Στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου Βεροίας τελέστηκε, το βράδυ της Κυριακής 19 Δεκεμβρίου, η καθιερωμένη Αρχιερατική Ιερά Αγρυπνία με την ευκαιρία της εορτής του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου.
Στην Ιερά Αγρυπνία προεξήρχε και κήρυξε τον θείο λόγο ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων.
Κατά τη διάρκεια της Ιεράς Αγρυπνίας τέθηκε σε προσκύνηση η τιμία κάρα του Αγίου Ιγνατίου που φυλάσσεται ως πολύτιμος θησαυρός στην Ιερά Μητρόπολη Βεροίας.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Ξένον μαρτυρίου στάδιον ἱερῶς ἀνύσας, ξένην παρά πάντας τούς προηθληκότας ἀνδρείαν ἐπεδείξω».
Ἑορτάζει ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία τή μνήμη ἑνός ἀπό τούς παλαιοτέρους ἱεράρχες καί μάρτυρές της, ἑνός μαθητοῦ τῶν ἁγίων ἀποστόλων, τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου, ἐπισκόπου Ἀντιοχείας. Καί τήν ἑορτάζουμε ἰδιαιτέρως στήν Ἱερά Μητρόπολή μας, καθώς ἔχουμε τή μεγάλη εὐλογία νά κατέχουμε ὡς ἀνεκτίμητο πνευματικό κειμήλιο τή σεπτή καί χαριτόβρυτη κάρα του.
Ἐπίσκοπος στή μεγαλούπολη τῆς Ἀντιοχείας, ἐκεῖ ὅπου ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἀριθμοῦσε ἀπό τά πρῶτα χρόνια ἀρκετά μέλη, ἦταν ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος. Δέν ἐπαναπαύθηκε ὅμως σέ αὐτά, ἀλλά μέ ζῆλο καί παρρησία, μέ πόθο καί ἀγάπη γιά τόν Χριστό δίδασκε τό εὐαγγέλιό του καί καλοῦσε τούς ἀνθρώπους στήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ ἀγάπη του γιά τό ποίμνιό του ἦταν τόσο μεγάλη, ὥστε τίποτε δέν θά μποροῦσε νά τόν χωρίσει ἀπό αὐτό, μόνο ὁ διωγμός, τόν ὁποῖο κήρυξε ὁ αὐτοκράτορας Τραϊανός ἐναντίον τῶν χριστιανῶν, τό ἐπέτυχε. Ὁ ζηλωτής ἐπίσκοπος βρέθηκε στό στόχαστρο τῶν διωκτῶν τοῦ Χριστοῦ ἐξαιτίας τῆς φήμης καί τῆς δράσεώς του καί ἀποφασίσθηκε νά μεταφερθεῖ στή Ρώμη γιά νά ἀπολογηθεῖ ἐνώπιον τοῦ αὐτοκράτορος. Ἔτσι ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος πῆρε τόν δρόμο τοῦ μαρτυρίου.
Τό μαρτύριό του ὅμως δέν ἦταν συνηθισμένο. «Ξένον μαρτυρίου στάδιον ἱερῶς ἀνύσας», σημειώνει ὁ ἱερός ὑμνογράφος. Δέν ἀποκεφαλίσθηκε, ἀλλά ρίχθηκε ὡς βορά τῶν ἀγρίων θηρίων. Ἦταν μαρτύριο τρομακτικό καί πολυώδυνο, σέ τέτοιο βαθμό πού δέν μπορεῖ νά τό συλλάβει ὁ ἀνθρώπινος νοῦς.
Ὅμως ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος δέν δειλίασε καί δέν φοβήθηκε ἐνώπιον τῶν θηρίων. Ἔδειξε πρωτοφανές καί ἀσυνήθιστο θάρρος καί ξεπέρασε ὅλους τούς πρό αὐτοῦ μάρτυρες στήν ἀνδρεία καί τήν καρτερία μέ τήν ὁποία τό ἀντιμετώπισε.
