«Τον τελευταίο καιρό, έχουμε παρατηρήσει, ιδιαίτερα στην Ολλανδία, αλλά και στο Βέλγιο, πως υπάρχει ένα κάποιο ενδιαφέρον για την Ορθοδοξία. Ιδιαίτερα από νέους ανθρώπους που δεν είχαν ιδιαίτερη σχέση με τον Χριστιανισμό ή τον Θεό, διότι οι γονείς τους δεν τους το μετέφεραν. Αυτοί οι νέοι λοιπόν, παρατήρησαν, ο καθένας με τον τρόπο του, πως υπάρχει και κάτι πέρα από την κοσμική ζωή…», ανάφερε, μεταξύ άλλων, ο μητροπολίτης Βελγίου κ. Αθηναγόρας στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας». Ο κ. Αθηναγόρας αναφέρθηκε στις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η μητρόπολη ως μειονοτική Εκκλησία, στο πνεύμα της εκκοσμίκευσης που έχει καλλιεργηθεί στους ανθρώπους αλλά και στον τρόπο που αντιμετωπίζεται ο κληρικός από ορθόδοξους πιστούς αλλά και ετερόθρησκους.
Η Συνέντευξη δημοσιεύθηκε στην έντυπη εφημερίδα «Κιβωτός της Ορθοδοξίας»
– Κ.τ.Ο.: Πόσο δύσκολο είναι να καλλιεργηθεί το Ευαγγελικό Μήνυμα σε έναν χώρο όπου ο ορθόδοξος λόγος εκφράζει τη μειοψηφία του κόσμου;
-κ. Αθηναγόρας: Ως ορθόδοξη κοινότητα στην καρδιά της Ευρώπης – στο Βέλγιο, στην Ολλανδία και στο Λουξεμβούργο – είμαστε όντως μία μειονότητα. Πρωτίστως, βέβαια, εστιάζουμε στους δικούς μας, ορθόδοξους πιστούς. Εκεί ξεκινάει η αποστολή μας, δηλαδή στο να υπενθυμίζουμε στους δικούς μας ανθρώπους το μήνυμα του Ευαγγελίου και να διατηρούμε αυτό το μήνυμα του Ευαγγελίου ζωντανό. Αυτό είναι ένα πρώτο σημείο. Δεύτερον, προφανώς, έμμεσα κρατάμε τις πόρτες μας ανοιχτές στον οποιονδήποτε νιώθει πως θέλει να μάθει κάτι για την Ορθοδοξία. Τον τελευταίο καιρό, έχουμε παρατηρήσει, ιδιαίτερα στην Ολλανδία, αλλά και στο Βέλγιο, πως υπάρχει ένα κάποιο ενδιαφέρον για την Ορθοδοξία. Ιδιαίτερα από νέους ανθρώπους που δεν είχαν ιδιαίτερη σχέση με τον Χριστιανισμό ή τον Θεό, διότι οι γονείς τους δεν τους το μετέφεραν. Αυτοί οι νέοι λοιπόν, παρατήρησαν, ο καθένας με τον τρόπο του, πως υπάρχει και κάτι πέρα από την κοσμική ζωή, όπου ο Θεός όλο και περισσότερο παραμερίζεται. Θα έλεγα πως, κυρίως σε ενορίες που χρησιμοποιούν την τοπική γλώσσα, είχαμε αρκετούς νέους που ήρθαν και, έπειτα από προετοιμασία και κατήχηση, αποφάσισαν να βαπτιστούν. Άλλοι, ήταν μεν βαπτισμένοι, αλλά αναζητούν πλέον το κάτι παραπάνω, ένα στήριγμα, μέσω της Εκκλησίας. Πρόσφατα κάποιος μου έλεγε πως εδώ, στη Δυτική Ευρώπη, οι άνθρωποι φοβούνται πλέον να γιορτάσουν τα Χριστούγεννα. Για παράδειγμα, ξέρετε, εδώ, στο κέντρο των Βρυξελλών, το μέχρι προσφάτως λεγόμενο «Χριστουγεννιάτικο Χωριό», λέγεται πλέον «Les plaisirs d’hiver», δηλαδή «Χειμερινές Χαρές»… Ζούμε μια πλήρη εκκοσμίκευση! Εδώ είναι που η σιωπηλή μας μαρτυρία έχει μεγάλη σημασία. Γι’ αυτό είναι και σημαντικό να λαμβάνουμε λίγη προσοχή από ορισμένα μέσα ενημέρωσης, όπως ο γραπτός Τύπος και οι ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές, για να μπορούμε να μεταδώσουμε στο ευρύ κοινό τον ορθόδοξο Λόγο. Παλιά, αυτό γινόταν πιο πολύ στα κρατικά τηλεοπτικά κανάλια του Βελγίου. Πλέον, δυστυχώς, γίνεται μόνο στη γαλλόφωνη πλευρά του Βελγίου. Όπως καταλαβαίνετε λοιπόν, όντως, δεν είναι εύκολο να είσαι μειονοτική εκκλησία. Από την άλλη, όμως, φαίνεται να υπάρχει ένα ενδιαφέρον για την Ορθοδοξία ειδικότερα, αλλά και ένα μεγάλο ενδιαφέρον από νέους ανθρώπους που αναζητούν κάτι αληθινό, μια αλήθεια. Αλήθεια που για εμάς είναι ο Τριαδικός Θεός.
