Το εσπέρας της Κυριακής, 18ης Αυγούστου, ξεκίνησαν στην ηρωική και αγιοτόκο πόλη της Ναούσης οι λατρευτικές εκδηλώσεις για την εορτή του προστάτου και πολιούχου της πόλεως, Οσίου Θεοφάνους του Θαυματουργού.
Στον Πανηγυρικό Εσπερινό που τελέστηκε στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου Ναούσης, όπου θησαυρίζεται η Τιμία Κάρα του Οσίου Θεοφάνους, χοροστάτησε και κήρυξε τον θείο λόγο ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων.
Ακολούθησε Ιερά Λιτανεία της Τιμίας Κάρας και της Ιεράς Εικόνος του εορταζομένου Αγίου εντός του Ιερού Ναού, λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών.
Ομιλία Σεβασμιωτάτου
«Τῶν ἀρετῶν σου τῷ φωτί ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ λαμπρυνομένη, ἀσματικῶς σε μακαρίζει, παμμακάριστε Θεόφανες».
Ἑορτάζουμε καί πανηγυρίζουμε ἀπό ἀπόψε τόν θαυματουργό πολιοῦχο μας, τόν ὅσιο Θεοφάνη τόν νέο, τήν ἀπαρχή τῶν ἁγίων καί τῶν μαρτύρων τῆς ἡρωϊκῆς καί ἁγιοτόκου πόλεώς μας. Καί μακαρίζουμε καί ἐμεῖς τόν μέγα καί παμμακάριστο ὅσιό μας, τόν ὁποῖο κατά τόν ἱερό ὑμνογράφο μακαρίζει ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Ποιός εἶναι ὅμως ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο ὑμνεῖ καί ἐγκωμιάζει ἡ Ἐκκλησία μας τόν ὅσιο Θεοφάνη; Ποιός εἶναι ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο θά λιτανεύσουμε σέ λίγο τή θαυματουργή καί χαριτόβρυτη κάρα του καί τήν ἱερή εἰκόνα του; Ποιός εἶναι ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο καταστέφουμε μέ ἄνθη εὐώδη καί μέ ψαλμούς καί ὕμνους τήν ἱερή μορφή τοῦ πολιούχου μας;
Μᾶς τό ἐξηγεῖ σαφέστατα ὁ ἱερός ὑμνογράφος. Ὁ λόγος ὅλων αὐτῶν τῶν ἐπαίνων καί τῶν ἀσμάτων εἶναι τό γεγονός ὅτι ἡ Ἐκκλησία λαμπρύνεται μέ τό φῶς τῶν ἀρετῶν του.
Τό φῶς εἶναι, ὅπως γνωρίζουμε, τό σημαντικότερο συστατικό στοιχεῖο τοῦ κόσμου μας. Εἶναι τό πρῶτο στοιχεῖο, τό ὁποῖο δημιούργησε ὁ Θεός πρίν ἀπό ὅλα τά ἄλλα στοιχεῖα, καί ἀποτελεῖ σημεῖο τῆς παρουσίας του στόν κόσμο, καθώς τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ Κύριός μας, ὀνομάζει τόν ἑαυτό του φῶς τοῦ κόσμου.
Ἐάν ὅμως τό φῶς εἶναι γιά τόν Χριστό μία φυσική ἰδιότητα, ἡ ὁποία δέν διαχωρίζεται ἀπό τήν ὕπαρξη καί τήν οὐσία του, ὁ Χριστός δίδει στόν ἄνθρωπο τό δικαίωμα νά ἀποκτήσει αὐτό τό φῶς ὑπό ὁρισμένες προϋποθέσεις. Καί οἱ προϋποθέσεις αὐτές εἶναι νά βαδίζει ὁ ἄνθρωπος τόν δρόμο τῶν ἐντολῶν καί τοῦ θελήματος τοῦ Χριστοῦ καί νά ἐπιδιώκει νά μιμηθεῖ κατά τό δυνατόν τόν Χριστό, ἐργαζόμενος καλά ἔργα καί ἀγωνιζόμενος νά ἀποκτήσει τίς ἀρετές πού τόν ἀνυψώνουν ἀπό τά γήινα καί τόν καθιστοῦν πράγματι τέκνο Θεοῦ.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος, λοιπόν, ἀγωνίζεται γιά νά ἐκπληρώσει τίς προϋποθέσεις πού εἴπαμε, τότε ἀκτινοβολεῖ καί ἐκεῖνος τό φῶς τῆς θείας χάριτος, πού τοῦ προσφέρει ὁ Χριστός, ἀλλά συγχρόνως ἀκτινοβολοῦν φῶς καί τά καλά του ἔργα, ὡς ἔργα Θεοῦ.
