Μέσα στις δαφνοφόρες Εκκλησιές μας και με πνευματική ευφροσύνη εορτάζουμε την Ένδοξη Ανάστασι του Κυρίου μας, του Λυτρωτού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού. Η Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρείται ως η Εκκλησία της Αναστάσεως, υπό την έννοιαν ότι πιστεύει και κηρύσσει την Ανάστασι του Χριστού και ζει την ζωή της Αναστάσεως.
Ο Κύριός μας με το Σωτήριο Πάθος Του, τον Ζωοποιό Σταυρό και Θάνατό Του, την Εκουσία Ταφή Του και την Τριήμερη Ένδοξη Ανάστασί Του και γενικώς με το Μέγα Μυστήριον της Ενσάρκου Οικονομίας·
α) Συνφιλίωσε τους ανθρώπους μετά του Επουρανίου Θεού και Πατέρα «Κατήργησε δηλαδή τον ιουδαϊκό νόμο των εντολών και των διατάξεων, για να δημιουργήσει με το έργο του από τα δύο εχθρικά μέρη, από τους Ιουδαίους και τους εθνικούς μία νέα ανθρωπότητα, φέρνοντας την ειρήνη. Κι αφού θανάτωσε με το σταυρό του την έχθρα, ένωσε τους δύο πρώην εχθρούς σε ένα σώμα και τους συμφιλίωσε με το Θεό» (Εφεσίους β´, 15-16).
β) Κατέπαυσε την τυρανίδα του διαβόλου «ότι ο άρχων του κόσμου τούτου κέκριται» (Ιωάννου ιστ´, 11) και μας απήλλαξε της πονηράς εξουσίας του (Αποκάλυψη κ´, 20).
γ) Παρέσχε άφεσιν αμαρτιών καθώς «αυτός ιλασμός εστίν περί των αμαρτιών ημών» (1 Ιωάννου β´, 2).
δ) Ανεγέννησε κάθε πιστό εξ ύδατος και Πνεύματος «Ευλογημένος να ’ναι ο Θεός, ο Πατέρας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που από μεγάλη ευσπλαχνία μάς ξαναγέννησε σε μία καινούργια ζωή με την ανάσταση του Ιησού Χριστού. Έτσι τώρα μπορείτε να ελπίζετε πραγματικά σε μία κληρονομιά φυλαγμένη για σας στους ουρανούς, που δε φθείρεται, δεν έχει τίποτα το βέβηλο και δε μαραίνεται ποτέ» (1 Πέτρου α´, 3-4).
ε) Ανεκαίνισε την παλαιωθείσα και φθαρείσα από την αμαρτία φύσι, η οποία «και αυτή η κτίσις ελευθερωθήσεται από της δουλείας της φθοράς στην ελευθερίαν της δόξης των τέκνων του θεού» (Ρωμαίους η´, 21).
στ) Εβεβαίωσε περί της αναστάσεώς μας. «Ώσπερ γαρ εν τω Αδάμ πάντες αποθνήσκουσιν, ούτως και εν τω Χριστώ πάντες ζωοποιηθήσονται» (1 Κορινθίους ιε´, 22).
ζ) Προσήγαγε τους ανθρώπους για να υιοθετηθούν από τον Επουράνιο Θεό και Πατέρα «προορίσαντα ημάς εις υιοθεσίαν διά Ιησού Χριστού εις αυτόν, κατά την ευδοκίαν του θελήματος αυτού» (πρβλ. Εφεσίους α´, 5).
η) Ελευθέρωσε το γένος των ανθρώπων που ήτο υποδουλωμένο στους νόμους της φθοράς και του θανάτου. Γι’ αυτό ο Απόστολος Παύλος παραγγέλλει· «Έχετε πεθάνει για την αμαρτία, κι η ζωή σας είναι πια κοντά στο Θεό, χάρη στην ένωσή σας με τον Ιησού Χριστό τον Κύριό μας. Μην αφήνετε, λοιπόν, την αμαρτία να κυριαρχεί στο φθαρτό σας σώμα. …Αντίθετα, να προσφέρετε τον εαυτό σας στο Θεό, όπως ταιριάζει σε ανθρώπους που πέθαναν κι αναστήθηκαν για μία νέα ζωή. …Λοιπόν η αμαρτία δεν μπορεί πια να σας εξουσιάσει, γιατί ζείτε όχι κάτω από την κυριαρχία του νόμου, αλλά στο χώρο της χάρης του Θεού» (Ρωμαίους στ´, 11-14).
θ) Κατήργησε την δύναμιν του θανάτου και μας έδωσε την αφθαρσία και την αιώνια ζωή γενόμενος «πρωτότοκος εκ των νεκρών, ίνα γένηται εν πάσιν αυτός πρωτεύων» (Κολοσσαείς ιη´, 2-3).
ι) Τους αναξίους εμάς όντας και της γης και αυτής της προσκαίρου ζωής ανέδειξε αξίους του ουρανού. Ο Θεός Πατέρας μας «κι ενώ ήμασταν πνευματικά νεκροί εξαιτίας των παραπτωμάτων μας, μας ξανάδωσε ζωή μαζί με το Χριστό. Με τη χάρη του έχετε σωθεί. Μας ανάστησε μαζί με τον Ιησού Χριστό και μας έβαλε να καθίσουμε μαζί μ’ αυτόν στα ουράνια. Κι έτσι, με την αγάπη που μας έδειξε διά του Ιησού Χριστού, φανερώνει στις μελλοντικές γενιές πόσο υπερβολικά γενναιόδωρη είναι η χάρη του» (‘Εφεσίους β´, 5-7).
ια) Διέλυσε το σκότος του ψεύδους και πάσης πλάνης, ότι «αύτη δε εστίν η κρίσις, ότι το φως ελήλυθεν εις τον κόσμον» ( Ιωάννου γ’, 19).
ιβ) Εξηγόρασε ημάς εκ της κατάρας του νόμου. « Ο Χριστός μας εξαγόρασε από την κατάρα του νόμου, αφού έγινε κατάρα για χάρη μας. Γιατί είναι γραμμένο: Καταραμένος όποιος κρεμιέται πάνω σε ξύλο» (Γαλάτας γ´, 13).
Τέλος κατεκάλλυνε και κατεκόσμησε την οικουμένη με το φως της δόξης Του.
Εμείς, μεταλαμβάνοντες της χαράς της Εκκλησίας, ωφείλουμε να είμαστε «υιοί… της αναστάσεως» (Λουκά κ´, 36) και μάρτυρες του Αναστάντος Κυρίου κατά την εντολήν Του «έσεσθέ μου μάρτυρες εν τε Ιερουσαλήμ και εν πάση τη Ιουδαία και Σαμαρεία και έως εσχάτου της γης» (Πράξεις β´, 16-17) με την πίστι και την αρετή μας.