Βεροίας Παντελεήμων: Όταν έχουμε πίστη μπορούμε να μετακινήσουμε όρη
Το απόγευμα της Τρίτης 4 Ιανουαρίου ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε και κήρυξε τον θείο λόγο, στον Εσπερινό και στην Παράκληση του Αγίου Λουκά του Ιατρού στον Ιερό Ναό του στην Ιερά Μονή Παναγίας Δοβρά Βεροίας.
Στην Ιερά Ακολουθία τέθηκαν σε προσκύνηση τεμάχια Ιερών Λειψάνων του Οσίου Νικηφόρου του Λεπρού και του Οσίου Σεραφείμ του Σάρωφ και το χαριτόβρυτο Ιερό Λείψανο του Αγίου Λουκά που αποθησαυρίζονται στην Ιερά Μονή της Παναγίας Δοβρά.
Η Ιερά Ακολουθία μεταδόθηκε απευθείας στην ιστοσελίδα της Ιεράς Μητροπόλεως, στην αντίστοιχη σελίδα στο Facebook και στον ραδιοφωνικό σταθμό «Παύλειος Λόγος 90,2 FM».
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων:
Προετοιμαζόμεθα νά ἑορτάσουμε τήν τρίτη κατά σειρά Δεσποτική ἑορτή, τήν ἑορτή τῆς θείας Ἐπιφανείας, πού συμπίπτει μέ τή βάπτιση τοῦ Χριστοῦ στόν Ἰορδάνη ἀπό τόν Ἰωάννη.
«Τοῦ μεγάλου αὐτοῦ γεγονότος τῆς Θεοφανείας», γράφει ὁ ἅγιος Λουκᾶς, ἀρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως, ὁ θαυματουργός, «προηγεῖται τό κήρυγμα στίς ὄχθες τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ, τό κήρυγμα τοῦ Ἰωάννου, τοῦ Προδρόμου τοῦ Κυρίου, τοῦ μείζονος μεταξύ τῶν ἀνθρώπων. Τό φλογερό του κήρυγμα τῆς μετανοίας, γιά τό ὁποῖο προετοιμαζόταν εἴκοσι ὁλόκληρα χρόνια στήν ἔρημο τῆς Ἰουδαίας εἵλκυε πρός αὐτόν μεγάλο πλῆθος ἀνθρώπων. Ὁ πύρινος λόγος τοῦ κηρύγματός του ἔκαιε τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων, τούς ὁποίους βάπτιζε στά νερά τοῦ Ἰορδάνου, καθαρίζοντας τίς ἁμαρτίες τους.
Καί ἄν ὁ λόγος τοῦ τιμίου Προδρόμου ἔκανε τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων πού ἄκουαν τό κήρυγμά του νά φλέγονται, πολύ περισσότερο κάνει τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων νά φλέγονται ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Εὐαγγελίου του. Ὑπό τήν προϋπόθεση βέβαια ὅτι δέν ἀκοῦμε τόν λόγο του ἀδιάφορα ἤ χωρίς νά δίδουμε σημασία, ἀλλά τόν ἀκοῦμε μέ προσοχή καί δίδουμε τή σημασία πού τοῦ ἁρμόζει, διότι δέν εἶναι λόγος ἀνθρώπινος, ἀλλά λόγος θεῖος καί σωτήριος.
Αὐτή τή φλόγα αἰσθάνθηκαν καί οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι, ὅταν ἄκουσαν τόν Χριστό, καί ἔτσι ἐγκατέλειψαν τά πάντα γιά νά τόν ἀκολουθήσουν. Αὐτή τή φλόγα αἰσθάνθηκαν καί οἱ δύο μαθητές, πού τόν συνάντησαν ἀναστημένο στόν δρόμο πρός τούς Ἐμμαούς καί συνομιλοῦσαν μαζί του χωρίς νά τόν ἀναγνωρίσουν. Αὐτή τή φλόγα αἰσθανόταν καί οἱ δύο ἅγιοι, τῶν ὁποίων τά ἱερά καί χαριτόβρυτα λείψανα προσκυνοῦμε ἀπόψε, μαζί μέ τό ἱερό λείψανο τοῦ ἁγίου Λουκᾶ τοῦ θαυματουργοῦ: ὁ ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, τοῦ ὁποίου ἐπιτελέσαμε προχθές τή μνήμη, καί ὁ ἅγιος Νικηφόρος ὁ λεπρός, τόν ὁποῖο ἑορτάσαμε σήμερα.
Γιατί τί ἄλλο παρά ἡ φλόγα γιά τόν Χριστό πού αἰσθανόταν στήν ψυχή του ὁ ἅγιος Σεραφείμ, τόν ἔκανε ὄχι μόνο νά ἐγκαταλείψει τά πάντα καί νά ἀφιερωθεῖ στόν Χριστό, ἀλλά καί στή συνέχεια νά παραμείνει χίλιες ἡμέρες καί χίλιες νύκτες, ἐπί τρία δηλαδή σχεδόν χρόνια, πάνω σέ μία πέτρα καί νά προσεύχεται διαρκῶς; Καί τό ἔκανε χωρίς νά ὑπολογίζει οὔτε νά ἐνοχλεῖται ἀπό τό πολύ κρύο καί τό χιόνι πού ἐπί μῆνες ἐπικρατεῖ στή Ρωσία, ἰδιαιτέρως κατά τή νύκτα, καί τό ὁποῖο δέν μπορεῖ νά ἀντέξει τό ἀνθρώπινο σῶμα.
