Η Αποστολική Μητρόπολη της Βεροίας θα φιλοξενήσει τον Ιαματικό Άγιο Παντελεήμονα μέχρι το εσπέρας της Δευτέρας, 29ης Μαίου, ημέρα εορτής της Μετακομιδής των Ιερών Λειψάνων του Αγίου Λουκά του Ιατρού από τη Συμφερούπολη της Κριμαίας στην Ιερά Μονή Παναγίας Δοβρά, προκειμένου οι ευλαβείς προσκυνητές να λάβουν τη χάρη και την ευλογία των δύο Αγίων Ιατρών.
Κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας τον θείο λόγο κήρυξε ο Αρχιερατικός Επίτροπος Μελίκης Αρχιμ. Σωφρόνιος Φάκας, ενώ από νωρίς το πρωί ο υπό κατασκευή Ιερός Ναός του Αγίου Λουκά γέμισε ασφυκτικά από ευλαβείς προσκυνητές και ιδιαιτέρως από όσους συμμετείχαν στους Κύκλους Μελέτης Αγίας Γραφής και στα Εσπερινά Κηρύγματα των ενοριών της Ιεράς μας Μητροπόλεως.
Το Ιερό Αναλόγιο διακόνησαν οι Ιεροψάλτες κ. Θεμιστοκλής Στεργίου, κ. Δημήτριος Χειλάς και κ. Θωμάς Μούτσιος.
Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας στον αύλειο χώρο της ιστορικής Ιεράς Μονής, πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο των «ΚΘ’ Παυλείων» η εκδήλωση «Κήρυγμα και διακονία», η οποία σήμανε και τη λήξη των Κύκλων Μελέτης Αγίας Γραφής και των Εσπερινών Κηρυγμάτων της Ιεράς Μητροπόλεως μας.
Κεντρική ομιλήτρια ήταν η Φιλόλογος κ. Μαρία Χαραλαμπίδου, η οποία μίλησε με θέμα: «Τύχη ή Θεία Πρόνοια;» και ακολούθησε σύντομο μουσικό πρόγραμμα υπό τη διεύθυνση του κ. Σωτηρίου Ζερδαλή.
Την εκδήλωση παρουσίασε ο Υπεύθυνος των Κύκλων Μελέτης Αγίας Γραφής της Ιεράς Μητροπόλεως μας Πρωτοπρ. Νεκτάριος Σαββίδης, ενώ ο Υπεύθυνος των Τριημέρων Κυριών Πρωτοπρ. Νικόλαος Παπαθεοδώρου έδωσε οδηγίες για τις αιτήσεις συμμετοχής για το Τριημέρων Κυριών «Φιλοξενία Δοβρά 2023» που θα πραγματοποιηθεί στις αρχές Σεπτεμβρίου.
Στο τέλος ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων προσέφερε στον Γέροντα Ευδόκιμο και στην ομιλήτρια το αναμνηστικό των «ΚΘ’ Παυλείων», μία προτομή του Μεγάλου Αλεξάνδρου (αγαλματίδιο), καθώς φέτος η Αποστολική μας Μητρόπολη, η γενέτειρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τιμά τη μνήμη του εκλεκτού τέκνου της που σκόρπισε τον Ελληνικό πολιτισμό και τη γλώσσα στην Ανατολή, διά των οποίων ο Απόστολος Παύλος έφερε το φως της θεογνωσίας στην Ελλάδα.
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων κατά τον πατρικό του χαιρετισμό εξέφρασε τις ευχαριστίες του προς τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Σύρου κ. Δωρόθεο, προς τον Γέροντα Ευδόκιμο και την εκλεκτή ομιλήτρια και ανέφερε μεταξύ άλλων: Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ μᾶς ἀξίωσε νά συναντηθοῦμε καί φέτος ὑπό τή σκέπη τῆς Παναγίας μας, ἡ ὁποία μᾶς φιλοξενεῖ στήν Ἱερά Μονή της, καί τοῦ ἁγίου Λουκᾶ, τοῦ ἰατροῦ καί θαυματουργοῦ, μέ τήν εὐκαιρία τῆς ὁλοκληρώσεως τῶν συναντήσεων τῶν κύκλων μελέτης τῆς Ἁγίας Γραφῆς τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως.
