Καισαριανής Δανιήλ: «Εν καινότητι ζωής»
Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ. Δανιήλ
Στην Καινή Διαθήκη περιλαμβάνονται και θαύματα αναστάσεως νεκρών από τόν Κύριο καί από τους Αποστόλους. Τέτοια θαύματα, αναφέρονται πέντε, τρία τελεσθέντα από τόν Κύριό μας καί δύο από τούς μαθητές Του Πέτρο καί Παύλο:
1) Η ανάστασις τού μονογενούς υιού τής χήρας εν Ναΐν (Λουκ. ζ΄ 11-17).
2) Η ανάστασις τής μονογενούς θυγατέρας τού Ιαείρου στήν οικία του, ενώπιον τών γονέων καί τών τριών μαθητών Πέτρου, Ιακώβου και Ιωάννου (Λουκ. η΄ 40-56, κ. α).
3) Η ανάστασις τού Λαζάρου, τόν οποίον ο Κύριος ήγειρεν εκ τού μνημείου, ενώ είχε ταφεί από τεσσάρων ημερών (Ιω. ια΄ 17-45).
4) Στην Ιόππη ο Απόστολος Πέτρος ανιστά τήν Ταβιθά ή Δορκάδα και
5) Στήν Τρωάδα ο Απ. Παύλος επαναφέρει στήν ζωή τόν Εύτυχον, ο οποίος, ακροώμενος ομιλία τού Αποστόλου, που παρατάθηκε, όπως αναφέρουν οι Πράξεις, μέχρι μεσονυκτίου, «κατενεχθείς υπό τού ύπνου έπεσεν από τού τριστέγου κάτω καί ήρθη νεκρός» (Πραξ. κ΄ 8-11). Τα δύο τελευταία θαύματα έγιναν από τους Αποστόλους εν ονόματι τού Κυρίου. Ο Ίδιος άνέφερε ότι είναι ο απεσταλμένος υπό τού Θεού πρός σωτηρία τού κόσμου και κύριος τής ζωής καί τού θανάτου. (βλ. Ιω. ια΄ 25: «εγώ είμι η ανάστασις καί η ζωή» καί στίχ. 42: «ίνα πιστεύσωσιν, ότι συ με απέστειλας».)
Στις διηγήσεις των θαυμάτων αυτών αναφέρονται ο τόπος, ο τρόπος, οι συνθήκαι καί ο χρόνος της τελέσεως με φυσικότητα, απλότητα καί μέ συντομία. Από τους αυτόπτες μάρτυρες δέν αμφέβαλλε κανείς ή δυσπίστησε ως πρός τήν αλήθεια τού θαύματος, αλλά πάντοτε προστίθεται, ότι όλοι εκδήλωναν, όπως ήταν φυσικό, τον φόβο καί τήν έκπληξή τους, δοξάζοντες τόν Θεόν γιά τήν αποστολή στόν λαό ενός τέτοιου προφήτου.
Ο Ιησούς παραπέμπει τούς απεσταλμένους τού Ιωάννου στά θαύματα καί τήν διδασκαλία του, γιά νά πεισθούν, ότι αυτός είναι ο Μεσσίας: «απαγγείλατε Ιωάννη»,-λέγει σ’ αυτούς ο Κύριος-, «α ακούετε καί βλέπετε· τυφλοί αναβλέπουσι καί χωλοί περιπατούσι, λεπροί καθαρίζονται καί κωφοί ακούουσι, νεκροί εγείρονται καί πτωχοί ευαγγελίζονται» (Ματθ. ια΄ 2-6).
Η Ανάστασις τού Κυρίου.
Ο θάνατος και η ανάσταση τού Κυρίου αποτελούν τό θεμέλιο της σωτηρίας τού κόσμου.