– Κ.τ.Ο.: Πώς αντιμετωπίζουν οι πολίτες του Βελγίου και γενικότερα οι ευρωπαίοι πολίτες τους ορθόδοξους κληρικούς;
– κ. Αθηναγόρας: Θα σας μιλήσω για τους κληρικούς γενικότερα. Ίσως είναι σημαντικό να πούμε αρχικά ότι, ειδικά εδώ στο Βέλγιο, υπήρξε πρόσφατα μια ιδιαίτερη κρίση στα σπλάχνα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Η κρίση αυτή οφείλεται σε ένα πρόσφατο ντοκιμαντέρ που διαπραγματεύεται τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών από Ρωμαιοκαθολικούς ιερείς πριν μερικές δεκαετίες. Αν και δεν φταίνε γι’ αυτό οι σημερινοί κληρικοί, είδαμε πως από τότε, οι πολίτες άρχισαν να απεχθάνονται τους κληρικούς γενικότερα. Κι έτσι, δεν είναι εύκολο να παρουσιαστεί κανείς ως κληρικός σήμερα. Εξακολουθώ βέβαια να πιστεύω πως υπάρχει μεγάλος σεβασμός για τον κλήρο. Εγώ προσωπικά, που γεννήθηκα και μεγάλωσα εδώ στο Βέλγιο, βλέπω πώς φίλοι, γνωστοί και συγγενείς δείχνουν μεγάλο σεβασμό για το ποιος είμαι – ως μέλος του κλήρου – αλλά και γι’ αυτό που κάνουμε ως Εκκλησία. Νομίζω είναι σημαντικό να μην ξεχνάμε και τον κοινωνικό χαρακτήρα της Εκκλησίας. Γι’ αυτό και έχω ζητήσει, ήδη δύο φορές, από τους Βέλγους υπουργούς, να διοργανωθεί μια ημερίδα με θέμα την κοινωνική συνεισφορά των ιερέων. Ας μην ξεχνάμε πως οι κληρικοί είναι ίσως οι μόνοι που εξακολουθούν να μπαίνουν στα σπίτια τόσων πιστών. Παλαιότερα έμπαινε στα σπίτια και ο γιατρός, αλλά αυτό συμβαίνει όλο και λιγότερο. Μόνο σε μεμονωμένες περιπτώσεις, πλέον, ένας παθολόγος θα μπει στο σπίτι του ασθενή, μιάς και οι άνθρωποι, όλο και περισσότερο, καλούνται στο ιατρείο του. Εμείς λοιπόν, ως ιερείς, βλέπουμε πώς ζουν οι άνθρωποί μας και ποια είναι τα προβλήματά τους. Στο δικό τους σπίτι αισθάνονται πιο σίγουροι από οπουδήποτε αλλού για να ανοίξουν την καρδιά τους και να μας πουν ποιες είναι οι χαρές τους και ποιες οι δυσκολίες τους. Φυσικά, αυτό συμβαίνει και στο μυστήριο της εξομολόγησης, όπου οι άνθρωποι εμπιστεύονται πλήρως τον κληρικό. Πως λοιπόν, μας βλέπουν οι Βέλγοι; Από τη μία, επαναλαμβάνω, υπήρξε αυτό το πρόβλημα στη Καθολική Εκκλησία, και από την άλλη, υπάρχει η εκκοσμίκευση: οι άνθρωποι είναι όλο και λιγότερο εξοικειωμένοι με τους κληρικούς. Πολλοί είναι οι άνθρωποι που δεν πηγαίνουν πια στην εκκλησία. Όλο και λιγότερες κηδείες γίνονται στην εκκλησία. Επομένως, όσο περνούν τα χρόνια, υπάρχει όλο και λιγότερη επαφή με τους κληρικούς. Το τοπίο ήταν τελείως διαφορετικό πριν κάποια χρόνια. Όταν πήγαινα εγώ σχολείο, στο δημοτικό, δίδασκαν δύο αδελφοί της γνωστής Καθολικής «Αδελφότητας της Φιλανθρωπίας» (Brothers of Charity). Στο κολέγιο επίσης, υπήρχαν αρκετοί ιερείς από την επισκοπή της Γάνδης. Παρεμπιπτόντως, το κολλέγιο ονομαζόταν «Επισκοπικό Κολλέγιο». Υπήρχε, δηλαδή, επαφή. Σήμερα, εκτός του ότι υπάρχει μεγάλη έλλειψη κληρικών στην Καθολική Εκκλησία, η οποία είναι και η Εκκλησία της πλειοψηφίας εδώ στο Βέλγιο, ο κόσμος έχει χάσει αυτή την επαφή και δεν γνωρίζει εμπειρικά τί είναι ένας ιερέας, τι κάνει ένας ιερέας κοκ. Όποιοι άνθρωποι όμως έχουν, έστω λίγη, επαφή με τον κλήρο, θα έλεγα πως εκτιμούν το έργο της Εκκλησίας.
