Dogma

Ορθόδοξοι και Καθολικοί επουλώνουν τις πληγές του Σχίσματος

Η 4η, η 5η και η 6η Ιανουαρίου του 1964 καταλαμβάνουν σημαντικές σελίδες στην εκκλησιαστική Ιστορία καθώς εκείνες τις στιγμές μπήκε ο θεμέλιος λίθος για την Άρση των Αναθεμάτων τα οποία διαίρεσαν, το 1054, την Εκκλησία που ίδρυσε ο Χριστός, δίχασαν την Ανατολή με τη Δύση 

Γράφει η Μαρία Αντωνιάδου «Ευχαριστώ, Έλληνες, που φυλάξατε δια μέσου τόσων αιώνων αυτόν τον γλυκύτερο τόπο του κόσμου». Αυτή η ομολογία για την παράδοση των Ελληνορθόδοξων δέσποσε στους λόγους του Πάπα Παύλου Στ΄ στο προσκύνημα που πραγματοποίησε πριν από πενήντα χρόνια στους Αγίους Τόπους.

Η 4η, η 5η και η 6η Ιανουαρίου του 1964 καταλαμβάνουν σημαντικές σελίδες στην εκκλησιαστική Ιστορία καθώς εκείνες τις στιγμές μπήκε ο θεμέλιος λίθος για την Άρση των Αναθεμάτων τα οποία διαίρεσαν, το 1054, την Εκκλησία που ίδρυσε ο Χριστός, δίχασαν την Ανατολή με τη Δύση και είχαν τραγικές συνέπειες με αποκορύφωμα την Δ’ Σταυροφορία το 1204 που οδήγησε στην τελική Άλωση της Μεγάλης Χριστιανικής Αυτοκρατορίας της Ανατολής.

Δύο Προκαθήμενοι: ο διάδοχος του Αποστόλου Πέτρου, Πάπας της Ρώμης Παύλος Στ΄, και ο διάδοχος του Αποστόλου Ανδρέα, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως και Νέας Ρώμης Αθηναγόρας Α΄, αναλαμβάνουν να σηκώσουν στις πλάτες τους το βαρύ φορτίο της Άρσης των Αναθεμάτων, χίλια και πλέον χρόνια μετά τα όσα τραγικά συνέβησαν στον Ναό της Αγίας του Θεού Σοφίας της Κωνσταντινούπολης.

Η συνάντηση στους Αγίους Τόπους

Από το πρωί του Σαββάτου, την Κυριακή και τη Δευτέρα σε ένδειξη τιμής, σεβασμού και μνήμης ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως και Νέας Ρώμης κ.κ. Βαρθολομαίος και ο Πάπας της Ρώμης Φραγκίσκος θα βρεθούν και πάλι στην Ιερουσαλήμ. Όπως και τότε έτσι και τώρα θα συναντηθούν στο Όρος των Ελαιών, εκεί όπου προσευχήθηκε ο Χριστός λίγο πριν από την προδοσία.

Δίπλα τους σε κάθε στιγμή θα βρίσκεται ως «οικοδεσπότης» ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ. Θεόφιλος επί τα ίχνη του Πατριάρχη Βενέδικτου ο οποίος βρισκόταν σε κάθε δύσκολο βήμα κοντά στους Προκαθημένους της Ρώμης και της Νέας Ρώμης.

Οι προετοιμασίες για την επίσκεψη των δύο Προκαθημένων είναι πυρετώδεις, ενώ έχουν ληφθεί και δρακόντεια μέτρα ασφαλείας. Εκατομμύρια χριστιανών στρέφουν τα βλέμματά τους στην Ιερουσαλήμ καθώς εκεί θα πραγματοποιηθεί και η πρώτη επίσημη συνάντηση μεταξύ των Προκαθημένων των Εκκλησιών της Ρώμης και της Κωνσταντινούπολης.

Η Αγία Πόλη έχει κατακλυστεί από χιλιάδες προσκυνητές οι οποίοι έχουν σπεύσει να παρακολουθήσουν το γεγονός ανάμεσά τους Έλληνες, Κύπριοι αλλά και Ελληνοαμερικανοί.

«Πόλεμος» στο Διαδίκτυο

Η συνάντηση του Πάπα με τον Πατριάρχη προκαλεί την αντίδραση συντηρητικών κύκλων στην Ορθόδοξη Εκκλησία και έχει ήδη ξεσπάσει ένας πόλεμος επιχειρημάτων στο Διαδίκτυο. Όμως αυτό δεν δείχνει να προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία στους συνεργάτες των δύο Προκαθημένων οι οποίοι υπενθυμίζουν τις σφοδρές αντιδράσεις που προκάλεσε και η πρώτη συνάντηση του Πατριάρχη Αθηναγόρα με τον Πάπα Παύλο Στ΄.