Ἀπό ποῦ ὅμως ἀντλοῦσε αὐτή τή δύναμη ἕνας ἀνίσχυρος ἄνθρωπος γιά νά ἀντιμετωπίσει τά ἀνήμερα θηρία; Καί μάλιστα, ὅταν πολλοί προσπαθοῦσαν νά τόν βοηθήσουν, ἐκεῖνος παρακάλεσε νά τόν ἀφήσουν, γιά νά συναντήσει νωρίτερα τόν Κύριό του.
Τήν ἀπάντηση μᾶς τήν δίδει ὁ ἱερός ὑμνογράφος. Ἦταν ὁ πόθος τοῦ Χριστοῦ, μᾶς λέγει, πού ἔφλεγε σάν φωτιά τήν ψυχή του. «Τῷ πόθῳ πυρούμενος τοῦ ἀνενδότου ἐραστοῦ, ὅστις ὡς πῦρ τήν σήν ἀνῆπτε ψυχήν». Ἦταν ἡ ἀγάπη του γιά Ἐκεῖνον πού ἔγινε ἄνθρωπος γιά τή σωτηρία μας, πού θυσιάσθηκε ἐπί τοῦ Σταυροῦ γιά νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τήν ἁμαρτία.
Καί ἦταν τόσο μεγάλη καί τόσο δυνατή αὐτή ἡ ἀγάπη του πρός τόν Χριστό, ὥστε ἦταν ἀδύνατο νά ἀρνηθεῖ τόν Χριστό, ἦταν ἀδύνατο νά δειλιάσει μπροστά σέ ὁποιοδήποτε μαρτύριο γιά χάρη του. Γι᾽ αὐτό καί ὑπέμεινε αὐτό τό φοβερό καί ἀσύλληπτο μαρτύριο μέ ἀπαράμιλλη γενναιότητα καί τόλμη, καί αἰσθανόταν χαρά, γιατί ἀξιωνόταν νά μαρτυρήσει γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί νά ζήσει αἰώνια μαζί του, ὅπως ἐπιθυμοῦσε.
Αὐτή ἡ ἀγάπη, αὐτός ὁ πόθος γιά τόν Χριστό, πού ὑπερέβαινε ὁποιαδήποτε ἀνθρώπινη ἀγάπη καί ἔφλεγε τήν ψυχή τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου, θά πρέπει νά φλέγει καί τήν ψυχή τοῦ κάθε πιστοῦ καί τήν ψυχή τοῦ καθενός μας. Ἄλλωστε τί λέγει ὁ Κύριος; «Ὁ φιλῶν πατέρα ἤ μητέρα ἤ τέκνα ἤ υἱούς ἤ θυγατέρας ὑπέρ ἐμέ οὐκ ἔστι μου ἄξιος». Ἔτσι γιά τόν ἅγιο Ἰγνάτιο τά πάντα ἦταν σκύβαλα, ἦταν σκουπίδια, γιά νά κερδίσει τόν Χριστό.
Καί μπορεῖ ἐμεῖς νά μήν ἀντιμετωπίζουμε διωγμούς ἤ μαρτύρια, ὅπως ὁ ἑορταζόμενος ἅγιος, ἔχουμε ὅμως ἀνάγκη ἀπό αὐτή τή φλόγα τῆς ἀγάπης γιά τόν Χριστό, ἡ ὁποία, ὅταν πυρπολεῖ τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, κατακαίει τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες, ἐξαφανίζει τόν ἐγωισμό καί τόν ἀτομισμό, ἀποδιώκει τήν κενοδοξία, τή ματαιοδοξία καί τήν αὐταρέσκεια, ἀπομακρύνει τή ραθυμία καί τή νωθρότητα, καί γίνεται ἡ κινητήρια δύναμη γιά νά ἀγωνισθοῦμε μέ περισσότερο ζῆλο, νά προσευχηθοῦμε μέ μεγαλύτερη προθυμία, νά νηστεύσουμε μέ περισσότερη διάθεση, νά ἀποφύγουμε τίς παγίδες τοῦ πονηροῦ μέ μεγαλύτερη εὐκολία.