Τό πνευματικό, βέβαια, ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως λέμε πολλές φορές, δέν σταματᾶ ποτέ, προσαρμόζεται ὅμως στούς κύκλους τῆς ζωῆς μας γιά νά ἐξυπηρετήσει καλύτερα τίς ἀνθρώπινες ἀνάγκες μας. Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τούς λειτουργικούς κύκλους τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ ὁποῖοι, ἄν καί φαίνεται νά ὁλοκληρώνονται κάθε φορά, συνεχίζουν καί ἐπαναλαμβάνονται, γιατί στήν Ἐκκλησία μας ὑπάρχει μία συνέχεια, ὑπάρχει ἡ συνέχεια τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ «ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος», ὅπως διαβάζουμε στό Εὐαγγέλιο.
Ἔτσι, ἄν καί τήν περασμένη Τετάρτη ἡ Ἐκκλησία μας ὁλοκλήρωσε τήν ἀναστάσιμη περίοδο μέ τήν Ἀπόδοση τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα καί τήν ἑορτή τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου μας, δέν μποροῦμε νά ποῦμε πώς ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ παρελθόν γιά τήν Ἐκκλησία καί τή ζωή της. Κάθε ἄλλο. Ἡ Ἀνάσταση ἀποτελεῖ θεμελιῶδες στοιχεῖο τῆς πίστεως καί τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας μας καί εἶναι συνεχῶς παροῦσα στή λειτουργική της πράξη, ἐφόσον κάθε φορά πού τελεῖται τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας ἀναμιμνησκόμεθα, κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου μας, τό Πάθος καί τήν Ἀνάστασή του, καί ἀκόμη, ἐφόσον κάθε Κυριακή ἀποτελεῖ ἀνάμνηση τῆς ἡμέρας τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.
Τή σημασία τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου γιά τήν πίστη καί τό εὐαγγελικό κήρυγμα τονίζει μέ ἀπόλυτη σαφήνεια καί ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος Παῦλος λέγοντας: «εἰ Χριστός οὐκ ἐγήγερται, κενόν ἄρα τό κήρυγμα ἡμῶν, κενή καί ἡ πίστις ὑμῶν» (1 Κορ. 15.14). Ἐάν ὁ Χριστός δέν ἀναστήθηκε, λέει ὁ ἱδρυτής τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας, τότε τό κήρυγμά μας δέν ἔχει περιεχόμενο, δέν ἔχει νόημα, καί ἡ πίστη ὅσων πιστεύουν δέν ἔχει ἀντίκρυσμα. Χωρίς, δηλαδή, τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου καί ἡ πίστη μας καί ἡ ζωή μας καί τά ἔργα μας εἶναι μάταια.
Εὐτυχῶς ὅμως ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι ἕνα ψέμα, δέν εἶναι μιά φαντασίωση, ἀλλά εἶναι μία ἁπτή πραγματικότητα, ἕνα γεγονός, πού ὄχι μόνο συνέβη ἐν χρόνῳ ὡς ἀποτέλεσμα τοῦ σχεδίου τοῦ πανοικτίρμονος Θεοῦ γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά εἶναι ἕνα διαρκῶς καί εἰς τούς αἰῶνας ἐπεκτεινόμενο θαῦμα, τό ὁποῖο πραγματοποιεῖται καί βιώνεται μέσα στήν Ἐκκλησία.
Ἐάν ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ δέν ὑπῆρχε, τότε θά ἤμασταν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἀνεξαιρέτως νεκροί καί ἐν τοῖς μνήμασι. Τώρα ὅμως μποροῦμε νά ψάλλουμε θριαμβευτικά τόν ὕμνο τῆς Ἀναστάσεως: «Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν θανάτῳ θάνατον πατήσας καί τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωήν χαρισάμενος», ἀλλά καί νά ἐπαναλαμβάνουμε καθημερινά στό Σύμβολο τῆς Πίστεως, τό ὁποῖο ἦταν φέτος καί τό γενικό θέμα τῶν κύκλων μελέτης τῆς Ἁγίας Γραφῆς στήν Ἱερά μας Μητρόπολη, ὄχι μόνο τήν πίστη μας ὅτι ὁ Χριστός ἀνέστη τήν τρίτη ἡμέρα ἐκ νεκρῶν, ἀλλά καί ὅτι προσδοκοῦμε «ἀνάστασιν νεκρῶν καί ζωήν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος».
