Την Κυριακή 9 Οκτωβρίου το πρωί ο Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο Λόγο στον Ιερό Ναό Αγίου Αθανασίου και Αγίων Διονυσίου του Ρήτορος και Μητροφάνους του Πνευματικού στο Άδενδρο.
Στην ομιλία του ο Σεβασμιώτατος τόνισε:
«Καί ἀνεκάθισεν ὁ νεκρός καί ἤρξατο λαλεῖν καί ἔδωκεν αὐτόν τῇ μητρί αὐτοῦ».
Ἕνα ἀπό τά πιό γνωστά καί τά πιό ἐντυπωσιακά, θά λέγαμε, θαύματα τοῦ Χριστοῦ μᾶς παρουσίασε ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή, τήν ἀνάσταση δηλαδή τοῦ υἱοῦ τῆς χήρας τῆς Ναΐν.
Εἶχε κάνει καί ἄλλα θαύματα ὁ Χριστός μέχρι τήν ἡμέρα ἐκείνη, ἀλλά πρώτη φορά ἀνιστᾶ ἕναν νεκρό ἄνθρωπο. Ἕναν νέο πού ἦταν τό μοναδικό στήριγμα τῆς χήρας μητέρας του καί πέθανε, ἀφήνοντάς την μόνη στόν κόσμο, χωρίζοντάς την ἀπό ὅ,τι πιό πολύτιμο διέθετε καί βυθίζοντάς την στή θλίψη τοῦ θανάτου τοῦ μοναδικοῦ παιδιοῦ της.
Ὁ Χριστός δέν γνωρίζει τή μητέρα, ἀλλά καί οὔτε ἐκείνη οὔτε κάποιος συγγενής της ζητᾶ ἀπό τόν Χριστό νά τούς λυπηθεῖ καί νά κάνει ἕνα θαῦμα. Δέν μποροῦν, ἄλλωστε, νά σκεφθοῦν κάτι τέτοιο.
Ὁ Χριστός ὅμως βλέποντας τή νεκρική πομπή νά βγαίνει ἀπό τήν πόλη καί τή μητέρα νά θρηνεῖ ἀπαρηγόρητη, «ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾽ αὐτῇ», τήν συμπόνεσε καί πλησίασε τό φέρετρο τοῦ νεκροῦ παιδιοῦ της. Δέν χρειάσθηκε νά κάνει πολλά, μόνο «ἥψατο τῆς σοροῦ», ἄγγιξε μέ τό θεῖο χέρι του τόν νεκρό καί ὡς κύριος τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου ἔδωσε τό πρόσταγμα τῆς ζωῆς: «νεανίσκε, σοί λέγω, ἐγέρθητι».
Μέ τό πρόσταγμα τοῦ Χριστοῦ ὁ θάνατος νικᾶται καί ἡ ζωή ἐπανέρχεται καί ὁ νεαρός ἀνακάθεται καί ἀρχίζει νά ὁμιλεῖ, ἀποδεικνύοντας ὅτι ζεῖ, καί τόν θρῆνο διαδέχεται ἡ χαρά καί ἡ δοξολογία τοῦ Θεοῦ γιά τό θαῦμα.
Ἡ ἀνάσταση τοῦ υἱοῦ τῆς χήρας τῆς Ναΐν ἀποτελεῖ τήν πρώτη ἔνδειξη τῆς νίκης τοῦ Χριστοῦ ἐπί τοῦ θανάτου, ὁ ὁποῖος εἰσῆλθε στή ζωή τοῦ ἀνθρώπου ὡς συνέπεια τῆς ἁμαρτίας καί τῆς πτώσεως. Καί καθώς δέν ὑπῆρχε ἐξαρχῆς στή ζωή μας, δέν εἴμεθα ἐξοικειωμένοι μαζί του, γι᾽ αὐτό καί ὁ θάνατος μᾶς προκαλεῖ θλίψη καί πόνο, γι᾽ αὐτό καί προσπαθοῦμε νά τόν ἀποφύγουμε μέ κάθε τρόπο.
Παρότι ὅμως προσπαθοῦμε ἐναγωνίως νά ἀποφύγουμε τόν σωματικό θάνατο, συχνά ἀδιαφοροῦμε γιά τόν ψυχικό θάνατο, αὐτόν πού μᾶς προκαλεῖ ἡ ἁμαρτία, τά πάθη, ἡ ἐμμονή στό κακό, ἡ ἀπομάκρυνσή μας ἀπό τόν Χριστό καί τά ἱερά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας καί ἰδίως ἀπό τή συμμετοχή μας στό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, τήν κοινωνία δηλαδή τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία μᾶς ζωογονεῖ καί μᾶς κρατᾶ ἑνωμένους μέ τόν Χριστό καί μέλη ζωντανά τοῦ Σώματός του.
Ὅσο ὅμως καί ἐάν δέν τό συνειδητοποιοῦμε, ὁ ψυχικός θάνατος εἶναι πιό ἐπικίνδυνος ἀπό τόν φυσικό καί σωματικό θάνατο, γιατί ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στήν ὁριστική ἀπώλεια καί στόν ὁριστικό του χωρισμό ἀπό τόν Θεό, ἀκόμη καί πρίν ἀπό τόν σωματικό θάνατο.
Εἶναι αὐτός γιά τόν ὁποῖο λέγει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ στήν Ἀποκάλυψη ὅτι «ὄνομα ἔχεις ὅτι ζῇς, καί νεκρός εἶ», εἶσαι δηλαδή κατ᾽ ὄνομα ζωντανός, ἀλλά στήν πραγματικότητα εἶσαι νεκρός.