Χαρακτηριστικά μάλιστα του κλίματος που κυριαρχούσε τότε είναι τα όσα δήλωνε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Β’ (Χατζησταύρου): «Η Ορθόδοξος Εκκλησία της Ελλάδος δεν έλαβαν αρνητικήν θέσιν, ως υπούλως διετυμπανίσθη υπό των κακοπίστων λατινοφρόνων, εις το θέμα της μελέτης προς προσέγγισιν των Εκκλησιών Δύσεως και Ανατολής. Αλλά προ πάσης περί τούτου συζητήσεως, την άτεγκτον τήρησιν της ad hoc κανονικής, ήτοι την λήψιν δεούσης αποφάσεως εν Πανορθοδόξω Συνόδω Επισκόπων, και ουχί την έναρξιν πορείας διά πελωρίων βημάτων, ασπασμών και άλλων φαιδρών εκδηλώσεων προς την Αιωνίαν Πόλιν, καθ’ ην στιγμήν ο αφορισμός του Πατριάρχου Μιχαήλ Κηρουλαρίου και πάσης της Ορθοδόξου Εκκλησίας κείται ακόμη επί της Αγίας Τραπέζης του Ι. Ναού τής του Θεού Σοφίας, αφ’ ης αυτόθι ετοποθετήθη υπό του αζυμίτου καρδιναλίου Αρχιεπισκόπου της Silva Candida Ουβέρτου κατά την ώραν της Θ. Λατρείας της 16ης Ιουλίου 1054, παρουσία μάλιστα του Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου Θ’ του Μονομάχου, ουδέποτε, έκτοτε έως τη σήμερον κανονικώς αρθείς υπό της Εκκλησίας Ρώμης».

Από το Σχίσμα ως τη σημερινή σύγκλιση

1054: Σχίσμα μεταξύ Ανατολής και Δύσης

1276 και 1439: Στη Λυών, στη Φεράρα και στη Φλωρεντία γίνεται προσωρινή αποκατάσταση του Σχίσματος η οποία δεν έγινε αποδεκτή από τον κλήρο και τον λαό.

1439: Συναντώνται ο Πάπας Ρώμης Ευγένιος Δ’ και ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως και Νέας Ρώμης Ιωσήφ Β’

1870: Διεξάγεται η Α’ Βατικανή Σύνοδος και ανακηρύσσεται το αλάθητο του Επισκόπου της Ρώμης.

5 και 6 Ιανουαρίου 1964: Συνάντηση Πάπα Παύλου Στ΄ και Πατριάρχη Αθηναγόρα στους Αγίους Τόπους

7 Δεκεμβρίου 1965: Ταυτόχρονη άρση των Αναθεμάτων σε Κωνσταντινούπολη και Ρώμη

25-26 Ιουλίου 1967: Επίσκεψη Πάπα Παύλου Στ΄ στο Φανάρι και συνάντηση με τον Πατριάρχη Αθηναγόρα. «Μπάστα» φέρονται να φώναζαν οι Καρδινάλιοι που συνόδευαν τον Ποντίφικα όταν ο Παύλος Στ’ χωρίς να επηρεάζεται από τα όσα ορίζει το πρωτόκολλο κατέβαινε γρήγορα τη σκάλα του αεροπλάνου για να ασπαστεί τον Πατριάρχη Αθηναγόρα.

26 Οκτωβρίου 1967: Επίσκεψη Πατριάρχη Αθηναγόρα στην Αγία Έδρα όπου συναντάται με το Πάπα Παύλο Στ΄.

14 Δεκεμβρίου 1975: Έντεκα χρόνια μετά την Άρση των Αναθεμάτων ο Πάπας Παύλος Στ΄ γονατίζει μπροστά στον εκπρόσωπο του Οικουμενικού Πατριάρχη Μητροπολίτη Χαλκηδόνος κυρό Μελίτωνα Χατζή και φιλάει τα πόδια του.

30 Νοεμβρίου 1979: Ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β΄ επισκέπτεται το Φανάρι, συναντάται με τον Πατριάρχη Δημήτριο και εξαγγέλλεται η σύσταση Μεικτής Θεολογικής Επιτροπής για τη διεξαγωγή διαλόγου μεταξύ της Ορθόδοξης και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.

30 Δεκεμβρίου 1987: Ο Πατριάρχης Δημήτριος επισκέπτεται τη Ρώμη και υπογράφει κοινή δήλωση με τον Πάπα Ιωάννη Παύλο Β’.

27-30 Ιουνίου 1995: Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος επισκέπτεται για πρώτη φορά την Αγία Έδρα και συναντάται με τον Πάπα Ιωάννη Παύλο Β’.

24 Ιανουαρίου 2002: Οι Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως και Αντιοχείας μαζί με τον Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας παρίστανται στην Ημέρα Προσευχής για την Ειρήνη που διοργανώνει ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β΄ στην Ασίζη της Ιταλίας.

29 Ιουνίου 2004: Ο Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος πραγματοποιεί την τρίτη του επίσκεψη στο Βατικανό και συνεορτάζουν με τον Ιωάννη Παύλο Β’ τη συμπλήρωση 40 χρόνων από την Άρση των Αναθεμάτων.