Ο Ιησούς Χριστός δέν ενεσαρκώθη γιά νά αποθάνη μόνο υπέρ ημών, αλλά καί γιά νά μάς ενώση μαζί Του καί νά μάς κάμη μετόχους της νίκης του εναντίον καί τής αμαρτίας καί τού θανάτου. Η ανάστασις ιδίως τού Κυρίου είναι η στερεά βάση τής πίστεως σ’ Αυτόν καί τής σωτηρίας μας: «εάν ομολογήσης εν τώ στόματί σου Κύριον Ιησούν καί πιστεύσης εν τή καρδία σου, ότι ο Θεός αυτόν ήγειρεν εκ νεκρών, σωθήση» (Ρωμ. ι΄ 9).
Εάν δέν είχε αναστηθεί ο Κύριος, εμφανίζοντας Εαυτόν, πολλές φορές στούς μαθητές Του, αυτοί δέν θά εξορμούσαν ατρόμητοι στό κήρυγμα της πίστεως στόν Χριστόν, θά ήταν δέ δυσκολώτατο σ’ αυτούς νά πείσουν τόν κόσμον ότι ο από αυτούς κηρυττόμενος Χριστός «ευρίσκεται εν δόξη εν τώ ουρανώ μεσιτεύων παρά τώ Θεώ» γιά όσους τόν πιστεύουν καί ενισχύοντας σε κάθε στιγμή καί περίσταση αυτούς, εάν δέν πρόβαλλαν καί δέν ευηγγελίζονταν καί τό μέγα μήνυμα καί ισχυρότατο επιχείρημα, ότι ανέστη καί είδαν Αυτόν καί συνέφαγαν μετ᾽ Αυτού, που εμφανίσθηκε σ’ αυτούς μετά τήν ανάσταση: «Τούτον ο Θεός» λέγει ο Απ. Πέτρος εις τόν Ρωμαίον αξιωματικόν Κορνήλιον,- «ήγειρε τή τρίτη ημέρα καί έδωκεν αυτόν εμφανή γενέσθαι…ημίν, οίτινες συνεφάγομεν καί συνεπίομεν αυτώ μετά τό αναστήναι αυτόν εκ νεκρών» (Πραξ. ι΄ 41).
Η ανάσταση τού Κυρίου αποτελεί αντάξιο καί ένδοξο επιστέγασμα τής επιγείου αγίας ζωής Του. Άνευ τής αναστάσεως, η χριστιανική θρησκεία θά είχε ταφεί, πολύ νωρίς κατά τήν Μ. Παρασκευήν τό εσπέρας στόν τάφο μαζί μέ τόν Χριστό. Αλλά μετά τρείς ημέρες ανέστη ο Κύριος και μαζί Του καί η Εκκλησία συνανεστήθη, καί έκτοτε ζεί καί δρά στήν ανθρώπινη ιστορία. Η ανάσταση τού Κυρίου σημείωσε τήν ανατολή μιάς νέας (καινής) ζωής γιά τήν ανθρωπότητα, τήν απαρχή τής αναδημιουργίας καί ανακαινίσεως τών πάντων.
Τό γεγονός τής αναστάσεως απετέλεσε τό κέντρο του κηρύγματος καί τής διδασκαλίας των Αποστόλων καί τών πρώτων χριστιανών καί διεδόθηκε μέ παρρησία παρά τάς αντιθέσεις καί τούς χλευασμούς πολλών (Πρβλ. στόν Άρειο Πάγο, βλ. Πραξ. ιζ΄ 32.).
Μέ τήν ανάσταση τού Κυρίου συνέδεαν οι Απόστολοι τήν αναγέννηση τών πιστευόντων, την μεταμόρφωσή τους μετά τό βάπτισμα γεγονός που σήμαινε τήν ταφή τους μετά τού Κυρίου καί τήν μετ᾽ αυτού ανάστασιν «εν καινότητι ζωής»(Α΄ Πετρ. α΄ 3, Ρωμ. στ΄ 4 κ. εξ.).