησία κι έτσι οφείλει να διδάσκει. Επειδή η Εκκλησία είναι η πιο ευεργετημένη του Θεού, αφού ο Χριστός δημιούργησε τον κόσμο με το λόγο του, τον άνθρωπο με τα χέρια του και την Εκκλησία με το αίμα Του (Παν.Τρεμπέλας).

 

Ο γάλλος υπαρξιστής (Ζαν Πωλ Σάρτρ) έλεγε: «οι άλλοι άνθρωποι είναι η κόλασή μου», ενώ ο ρώσσος ασκητής (Σεραφείμ του Σάρωφ) χαιρετούσε τον καθένα περαστικό με τα λόγια: «Χαρά μου, Χριστός Ανέστη»!

 

Τελικά, στην Ορθοδοξία, γνωρίζουμε το Θεό όχι κατανοώντας μια έννοια, αλλά καλλιεργώντας μιά σχέση, πρώτα με τους ανθρώπους κι έπειτα με το Θεό.

 

Ποιούς θέλω να περιγράψω με τις παραπάνω κομψές επισημάνσεις; Τον πολιτικό, που δεν λέει την μακρόβια αλήθεια, όταν αυτή του κοστίζει την «ἐπὶ θύραις» εκλογή. Τον συνδικαλιστή, που ασύνετα πριονίζει το εργασιακό κλαδί επάνω στο οποίο κάθεται. Τον δημόσιο υπάλληλο, που τα παράνομα εισοδήματά του αυξάνουν αντιστρόφως ανάλογα με την υπόληψή του. Τον καθένα μας, όταν καλούμεθα να αποφασίσουμε το μεγάλο «ναι» ή το μεγάλο «όχι» και να υπηρετήσουμε το δίκαιο, το τίμιο, το αληθινό, το ευαγγελικό. Αν ο καθένας μας δεν διορθωθεί, ένα μέρος της κοινωνίας μας θα ξεπέφτει χαμηλά σε νεο-ναζιστικές συμπεριφορές. Αν δεν παλινορθώσουμε τις ευαγγελικές αρετές, ένα μέρος του λαού μας θα καταντήσει πίσω στον παγανισμό.

 

Ο γερμανός διοικητής, δείχνοντας τον πίνακα της Γουέρνικα, ρώτησε τον Πάμπλο Πικάσσο: -Κύριε, εσείς το κάνατε αυτό;

 

Κι εκείνος απάντησε: -Όχι, Κύριε, εσείς το κάνατε»!

 

Λέει ο Ιω. Χρυσόστομος: «λυπάμαι αν για κάποιους είναι δηκτικά τα λόγια μου, όμως, αυτό επιδιώκω· καλύτερα να πονέσουν από τα σκληρά μου λόγια παρά από τις κακές τους πράξεις».

 

Επανέρχομαι για να τελειώσω.

 

Το έλλειμμα της πραγματικής Ελληνικής Παιδείας και το έλλειμμα της γνήσιας Ορθόδοξης Χριστιανικής Αγωγής πρέπει να σταματήσει να καταβαραθρώνει τις ψυχές των Ελλήνων.

 

«Η Παιδεία κάνει το λαό εύκολο να τον οδηγήσεις, αλλά δύσκολο να τον παρασύρεις· εύκολο να τον κυβερνήσεις, αλλά δύσκολο να τον υποδουλώσεις» (λόρδος Brougham, αρχικαγγελάριος της Αγγλίας, Λόγος στη Βουλή των Κοινοτήτων 29-1-1828).

 

Κάποιος ανόητος αθηναίος κορόιδευε μια μέρα τον Ανάχαρσι, έναν από τους επτά σοφούς της αρχαιότητος, επειδή ήταν «βάρβαρος». Ο Ανάχαρσις, που πράγματι ήταν Σκύθης, απάντησε ατάραχος: «φίλε μου, είναι καλύτερα να συστέλλεται κάποιος για την πατρίδα του παρά να ντρέπεται η πατρίδα του γι’ αυτόν».

 

Ο Ιωάννης Χρυσόστομος, κάθε αλαζονεία (προσθέτω και την εθνική, ακόμα και την θρησκευτική) την θεωρεί ασύγγνωστη αμαρτία, μολυσματική, χειρότερη από την πορνεία και την μοιχεία. Την αποκαλεί «…διαστροφὴ ψυχῆς καὶ νόσο χαλεπωτάτη, οὐδαμόθεν τικτομένη ἢ ἐξ ἀνοίας» και καταλήγει «οὐδὲν γὰρ ἀνοητότερον ἀλαζόνος ἀνθρώπου».

 

Το άλυτο πρόβλημα δεν είναι οι ξένοι στην πατρίδα μας. Είναι οι ντόπιοι, όταν είναι αποξενωμένοι από το Χριστό.

 

Είμαστε ως Χώρα, σε οριακό ιστορικό σημείο. Νέος από αριστοκρατική οικογένεια, αλλά άσωτος και μωρός, περιφρονούσε τον συνομιλητή του Κλεάνθη για την άσημη καταγωγή του. Ο μετέπειτα φιλόσοφος του απάντησε: «νεαρέ, μ’ εμένα θα αρχίσει η δόξα της γεννιάς μου, μ’ εσένα θα τελειώσει».

 

Οι Έλληνες έχουμε αρχοντική πολιτιστική καταγωγή, έχουμε και πλούσια χριστιανική ευαγγελική αγωγή. Αυτά είναι μόνο ευθύνη, τίποτε άλλο. Ας μην ψάχνουμε φίλους, κανείς δεν μας χρωστάει. Ας μην σκιαμαχούμε με εχθρούς, κανείς δεν έχει λόγο να μας βλάψει. Ας μην μονομαχούμε με πολιτιστικά, κοινωνικά, πνευματικά κατωτέρους μας κι ας προσφέρουμε την φιλοξενία μας και στους εχθρούς μας, όπως το δένδρο δεν αρνείται τη σκιά του στον ξυλοκόπο.

 

Αρκεί όλους, φίλους και μη, να τους προσκαλούμε σε μια ανώτερη πολιτιστική βιοτή και τότε θα υποβάλλονται σ’ αυτήν.

 

Το ερώτημα είναι· την έχουμε;

 

Ο Δημήτριος ο Πολιορκητής, όταν στα 306 κατέλαβε τα Μέγαρα, έδωσε εντολή στους στρατιώτες του να μην θίξουν σε τίποτε τον σοφό Στίλπωνα. Όταν τον συνάντησε, τον ρώτησε με ενδιαφέρον, μη τυχόν κάποιος στρατιώτης λεηλάτησε τα πράγματά του. Και ο σοφός απάντησε: «οὐδένα εἶδον τἀμὰ φέροντα. Ἔχομεν τι τοιοῦτον ἐν ἑαυτοῖς, οἷον κ’ οὔτε φέροιεν Ἀχαιοί, οὔτ’ ἂν ἄγοιεν· πόλεμος γὰρ οὐ λαφυραγωγεῖ ἀρετήν».

 

Ξαναρωτώ: την έχουμε; Μπορούμε να την επανακτήσουμε; Αυτό, νομίζω, είναι το ερώτημα, που όσο κι αν πονάει, οφείλουμε να το απαντήσουμε.

TOP NEWS