27 Νοεμβρίου 2004: Ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’ επιστρέφει στον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο τα λείψανα των Αγίων Γρηγορίου του Θεολόγου και Ιωάννη του Χρυσοστόμου που εκλάπησαν από την Κωνσταντινούπολη από τους Σταυροφόρους κατά τη διάρκεια της Δ’ Σταυροφορίας.

30 Νοεμβρίου 2006: Επίσκεψη του Πάπα Βενεδίκτου ΙΣτ’ στο Φανάρι και συνάντηση με τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο. Η στιγμή που Πάπας και Πατριάρχης με υψωμένα και ενωμένα τα χέρια ευλογούν τους πιστούς κάνει δια μέσου του φωταγραφικού φακού τον γύρο της Οικουμένης.

Τέλη Ιουνίου 2008: Ο Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος επισκέπτεται το Βατικανό για τον εορτασμό του έτους του Αποστόλου Παύλου.

18 Οκτωβρίου 2008: Έπειτα από πρόσκληση του Πάπα Βενεδίκτου ΙΣτ’ ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος πραγματοποιεί ομιλία στη ΙΒ’ Τακτική Σύνοδο των ανά τον κόσμο Ρωμαιοκαθολικών Επισκόπων.

18 Μαρτίου 2013: Ο Οικουμενικός Πατριάρχης συναντάται ανεπίσημα με τον νέο Ποντίφικα Φραγκίσκο μερικά 24ωρα μετά την εκλογή του.

Η Άρση των Αναθεμάτων

Στις 7 Δεκεμβρίου 1965 ο Καρδινάλιος Αυγουστίνος Μπέα, πρόεδρος της Γραμματείας για την Ενότητα των Χριστιανών, παρουσιάζει ενώπιον όλων των μελών της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας στη διάρκεια της Β’ Βατικανής Συνόδου την Παπική Βούλα «Ambulate in dilectione» του Παύλου Στ’ για την Άρση των Αναθεμάτων. Ακολουθεί το πλήρες κείμενο (Τόμος Αγάπης: VATCAN – PHANAR)

Το Συνοδικό Διάταγμα του 1054

Το Συνοδικό Διάταγμα που φέρει τις υπογραφές του Πατριάρχη Μιχαήλ Κηρουλάριου και των μελών της Αγίας και Ιεράς Συνόδου το 1054 με το οποίο προτάσσονται:

Οι διαφορές μεταξύ της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης και της Ρώμης.

Τα όσα τραγικά διεξήχθησαν στον Ναό της Αγίας Σοφίας το Σάββατο 16 Ιουλίου 1054 όταν ο Καρδινάλιος Ουβέρτος συνοδευόμενος από τρεις παπικούς απεσταλμένους, παρά το γεγονός ότι ο Πάπας Λέων έχει πεθάνει στις 13 Απριλίου, κατέθεσε στην Αγία Τράπεζα μία βούλα που περιείχε τον αφορισμό του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μιχαήλ Κηρουλάριου ενώπιον του αυτοκράτορα και του λαού που εκκλησιαζόταν.

Οι κατηγορίες που απευθύνουν στην Κωνσταντινούπολη είναι ότι «χειροτονούσιν ευνούχους, αναβαπτίζουσι τους λατίνους, θεωρούσιν έγκυρα μυστήρια μόνον τα ιδικά των, επιτρέπουσι γάμον εις κληρικούς, απέκοψαν το Filioque εκ του συμβόλου της Πίστεως, παν εν ζυμώσει θεωρούσιν έμψυχον, δεν βαφτίζουσι τα θνήσκοντα νήπια προ του καθαρμού της ογδόης ημέρας, δεν δίδουσι το βάπτισμα και την Θείαν Ευχαριστίαν εις κινδυνευούσας γυναίκας εν εμμήνω ή τοκετώ, τρέφουσι κόμην και γένεια και δεν δέχονται εις κοινωνίαν τους ταναντία πράττοντας κληρικούς.

Ο Μιχαήλ ο Κηρουλάριος, νουθετηθείς υπό του Πάπα, εδείχθη αδιόρθωτος, ύβρισε τους λατίνους ως αζυμίτας, παντού λόγω και έργω κατεδίωξεν αυτούς εν τοις υιοίς αυτού ανεθεμάτισε την αποστολικήν έδραν» («Εκκλησιαστική Ιστορία» Βασίλειου Στεφανίδη).

Ακόμη το Συνοδικό Διάταγμα περιγράφει και τις αποφάσεις της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης μετά τα γεγονότα η οποία αφόρισε το κείμενο της Ρώμης καίτοι θα μπορούσε να επικαλεστεί αντικανονικότητα αφού ο Πάπας Λέων δεν βρισκόταν στη ζωή όταν έγινε η κατάθεση του κειμένου στην Αγία Τράπεζα.

Αντίστοιχη ήταν και η στάση των τότε Πατριαρχών Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων.

ΠΗΓΗ: ΤΟ ΒΗΜΑ