Αὐτό σημαίνει ψυχικός θάνατος, ἕνας θάνατος τόν ὁποῖο προκαλεῖ ἡ ἁμαρτία καί εἶναι συνέπεια τῆς δικῆς μας ἀμελείας.
Ὑπάρχει ὅμως καί ἕνας ἀκόμη θάνατος, ἕνας θάνατος ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά μᾶς προφυλάξει ἀπό τόν ψυχικό θάνατο καί νά μᾶς βοηθήσει νά νικήσουμε καί τόν φυσικό. Καί αὐτός δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τόν ἑκούσιο θάνατο, τόν ὁποῖο μᾶς συστήνει ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος Παῦλος.
Δέν ἄλλος ἀπό τή θεληματική νέκρωση τῶν παθῶν μας, τά ὁποῖα μᾶς προκαλοῦν τόν ψυχικό θάνατο, καί τή συσταύρωσή μας μέ τόν Χριστό. «Νεκρώσατε οὖν τά μέλη ὑμῶν τά ἐπί τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν καί τήν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστιν εἰδωλολατρεία», λέγει ὁ ἀπόστολος, ἀναφέροντας ἐνδεικτικά κάποια πάθη καί ἁμαρτίες, ἐνῶ συγχρόνως μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι ἡ νέκρωση τοῦ παλαιοῦ καί ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου, τῆς ροπῆς πρός τήν ἁμαρτία πού ὑπάρχει μέσα μας καί ἡ συσταύρωσή μας μέ τόν Χριστό προκειμένου νά ἀκολουθήσουμε τό θέλημα καί τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ μᾶς διασφαλίζει τή ζωή μαζί μέ τόν Χριστό. Καί ἡ ζωή αὐτή δέν ὑπολογίζει καί δέν φοβᾶται τόν θάνατο, διότι, ὅπως διακηρύσσει καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι, ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός».
Αὐτόν τόν ἑκούσιο θάνατο, τή νέκρωση τῶν παθῶν καί τή συσταύρωση μέ τόν Χριστό ἐπέλεξε καί ὁ ὅσιος Διονύσιος ὁ ρήτωρ, τοῦ ὁποίου τή μνήμη ἑόρτασε ἡ Ἐκκλησία μας πρίν ἀπό λίγες ἡμέρες καί τόν ὁποῖο τιμοῦμε ἰδιαιτέρως στήν ἐνορία σας.
Ἔζησε ἀγωνιζόμενος νά νεκρώσει ὅποια ἀδυναμία εἶχε καί νά ζήσει κατά τό δυνατόν ἑνωμένος μέ τόν Χριστό. Καί τό ἐπέτυχε μέ τήν ἄσκηση, μέ τή νηστεία, μέ τήν προσευχή καί μέ τήν ἐφαρμογή τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, γιά νά ζεῖ τώρα αἰωνίως κοντά στόν Χριστό καί νά ἀπολαμβάνει τή χαρά καί τή μακαριότητα τῆς βασιλείας του, ἀλλά καί γιά νά πρεσβεύει καί γιά μᾶς πού τόν τιμοῦμε καί ἐπικαλούμεθα τή χάρη του.
Καί ἄς μήν βιαστοῦμε νά ποῦμε ὅτι αὐτός ἦταν μοναχός, ἦταν ἀσκητής καί γι᾽ αὐτό ἦταν φυσικό νά ἀγωνίζεται γιά νά νεκρώσει τά πάθη του, διότι ὁ Χριστός δέν κάνει, ὅπως εἶναι γνωστό καί ἔχουμε πεῖ καί ἄλλες φορές, διακρίσεις ἀνάμεσα σέ ἀσκητές καί ἀνθρώπους πού ζοῦν στόν κόσμο, μεταξύ κληρικῶν καί λαϊκῶν.
Ζητᾶ ἀπό ὅλους μας τά ἴδια, γιατί μόνο αὐτά μποροῦν νά μᾶς βοηθήσουν νά ἐπιτύχουμε τόν στόχο μας.
Ζητᾶ ἀπό ὅλους μας νά ἐπιδιώξουμε τή νέκρωση τῶν παθῶν μας, προκειμένου νά ζήσουμε ἑνωμένοι μαζί του. Ἐμεῖς εἶναι ἀνάγκη νά κάνουμε τήν προσπάθεια, καί ὁ Χριστός θά κρίνει κατά πόσο ἐπιτύχαμε σέ αὐτήν, ἀνάλογα μέ τίς δυνάμεις μας, καί θά χαρίσει καί σέ μᾶς τή ζωή πού δέν ἔχει θάνατο, πού δέν ἔχει τέλος, καί θά μᾶς ἀναστήσει, σάν τόν νεανίσκο τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου, εἰς ζωήν αἰώνιον.
Ἑπομένως, μπορεῖ τό θαῦμα αὐτό τό ὁποῖο ὁ Κύριός μας ἔκανε νά εἶναι θαυμαστό σέ ὅλους, ἀλλά εἶναι ἕνα θαῦμα πού μποροῦμε νά τό ζοῦμε καθημερινῶς, ἐάν νεκρώσουμε τόν ἑαυτό μας ἀπό τά πάθη, τίς κακίες, τίς ἀδυναμίες καί ὅλα αὐτά τά προβλήματα καθημερινῶς μᾶς ἀπασχολοῦν καί μᾶς κουράζουν. Ὁ Κύριός μας εἶναι ἕτοιμος νά δεχθεῖ αὐτή μας τήν προσπάθεια, νά τήν εὐλογήσει καί νά ζήσουμε αἰώνια μαζί του. Ἀμήν.