Ὅμως ὁ ἅγιος Σεραφείμ εἶχε τόσο μεγάλη φλόγα στήν καρδιά του γιά τόν Χριστό, ὥστε αὐτή θέρμαινε καί τό σῶμα του καί τόν ἔκανε νά ὑπομένει μέ χαρά αὐτή τή δοκιμασία χωρίς νά δίδει σημασία στήν κακοπάθεια τοῦ σώματός του, γιατί ἡ ψυχή του καί ὁ νοῦς του ἦταν προσηλωμένα στόν Χριστό καί στήν προσευχή.
Ἀνάλογη φλόγα γιά τόν Χριστό εἶχε καί ὁ ὅσιος Νικηφόρος ὁ λεπρός, τόν ὁποῖο ἑόρτασε ἡ Ἐκκλησία μας σήμερα. Ἕνας σύγχρονος ὅσιος, ὁ ὁποῖος ἀπό παιδί ἀρρώστησε ἀπό τή φοβερή ἀσθένεια τῆς ἐποχῆς, τή λέπρα. Γιά νά ἀποφύγει τόν ἐγκλεισμό στή Σπιναλόγκα πῆγε ἀπό τό χωριό του, ἀπό τά Χανιά, στήν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου καί ἐργαζόταν ἐκεῖ. Ὅταν ὅμως ἡ ἀσθένειά του προχώρησε μέ τή μεσολάβηση ἑνός κληρικοῦ, τοῦ μετάπειτα ὁσίου Ἀνθίμου τῆς Χίου, πῆγε στό λεπροκομεῖο τῆς Χίου. Ἐκεῖ ὁ νεαρός Νικόλαος, ὅπως ἦταν τό κοσμικό του ὄνομα, ἔλαβε τό μοναχικό σχῆμα ἀπό τόν ὅσιο Ἄνθιμο, καί ὀνομάσθηκε Νικηφόρος.
Παρά τή φοβερή ταλαιπωρία πού τοῦ προκαλοῦσε ἡ ἀσθένεια, ὁ ὅσιος Νικηφόρος ζοῦσε μέ μεγάλη ἄσκηση καί πολλή προσευχή. Μάλιστα λέγεται ὅτι προσευχόταν ὅλη τή νύκτα, ἄν καί προοδευτικά δυσκολευόταν ἀκόμη καί νά σταθεῖ ὄρθιος, διότι τά μέλη του εἶχαν παραμορφωθεῖ ἀπό τήν ἀσθένεια, καί ἦταν σχεδόν τυφλός. Ὅμως ὁ ὅσιος δέν ἔπαυε νά δοξολογεῖ τόν Θεό καί νά προσεύχεται διαρκῶς. Γι᾽ αὐτό καί ἔλαβε πλούσια τή χάρη του καί ἐπιτελοῦσε πλῆθος θαυμάτων. Καί αὐτός ὁ ἄρρωστος ἄνθρωπος θεράπευε ἄλλους ἀνθρώπους πού τόν πλησίαζαν, ἰδιαιτέρως ὅταν ζοῦσε στόν Ἀντιλεπρικό Σταθμό τῶν Ἀθηνῶν, καί τούς παρηγοροῦσε καί τούς ἔδινε χαρά.
Καί ὅταν μερικά χρόνια μετά τήν κοίμησή του, μετά δηλαδή τό 1964, ἔγινε ἡ ἐκταφή τοῦ λειψάνου του, αὐτό ἐξέπεμπε μία ἄρρητη εὐωδία, δεῖγμα καί αὐτή τῆς ἁγιότητός του καί τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία θαυματουργεῖ δι᾽ αὐτοῦ, ὅπως καί διά τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ ἁγίου Λουκᾶ καί τοῦ ἁγίου Σεραφείμ καί ὅλων τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, μέχρι σήμερα.
Πολλές εἶναι οἱ μαρτυρίες ἀδελφῶν μας πού καθημερινά μᾶς γράφουν γιά νά εὐχαριστήσουν τόν ἅγιο καί νά μᾶς ποῦν πῶς ἔζησαν τήν παρουσία του στή ζωή τους.
Μία ἀπό αὐτές θά ἤθελα νά σᾶς διαβάσω καί ἀπόψε.
Στίς 5 Ἰουνίου τοῦ 2021 ἡ συμπεθέρα μου (Μαρία Νοταρίδου) μαζί μέ τόν σύζυγό της τράκαραν μέ τό μηχανάκι καί νοσηλεύτηκαν. Οἱ γιατροί διέγνωσαν σοβαρό τραυματισμό. Τό γόνατό της εἶχε γίνει θρύψαλα καί τῆς εἶπαν ὅτι ἴσως νά μήν μποροῦσε νά ξυπνήσει ἀπό τό χειρουργεῖο καί νά μήν δέσει τό πόδι της.
Μετά ἀπό προσευχές ὅλης τῆς οἰκογενείας καί τῆς ἴδιας πρός τόν ἅγιο Λουκᾶ, τῆς πήγαμε ἕνα γάντι πού ἦταν διαβασμένο στά λείψανά του στή Μονή τῆς Παναγίας Δοβρᾶ καί λαδάκι ἀπό τό καντήλι του. Μόλις τά ἔβαλε στό στῆθος της καί ἔκλεισε τά μάτια της, ἔνιωσε ἕνα βάρος στό σημεῖο πού εἶχα βάλει τό γάντι σάν νά τήν ἀκουμπάει ἕνα χέρι.
Μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί τοῦ Ἁγίου μας, συνεχίζει ἡ κυρία, τό χειρουργεῖο κλείστηκε τήν ἡμέρα της ἑορτῆς του, δηλ. 11 Ἰουνίου, 7 ἡ ὥρα τό πρωί, ὥρα πού ἐκοιμήθη ὁ ἅγιος.
Μπαίνοντας στό χειρουργεῖο ἡ συμπεθέρα μου εἶδε γραμμένο τό ὄνομα «Ἅγιος Λουκᾶς» στήν αἴθουσα, ὅπου θά γινόταν τό χειρουργεῖο. Ἄς σημειωθεῖ ὅτι κάθε χειρουργεῖο ἔγραφε ἀπ᾽ ἔξω τό ὄνομα κάποιου Ἁγίου. Μπῆκε, λοιπόν, καί ἀπέναντί της εἶδε μιά πόρτα πού μέχρι τή μέση ἦταν πόρτα καί ἀπό πάνω ἦταν τζάμι, ὅπου ἀπ᾽ ἔξω φαινόταν ἕνα ἐκκλησάκι τοῦ ἁγίου Λουκᾶ. Ἔνιωθε ἥσυχη ὅτι μέσα ἦταν ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος καί ὅτι ἐκεῖνος ἦταν ὁ χειρουργός καί ὁ ἀναισθησιολόγος της.
Μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ ξύπνησε καλά ἀπό τό χειρουργεῖο καί ὅλα πῆγαν καλά μέ τήν ἐπέμβαση, ὥστε σύντομα ἐπέστρεψε στό σπίτι της. Ὅταν πῆγε μία ἡμέρα ἡ μεγάλη της κόρη στήν ἐκκλησία τοῦ τιμίου Προδρόμου, ὅπου ἐκκλησιαζόταν πάντα, πῆγε νά προσκυνήσει καί σέ ἕνα παρεκκλήσι, στό ὁποῖο στεκόταν ὅλη ἡ οἰκογένεια κατά τή διάρκεια τῆς θείας Λειτουργίας. Ἐκεῖ ὑπῆρχαν ἀνέκαθεν τρεῖς εἰκόνες, τῆς Παναγίας, τοῦ Χριστοῦ καί τῆς ἁγίας Ὑπομονῆς. Πρός μεγάλη της ἔκπληξη διαπίστωσε ὅτι στή θέση τῆς ἁγίας Ὑπομονῆς ἦταν πλέον ἡ εἰκόνα τοῦ προστάτου τους ἁγίου, τοῦ ἁγίου Λουκᾶ, τόν ὁποῖο εὐγνωμονεῖ πλέον ὅλη ἡ οἰκογένεια γιά τό θαῦμα πού ἔκανε καί δοξάζει τόν Θεό, γιατί τούς τόν ἔστειλε ἰατρό καί θεραπευτή τῆς μητέρας της.
Ἔτσι ἐπεμβαίνουν οἱ ἅγιοι στή ζωή μας, καί ὁ ἅγιος Λουκᾶς καί ὁ ἅγιος Σεραφείμ καί ὁ ἅγιος Νικηφόρος, γιατί βλέπουν τή δική μας πίστη. Ὅταν ἔχουμε πίστη «ὡς κόκκον σινάπεως», λέγει, μποροῦμε νά μετακινήσουμε ὄρη, πολύ περισσότερο ὅταν αὐτή ἡ πίστη εἶναι σταθερή καί ζητοῦμε τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Καί τή βλέπουμε καθημερινά μπροστά μας, ἰδιαίτερα ἐδῶ, πού εἶναι ἕνας τόπος σάν τήν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ μέ τήν παρουσία τοῦ ἁγίου Λουκᾶ, ἔχουμε καθημερινά τά θαύματα τά ὁποῖα ἐπιτελεῖ γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων καί γιά νά μᾶς δώσει τήν εὐκαιρία νά τόν γνωρίσουμε περισσότερο καί νά συνδεθοῦμε περισσότερο μέ τόν Θεό.
Ἄς μήν χάνουμε τέτοιες εὐκαιρίες καί ὁ ἅγιος Θεός θά εἶναι πάντοτε κοντά μας διά τῶν ἁγίων του καί θά μᾶς ἀπαλλάξει καί ἀπό τόν πειρασμό τοῦ κορωνοϊοῦ.