Το εκλογικό… θαύμα του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Κύπρου-Πώς επικράτησε στις εκλογές του 2006
Το γεγονός δε πως είχε το θάρρος της γνώμης του και ποτέ δεν έκρυψε τα πιστεύω του επί παντώς επιστητού, δημιούργησε φανατικούς υποστηρικτές και ορκισμένους εχθρούς εντός και εκτός της Εκκλησίας. Αυτός ήταν με δυο λόγια ο κατά κόσμον Ηρόδοτος Δημητρίου που γεννήθηκε στις 10 Απριλίου στην Τάλα της Πάφου.
Η πορεία του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου στην ιεροσύνη, δεν ήταν στρωμένη με ροδοπέταλα. Χρειάστηκε ουκ ολίγες φορές να ξεπεράσει τον εαυτό του, να τα βάλει με πολύ μεγαλύτερες δυνάμεις, να αντισταθεί, να ραδιουργήσει και τελικά πάντα να είναι ο ίδιος ο νικητής.
Από τότε που μπήκε για πρώτη φορά δόκιμος στο μοναστήρι του Αγίου Νεοφύτου στην Πάφο, μέχρι την ημέρα που κατάφερε να εκλεγεί Αρχιεπίσκοπος, εργάστηκε σκληρά, όχι μόνο για να φτιάξει το όνομά του, αλλά πολύ περισσότερο για να προσφέρει. Το γεγονός ότι αμφισβητούσε και ποτέ δεν αποδεχόταν αυτό που του σέρβιραν, τον έκανε να ξεχωρίσει. Από τον τρόπο που χειρίστηκε την εκκλησιαστική περιουσία της Πάφου, μέχρι την τεράστια επιτυχία του να φτιάξει δεκάδες εκκλησίες στα χωριά της Επαρχίας του, με πολύ μικρό κόστος, σε αντίθεση με το τι συνέβαινε στο παρελθόν, αλλά και σε άλλες μητροπόλεις, τον έκαναν διαφορετικό.
Το γεγονός δε πως είχε το θάρρος της γνώμης του και ποτέ δεν έκρυψε τα πιστεύω του επί παντώς επιστητού, δημιούργησε φανατικούς υποστηρικτές και ορκισμένους εχθρούς εντός και εκτός της Εκκλησίας. Αυτός ήταν με δυο λόγια ο κατά κόσμον Ηρόδοτος Δημητρίου που γεννήθηκε στις 10 Απριλίου στην Τάλα της Πάφου.
Μητροπολίτης Πάφου ενθρονίστηκε στις 25 Φεβρουαρίου του 1978 ενώ για έξι χρόνια ήταν προεδρεύοντας της Ιεράς Συνόδου, λόγω της ασθένειας του προηγούμενου Αρχιεπισκόπου Χρυσοστομου του Α΄. Ακολούθως μετά την παύση του προκατόχου του, λόγω της μη αναστρέψιμης κατάστασης της υγείας του, ανέλαβε τοποτηρητής και οδήγησε την Εκκλησία της Κύπρου στις αρχιεπισκοπικές εκλογές.
Εκεί ο Χρυσόστομος, ουσιαστικά ξεδίπλωσε τις πολιτικές και διπλωματικές ικανότητες του, καταφέρνοντας το ακατόρθωτο. Κόντρα στα προγνωστικά, κόντρα στη σκληρή για αυτόν πραγματικότητα και κόντρα στη θέληση, ενδεχομένως και της πλειοψηφίας του λαού και του κλήρου, κατάφερε, πότε συμμαχώντας με τον ένα μητροπολίτη και πότε με τον άλλο να εκλεγεί αυτός.
Για να αντιληφθεί κανείς το μέγεθος της επιτυχίας του, θα πρέπει καταρχήν να ξέρει το εκλογικό σύστημα που ήταν σε ισχύ τότε για τις αρχιεπισκοπικές εκλογές, το οποίο διαφέρει από αυτό που θα χρησιμοποιηθεί σήμερα για τη διαδοχή του, λόγω των αλλαγών στον καταστατικό χάρτη της Εκκλησίας.
Οι κανονισμοί των εκλογών του 2006
Σε αδρές γραμμές, οι Αρχιεπισκοπικές εκλογές, χωρίζονταν σε τρία στάδια:
(α) την εκλογή των Ειδικών Αντιπροσώπων,
(β) την εκλογή των ειδικών αντιπροσώπων και
(γ) την εκλογική συνέλευση.
