Γερμανίας Αυγουστίνος: Η διακονία μας προσπαθούμε να στηρίζεται στο ορθόδοξο λειτουργικό ήθος – Συνέντευξη στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας»
Ο Μητροπολίτης Γερμανίας Αυγουστίνος στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας»
«Πιστοί στη γραμμή του Οικουμενικού Πατριαρχείου μας διαλεγόμαστε σε θεολογικό επίπεδο με τους ετεροδόξους αδελφούς μας, προβάλλοντας την ατίμητη ορθόδοξη εκκλησιαστική κληρονομιά μας και αναδεικνύοντας τις κοινές ρίζες, αυτές που μας ένωναν την πρώτη μετά Χριστόν χιλιετία», ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο μητροπολίτης Γερμανίας κ. Αυγουστίνος στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας». Ο κ. Αυγουστίνος αναφέρθηκε στις ενορίες της δικαιοδοσίας του, στη συμμετοχή των νέων σε αυτές, στο διαχριστιανικό διάλογο και στις σχέσεις της μητρόπολης με τις άλλες Εκκλησίες της Γερμανίας.
– Κ.τ.Ο.: Πόσο εύκολο είναι να καλλιεργηθεί το μήνυμα του Ευαγγελίου σε ένα περιβάλλον που δεν γνωρίζει ή, πολλές φορές, δυσπιστεί απέναντι στην Ορθοδοξία;
– κ. Αυγουστίνος: Το κήρυγμα τού Ευαγγελίου, σε όλους τους τόπους και σε όλες τις εποχές, αποτελεί την ανταπόκρισή μας στην τόσο οικεία πρόσκληση – προτροπή τού Κυρίου μας Ιησού Χριστού: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ έθνη..» (Μτθ. 28,19). Βεβαίως, κάθε τόπος και κάθε εποχή έχουν τις ιδιαιτερότητές τους. Οι μαθητές τού Χριστού, όμως, γνωρίζουμε εμπειρικά ότι η υπόσχεσή Του, «κι εγώ θα είμαι μαζί σας πάντοτε ως τη συντέλεια του κόσμου» (Μτθ. 28,20), είναι γεγονός. Το «μυστικό» αυτό ή, ορθότερα, το μυστήριο τής Χάριτός Του, είναι εκείνο το οποίο συμβάλλει αποφασιστικά στην υπέρβαση των προσκομμάτων των καιρών και στην αναπλήρωση των ανθρώπινων αδυναμιών. Η διακονία μας στη Γερμανία προσπαθούμε να στηρίζεται πάντοτε στο ορθόδοξο λειτουργικό ήθος: να φανερώνει τη Βασιλεία τού Θεού επί της γης, να συμβάλλει στην εκκλησιαστική ενότητα των πάντων και να μαρτυρεί Ιησού Χριστό, και τούτον εσταυρωμένο και αναστημένο (πρβλ. Α´ Κορ. 2,2), αθόρυβα και ταπεινά.
– Κ.τ.Ο.: Σε ποια γλώσσα τελούνται οι Ακολουθίες; Θεωρείτε πως πρέπει και μπορεί σήμερα η Ορθόδοξη Εκκλησία να «διαλέγεται» με τα άλλα χριστιανικά δόγματα;
– κ. Αυγουστίνος: Εκτός από δύο γερμανόφωνες και επτά ρουμανόφωνες, οι υπόλοιπες ενορίες τής Μητροπόλεώς μας είναι ελληνόφωνες. Κύρια λειτουργική γλώσσα είναι η ελληνική, ενώ δεν λείπει και η εν μέρει χρήση της γερμανικής ή και άλλων γλωσσών, όταν στις εκκλησιαστικές συνάξεις συμμετέχουν Ορθόδοξοι Χριστιανοί μη ελληνικής καταγωγής, όπως πολλές φορές συμβαίνει.
Όσον αφορά το θέμα τού διαχριστιανικού διαλόγου, σημειώνω τη βασική αρχή πως η ζωή ολόκληρη είναι ένας διάλογος. Επομένως, οι σχέσεις μας με τις άλλες Εκκλησίες στη Γερμανία, δηλαδή με την πλειονοψηφία των συμπολιτών μας, είναι αρμονικές. Πιστοί στη γραμμή του Οικουμενικού Πατριαρχείου μας διαλεγόμαστε σε θεολογικό επίπεδο με τους ετεροδόξους αδελφούς μας, προβάλλοντας την ατίμητη ορθόδοξη εκκλησιαστική κληρονομιά μας και αναδεικνύοντας τις κοινές ρίζες, αυτές που μας ένωναν την πρώτη μετά Χριστόν χιλιετία. Επίσης, συνεργαζόμαστε σε κοινωνικό επίπεδο και προσπαθούμε να επιλύουμε πρακτικά ποιμαντικά ζητήματα, που προκύπτουν από την μεταφύτευσή μας στην γη της αποδημίας και τη συνύπαρξή μας με τους ανθρώπους δίπλα μας. Για χάρη της τιμιότητος αναφέρω ότι πολλές φορές γίναμε δέκτες έμπρακτης και ανιδιοτελούς βοήθειας από τις άλλες, επικρατούσες Εκκλησίες της Γερμανίας: κτηριακά, οικονομικά και συμβουλευτικά.
