Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μάνης κ. Χρυσοστόμου
Ὁ Διαφωτισμός, τόν 17ο καί 18ο αἰῶνα, στή Δύση, δίνοντας ἔμφαση μόνον στήν ἐπιστημονική λογική καί ἀπορρίπτοντας τήν μεταφυσική, εἶχε ὡς κέντρο τό Παρίσι. Ἐνῶ ὅμως εὐημεροῦσε ἡ οἰκονομία, τά γράμματα καί οἱ τέχνες, ἡ διαφθορά καί τό ψυχικό κενό τῶν ἀνθρώπων ἦταν σέ καθημερινή βάση. Γι’ αὐτό καί ἔχουμε κοινωνικές ἐπαναστάσεις καί συγκρούσεις. Παρ’ ὅτι ἦλθε τό αὐτοκίνητο, τό ἀεροπλάνο, τό τηλέφωνο, τό γραμμόφωνο, ὁ κινηματογράφος καί ἄλλα τεχνολογικά ἐπιτεύγματα, τό ζήτημα τοῦ ἀληθινοῦ νοήματος τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου παρέμενε ζωτικό. Ὁ σχολαστικισμός, ὁ ἀντικληρικαλισμός, ἡ νομικιστική ἀντίληψη τῆς σωτηρίας, ὁ «κρύος ὀρθολογισμός» ἐπεκράτησαν. Φυγαδεύτηκε ἡ ἀγάπη, ἡ ταπεινοφροσύνη, ἡ εἰλικρινής πνευματικότητα. Δέν ὑπῆρχαν τά «δάκρυα» στό πρόσωπο, ἀλλά ἡ «ξηρότητα» τῶν αἰσθημάτων τοῦ ἀτόμου.
Ὡστόσο, εἰδικά στό Παρίσι, τό κέντρο αὐτό τοῦ πολιτισμοῦ ἀνάμεσα στά καλύτερα μουσεῖα τοῦ κόσμου ἐξακολουθοῦν νά δεσπόζουν καί σήμερα οἱ θαυμαστοί ναοί ὅλων τῶν ἀρχιτεκτονικῶν ρυθμῶν, ἤτοι ὁ μεσαιωνικός ρυθμός, ὁ ἀναγεννησιακός, τό μπαρόκ, ὁ γοτθικός, ὁ νεοκλασικός, μέ πρῶτο τόν Ναό, τήν Παναγία τῶν Παρισίων στήν Ἴλ ντέ λά Σιτέ. Ἀλλά καί στίς πλούσιες πινακοθῆκες ἀτενίζει ὁ ἐπισκέπτης ἔργα τέχνης μέ χριστιανική ἔμπνευση. Τό ἴδιο καί στά συγγραφικά ἔργα. Δέν ἦταν μόνον ὁ Βολταῖρος. Ἔχουμε καί τούς συγγραφεῖς καί ἐπιστήμονες πού φωτίζονταν ἀπό τήν χριστιανική διδασκαλία, ὅπως ὁ Πασκάλ. Ἔπειτα στήν σύγχρονη ἐποχή κρατοῦνται ἑορτές ὡς ἐπίσημες ἀργίες, ὅπως τά Χριστούγεννα, ἡ Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Ἁγ. Πνεύματος, ἡ Κοίμηση τῆς Θεοτόκου, τῶν Ἁγίων Πάντων κἄ.
Εἶναι γεγονός βέβαια ὅτι ὁ Χριστιανισμός διέσωσε καί ἀναζωογόνησε τόν ἀρχαῖο ἑλληνικό πολιτισμό καί ἐνεφύσησε πνοή ζωῆς. Εἰδικά, ἡ ἑλληνική γλῶσσα εἶναι τό κορυφαῖο σημεῖο τῆς προσφορᾶς στό δυτικό πολιτισμό, γιατί ἀκριβῶς σμιλεύει τίς ἔννοιες καί τήν διάνοια.
Ἔτσι, ἄν καί μέ τίς ἐκτροπές ἀπό τήν χριστιανική ἀλήθεια καί κατά συνέπειαν τήν λανθασμένη ἐκκλησιολογία, ὁ καθολικισμός βάρυνε τόν χριστιανισμό στή Δύση, ἐν τούτοις, εἶναι ἀνάγκη οἱ χριστιανικές ἀξίες νά παραμείνουν ὡς ἀναπόσπαστο στοιχεῖο τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ. Οἱ ρίζες τῆς Δύσης καί τῆς Εὐρώπης γενικότερα εἶναι χριστιανικές καί ὄχι ἀλλότριες.
Ἡ Δύση πρέπει νά παραμείνει χριστιανική. Τό αὐθεντικό ἀνθρωπιστικό ἦθος τοῦ Εὐαγγελίου πρέπει νά διαποτίσει ἐκ νέου τήν δυτική κοινωνία, τήν οἰκογένεια, τά εὐρωπαϊκά συμβούλια, τήν ἐκπαίδευση, τήν νομοθεσία. Ἀπό τήν ἔννοια τῆς ἀξιοπρέπειας τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀδήριτη ἀνάγκη νά προχωρήσει ἡ δυτική κοινωνία στήν βαθειά ἔννοια τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου. Τότε τό τρίπτυχο: Ἐλευθερία, ἰσότητα, ἀδελφωσύνη ἀποκτᾶ ἐξαιρετικά οὐσιαστικό περιεχόμενο, χωρίς τυπικότητες καί ἐκπτώσεις.
Ἔτσι τά μεγάλα κοινωνικά προβλήματα, ὅπως ἡ μετανάστευση, ἡ κλιματική ἀλλαγή, τά ἀνθρώπινα δικαιώματα ἀλλά καί καθήκοντα, τά ὁποῖα λησμονοῦμε, θά λειτουργοῦν περισσότερο εὐεργετικά γιατί τό ὑψηλότατο νόημα πού κρύβει ὁ χριστιανισμός θἄχει τήν θετική του ἐπίδραση. Τό Εὐαγγέλιο δέν εἶναι γιά τό ράφι τῆς βιβλιοθήκης. Ἀξίζει καί πάλιν νά ἀναμορφώσει τό εὐρωπαϊκό γίγνεσθαι. Τά γράμματα τοῦ Εὐαγγελίου ἄλλωστε εἶναι διαχρονικά. Μέ τήν θεολογική γλῶσσα, «αἰώνια ρήματα».
Κρίμα, ὁ Θεός οἶδε, πού τούς περασμένους αἰῶνες 17ο – 18ο, ὁ ἑλληνισμός μέ τήν ὀρθοδοξία του ἦταν καταπιεσμένος ἀπό τήν ὀθωμανική αὐτοκρατορία. Δέν δόθηκε ἡ δυνατότητα νά γνωρίσει ἡ Δύση τό βάθος τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας καί προοπτικῆς. Ἄραγε τό σύγχρονο Παρίσι, κέντρο τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ, ἡ «πόλη τοῦ φωτός» θά θητεύσει καί στό ἄλλο φῶς, ἐκεῖνο τό ἱλαρόν; Σέ κάθε περίπτωση, ἡ ὀρθή δεοντολογία διακελεύει: Ἡ Εὐρώπη νά παραμείνει χριστιανική. Ἡ ἱστορία της, τό σήμερα μέ τά τόσα προβλήματα καί τό ἀβέβαιο αὔριο, αὐτό ἀπαιτοῦν.