Η εκλογή των ειδικών αντιπροσώπων ουσιαστικά ήταν η εκλογή με μυστική ψηφοφορία των ειδικών αντιπροσώπων κάθε ενορίας με το δικαίωμα ψήφου να το έχουν όλοι οι ορθόδοξοι χριστιανοί, άνω των 18 ετών. Από αυτές τις εκλογές ουσιαστικά εκλέγονταν 400 ειδικοί αντιπρόσωποι στην αρχιεπισκοπική περιφέρεια ενώ η κάθε μητροπολιτική περιφέρεια εξέλεγε 200 αντιπροσώπους.
Το δεύτερο στάδιο ήταν η εκλογή των γενικών αντιπροσώπων. Εκεί οι Ειδικοί Αντιπρόσωποι που είχαν εκλεγεί από το πρώτο στάδιο, εξέλεγαν σε μυστική ψηφοφορία μεταξύ τους τους 100 γενικούς αντιπρόσωπους. Εκ των 100 οι πενήντα εκλέγονταν στην περιφέρεια της Αρχιεπισκοπής εκ των οποίων οι 17 θα έπρεπε να είναι κληρικοί, δέκα στην Πάφο, στην περιφέρεια Κιτίου, δέκα στη περιφέρεια της Κερύνειας, δέκα στην περιφέρειά Λεμεσού, δέκα στη Μόρφου.
Από εκεί και πέρα στο τρίτο στάδιο ήταν η εκλογική συνέλευση η οποία ουσιαστικά αποτελείτο από δύο σώματα. Το σώμα των εξ οφίκιο μελών της που ήταν τα μέλη της Ιεράς Συνόδου, οι ηγούμενοι των μοναστηριών και πέντε κληρικών. Το δεύτερο σώμα ήταν οι κληρικοί και οι λαϊκοί που είχαν εκλεγεί από το δεύτερο στάδιο ως Γενικοί Αντιπρόσωποι.
Μεταξύ των μελών και των δύο σωμάτων πραγματοποιείτο χωριστή ψηφοφορία. Μετά την πρώτη ψηφοφορία εάν κάποιος εκ των υποψηφίων είχε την απόλυτη πλειοψηφία και στα δύο σώματα, τότε εκλεγόταν Αρχιεπίσκοπος. Εάν κανένας δεν είχε την απόλυτη πλειοψηφία και στα δύο σώματα, τότε η ψηφοφορία επαναλαμβανόταν. Εάν και στη δεύτερη ψηφοφορία κανένας δεν είχε την απόλυτη πλειοψηφία και στις δυο κάλπες, τότε οι δύο που είχαν την πλειοψηφία σε ένα εκ των δύο σωμάτων ή γενικότερα οι δύο πρώτοι σε αριθμό ψήφων, προκρίνονταν στην τρίτη και τελική ψηφοφορία.
Τι έγινε στις εκλογές
Στην προκειμένη περίπτωση των Αρχιεπισκοπικών Εκλογών στην πρώτη ψηφοφορία ο Κύκκου Νικηφόρος έλαβε 46 ψήφους έναντι 45 του Λεμεσού Αθανάσιου και εννιά του Πάφου Χρυσόστομου στην κάλπη των 100 Γενικών Αντιπροσώπων.
Στην κάλπη των 31 εξ οφίκιο ο Πάφου έλαβε 12 εκλέκτορες, έναντι 11 του Νικηφόρου και 7 του Λεμεσού, ενώ υπήρξε και ένα λευκό.
Στη δεύτερη ψηφοφορία ο Αθανάσιος έλαβε 48 γενικούς αντιπροσώπους, ο Νικηφόρος 46 και ο Χρυσόστομος έξι. Στην κάλπη των εξ οφίκιο ο Αθανάσιος έλαβε τρεις ψήφους, ο Νικηφόρος 12 και ο Πάφου Χρυσόστομος 16. Αυτό σήμαινε πως στον επόμενο γύρο θα περνούσαν οι δύο που προηγούνταν στις δύο κάλπες, δηλαδή ο Λεμεσού Αθανάσιος στην κάλπη των Γενικών Αντιπροσώπων και ο Πάφου Χρυσόστομος στην κάλπη των εξ οφίκιο.
Ουσιαστικά υπήρξε μια συνεννόηση μεταξύ Λεμεσού και Πάφου, αφού σε σχέση με την πρώτη ψηφοφορία, ο Λεμεσού από τους 45 Γενικούς Αντιπροσώπους, έλαβε άλλες τρεις ψήφους από Γενικούς Αντιπροσώπους που στήριζαν τον Πάφου, ενώ στην κάλπη των εξ οφίκιο, ο Λεμεσού έδωσε στον Πάφου τέσσερις εκλέκτορες, δίδοντας του την πρωτιά.
Κάπου εδώ δηλαδή, ο Χρυσόστομος έχοντας τις λιγότερες ψήφους από τους Γενικούς Αντιπροσώπους, μόλις εννιά στον πρώτο γύρο της ψηφοφορίας, βρέθηκε να αποκλείει τον Κύκκου Νικηφόρο που είχε τις πενταπλάσιες ψήφους.
Εδώ ήταν όμως που χρειαζόταν να περάσει το σχέδιο του στην επόμενη φάση και να αποκλείσει τον Λεμεσού Αθανάσιο.
Η τρίτη ψηφοφορία
Μετά τον αποκλεισμό του από τη διαδικασία, ο Κύκκου Νικηφόρος φανερά εκνευρισμένος για το παιχνίδι που στήθηκε στην πλάτη του, κάλεσε τους εκλέκτορες του να αποχωρήσουν. Ο Πάφου Χρυσόστομος που αντιλήφθηκε τι θα συμβεί, κάλεσε κι αυτός τους δικούς του εκλέκτορες να αποχωρήσουν. Στη συνέχεια έθεσε θέμα απαρτίας και ως τοποτηρητής του Θρόνου, ανακοίνωσε την απόφαση του η τρίτη φάση της διαδικασίας να γίνει σε μεταγενέστερο στάδιο.
Σε αυτή του την απόφαση αντέδρασε ο Λεμεσού, ο οποίος με όπλο το Καταστατικό του υπέδειξε πως η απαρτία ελέγχεται στην αρχή της διαδικασίας και όχι στο μέσον της. Τίποτα όμως δεν ήταν ικανό να αλλάξει την απόφαση του Χρυσόστομου ο οποίος συγκάλεσε Ιερά Σύνοδο, με τον Λεμεσού και τον Κυρηνείας να αοχωρούν εκνευρισμένη, όπου πέρασε την άποψη ότι η διαδικασία θα διακοπεί. Όλα αυτά έγιναν το Σάββατο 4 Νοεμβρίου του 2006. Η συνέχιση της διαδικασίας ορίστηκε για την επομένη, ημέρα Κυριακή.
Το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από τη διακοπή του Σαββάτου, μέχρι το μεσημέρι της Κυριακής, ο Χρυσόστομος δεν άφησε τον χρόνο να πάει χαμένος. Μέσω συνεργατών του, κατέληξε σε μια συμφωνία με τον Κύκκου Νικηφόρο, στον οποίο ουσιαστικά πρόσφερε γη και ύδωρ για να λάβει τη στήριξη των εκλεκτόρων του και του ιδίου προσωπικά. Στους συγκεκριμένους, ευνοϊκότατους όρους, ο Κύκκου Νικηφόρος δεν μπόρεσε να αντισταθεί και έτσι το μεσημέρι της Κυριακής την τρίτη ψηφοφορία, ο Πάφου Χρυσόστομος εξασφάλισε 73 από τους 131 ψήφους των Γενικών Αντιπροσώπων και των εξ οφίκιο έναντι 57 του Λεμεσού Αθανάσιου και εκλέχθηκε Αρχιεπίσκοπος.
Κατάφερε δηλαδή από τους 21 από τους 131 στην πρώτη ψηφοφορία, να εκλεγεί έχοντας στο πλευρό του τους 73. Έτσι, χωρίς να διαθέτει επιτελεία, αναλυτές, θεολόγους και ειδικούς στο πλευρό του, χωρίς να έχει ούτε την ελάχιστη λαϊκή εντολή από το πρώτο και το δεύτερο στάδιο της διαδικασίας, χωρίς να έχει ούτε καν την πλειοψηφία των μελών της Ιεράς Συνόδου, κατάφερε να γίνει Αρχιεπίσκοπος, με μια θητεία που διήρκεσε σχεδόν δεκαέξι χρόνια, αφήνοντας πίσω το στίγμα του, ειδικά σε ότι έχει να κάνει με το οικονομικό επίπεδο και τη διαχείριση της Εκκλησιαστικής Περιουσίας και κατά γενική ομολογία, πολύ λιγότερα σε ότι έχει να κάνει με το θρησκευτικό και το θεολογικό κομμάτι.
Πηγή: https://www.reporter.com.cy/