Η Εκκλησία, η οποία αποτελεί δημιουργία του Θεού, οικοδομή του Χριστού, εμψυχωμένη και κατοικημένη από το Άγιο Πνεύμα, εδόθη στους ανθρώπους, στους Αποστόλους “διά πνεύματος Αγίου ούς εξελέξατο” (Πράξεις α΄ 2), ο Ιησούς και σ’ όσους εν συνεχεία θα λάβουν το χάρισμα να κυβερνούν τον πιστό λαό.
Οδηγημένη από το Άγιο Πνεύμα η Εκκλησία είναι “στύλος και εδραίωμα της αληθείας” (Α΄ Τιμοθέου γ΄ 15), ικανή για να φυλάσσει την παρακαταθήκη των “υγιαινόντων λόγων” (Α΄ Τιμοθέου α΄ 13), τους οποίους παρέλαβε από τους Αποστόλους, δηλαδή να την βιώνει και να την εξηγεί χωρίς πλάνη.
Συγκροτημένη σε Σώμα Χριστού μέσω του Ευαγγελίου, γεννημένη από το ένα βάπτισμα, θρεμμένη από τον ένα άρτο, συνάγει σ’ ένα μόνο λαό τα τέκνα του κοινού Θεού και Πατέρα (βλ. Εφεσίους δ΄ 1-6).
Εξαλήφει τις ανθρώπινες διχόνοιες, συμφιλιώνοντας στους κόλπους όλους τους πιστούς της. Η ενότητα αυτή είναι καθολική: “Πάντες γαρ υιοί θεού εστέ διά της πίστεως εν Χριστώ Ιησού. Όσοι γαρ εις Χριστόν εβαπτίσθητε Χριστόν ενεδύσασθε. Ουκ ένι Έλλην, ουκ ένι δούλος, ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι αρσεν και θήλυ˙ πάντες γαρ υμείς εις εστέ εν Χριστώ Ιησού” (Γαλ. γ΄ 26-29). Συνενώνει όλες τις ανθρώπινες αντιθέσεις για να προσαρμοσθεί σ’ όλες τις μορφές πολιτισμού, για να αγκαλιάσει ολόκληρο το σύμπαν κατά το “εν γαρ Χριστώ Ιησού ούτε περιτομή τι ισχύει ούτε ακροβιστία, αλλά πίστις δι’ αγάπης ενεργουμένη” (Γαλάτες ε΄ 6). Αυτή την ενότητα οφείλουν να φυλάσσουν οι πιστοί κατά τον λόγο του Αποστόλου Παύλου (βλ. Εφεσίους δ΄ 3).
Η Εκκλησία είναι αγία, όχι μόνο στην κεφαλή της, αλλά και στα μέλη Της, τα οποία ηγίασε με το βάπτισμα με την δύναμι και την χάρι του Αγίου Πνεύματος.
Υπάρχουν βέβαια και αμαρτωλοί μέσα στην Εκκλησία, αλλά ευρίσκονται εκεί διχασμένοι ανάμεσα στην αμαρτία τους και στις απαιτήσεις της κλήσεως, η οποία τους έφερε μέσα στη σύναξη των “αγίων” (Πράξεις θ΄ 13), τους ενέταξε στα μέλη της Εκκλησίας. Σύμφωνα με το παράδειγμα του Διδασκάλου, η Εκκλησία δεν αποστρέφεται τους αμαρτωλούς, τους προσφέρει την άφεσι και τον εξαγνισμό, γνωρίζουσα ότι τα ζιζάνια μπορούν πάντα να γίνουν σιτάρι κατά την παραβολή του Κυρίου στο Ματθαίου ιγ΄ 24-30.
Η Εκκλησία οδηγεί στην οριστική Βασιλεία του Θεού, από την οποία θα αντικατασταθεί κατά την Δευτέρα Παρουσία του Ιησού Χριστού και όπου κάθε τι μεμπτό δεν θα εισχωρεί στο ολόφωτο κόσμο, όπως περιγράφεται στα οράματα του Ευαγγελιστού Ιωάννου στα κεφάλαια 21 και 22 της Αποκαλύψεως.
Η θέση της Παρθένου Μαρίας.
Το τέλειο υπόδειγμα της πίστεως, της ελπίδος και της αγάπης της Εκκλησίας μας είναι η Μητέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, Παρθένος Μαρία. Αυτή με την γέννησι Της, την αγιότητά Της, την βιοτή Της και την εθελουσία προσφορά Της διηκόνησε τον Δημιουργό Της από τον Ευαγγελισμό, όταν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ της ανήγγειλε, ότι θα συλλάβει τον Υιόν του Θεού με την δύναμι και την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, μέχρι την επί του Σταυρού του Θεανθρώπου Κυρίου Ιησού Χριστού και Υιού Της θυσία.
Το έργο των διακόνων.
Ο απόστολος Παύλος διαπνέεται από μία ένθερμη και έμπρακτη αγάπη για την Εκκλησία. Καταναλίσκεται από την “μέριμνα πασών των Εκκλησιών” (Β΄ Κορινθίους ια΄ 28), πληρώνοντας για χάρι των ανθρώπων με τους μεγάλους πόνους του τους άπειρους καρπούς του σταυρού. Αναπληροί τα υστερήματα των θλίψεων του Χριστού στη σάρκα του υπέρ του σώματος αυτού, το οποίον είναι η Εκκλησία, όπως έγραφε στους Κολοσσαείς: “Νυν χαίρω εν τοις παθήμασι μου υπέρ υμών και αναπληρώ τα υστερήματα των θλίψεων του Χριστού εν τη σαρκί μου υπέρ του σώματος αυτού, ο έστιν η Εκκλησία” (Κολοσσαείς α΄ 24).
Η ζωή του πιστού ως “διακόνου της Εκκλησίας” (Κολοσσαείς α΄ 25), αποτελεί ζωντανό παράδειγμα, κυρίως για τους συνεχιστές του αποστολικού έργου. Όλα τα μέλη της Εκκλησίας καλούνται να υπηρετήσουν στην Εκκλησία με την άσκησι των χαρισμάτων τους, να ζήσουν “ενωμένοι με την άμπελο, ως κλήματα (Ιωάννου ιε΄ 5) φορτωμένα τους καρπούς της αγάπης, κατά τον αποστολικόν λόγον “ο δε καρπός του Πνεύματος εστίν αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια” (Γαλάτας ε΄ 22-23), να τιμήσουν την κλήση τους με την θυσία της πίστεως και με μία ζωή αγνή, σύμφωνα με το Άγιο Πνεύμα, το οποίο τους εδόθη να συμμετάσχουν ενεργώς.
Πηγή: εφημ. «Κιβωτός της Ορθοδοξίας»