Ὁ Χριστός, ἄλλωστε, ἀναφέρεται στό θέμα λέγοντας πρός τούς μαθητές του: «οὕτω λαμψάτω τό φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τά καλά ἔργα καί δοξάσωσι τόν πατέρα ὑμῶν τόν ἐν τοῖς οὐρανοῖς». Καί τό φῶς αὐτό τῶν ἀρετῶν καί τῶν καλῶν ἔργων κάθε ἁγίου, κάθε εὐσεβοῦς καί πιστοῦ τέκνου τῆς Ἐκκλησίας, δέν παραμένει κρυφό, δέν καλύπτεται ἀπό τίποτε ἀνθρώπινο καί ἐγκόσμιο, ἀλλά ἀκτινοβολεῖ, ἀκτινοβολεῖ καί φωτίζει τούς ἀνθρώπους, ὥστε νά βλέπουν καί αὐτοί ποῦ βαδίζουν, γιά νά μήν φοβοῦνται στό σκοτάδι, ἀλλά καί γιά νά βλέπουν τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ καί αὐτούς πρός τόν Χριστό.
Μέ αὐτό τό φῶς τῶν ἀρετῶν φωτίζει καί λαμπρύνει καί ὁ ἑορταζόμενος πολιοῦχος μας, ὁ ὅσιος Θεοφάνης, ὄχι μόνο τόν ἱερό αὐτόν ναό καί τήν πόλη τῆς Ναούσης, ἀλλά καί ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία καταυγάζεται καί λαμπρύνεται ἀσφαλῶς ἀπό τό φῶς τοῦ Κυρίου μας, ὁ ὁποῖος ὡς ἄλλος ἥλιος καταυγάζει τό νοητό στερέωμά της, φωτίζεται ὅμως καί λαμπρύνεται καί ἀπό τό φῶς τῶν ἁγίων της, οἱ ὁποῖοι σέ κάθε ἐποχή ἀγωνίσθηκαν γιά νά γίνουν μιμητές τοῦ Χριστοῦ καί ἀπήλαυσαν τό φῶς τοῦ Χριστοῦ μέσα στή ζωή τους καί τήν ὕπαρξή τους.
Μέ αὐτό τό φῶς τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἀρετῶν του φωτίζει ὁ ὅσιος καί ἐμᾶς, πού προστρέξαμε ἀπόψε γιά νά τιμήσουμε τή μνήμη του. Μᾶς φωτίζει γιά νά μᾶς δείξει τόν δρόμο τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, τόν ὁποῖο ἀκολούθησε καί ὁ ἴδιος, ἀλλά καί γιά νά μᾶς παρακινήσει νά ἀγωνισθοῦμε καί ἐμεῖς γιά νά τόν μιμηθοῦμε, ὥστε καί νά λάβουμε τό φῶς τοῦ Χριστοῦ ἀλλά καί νά ἀξιωθοῦμε νά φωτίζουμε καί ἐμεῖς τούς γύρω μας μέ τό φῶς τῶν καλῶν μας ἔργων.
Καί ὅπως κάθε ἄνθρωπος πού βλέπει φῶς ἑλκύεται ἀπό αὐτό καί πηγαίνει νά τό βρεῖ καί νά τό ἀπολαύσει, αὐτό θά πρέπει νά κάνουμε καί ἐμεῖς. Νά ἐπιδιώκουμε νά συναντήσουμε αὐτό τό φῶς, τό ὁποῖο ἀκτινοβολεῖ ὁ ἅγιός μας διά τῶν καλῶν του ἔργων. Καί ὄχι μόνο νά τό συναντήσουμε ἀλλά καί νά προσπαθήσουμε νά τό οἰκειοποιηθοῦμε, γιά νά ἔχουμε στήν ψυχή μας τόσο φῶς, ὥστε νά μήν χρειάζεται νά ψάχνουμε γιά τεχνητά φῶτα, πού μᾶς παρασύρουν σέ ἐπικίνδυνα μονοπάτια. Νά ἀκολουθήσουμε τό φῶς τῶν ἀρετῶν τοῦ ὁσίου Θεοφάνους, τῆς ἀγάπης καί τῆς πίστεως στόν Χριστό, τῆς ταπεινώσεως καί τῆς ὑπομονῆς, τῆς ὑπακοῆς στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τῆς συγχωρητικότητος, ὥστε νά ἀποκτήσουμε αὐτές τίς ἀρετές καί νά γίνουμε καί ἐμεῖς φῶτα μέσα στόν σκοτεινό κόσμο πού ζοῦμε, γιά νά δοξάζεται ὁ Θεός καί νά ἀξιωθοῦμε καί ἐμεῖς τοῦ θείου φωτός καί τῆς σωτηρίας διά πρεσβειῶν καί τοῦ προστάτου μας ὁσίου Θεοφάνους.