Το απόγευμα της Δευτέρας, 5ης Αυγούστου, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στον Εσπερινό της Δεσποτικής Εορτής της Μεταμορφώσεως του Κυρίου στην πανηγυρίζουσα Ιερά Μονή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού Μουτσιάλης.
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Τήν ἀμαυρωθεῖσαν ἐν Ἀδάμ φύσιν, μεταμορφωθείς, ἀπαστράψαι πάλιν πεποίηκας».
Στό ὄρος Θαβώρ μᾶς μετέφεραν ἀπόψε οἱ ὕμνοι τῆς ἑορτῆς τῆς θείας Μεταμορφώσεως, γιά νά μᾶς προετοιμάσουν γιά τό μέγα θαῦμα πού ἔζησαν οἱ πρόκριτοι τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου μας καί ἑορτάζουμε καί ἐμεῖς, ἰδιαιτέρως μάλιστα στήν Ἱερά αὐτή Μονή, πού εἶναι ἀφιερωμένη στήν Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου μας.
Ποιός εἶναι ὅμως ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο συνέβη αὐτό τό θαυμαστό γεγονός, αὐτό τό ἀσύλληπτο θαῦμα τό ὁποῖο εἶδαν καί ἔζησαν οἱ τρεῖς μαθητές τοῦ Κυρίου μας, ὁ Πέτρος, ὁ Ἰάκωβος καί ὁ Ἰωάννης; Γιατί εἶδαν τό πρόσωπο τοῦ Διδασκάλου τους νά λάμπει «ὡς ὁ ἥλιος» καί τά ἱμάτιά του νά εἶναι «λευκά ὡς τό φῶς»;
Ὁ ἕνας λόγος αὐτῆς τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Ἰησοῦ ἦταν νά δείξει στούς μαθητές του ποιός πραγματικά ἦταν, γεγονός πού ὅσο καί ἄν οἱ μαθητές του τό γνώριζαν, γνώριζαν δηλαδή ὅτι εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ἦταν ἀδύνατο νά τό συνειδητοποιήσουν στήν πλήρη του διάσταση, γιατί ὁ ἄνθρωπος ἀπό τή φύση του ἀδυνατεῖ νά κατανοήσει κάτι γιά τό ὁποῖο δέν ἔχει ἐμπειρία καί γνώση, ὅπως δέν ὑπῆρχε καί στήν περίπτωση τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ.
Ἐπιτρέπει, λοιπόν, στούς μαθητές του νά δοῦν τή λάμψη τοῦ θείου του προσώπου «καθ᾽ ὅσον ἠδύναντο», γιά νά μπορέσουν νά ἀντιμετωπίσουν τό ἐπικείμενο Πάθος του καί νά κατανοήσουν τήν Ἀνάστασή του.
Ὁ δεύτερος λόγος τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Χριστοῦ εἶναι αὐτός τόν ὁποῖο περιγράφει τό τροπάριο τοῦ Μεγάλου Ἑσπερινοῦ τῆς Μεταμορφώσεως τό ὁποῖο ἀκούσαμε πρό ὀλίγου: «Τήν ἀμαυρωθεῖσαν ἐν Ἀδάμ φύσιν» ψάλλει ὁ ἱερός ὑμνογράφος, «μεταμορφωθείς, ἀπαστράψαι πάλιν πεποίηκας».
Μεταμορφώνεται δηλαδή ὁ Χριστός, φέροντας τήν ἀνθρώπινη σάρκα, γιά νά δείξει στούς μαθητές του καί δι᾽ αὐτῶν σέ ὅλους τούς πιστούς πῶς ἦταν ἡ ἀνθρώπινη φύση πρίν ἀμαυρωθεῖ ἀπό τήν ἁμαρτία, ἀλλά καί πῶς μπορεῖ νά γίνει καί πάλι διά τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου.
Μέσα σ᾽ αὐτές τίς δύο ἑρμηνεῖες βρίσκεται ὅμως καί τό βαθύτερο νόημα τῆς μεγάλης ἑορτῆς. Καί αὐτό εἶναι ἡ θέωση τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ Χριστός μέ τό μεταμορφωμένο του πρόσωπο δείχνει καί τό πρόσωπο τῆς θεότητός του ἀλλά καί τό ἀνθρώπινο πρόσωπο κεκαθαρμένο ἀπό τήν ἁμαρτία, δείχνει στήν πράξη αὐτό πού εἶπε ὁ Θεός, ὅταν ἔπλασε τόν ἄνθρωπο, ὅτι τόν ἔπλασε «κατ᾽ εἰκόνα καί ὁμοίωσιν» του. Μᾶς δημιούργησε δηλαδή μέ τή δυνατότητα νά γίνουμε σάν καί Ἐκεῖνον, καί μέ τήν ἐνανθρώπησή του μᾶς ἔδειξε τόν δρόμο τῆς ἀπαλλαγῆς ἀπό τήν ἁμαρτία, στήν ὁποία περιπέσαμε, καί τῆς καθάρσεως πού ὁδηγεῖ στήν ὁμοίωσή του.
Καί αὐτός ὁ δρόμος δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τόν δρόμο πού βάδισαν καί οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, πού βάδισε ὁ ἅγιος Παΐσιος, τόν ὁποῖο ἰδιαιτέρως τιμᾶ ἡ Ἱερά αὐτή Ἀδελφότης. Εἶναι ὁ δρόμος τῆς καθάρσεως ἀπό τήν ἁμαρτία καί τῆς ἐφαρμογῆς τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ὁ δρόμος τῆς ἀσκήσεως καί τῆς μυστηριακῆς ζωῆς, ὅπως μᾶς τόν ὑποδεικνύει ἡ Ἐκκλησία μας, μέ τή νηστεία, μέ τόν προσωπικό μας ἀγώνα καί μέ τή λειτουργική ζωή. Εἶναι ὁ δρόμος τῆς προσευχῆς τῆς διαρκοῦς καί νοερᾶς πού βοηθᾶ τόν νοῦ μας νά συγκεντρωθεῖ στόν Θεό, νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τίς φροντίδες καί τίς μέριμνες τοῦ κόσμου καί νά καθαρθεῖ ἀπό τούς ἐφάμαρτους λογισμούς.
Καί ὅταν φθάσει ὁ ἄνθρωπος στό ἐπίπεδο αὐτό, ὅταν μεταμορφωθεῖ πνευματικά, τότε ἀξιώνεται νά λάμψει καί τό δικό του πρόσωπο ἀπό τό φῶς τῆς θείας Χάριτος, ὅπως ἔλαμψε καί τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ στό ὄρος Θαβώρ. Τότε ἀξιώνεται νά ζήσει ἀπό αὐτή τή ζωή αὐτό πού περιγράφει ὁ ἱερός ὑμνογράφος: τήν ἀποκατάσταση τοῦ ἀρχικοῦ κάλλους τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, τήν ἀποκατάσταση τοῦ ἀνθρώπου στήν πρό τῆς πτώσεως τῶν πρωτοπλάστων καί τῆς ἐξώσεώς τους ἀπό τόν Παράδεισο, καί τή συνάντησή του μέ τόν Θεό.
Ἀσφαλῶς, δέν εἶναι εὔκολο γιά ὅλους μας νά φθάσουμε στήν κατάσταση αὐτή πού ἔφθασαν οἱ ἅγιοι. Ὅμως αὐτό δέν θά πρέπει νά μᾶς ἀποθαρρύνει καί νά μᾶς ἀπογοητεύει. Γνωρίζοντας τή μεγάλη τιμή πού μᾶς κάνει ὁ Θεός, δίδοντας μας αὐτή τή δυνατότητα πού παρουσιάζει σήμερα ἐνώπιόν μας ὁ Χριστός μέ τήν Μεταμόρφωσή του στό ὄρος Θαβώρ, θά πρέπει νά προσπαθοῦμε διαρκῶς νά ἀνέλθουμε καί ἐμεῖς στό δικό μας Θαβώρ, ἔχοντας πάντοτε ὑπόψη μας ὅτι τό τέλος αὐτῆς τῆς διαδρομῆς δέν ἐξαρτᾶται μόνο ἀπό ἐμᾶς ἀλλά κυρίως ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ πού τήν προσφέρει σέ ὅσους ἀγωνίζονται καί τήν ζητοῦν ἐπίμονα καί εἰλικρινά.