– Κ.τ.Ο.: Οι ακολουθίες τελούνται στην ελληνική γλώσσα;
– κ. Αθηναγόρας: Στην Ιερά Μητρόπολη του Βελγίου και την Εξαρχία Ολλανδίας και Λουξεμβούργου, έχουμε, αφενός, έναν αρκετά μεγάλο αριθμό ελληνόφωνων ενοριών, όπου η λειτουργία και η ακολουθία τελούνται κυρίως στην ελληνική γλώσσα, ναι. Παράλληλα όμως, υπάρχουν και ενορίες όπου χρησιμοποιείται η τοπική γλώσσα. Στη Φλάνδρα και στην Ολλανδία χρησιμοποιείται η ολλανδική γλώσσα, στη Βαλλονία τα γαλλικά, και στη μικρή γερμανόφωνη κοινότητα του Βελγίου τα γερμανικά. Πρόκειται για τις λεγόμενες «μικτές ενορίες», με πιστούς ποικίλης καταγωγής, τόσο Έλληνες, όσο και Ρώσους, Ρουμάνους, Ουκρανούς, Σέρβους, Βούλγαρους, Λιβανέζους, Σύριους, καθώς και ντόπιοι Βέλγοι. Έπειτα, έχουμε και κάποιες ενορίες που είναι πολύ συγκεκριμένες που έχουν ως λειτουργική γλώσσα την αραβική ή την πολωνική. Στο Άμστερνταμ μάλιστα, έχουμε μια ενορία που είναι μισή ολλανδόφωνη, μισή σλαβόφωνη. Η ενορία αυτή ανήκε στο Πατριαρχείο της Μόσχας και πέρασε στην Ιερά Μητρόπολη Βελγίου πριν από ενάμιση χρόνο, με την ευλογία της Αυτού Θειοτάτης Παναγιότητος του Οικουμενικού μας Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου. Στις ελληνόφωνες ενορίες μας λοιπόν, πέρα από μερικές εκφωνήσεις, επικρατεί η ελληνική γλώσσα. Το Ευαγγέλιο, αφού πρώτα διαβαστεί στα ελληνικά, διαβάζεται και στην τοπική γλώσσα. Αυτό το σύστημα είχε επινοήσει ο προκάτοχός μου, ο αείμνηστος Μητροπολίτης κυρός Παντελεήμων, και συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Η Συνέντευξη δημοσιεύθηκε στην έντυπη εφημερίδα «Κιβωτός της Ορθοδοξίας»
– Κ.τ.Ο.: Υπάρχουν και οργανώνονται νεανικές δραστηριότητες στη μητρόπολή σας;
– κ. Αθηναγόρας: Φυσικά. Η Μητρόπολή μας έχει πλούσια δράση, θα έλεγα, όσον αφορά την νεολαία μας. Αυτό γίνεται εδώ και αρκετές δεκαετίες. Ήδη ο προκάτοχος μου, ο αείμνηστος Μητροπολίτης Παντελεήμων ήταν υπεύθυνος για κάποιες ελληνικές προσκοπικές ομάδες. Υπήρχαν, όμως, και πολλές άλλες δραστηριότητες. Οι πιο πολλές, βέβαια, επικεντρωνόταν γύρω από τη λαογραφία, συγκεκριμένα την εκμάθηση παραδοσιακών χορών. Αλλά παράλληλα με αυτά, το 1978, με την ώθηση του πατρός Dominique Verbeken, ιδρύθηκε η «Ορθόδοξη Νεολαία του Βελγίου». Από τότε, είχαμε δύο μεγάλες εκδηλώσεις το χρόνο, δύο φορές ένα Σαββατοκύριακο. Ένα Σαββατοκύριακο στις αρχές Νοεμβρίου, γύρω από την ημέρα των Αγίων Πάντων, και ένα Σαββατοκύριακο με τις γιορτές του καρναβαλιού. Οι καλεσμένοι ομιλητές ήταν πάντα μοναχοί εκ της Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής Μονής Τιμίου Προδρόμου