Το όριο της λαϊκής βούλησης και το κλειστό κλαμπ που παίρνει αποφάσεις
Είναι ορατό το ενδεχόμενο το κλειστό κλαμπ που θα αναδείξει τελικά Αρχιεπίσκοπο, να επιλέξει, για τους δικούς του λόγους, να αγνοήσει τη λαϊκή βούληση και εντός της Ιεράς Συνόδου η κατάταξη να αναποδογυριστεί και να βρεθεί ο τρίτος πρώτος.
Είναι σαφές πως δεν πρόκειται να προσέλθουν όλοι όσοι έχουν δικαίωμα ψήφου να το ασκήσουν στις 18 Δεκεμβρίου. Αν και το ενδιαφέρον για τις Αρχιεπισκοπικές Εκλογές είναι ψηλό, δεν αναμένεται να μεταφραστεί σε προσέλευση, καθώς πολύς κόσμος που παρακολουθεί τις διεργασίες το κάνει για άλλους λόγους κι όχι επειδή έχει οποιαδήποτε πρόθεση να συμμετέχει στη διαδικασία. Αυτοί που σκοπεύουν να ψηφίσουν, όμως, θεωρούν τον εαυτό τους ενεργό μέλος της Εκκλησίας της Κύπρου και έχουν ισχυρή άποψη για το ποιος (δεν λέμε ποια, μιας και οι γυναίκες αποκλείονται) πρέπει να ηγείται το μεγαλύτερου θρησκευτικού θεσμού του τόπου.
Στην πραγματικότητα, όμως, ο ρόλος όλων αυτών των χιλιάδων ψηφοφόρων που θα προσέλθουν είναι να κάνουν ένα «κοσκίνισμα» των υποψηφιοτήτων για να τις περιορίσουν σε τρεις, μεταξύ των οποίων θα αποφασίσουν τα μέλη της Ιεράς Συνόδου ποιος είναι ο καταλληλότερος για Αρχιεπίσκοπος. Η λαϊκή ψήφος στην ουσία θα λειτουργήσει συμβουλευτικά για τους υψηλόβαθμους ιεράρχες, οι οποίοι αν θέλουν θα ακολουθήσουν τη συμβουλή των πιστών. Το γεγονός πως η μεγαλύτερη συζήτηση γύρω από τις Αρχιεπισκοπικές είναι πώς θα λειτουργήσει το κάθε μέλος της Ιεράς Συνόδου, με ποια στρατηγική θα κινηθεί και ποιες ανατροπές μπορούν να προκύψουν, στέλνει ανάμεικτα μηνύματα αναφορικά με τον βαθμό που προτίθενται να υιοθετήσουν την άποψη του λαού.
Είναι ορατό το ενδεχόμενο το κλειστό κλαμπ που θα αναδείξει τελικά Αρχιεπίσκοπο, να επιλέξει, για τους δικούς του λόγους, να αγνοήσει τη λαϊκή βούληση και εντός της Ιεράς Συνόδου η κατάταξη να αναποδογυριστεί και να βρεθεί ο τρίτος πρώτος. Είναι, άλλωστε, ξεκάθαρο πως οι υψηλόβαθμοι κληρικοί είναι και οι άμεσα ενδιαφερόμενοι, καθώς έξι από τους δεκαέξι είναι υποψήφιοι, γεγονός που σημαίνει ότι επηρεάζονται σε προσωπικό επίπεδο από το αποτέλεσμα.
Ίσως τα μέλη της Ιεράς Συνόδου να θεωρούν ότι μπορούν να κρίνουν πολύ καλύτερα από τον λαό ποιος είναι κατάλληλος να ηγηθεί της Εκκλησίας της Κύπρου διά βίου. Το ερώτημα είναι, αν έχουν αυτή την άποψη, γιατί ζητούν την γνώμη του για το πρώτο στάδιο της διαδικασίας, παρόλο που είναι στα υπέρ τους ότι η Εκκλησία της Κύπρου είναι από τις λίγες που έχουν διαδικασίες που αναμειγνύουν σε κάποιο βαθμό τον λαό.
Προφανώς υπάρχουν διάφορα εκλογικά συστήματα στον κόσμο, αναλόγως και του πολιτεύματος και της δημοκρατικής παράδοσης, καθώς και των διάφορων ιστορικών, γεωγραφικών και πολιτισμικών ιδιομορφιών. Για παράδειγμα στις ΗΠΑ υπάρχει το σύστημα των εκλεκτόρων στις Προεδρικές Εκλογές αλλά ταυτόχρονα υπάρχει απευθείας ψηφοφορία για αξιώματα που ούτε πάει ο νους μας. Στα συστήματα με Πρωθυπουργό ο λαός εκλέγει το κόμμα, γνωρίζοντας ότι ο αρχηγός του θα ηγείται της Κυβέρνησης και η Βουλή εκλέγει τον Πρόεδρο, ο οποίος όμως στις περισσότερες περιπτώσεις έχει τελετουργικό ρόλο.
Στην Κύπρο, όμως, είμαστε συνηθισμένοι σε όλες τις διαδικασίες της πολιτείας η εκλογή να γίνεται απευθείας από τον λαό και, όπου ισχύει, με απλή αναλογική. Γι’ αυτό και ξενίζει η τοποθέτηση ορίων στην έκφραση της λαϊκής βούλησης που υπάρχει στις εκκλησιαστικές εκλογές, καθώς ο ρόλος των ψηφοφόρων ολοκληρώνεται στην πρώτη φάση της διαδικασίας. Παρόλο που η μη απευθείας εκλογή δεν είναι πρωτοφανής, δεν είναι συμβατή με την εκλογική κουλτούρα της χώρας.
Ως αποτέλεσμα αυτής της ιδιομορφίας και λόγω και της χρονικής συγκυρίας, οι ίδιοι πολίτες (ή πιο σωστά μεγάλο μέρος αυτών) που θεωρούνται ικανοί στις 5 Φεβρουαρίου να κρίνουν ποιος θα πρέπει να ηγείται για την επόμενη πενταετία ολόκληρου του κράτους, δεν θεωρούνται ικανοί, δυο μήνες πριν, να λάβουν την τελική απόφαση για το ποιος θα ηγείται της Εκκλησίας. Μπορεί ο Αρχιεπίσκοπος να κατέχει μια εξαιρετικά σημαντική θεσμική θέση, αλλά δεν είναι πιο σημαντικός από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, για τον οποίο υπερισχύει η δημοκρατική βούληση των πολιτών.
Δεν είναι, βεβαίως, απαραίτητο ότι η Ιερά Σύνοδος θα ανατρέψει ή θα αγνοήσει την έκφραση της λαϊκής βούλησης. Υπάρχει, όμως, ως φόβος και το σύστημα το επιτρέπει. Και ενόσω οι ιεράρχες επιμένουν να εκφράζουν άποψη στα της πολιτείας, ακόμη και σε ζητήματα που πολλοί θεωρούν ότι δεν τους πέφτει κανένας λόγος, ενδεχομένως θα έπρεπε να αισθάνονται και την ανάγκη να έχουν με το μέρος τους πρωτίστως τον λαό κι όχι τους συναδέλφους τους.
Πηγή: https://www.reporter.com.cy/