Ὑπό αὐτή τήν προοπτική μποροῦμε νά κατανοήσουμε καλύτερα καί τόν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου, πού προανέφερα, ὁ ὁποῖος μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι ὁ Χριστός μέ τήν Ἀνάστασή του δίδει στόν κάθε ἄνθρωπο, πού τόν πιστεύει ὡς Σωτήρα καί Λυτρωτή καί ἀγωνίζεται νά ζήσει σύμφωνα μέ τό Εὐαγγέλιό του, τήν προοπτική τῆς Ἀναστάσεως. Τοῦ δίδει τή δυνατότητα νά κατανοήσει ὅτι δέν ἀκολουθεῖ μία ὁποιαδήποτε ἠθική διδασκαλία πού ἔχει ὡς σκοπό τήν ἠθική βελτίωση τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά ὅτι ἀκολουθεῖ καί βιώνει τόν σωτήριο λόγο τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἔχει τή δύναμη νά ἀνακαινίσει τήν ψυχή του, νά τήν ἀναστήσει ἀπό τή νέκρωση πού προκαλεῖ ἡ ἁμαρτία καί νά τόν καταστήσει κληρονόμο τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, χαρίζοντάς του τήν αἰώνια ζωή.
Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τήν ἁπτή ἀπόδειξη τῆς ἀληθείας τῶν λόγων καί τῶν ὑποσχέσεων τοῦ Κυρίου πρός τούς μαθητές του. Ὁ Χριστός τούς εἶχε μιλήσει γιά τήν ἀνάστασή του, ἀλλά οἱ μαθητές, ἐξαιτίας τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας, δέν μποροῦσαν οὔτε νά πιστεύσουν οὔτε νά συλλάβουν μέ τόν νοῦ τους τί ἐπρόκειτο νά συμβεῖ, διότι τό μέγα θαῦμα τῆς Ἀναστάσεως, τοῦ ὁποίου θά γινόταν μάρτυρες, ἦταν κάτι πού ὑπερέβαινε τίς νοητικές καί ψυχικές τους δυνατότητες. Μέ τήν Ἀνάσταση ὅμως τοῦ Χριστοῦ ἀρχίζουν νά ἀντιλαμβάνονται προοδευτικά ὅ,τι ὅσα ἔλεγε ὁ Χριστός ἦταν ἀλήθεια, καί ἀκόμη νά πιστεύουν πώς, ὅπως πραγματοποιήθηκε αὐτή ἡ ὑπόσχεσή του νά ἀναστηθεῖ ἐκ τοῦ τάφου, ἔτσι θά πραγματοποιηθοῦν καί οἱ ἄλλες ὑποσχέσεις του.
Ἑπομένως, αὐτό σημαίνει ὅτι ὅσα ζητᾶ ὁ Χριστός ἀπό τούς μαθητές του δέν εἶναι ἕνας μάταιος κόπος, διότι ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου τελειώνει μέ τόν θάνατο, οὔτε ὁ ἀγώνας καί οἱ θυσίες πού ἀπαιτοῦνται γιά νά ζήσει τήν ἐν Χριστῷ ζωή εἶναι ἄσκοπος καί χωρίς ἀντίκρυσμα, ἐφόσον ὅλοι κάποια ἡμέρα θά πεθάνουμε καί δέν ἔχουμε ἄλλη προοπτική, διότι ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μᾶς δίδει προοπτική καί ἀποτελεῖ ἐχέγγυο καί τῆς δικῆς μας ἀναστάσεως.
Καί αὐτή ἡ προοπτική ἀποτελεῖ τό περιεχόμενο καί τήν οὐσία τῆς πίστεώς μας, πού δέν εἶναι ἁπλῶς μία ἀόριστη ἐλπίδα, ἀλλά ἑδράζεται στήν ἀποδεδειγμένη ἀλήθεια τοῦ ἀρχηγοῦ καί τελειωτοῦ τῆς πίστεώς μας, τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου.
Αὐτή ἡ διαφορά δέν θά πρέπει ἐπ᾽ οὐδενί νά γίνεται αἰτία ὑπεροπτικῆς συμπεριφορᾶς. Δέν θά πρέπει νά νομίζουμε ὅτι ὑπερέχουμε, λόγω τῆς πίστεώς μας καί τῆς προοπτικῆς πού αὐτή μᾶς δίδει, ἀπό τούς ἄλλους ἀνθρώπους. Ἀντίθετα, θά πρέπει νά προσπαθοῦμε νά προσαρμόσουμε τή ζωή μας σέ αὐτήν τήν προοπτική, στήν προοπτική τῆς πίστεως στήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ.
Ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι ἡ πίστη μας στόν Χριστό δέν εἶναι θεωρία, εἶναι βίωμα. Ὁ Χριστός περιμένει ἀπό τούς μαθητές του, περιμένει ἀπό ὅλους μας ἔργα πίστεως, γιατί χωρίς ἔργα ἡ πίστη μας εἶναι νεκρή.
Ἐάν πιστεύουμε στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί στήν προπτική τῆς δικῆς μας ἀναστάσεως, τότε πρέπει νά τή ζοῦμε καί στήν καθημερινότητά μας, διότι μόνο ἔτσι μποροῦμε νά βιώσουμε τήν ἐν Χριστῷ ζωή, γιά τήν ὁποία λέμε ὅτι ἀγωνιζόμαστε ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό μᾶς ὑποδεικνύει καί ὁ ἱδρυτής τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας, οὐρανοβάμων ἀπόστολος Παῦλος, λέγοντας: «εἰ οὖν συνηγέρθητε τῷ Χριστῷ τά ἄνω ζητεῖτε … τά ἄνω φρονεῖτε μή τά ἐπί τῆς γῆς». Ἐάν ἔχετε συναναστηθεῖ μέ τόν Χριστό, ἐάν εἶστε συμμέτοχοι τῆς ἀναστάσεώς του, τότε πρέπει νά ζητᾶτε «τά ἄνω», τά πνευματικά, καί αὐτά πρέπει νά σκέφτεστε καί ὄχι τά ὑλικά καί ἐπίγεια.
Ἀντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, νομίζω ὅλοι πώς τό περιεχόμενο τῆς πίστεώς μας, διαμορφώνει τόν τρόπο τῆς ζωῆς μας, τά ἐνδιαφέροντά μας, τίς ἐπιλογές μας. Δέν μποροῦμε νά λέμε ὅτι πιστεύουμε στόν Χριστό καί οἱ ἐπιδιώξεις μας νά εἶναι κοσμικές, ὑλικές, ἐπιφανειακές. Ἡ πίστη μας, βεβαίως, δέν μᾶς ἀπαγορεύει νά ἐνδιαφερόμαστε γιά τίς καθημερινές μας ἀνάγκες, γιά τό σῶμα μας, γιά τήν οἰκογένειά μας, γιά τό ἐπάγγελμά μας. Ἀσφαλῶς καί θά ἐνδιαφερόμαστε καί γιά ὅλα αὐτά, καθώς ζοῦμε στόν κόσμο καί ὑπάρχουν καί αὐτές οἱ ἀνάγκες, τίς ὁποῖες πρέπει νά ἱκανοποιήσουμε καί στίς ὁποῖες πρέπει νά ἀνταποκριθοῦμε. Μᾶς βοηθᾶ ὅμως, ὅταν πιστεύουμε συνειδητά, ὅταν ἡ πίστη μας δέν εἶναι μόνο γενική καί ἀόριστη, ὥστε ὅλες αὐτές οἱ μέριμνες νά μήν ἀπορροφοῦν ἀποκλειστικά τό ἐνδιαφέρον καί τή σκέψη μας, τήν ψυχή μας καί τήν καρδιά μας.
Καί σέ αὐτό θά μᾶς βοηθήσει ἡ ἐμβάθυνση στήν πίστη μας, ἡ ὁποία πολλές φορές μᾶς λείπει, πολλές φορές τή θεωροῦμε δεδομένη, γιατί ἔχουμε βαπτισθεῖ χριστιανοί, γιατί ἐκκλησιαζόμαστε ἤ ἀκόμη ἔχουμε μυστηριακή ζωή. Συμβαίνει ὅμως νά μήν γνωρίζουμε βασικές ἀρχές τῆς πίστεώς μας, νά μήν γνωρίζουμε οὔτε τό Σύμβολο τῆς πίστεως. Καί αὐτά δέν εἶναι λεπτομέρειες, ὅπως ἴσως κάποιοι νομίζουν, ἀλλά θέματα σημαντικά καί οὐσιαστικά, στά ὁποῖα ἡ Ἐκκλησία μας δίδει σημασία, γιατί ἔχουν σημασία γιά τή ζωή μας, καί θά πρέπει νά τά γνωρίζουμε, γιά νά μποροῦμε καί νά ζοῦμε ἀνάλογα ἀλλά καί νά δίδουμε τήν ὀρθή μαρτυρία τῆς πίστεως σέ ὅσους τήν ἀγνοοῦν.