του Έσσεξ της Βρετανίας. Πρώτος ήταν ο πατήρ Συμεών, Ελβετός στην καταγωγή, με τον οποίο ο Άγιος Σωφρόνιος είχε ιδρύσει τη Μονή. Μετά ήταν ο πατήρ Rafail Noica, ρουμανικής καταγωγής, ο οποίος ερχόταν για πάνω από 10 χρόνια στις συναντήσεις της νεολαίας μας και ήταν, κατά κάποιο, τρόπο ο πνευματικός πατέρας της «Ορθόδοξης Νεολαίας Βελγίου». Οι νέοι έρχονταν από το Βέλγιο, αλλά και από τη Γαλλία, τις Κάτω Χώρες, τη Γερμανία, τη Βρετανία,… Από παντού. Τελικά, η «Ορθόδοξη Νεολαία Βελγίου» έγινε «Ορθόδοξη Νεολαία του Μπενελούξ». Έτσι λοιπόν, οι εκδηλώσεις αυτές συνεχίζονται κάθε χρόνο, κάθε φορά κατά προτίμηση με έναν εκπρόσωπο του ορθόδοξου μοναχισμού, ο οποίος μπορεί να είναι από την Πατριαρχική Μονή του Έσσεξ, ή από το Άγιο Όρος, ή και από αλλού. Έχουν περάσει πολλοί. Επίσης, έχουμε πλέον και μια εκδήλωση την 1η Μαΐου, ημέρα αργίας στο Βέλγιο. Εκείνη τη μέρα δεν προσκαλούμε μόνο τους νέους αλλά και τον κλήρο, τους ιερείς, ώστε να βρεθούν και αυτοί αντιμέτωποι με την ανάγκη να συνοδεύσουν υπεύθυνα και να καθοδηγήσουν τους νέους μας. Φυσικά, γίνονται και στις ενορίες κάποιες δραστηριότητες για τους νέους, όπως τα κατηχητικά. Δεν γίνεται να οργανώνονται όλα μέσω της κεντρικής διοίκησης της Μητροπόλεως.
– Κ.τ.Ο.: Τι μήνυμα θέλετε να στείλετε σε όσους διαβάζουν τη Συνέντευξή μας;
– κ. Αθηναγόρας: Πρώτα απ’ όλα, θα ήθελα να ευχαριστήσω τους υπεύθυνους της «Κιβωτού της Ορθοδοξίας», που θέλησαν να κάνουν γνωστή την Ορθοδοξία του Μπενελούξ στους αναγνώστες τους. Για τις γιορτές, νομίζω πως δεν υπάρχει άλλη και καλύτερη ευχή από την ειρήνη στον κόσμο. Θυμηθείτε πως έχουμε δύο πολύ ταραγμένες εστίες βίας. Ας μην ξεχνάμε την Ουκρανία, όπου εκατοντάδες άνθρωποι πεθαίνουν κάθε μέρα. Ποιος ο λόγος; Για όνομα του Θεού! Γιατί; Γιατί Ορθόδοξοι να σκοτώνουν Ορθοδόξους; Δεν το χωράει ο νους μου. Έπειτα, στη Μέση Ανατολή, στη Γάζα, τα ίδια: μία σύγκρουση που συνεχίζεται εδώ και τόσες δεκαετίες. Γιατί; Για ένα κομμάτι γης; Ας σεβαστούμε ο ένας τον άλλον, ας αναζητήσουμε μια λύση που θα διαρκέσει. Κοιτάξτε την Ιρλανδία, όπου οι άνθρωποι, μέχρι σχετικά πρόσφατα, σφαγιάζονταν μεταξύ τους, με βομβαρδισμούς και άλλα. Οι άνθρωποι αυτοί, αποφάσισαν να βρουν ένα modus vivendi. Εμείς, ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί, προσευχόμεθα για την ειρήνη επί γης, θέλουμε να είμαστε ειρηνοποιοί. Διότι με το να σκέφτεται κανείς μόνο τον εαυτό του δεν ευνοεί την αναζήτηση λύσης, στις σημερινές συγκρούσεις. Ευχαριστώ και πάλι.
Η Συνέντευξη δημοσιεύθηκε στην έντυπη εφημερίδα «Κιβωτός της Ορθοδοξίας»