– Κ.τ.Ο.: Πόσες ενορίες δραστηριοποιούνται σήμερα στη μητρόπολή σας και ποια η συμμετοχή σε αυτές των νέων ανθρώπων;
– κ. Αυγουστίνος: Ο αριθμός των ενοριών τής Ιεράς Μητροπόλεως Γερμανίας ανέρχεται σε 65 (56 ελληνόφωνες, 2 γερμανόφωνες και 7 ρουμανόφωνες). Βεβαίως, ο αριθμός των πόλεων που εξυπηρετούνται ποιμαντικά είναι περίπου τριπλάσιος, εφ᾽ όσον σε κάθε ενορία ανήκουν περισσότερες από μία πόλεις. Αυτό οφείλεται στις ιδιαίτερες τοπικές και άλλες συνθήκες, οι οποίες – όπως αντιλαμβάνεσθε – δεν είναι εύκολο να περιγραφούν στο στενό πλαίσιο μιας συνεντεύξεως.
Σχετικά με τη συμμετοχή των νέων ανθρώπων στη λειτουργική ζωή τής Εκκλησίας μας, οφείλω να σας πω ότι, αν και σημαντική, θα μπορούσε να βελτιωθεί. Γι᾽ αυτό εργαζόμαστε εντατικά προς την κατεύθυνση αυτή, με όποιο πρόσφορο μέσο έχουμε στη διάθεσή μας (όπως π.χ. με τα μαθήματα ορθόδοξης εκκλησιαστικής αγωγής). Χαρακτηριστικά αναφέρω ότι το εφετινό ιερατικό συνέδριό μας είχε ως θέμα του: «Οδεύοντες προς την τέταρτη γενιά. Η δυναμική σχέση παραδόσεως και ανανεώσεως», πράγμα που δηλώνει την καλή αγωνία μας για τη μαρτυρία τού Ευαγγελίου στον 21ο αιώνα.
– Κ.τ.Ο.: Πώς αντιμετωπίζει ο κόσμος, κυρίως οι ετερόπιστοι, τον ορθόδοξο κληρικό;
– κ. Αυγουστίνος: Στο σημείο αυτό θα πρέπει να διευκρινίσουμε για ποιον κόσμο ομιλούμε. Όταν πρόκειται για ανθρώπους θρησκευτικά αδιάφορους, θα έλεγα ότι, κατά φυσική ακολουθία, αγνοούν και την ύπαρξή τους. Όταν πάλι πρόκειται για ανθρώπους που εμπιστεύονται την χριστιανική παράδοση, πάνω στην οποία στηρίχθηκε ο ευρωπαϊκός πολιτισμός για δύο χιλιετίες, ο ορθόδοξος κληρικός χαίρει της εκτιμήσεως και του προσήκοντος σεβασμού τους.
– Κ.τ.Ο.: Με αφορμή την Εορτή των Χριστουγέννων που εορτάσαμε, ποιο είναι το Μήνυμά Σας προς τους αναγνώστες και τον υπόλοιπο κόσμο;
– κ. Αυγουστίνος: Πιστεύω ότι, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, υπάρχει χρεία να σταθούμε με δέος και σιωπή μπροστά στη Γέννηση του Θεού της αγάπης. Να Του δώσουμε την ευκαιρία να μας ειρηνεύει, να μας ενισχύει και να ξυπνάει μέσα μας εμπνεύσεις για περισσότερα, αθόρυβα αλλά φιλότιμα, έργα αγάπης. Μ᾽ αυτόν τον τρόπο γιορτάζουμε αληθινά Χριστούγεννα, όχι μόνο την 25η Δεκεμβρίου, αλλά όλες τις μέρες της ζωής μας!
Ιστορικά στοιχεία της Μητρόπολης Γερμανίας
Η Ιερά Μητρόπολη Γερμανίας είναι μία από τις Μητροπόλεις των Επαρχιών του Θρόνου του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Έδρα της είναι η Βόννη.
Η παρουσία Ορθοδόξων στη Γερμανία μαρτυρείται ήδη από το 1700, οπότε τελούνταν λειτουργίες στο «Ελληνικό Σπίτι» (Griechenhaus) στη Λειψία. Ορθόδοξες ενορίες υπήρχαν ήδη στη Γερμανία τον 19ο αιώνα. Μέχρι τη δεκαετία του 1960, οι Ορθόδοξοι της Γερμανίας υπάγονταν στην Αρχιεπισκοπή Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας, με έδρα το Λονδίνο.