Καί αὐτή τήν ἀγάπη γιά τόν Χριστό μποροῦμε νά καλλιεργήσουμε καί ἐμεῖς τήν ψυχή μας, μελετώντας τή ζωή καί τόν λόγο του, μετέχοντας στά ἱερά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας καί ἀποφεύγοντας ἐπιδράσεις καί ἐπιρροές πού μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπό τόν Χριστό καί τήν ἀγάπη του, πού ἑλκύουν τό νοῦ καί τήν ψυχή μας σέ πρόσωπα καί πράγματα πού δέν ἔχουν σχέση μέ τόν Χριστό.
Ἄς καλλιεργήσουμε αὐτή τήν ἀγάπη πρός τόν Χριστό, προσφέροντας τήν ἀγάπη μας καί πρός τούς ἀδελφούς μας, ἰδιαιτέρως αὐτές τίς ἑόρτες ἡμέρες, καί ἄς μήν διστάσουμε νά κάνουμε καί μία μικρή θυσία, ὅποια ὁ καθένας μας νομίζει, γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ, μιμούμενοι ἔστω καί κατ᾽ ἐλάχιστο, τόν ἅγιο Ἰγνάτιο τόν Θεοφόρο τόν ὁποῖο τιμοῦμε σήμερα.
Ἔτσι θά πλησιάσουμε καί ἐμεῖς περισσότερο τόν Χριστό καί θά μπορέσουμε νά αἰσθανθοῦμε καί νά ζήσουμε τή γέννησή του ὄχι σάν μία συνηθισμένη ἑορτή, ἀλλά σάν μία εὐκαιρία νά τόν ὑποδεχθοῦμε στήν ψυχή μας γιά νά μᾶς ἀναγεννήσει καί νά μᾶς σώσει.
Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὀνομάζεται Θεοφόρος, γιατί ἦταν, ὅπως ἀκούσαμε καί στό Εὐαγγέλιο, ἐκεῖνο τό μικρό παιδί τό ὁποῖο κράτησε ὁ Χριστός στά χέρια του καί εἶπε, ἄν δέν γίνετε σάν τά παιδία, δέν θά εἰσέλθετε στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ἔτσι, λοιπόν, καί ἐμεῖς ἄς γίνουμε ἁπλοί στήν καρδιά σάν τά παιδιά, καί ἄς γίνουμε καί ἐμεῖς, ὄχι σάν τόν ἅγιο Ἰγνάτιο Θεοφόροι, ἀλλά Χριστοφόροι, γιατί θά ἔχουμε τόν Χριστό μέσα μας, μέ τό Σῶμα του καί τό Αἷμα του πού θά κοινωνοῦμε. Καί θά εἴμαστε καί Χριστοφόροι καί Θεοφόροι, ἄν πράγματι ἀγαπήσουμε τόν Χριστό, ἄν μετέχουμε στό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, ἔτσι ὅπως ζητᾶ ὁ Χριστός, μέ καθαρή τήν καρδιά, ὅπως ἦταν ἡ καρδία τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου, ὁ ὁποῖος ποθοῦσε νά εἶναι τό συντομότερο κοντά στόν Χριστό.
Ἐμεῖς δέν ἔχουμε βέβαια λιοντάρια, ὑπάρχουν ἄλλα λιοντάρια πού μᾶς τρῶνε καί μᾶς καταστρέφουν, εἶναι ὁ ἐγωισμός μας, εἶναι τά πάθη μας, εἶναι ὅλα αὐτά τά ὁποῖα εἶναι χειρότερα θηρία. Ἐκεῖνα τά θηρία τόν ὁδήγησαν στόν Χριστό, ἐμᾶς μᾶς ἀπομακρύνουν. Γι᾽ αὐτό «στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετά φόβου», γιά νά γίνουμε καί ἐμεῖς καί Χριστοφόροι καί Θεοφόροι μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου.