Dogma

Τα άγνωστα πάθη του Αρχιεπισκόπου Αναστάσιου στην Αλβανία

Κατέφθασε στα Τίρανα το καλοκαίρι του 1991, σε ηλικία 62 ετών και του χορηγήθηκε η Αλβανική υπηκοότητα μόλις τον Δεκέμβριο 2017. Δυο φορές η ζωή του βρέθηκε σε κίνδυνο, όχι από επιδημίες ή χολέρα που είχε πλήξει την γειτονική χώρα αλλά από σφαίρες.

Ειδικά στα πέτρινα χρόνια της πρώτης δεκαετίας της θητείας του, ο Σαλί Μπερίσα καθιστούσε όμηρο τον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο, δεν του ανανέωνε καν τη βίζα παραμονής και τον απειλούσε μόνιμα με απέλαση, προσπαθώντας ως πολιτικός ηγέτης να ισορροπήσει ανάμεσα σ’ ένα αθεϊστικό καθεστώς που από το 1945 για «θεό» του είχε τον Ενβέρ Χότζα.

«Διώκτης» του ο γιατρός του Χότζα
Και ο Μπερίσα ως γιατρός ήταν και ο καρδιολόγος του Χότζα. Είχε ήδη διαφανεί πάντως πως ο πρώτος εκλεγμένος πρόεδρος προτιμούσε φανερά τις θρησκευτικές επιρροές της Τουρκίας αλλά πάνω απ’ όλα τον καλοδεχούμενο ερχομό του ακραιφνούς φανατικού ισλαμισμού των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, που σκόρπιζε από τότε πετροδόλαρα για να κάνει τζαμιά και να σπουδάσει φτωχά Αλβανόπουλα. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Οσάμα Μπιν Λάντεν, είχε σπεύσει από τότε στα Τίρανα ενώ ο Μπερίσα τον υποδεχόταν ως «σωτήρα» επενδυτή.

Κινηματογραφικό έργο η ιεραποστολική ζωή του
Σήμερα η ζωή του αρχιεπισκόπου Αναστάσιου, πέρασε πολλές φορές μέσα απ’ το μυαλό του σαν κινηματογραφική ταινία από το κρεβάτι της ΜΕΘ του «Ευαγγελισμού», αφού η εικόνα του να μεταφέρεται σε ειδική «κάψουλα» έχοντας προσβληθεί από Covid-19, δεν είναι ότι τον τρόμαξε αλλά τον προετοίμασε για τα χειρότερα. Αλλά ευτυχώς η περιπέτειά του, τούτη τη φορά όπως διαπιστώνουν οι θεράποντες ιατροί, θα έχει πολύ σύντομα αίσιο τέλος για τον 91χρονο προκαθήμενο της ορθόδοξης εκκλησίας της Αλβανίας.

Η βίαιη απέλαση του αρχιμανδρίτη Χρυσόστομου Μαϊδώνη
Η παρουσία του ιεροκήρυκα της ορθοδοξίας αντιμετωπίστηκε στην Αλβανία από τον Μπερίσα με μεγάλη καχυποψία και διωγμούς με δραματικό παρασκήνιο, όπως η βίαιη απέλαση του αρχιμανδρίτη  Αργυροκάστρου Χρυσόστομου Μαϊδώνη. Ήταν η περίοδος που στην πόλη είχε τοποθετηθεί χότζας προερχόμενος από τα Σκόπια, ο οποίος επιδίωκε να καλλιεργήσει ακραίες ισλαμικές τάσεις και νοοτροπία ξένη προς την τοπική μουσουλμανική κοινότητα. Παρότρυνε τους Αλβανούς μουσουλμάνους, ανεξαρτήτως φύλου, που ήταν παντρεμένοι με ορθοδόξους, να πάρουν διαζύγιο. Έτσι στις 24 Ιουνίου του 1993, η αστυνομία του Αργυροκάστρου αξίωσε από τον Μαϊδώνη να εγκαταλείψει την ίδια κιόλας ημέρα την Αλβανία, με το πρόσχημα ότι δεν είχε άδεια παραμονής. Εκείνος αρνήθηκε και μόλις έπεσε η νύχτα η αστυνομία έθεσε υπό φρούρηση το σπίτι όπου έμενε και τον απέλασε βίαια το επόμενο πρωί. Είναι καταγεγραμμένες οι εικόνες με άνδρες της Σιγκουρίμι (μυστικής αστυνομίας) να τραβούν και να απειλούν ακόμη και τον Αναστάσιο που εκείνες τις ημέρες έκανε περιοδεία στο νότο και χρησιμοποιούσε ως κατάλυμα το σπίτι του αρχιμανδρίτη.

«Ελληνικό δάκτυλο» έβλεπε μια ζωή ο Μπερίσα
Ο Αναστάσιος εξελέγη αρχιεπίσκοπος στις 24 Ιουνίου 1992, από την Ιερά Σύνοδο του Ορθόδοξου Οικουμενικού Πατριαρχείου. Το γεγονός ότι η πατριαρχική σύνοδος εξέλεξε και τρεις Έλληνες μητροπολίτες, τον Αργυροκάστρου Αλέξανδρο, τον Κορυτσάς Χριστόδουλο και τον Μπερατίου Ιγνάτιο, έκανε έξαλλο τον Μπερίσα που διέκρινε «δάκτυλο» της Αθήνας. Ο διορισμός τους πάγωσε μέχρι το 1997 που έπεσε ο Μπερίσα με το σκάνδαλο με τις παρατράπεζες.