Η Μητρόπολη Γερμανίας ιδρύθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 1963, επί Πατριαρχίας Αθηναγόρα, οπότε υπογράφηκε ο Ιδρυτικός Πατριαρχικός και Συνοδικός Τόμος της. Είχε προηγηθεί η Γερμανο-ελληνική σύμβαση της 30ής Μαρτίου 1960, με βάση την οποία πλήθος Ελλήνων εργατών είχε μεταναστεύσει και εγκατασταθεί στη Γερμανία. Αρχικά σε αυτήν υπάγονταν, εκτός της Γερμανίας, και η Ολλανδία και η Δανία. Στις 12 Αυγούστου 1969, το έδαφος της Δανίας υπήχθη στη νεοσύστατη Μητρόπολη Σουηδίας και πάσης Σκανδιναβίας και η Ολλανδία στη Μητρόπολη Βελγίου, ενώ η Μητρόπολη Γερμανίας απέκτησε και τον τίτλο της Εξαρχίας Κεντρώας Ευρώπης.
Το Σύνταγμα της Μητρόπολης ψηφίστηκε στις 20 Δεκεμβρίου 1972. Το έτος 1978 αποπερατώθηκε το Μητροπολιτικό Κέντρο και ο Καθεδρικός Ναός της Αγίας Τριάδος στη Βόννη. Στη Μητρόπολη διακονούν σήμερα, πέραν του Μητροπολίτη, τέσσερις βοηθοί επίσκοποι που φέρουν τους τίτλους πάλαι ποτέ διαλαμψάντων επισκοπών της Μικράς Ασίας: Λεύκης, Αριανζού, Χριστουπόλεως και Αργυρουπόλεως. Το ποίμνιό της περιλαμβάνει περίπου μισό εκατομμύριο Έλληνες, έναν μεγάλο αριθμό Ρουμάνων, καθώς και μικρή κοινότητα Γερμανών, οι οποίοι είναι Ορθόδοξοι.
Δυο λόγια για τον Μητροπολίτη Γερμανίας κ. Αυγουστίνο
Ο Μητροπολίτης Γερμανίας Αυγουστίνος (κατά κόσμον Γεώργιος Λαμπαρδάκης) γεννήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1938 στις Βουκολιές Χανίων Κρήτης. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές στη γενέτειρά του, παρακολούθησε το γυμνασιακό τμήμα της Χάλκης και στη συνέχεια σπούδασε θεολογία στην εκεί Θεολογική Σχολή. Έλαβε το πτυχίο του το 1960 και ακολούθως μετέβη για μεταπτυχιακές σπουδές στη Θεολογία και Φιλοσοφία στα Πανεπιστήμια του Salzburg (Αυστρία), του Münster και του τότε Δυτικού Βερολίνου (Γερμανία).
Διάκονος χειροτονήθηκε στις 10 Απριλίου 1960, στην Πόλη, από τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης Ευγένιο. Η χειροτονία του σε Πρεσβύτερο έγινε στις 30 Αυγούστου 1964, από τον Μητροπολίτη Γερμανίας Πολύευκτο.
Χειροθετήθηκε Αρχιμανδρίτης και τοποθετήθηκε ως ιερατικώς Προϊστάμενος στην Ενορία Αγίου Νικολάου (Δυτικού) Βερολίνου, όπου υπηρέτησε έως το 1972, ενώ ταυτόχρονα εξυπηρετούσε εκκλησιαστικά και τους Ορθόδοξους που έμεναν στο Ανατολικό Βερολίνο. Την ίδια εποχή δίδαξε επί εξαετία Ορθόδοξη Θεολογία στο Πανεπιστήμιο του Δυτικού Βερολίνου.
Το 1972 η Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου τον εξέλεξε Βοηθό Επίσκοπο της Μητροπόλεως Γερμανίας με τον τίτλο της παλαιάς επισκοπής Ελαίας. Η χειροτονία του, η πρώτη χειροτονία ορθόδοξου Επισκόπου στη Γερμανία, έγινε στις 26 Μαρτίου 1972 στη Φρανκφούρτη. Ως Βοηθός Επίσκοπος είχε έδρα το Βερολίνο. Με ενέργειές του, κτίστηκε εκεί ο Ιερός Ναός Αναλήψεως του Σωτήρος, ο πρώτος νεόκτιστος ορθόδοξος ναός της Μητροπόλεως Γερμανίας.
Ως Βοηθός Επίσκοπος εργάστηκε ιδιαίτερα για τη νομική αναγνώριση της Μητροπόλεως Γερμανίας ως Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου.
Από το 1973 μέχρι 1979 ήταν Πρόεδρος του Οικουμενικού Συμβουλίου του Βερολίνου. Το 1978 εξελέγη για πρώτη φορά Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου των Χριστιανικών Εκκλησιών της Γερμανίας, αξίωμα που κατείχε μέχρι το 2007. Από το 1976 μέχρι το 1982 ήταν Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής των Εκκλησιών για Θέματα Αλλοδαπών Εργαζομένων με έδρα της στις Βρυξέλλες.
Στις 29 Σεπτεμβρίου 1980, η Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου τον εξέλεξε Μητροπολίτη Γερμανίας. Η ενθρόνισή του έγινε στις 8 Νοεμβρίου 1980 στον Ιερό Καθεδρικό Ναό της Αγίας Τριάδος Βόννης.
Πηγή: Κιβωτός της ορθοδοξίας