Η εισβολή στην Ουκρανία πέραν των γεωπολιτικών, έφερε μεγάλες αναταράξεις στις ορθόδοξες Εκκλησίες, σφυρηλάτησε συμμαχίες ενώ προκάλεσε ανυπέρβλητες κρίσεις στις σχέσεις Μόσχας – Φαναρίου.
Δέκα έξι μήνες μετά τη ρωσική εισβολή, η κατάσταση οξύνεται καθημερινά στους κόλπους των Εκκλησιών, με δηλώσεις εκατέρωθεν.
Όλα ξεκίνησαν στις 24 Φεβρουαρίου του 2022 αμέσως μετά τη ρωσική εισβολή, όταν ο Πατριάρχης Κύριλλος υπεραμύνθηκε των επιλογών του Πούτιν. Είχε πει τότε: “Ο Φιλεύσπλαχνος Κύριος θα κρατήσει όρθια τα ρωσικά, ουκρανικά και άλλα έθνη που είναι πνευματικά ενωμένα από την Εκκλησία μας”, προτρέποντας όλους να προσευχηθούν για την ειρήνη.
Στις αρχές Μαρτίου, ο Κύριλλος συνέταξε ειδική προσευχή για την ειρήνη την οποία έστειλε σε όλες τις μητροπόλεις με την εντολή να διαβάζεται στους ναούς. Η προσευχή έκανε λόγο για “πνεύμα αδελφικής αγάπης και ειρήνης” και προέτρεπε σε αποκλεισμούς: “Απαγορεύστε τις ξένες γλώσσες των εθνών που διεξάγουν συνωμοσίες εναντίον της Αγίας Ρωσίας και ανατρέψτε τα σχέδιά τους”.
Λίγες μέρες αργότερα, ο Μόσχας υποστήριξε τη θέση του Κρεμλίνου για τα γεγονότα στην Ουκρανία, αποδίδοντας τις συγκρούσεις στο Ντονμπάς στην αντίσταση της ανατολικής Ουκρανίας στις παρελάσεις υπερηφάνειας των ομοφυλοφίλων που πραγματοποιούνται εκεί.
Η φιλορωσική Εκκλησία της Ουκρανίας με τον μητροπολίτη Ονούφριο αντέδρασε και κάλεσε τον Πούτιν να “σταματήσει αμέσως τον αδελφοκτόνο πόλεμο”, εκφράζοντας ιδιαίτερη αγάπη και υποστήριξη προς “τους στρατιώτες μας που υπερασπίζονται τη γη μας”. Την ίδια περίοδο, περισσότεροι από 1000 στη συνέχεια, από τους πλέον διακεκριμένους και έγκυρους ορθόδοξους ιερείς και θεολόγους μελετητές από όλον τον κόσμο, συνυπέγραψαν ένα κείμενο στο οποίο αναφέρεται ότι η ηγεσία της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας έχει αναπτύξει και προωθήσει μια ψευδή διδασκαλία γνωστή ως “Russkii Mir” ή “Ρωσικός Κόσμος”, παρέχοντας στον κ. Πούτιν τη θρησκευτική “λευκή επιταγή” που στηρίζει την αποτρόπαια εισβολή και προσάρτηση των ειρηνικών, δημοκρατικών γειτόνων της Ρωσίας στην Ουκρανία».
Ανάλογη ήταν η αντίδραση ιερέων σε ξένες ενορίες της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, όπως αυτή του Αγίου Νικολάου των Μύρων στο Άμστερνταμ, που δήλωναν ομόφωνα ότι τους ήταν πλέον αδύνατον να ασκούν τη διακονία τους εντός του Πατριαρχείου Μόσχας. Ανακοίνωσαν ότι μετατίθενται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και οι ενορίτες υποστήριξαν την πρόθεση των κληρικών.
Επίσης, οι επικεφαλής της Λιθουανικής, Ρουμανικής, Φινλανδικής και Αλεξανδρινής Ορθόδοξης Εκκλησίας καταδίκαζαν την εισβολή, ζητώντας από τον Κύριλλο να παρέμβει υπέρ της ειρήνης, τερματίζοντας την υπεράσπιση που παρέχει στις «αδελφοκτόνες» πράξεις του Πούτιν.
Δριμύτατη κριτική άσκησε ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίος, ο οποίος καταδίκασε την “επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία, ένα ανεξάρτητο και κυρίαρχο ευρωπαϊκό κράτος, καθώς και τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τη βάναυση βία” κατά των αμάχων.
Ο Αρχιεπίσκοπος Ζήνων της Γεωργιανής Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο οποίος διευθύνει ενορίες στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία, έστειλε επιστολή στον Ουκρανό πρέσβη Vadim Pristayko στην οποία έγραφε: “Ο λαός μας, Γεωργιανοί και Ουκρανοί, γνωρίζει καλά τον πόνο και το αίσθημα αδικίας που προκάλεσε η ρωσική εισβολή. Ελπίζουμε ότι μετά τις εμπειρίες του 2008 με τη Γεωργία και του 2014 με την Ουκρανία, η διεθνής κοινότητα θα κατανοήσει τον κίνδυνο και θα είναι σε θέση να συνεργαστεί με τη Ρωσία, με τις μέγιστες δυνατές διπλωματικές προσπάθειες, για να αποτρέψει την αιματοχυσία αθώων”.
O Μητροπολίτης Ιωάννης Β΄, ο επικεφαλής της Αρχιεπισκοπής των Ορθοδόξων Εκκλησιών της ρωσικής παράδοσης στη Δυτική Ευρώπη (Πατριαρχείο Μόσχας) απηύθυνε έκκληση στον Πατριάρχη Κύριλλο να υψώσει τη φωνή τού επικεφαλής της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας “κατά του τερατώδους και παράλογου πολέμου”.
Ο ιερέας Alexander Shramko, ραδιοφυσικός στην εκπαίδευση, υπηρετεί ως ιερέας από το 1994. Το 2018 τέθηκε σε διαθεσιμότητα επειδή επέκρινε τον Πατριάρχη Μόσχας και πασών των Ρωσιών Κύριλλο, ο οποίος έφτασε στον καθεδρικό ναό του Αγίου Πνεύματος στο Μινσκ της Λευκορωσίας, με φρουρούς ασφαλείας.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο ανεξάρτητο μέσο zerkalo, επισημαίνει ότι “η Ορθόδοξη Εκκλησία γενικά είναι επιρρεπής στην υποτέλεια απέναντι στις αρχές. Πόσο μάλλον στη Ρωσία. Ο πατριάρχης ποτέ δεν διαφώνησε με τη θέση του κράτους. Απλώς δεν ήταν τόσο εμφανές όταν το ζήτημα της επιλογής της θέσης δεν ήταν τόσο οξύ, όταν δεν υπήρχε μια τόσο ριζική και επώδυνη οριοθέτηση. Κατά πολλούς, αυτή η υποτέλεια της εκκλησίας καθορίστηκε τη στιγμή που ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος όχι μόνο τερμάτισε τους διωγμούς αλλά έκανε τον χριστιανισμό κρατική θρησκεία. Τότε άρχισαν οι συμβιβασμοί. Η Εκκλησία έγινε υποτελής του κράτους».