«Να φύγει ο Μαύρος κόρακας»
Επακολούθησε η δίκη  των πέντε στελεχών της ομογενειακής οργάνωσης Ομόνοια (Αύγουστος 1994) που καταδικάστηκαν ότι σχεδίαζαν «απόσχιση» με ένοπλη εξέγερση στη βόρεια Ήπειρο. Τότε ο Αλβανός πρόεδρος αποπειράθηκε να ξαναδιώξει τον Αναστάσιο, προωθώντας σχέδιο συντάγματος, που επρόκειτο να τεθεί προς έγκριση στο τέλος του ’94 και στο οποίο περιλαμβανόταν παράγραφος κατά την οποία «οι αρχηγοί των μεγάλων θρησκευτικών κοινοτήτων έπρεπε να είναι Αλβανοί υπήκοοι γεννημένοι στην Αλβανία και με μόνιμη διαμονή σ’ αυτήν τα τελευταία είκοσι έτη». Άρα αν αυτό περνούσε από τη Βουλή ο Αναστάσιος θα έπρεπε αυτομάτως και ως μη έχοντας ανανεωθεί η βίζα του, να εγκαταλείψει τη χώρα. Υπήρξε διεθνής κατακραυγή και ο Μπερίσα υποχρεώθηκε σε δημοψήφισμα. Οι δρόμοι γύρω από την αρχιεπισκοπή όμως είχαν γεμίσει με συνθήματα όπως “έξω ο μαύρος κόρακας” κ.ά., ενώ τις νύχτες άγνωστοι πυροβολούσαν μέσα από διερχόμενα αυτοκίνητα με καλάσνικοφ, γαζώνοντας το κτίριο της αρχιεπισκοπής.

Του την είχαν στημένη
Μια κρύα νύχτα η αμερικανική πρεσβεία στα Τίρανα, προειδοποίησε τον Αναστάσιο να αποφύγει να κοιμηθεί εκείνη τη νύχτα στο σπίτι του. Όπως και έγινε: Ο αρχιεπίσκοπος ξημέρωσε στην ελληνική πρεσβεία, στο σπίτι του πρέσβη. Το αποτέλεσμα υπήρξε ευτυχώς κόλαφος για τον Μπερίσα. Οι Αλβανοί απέρριψαν με ποσοστό 54% το δημοψήφισμα και η συμβολή των ορθοδόξων υπήρξε καταλυτική στη διαμόρφωση ισχυρού ρεύματος εναντίον της συνταγματικής επιλογής του καθεστώτος. Ο Αναστάσιος παρέμεινε και εδραιώθηκε στην Αλβανία και ανόρθωσε την ορθόδοξη εκκλησία.

Οι «πυραμίδες» και ο ελεύθερος σκοπευτής
Η επόμενη συνάντηση του ιεράρχη με τις σφαίρες ήταν το 1997, προ της πτώσης Μπερίσα για το σκάνδαλο με τις πυραμίδες. Το παράθυρο με το διπλό τζάμι ανέκοψε την πορεία της σφαίρας που κατευθυνόταν σε αυτόν. Η σφαίρα εκτοξεύτηκε από ελεύθερο σκοπευτή στο γραφείο του στην αρχιεπισκοπή και με τον ίδιο να ομολογεί για πολλά χρόνια μετά στους συνομιλητές του πως: «Διατηρώ το παράθυρο, για να μου θυμίζει ότι η ζωή μπορεί να τελειώσει σε ένα δευτερόλεπτο. Δεν πρέπει να χάσουμε ούτε μια μέρα …».

Στο «γυμναστήριο» του Πύρρου Δήμα
Ήρθε στην Αλβανία τον Ιούλιο του 1991 και τα πρώτα χαλάσματα ναού που βρήκε ήταν στο κέντρο των Τιράνων. Είχε μετατραπεί σε γυμναστήριο της άρσης βαρών και εκεί αθλούνταν από μικρό παιδί ο Πύρρος Δήμας. Ο Αναστάσιος βρήκε 1.600 κατεστραμμένες εκκλησίες και μόνο 22 ηλικιωμένους ιερείς εν ζωή, από τους 440 που υπηρετούσαν στην Αλβανία πριν από τον κομμουνισμό του Χότζα.  Η προηγούμενη ιεραποστολική του δράση ήταν στο Ναϊρόμπι της Κένυα, αλλά ο τότε Πατριάρχης Δημήτριος τον κάλεσε να πάει αρχικά ως πατριαρχικός έξαρχος στην Αλβανία. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, γύρω στους 150.000 άνθρωπους έχασαν τη ζωή τους στα ταραγμένα Βαλκάνια.

Ο πόλεμος ήταν για εθνικούς λόγους αλλά οι εγκάθετοι έβαλαν στο βρώμικο παιχνίδι και τις θρησκείες, Ορθόδοξους Χριστιανούς, Ρωμαιοκαθολικούς, και Μουσουλμάνους [Βοσνία, Σερβία κτλ]. Ο Αρχιεπίσκοπος, με το που πάτησε το πόδι του στην Αλβανία, αντιλήφθηκε από την πρώτη στιγμή πως ο ρόλος του δεν ήταν διακοσμιτικός, απλώς να ηγηθεί της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Αλβανία. Το έργο του το απέδειξε.