Στην επιστολή-δήλωση αναγράφεται ανάμεσα στα άλλα, πως «εκφράζομε τις προσευχές μας, την συμπόνια μας και την αλληλεγγύη μας στους αποβιώσαντες, στους θρηνούντες και σ’ εκείνους που εξακολουθούν να αγνοούνται».
Στην επιστολή αναφέρεται επίσης πως «ο κόσμος παρακολουθεί με φόβο καθώς τα γεγονότα εκτυλίσσονται. Οι λέξεις δεν μπορούν να περιγράψουν τα συναισθήματά μας καθώς πληροφορούμαστε το πλήρες μέγεθος του ανθρώπινου πόνου συμπεριλαμβανομένων και των οκτακοσίων ανθρώπων που σκοτώθηκαν, των πάνω από δύο χιλιάδων που τραυματίστηκαν και των εκατό και πλέον που απήχθησαν, μέσα σε μία ατμόσφαιρα ακατονόμαστης βαρβαρότητας που ακόμα και νήπια αποκεφαλίστηκαν. Αυτή η φρικαλεότητα θυμίζει τη Βιβλική διήγηση του Βασιλιά Ηρώδη, ο οποίος ήθελε να φονεύει το παιδίον Χριστός αλλά δεν μπορούσε να τον εντοπίσει και έδωσε εντολή να φονευθούν όλα τα αγόρια της Βηθλεέμ ηλικίας δύο ετών και κάτω» (Ματθ. 2:16).
Με τον ίδιο τρόπο ενεργούν και σήμερα οι δυνάμεις του κακού σε βάρος των πιο αθώων και ανυπεράσπιστων. Ωστόσο, όπως και στην εποχή του Ηρώδη δεν θα επιτύχουν. Ενώ οι καρδιές μας είναι πληγωμένες βλέποντας τις ανελέητες επιθέσεις της Χαμάς σε βάρος αθώων, γνωρίζουμε πως καθώς αγωνιζόμαστε για την ειρήνη και είμαστε αφοσιωμένοι στο να παραμείνουμε ειρηνοποιοί αντί για πολεμοκάπηλοι, ο Θεός θα ευλογήσει τις προσπάθειες μας. Ας μην αποκαρδιωνόμαστε, αλλά ας αγωνιζόμαστε όλο και περισσότερο, εν όψει αυτού του κακού, για να διαδώσουμε το φως του αγαπώντος Θεού σ’ έναν κατατεμαχισμένο κόσμο.
Προσευχόμαστε για δικαιοσύνη και εκφράζομε την αγάπη και αλληλεγγύη μας στον αθώο Ισραηλιτικό λαό».