Αὐτός εἶναι καί ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο τό θέμα τόσο τῶν κύκλων μελέτης τῆς Ἁγίας Γραφῆς ὅσο καί τῶν ἑσπερινῶν κηρυγμάτων στήν Ἱερά μας Μητρόπολη ἦταν φέτος οἱ ἀρχές τῆς πίστεώς μας, ὅπως συνοπτικά διατυπώθηκαν ἀπό τούς ἁγίους καί θεοφόρους πατέρες τῶν δύο πρώτων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀλλά καί ὅπως ἀναλυτικά διδάσκονται μέ τό κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας μας ἀλλά καί τή ζωή τῶν ἁγίων της. Διότι, ὅπως ὅλοι γνωρίζουμε, ἡ ζωή τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι ἡ ἔμπρακτη ἐφαρμογή τῆς πίστεώς της καί τοῦ Εὐαγγελίου, ἔτσι ὥστε ἡ μελέτη τῆς ζωῆς τῶν ἁγίων μπορεῖ ὄχι μόνο νά μᾶς βοηθήσει νά γνωρίσουμε καί κατανοήσουμε καλύτερα τό περιεχόμενο τῆς πίστεως, ἀλλά καί νά μᾶς καθοδηγήσει καί πρακτικά πῶς μποροῦμε νά ζοῦμε σύμφωνα μέ τήν πίστη μας.
Ἡ Ἱερά μας Μητρόπολη προσπαθεῖ παράλληλα μέ τίς ἄλλες πνευματικές εὐκαιρίες πού προσφέρει σέ ὅλους μας νά προβάλλει καί τή ζωή τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας μέ διάφορους τρόπους. Ἔτσι σήμερα ἔχουμε τήν εὐλογία ἐδῶ στήν Ἱερά Μονή τῆς Παναγίας Δοβρᾶ νά βρίσκεται, ἐκτός ἀπό τό ἱερό λείψανο τοῦ ἁγίου Λουκᾶ τοῦ ἰατροῦ καί θαυματουργοῦ, καί ἡ σεπτή καί χαριτόβρυτη κάρα τοῦ ἁγίου μεγαλομάρτυρος καί ἰαματικοῦ Παντελεήμονος, τήν ὁποία ὑποδεχθήκαμε χθές τό ἀπόγευμα καί θά παραμείνει γιά λίγες ἡμέρες στή Μονή μας.
Ἀλλά καί κατά τή διάρκεια τῶν ΚΘ´ Παυλείων θά ὑπάρχουν εὐκαιρίες γιά νά γνωρίσουμε ὅλοι τόν νέο ἅγιο τῆς Ἐκκλησίας μας, τόν ὅσιο Γεράσιμο, τόν Ὑμνογράφο, τόν Μικραγιαννανίτη, τόν ὁποῖο πρόσφατα κατέταξε τό Οἰκουμενικό μας Πατριαρχεῖο στίς Ἁγιολογικές του δέλτους, καί ὁ ὁποῖος μᾶς διδάσκει τήν πίστη τόσο μέ τούς ὕμνους του ὅσο καί μέ τή ζωή του.
Μέ αὐτές τίς λίγες σκέψεις θά ἤθελα νά εὐχαριστήσω ὅσους καί ὅσες ἐργάσθηκαν καί διακόνησαν στό πνευματικό ἔργο τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως ἀλλά καί ὅσους συμμετεῖχαν καί παρακολoύθησαν τούς κύκλους μελέτης τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τά ἑσπερινά κηρύγματα.
Ἰδιαιτέρως ὅμως θέλω νά εὐχαριστήσω τή σημερινή ὁμιλήτριά μας, κ. Μαρία Χαραλαμπίδου, καθηγήτρια φιλόλογο, γιά τήν πρόθυμη ἀνταπόκρισή της στήν πρόσκλησή μας καί τήν παρουσία της στή Λήξη τῶν κύκλων τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως.