Με την ευκαιρία της εορτής της ανακομιδής των Ιερών Λειψάνων του Οσίου Γερασίμου του Υμνογράφου (8 Ιανουαρίου), αλλά και την αγιοκατάταξή του από την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου (10 Ιανουαρίου), τέθηκε σε προσκύνηση το Ιερό Λείψανο του Οσίου Γερασίμου του Υμνογράφου, το οποίο θησαυρίζεται στο ομώνυμο Ιερό Παρεκκλήσιο που βρίσκεται στο άβατο της Ιεράς Μονής και θα εγκαινιαστεί προσεχώς. Όπως κάθε Τρίτη απόγευμα, στην Ιερά Ακολουθία τέθηκαν σε προσκύνηση και τα χαριτόβρυτα Ιερά Λείψανα του Θαυματουργού Αγίου Λουκά.
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: Ψάλαμε καί ἀπόψε τήν ἱερά Παράκληση τοῦ ἁγίου Λουκᾶ καί προσκυνήσαμε, ὅπως κάθε Τρίτη, τό χαριτόβρυτο καί ἱερό λείψανό του. Ἀπόψε ὅμως εἴχαμε τήν εὐλογία νά προσκυνήσουμε καί τό ἱερό λείψανο τοῦ νέου ὁσίου τῆς Ἐκκλησίας μας, τή χαριτόβρυτη ὄντως καί πνευματοκίνητη δεξιά χεῖρα τοῦ ὁσίου Γερασίμου, τοῦ Ὑμνογράφου, τοῦ Μικραγιαννανίτου, τοῦ ὁποίου χθές ἑορτάσαμε τήν ἀνακομιδή τοῦ ἱεροῦ του λειψάνου.
Καί ἔχουμε, ὅπως καί ἄλλοτε ἔχω πεῖ, τή μεγάλη εὐλογία νά ἔχουμε ἐδῶ στήν Ἱερά Μονή τῆς Παναγίας Δοβρᾶ καί στήν Ἱερά Μητρόπολή μας τό δεξί χέρι τοῦ ὁσίου Γερασίμου μέ τό ὁποῖο ἔγραψε τίς χιλιάδες ὕμνους του. Καί ὅπως ὁ ἴδιος ὁ ὅσιος ὁμολογοῦσε, ἐκεῖνος δάνειζε τό χέρι του στό Πανάγιο Πνεῦμα, τό ὁποῖο τόν ἐφώτιζε καί κινοῦσε τό χέρι του γιά νά ὑμνεῖ τόν Θεό, γιά νά ὑμνεῖ τήν Παναγία Μητέρα τοῦ Κυρίου μας, γιά νά ὑμνεῖ τούς ἁγίους.
Καί καθώς ἀπόψε ἔχουμε τή διπλῆ εὐλογία τῶν δύο ἁγίων μας, ἄς δοῦμε τί ἦταν αὐτό πού τούς ἀνέδειξε ἁγίους καί τούς ἔδωσε τόσο πλούσια τή χάρη τοῦ Θεοῦ.
Πολλά θά μποροῦσε νά ἀναφέρει κανείς ἀπό ὅσα ἔχουν κοινά οἱ δύο ἅγιοι, παρότι ἔζησαν σέ διαφορετικούς τόπους καί σέ διαφορετικές συνθῆκες. Ὑπάρχει ὅμως κάτι τό ὁποῖο ἀξίζει νά προσέξουμε καί ἐμεῖς, γιατί μποροῦμε καί πρέπει νά προσπαθήσουμε καί ἐμεῖς νά τό ἀποκτήσουμε. Καί αὐτό εἶναι ἡ ὑπομονή. Μία μεγάλη ἀρετή, τήν ἀξία τῆς ὁποίας συχνά παραθεωροῦμε καί ὑποτιμοῦμε. Μία ἀρετή, γιά τήν ὁποία δέν χρειάζεται νά κάνουμε πολλά πράγματα, καί ὅμως ἡ ἀνταμοιβή ὅσων τήν ἔχουν καί τήν ἀσκοῦν εἶναι πολύ μεγάλη κατά τή διαβεβαίωση τοῦ Κυρίου μας, ὁ ὁποῖος τήν θεωρεῖ προϋπόθεση τῆς σωτηρίας μας. «Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τάς ψυχάς ὑμῶν», λέγει ὁ Χριστός.
Καί αὐτή τήν ἀρετή τῆς ὑπομονῆς διέθεταν σέ μεγάλο βαθμό οἱ δύο ἅγιοι. Ὁ ἅγιος Λουκᾶς ζοῦσε σέ ἕνα ἄθεο καθεστώς καί ἀντιμετώπιζε ἕνα διαρκῆ πόλεμο ἀπό τήν κρατική ἐξουσία, πού τήν ἐνοχλοῦσε ἡ ὁμολογία του, ἡ ἐπίκληση τοῦ Θεοῦ καί τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου πρίν ἀπό τίς ἐπεμβάσεις του, ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας χωρίς τήν ὁποία δέν χειρουργοῦσε ποτέ, ἡ εὐλογία πού ἔδινε στούς ἀσθενεῖς, ἀκόμη καί τό ράσο πού φοροῦσε. Καί ἔτσι προσπάθησαν νά τόν ἐξοντώσουν μέ διωγμούς, μέ φυλακίσεις, μέ ἐξορίες στά πιό ἀπομακρυσμένα μέρη, προκειμένου νά τόν κάμψουν καί νά τόν ἀναγκάσουν νά συμπορευθεῖ μαζί τους.
Ὅμως ὁ ἅγιος Λουκᾶς ὑπέμενε καί τίς δυσκολίες καί τίς διώξεις καί τίς ἐξορίες μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ καί τήν παρηγορία πού δίδει ἡ χάρη του σέ ὅσους μένουν ἑδραῖοι στόν σκοπό τῆς ζωῆς τους καί στήν ἀφιέρωσή τους σέ Ἐκεῖνον, καί τοῦ ἔδωσε ὁ Κύριος πλούσιες τίς δωρεές του, ὥστε ὄχι μόνο νά προγνωρίσει τήν κοίμησή του ἀλλά καί νά θαυματουργεῖ γιά χάρη τῶν ἀνθρώπων.
Ἄνθρωπος τῆς ὑπομονῆς ἦταν καί ὁ ὅσιος Γεράσιμος, ὁ ὁποῖος ἔφθασε νεαρός στό Ἅγιο Ὄρος τό 1922, τήν ἡμέρα τῆς Παναγίας, χωρίς κἄν νά ἀποχαιρετίσει τούς οἰκείους του, καί ἐγκαταβίωσε στήν ἔρημο τῆς Μικρᾶς Ἁγίας Ἄννης, ὅπου οἱ συνθῆκες διαβιώσεως ἦταν ἐξαιρετικά δύσκολες.
Καί σάν νά μήν ἔφθανε αὐτή ἡ δυσκολία τῆς ζωῆς μέσα στήν Ἔρημο, καθώς ἦταν ἕνα παιδί ἀπό τήν Ἀθήνα, ἀπό τό Κολωνάκι, λίγο μετά τή μοναχική του κουρά ἔμεινε ὁλομόναχος στήν Καλύβη, γιατί ὁ Γέροντάς του ἐγκατέλειψε τό Ἅγιο Ὄρος καί ἐπέστρεψε στόν κόσμο, γιά νά ἐξυπηρετήσει κάποιους οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἀποσκιρτήσει ἀπό τήν Ἐκκλησία.
Ὁ πειρασμός ἦταν μεγάλος γιά τόν ὅσιο Γεράσιμο, πού νέο παιδί τότε ἔμεινε μόνος, καθώς ἀρνήθηκε νά ἀκολουθήσει τόν Γέροντά του στόν κόσμο, λέγοντας: «Ἐγώ ἔφυγα ἀπό τόν κόσμο γιά νά ἔρθω ἐδῶ, ὄχι γιά νά γυρίσω πάλι πίσω. Ἐγώ ἐδῶ θά πεθάνω». Κι ἔτσι ἔμεινε ὁ ὅσιος μόνος, διατρέχοντας τόν κίνδυνο νά παρασυρθεῖ ἀπό τόν πειρασμό καί νά καταστραφεῖ. Δοκιμάσθηκε πολύ, ὅπως ἔλεγε ὁ ἴδιος πολλά χρόνια ἀργότερα, ἀλλά ὑπέμεινε. Ἀναγκάσθηκε νά παλέψει μέ τόν διάβολο ἀκόμη καί σῶμα μέ σῶμα, γιατί προσπαθοῦσε νά τόν βγάλει στόν κόσμο, ἀλλά δέν ὑποχώρησε. Προσευχόταν, ὑπέμενε καί ἀγωνιζόταν μέ τή χάρη τοῦ τιμίου Προδρόμου, τοῦ προστάτου τῆς Καλύβης του, ὁ ὁποῖος τόν φύλαγε νυχθημερόν, ὅπως ἀποκάλυψε σέ κάποιον εὐλαβῆ μοναχό πού περνοῦσε μία ἡμέρα ἀπό ἐκεῖ καί, ὅταν εἶδε τόν τίμιο Πρόδρομο, τόν ρώτησε τί κάνει ἐκεῖ, γιά νά ἀκούσει τήν ἀπροσδόκητη ἀπάντηση: «φυλάγω τό καλογέρι μου», ἐννοώντας τόν ὅσιο Γεράσιμο, «πού ἀνάβει τό καντήλι μου».
Ἀφοῦ πέρασαν, ὅπως ἔγραψε ὁ ἴδιος ὁ ὅσιος σέ ἕνα σημείωμα, τό ὁποῖο ἀνεκάλυψαν οἱ πατέρες τῆς Συνοδείας του μετά τήν κοίμησή του, «δύο χρόνια, εἰς τά ὁποῖα εὑρέθην … ἐγκαταλελειμμένος ἀπό τούς πάντας, μόνος, μονώτατος, … ἀλλά εἶχα ἀπαράμιλλον ὑπομονήν», ἀξιώθηκε νά δεχθεῖ τή θεία ἐπίσκεψη. Εἶδε τόν Χριστό λάμποντα ὑπέρ τόν ἥλιον καί τοῦ εἶπε: «Τί ἔχεις, τέκνον μου; Δέν σέ ἐγκατέλειψα, εἶμαι πλησίον σου, σέ ἐδοκίμασα καί ἤδη παρῆλθον ὅλα».
Καί ὄντως, μέ τήν ὑπομονή του ὁ ὅσιος Γεράσιμος κέρδισε, ὅπως καί ὁ ἅγιος Λουκᾶς, οὐράνια χαρίσματα. Καί ἀξιώθηκαν καί οἱ δύο νά τά ζήσουν καί στή γῆ καί στόν οὐρανό, ὅπου πρεσβεύουν γιά μᾶς.
Ἄς τούς παρακαλοῦμε νά χαρίζουν καί σέ ἐμᾶς ὑπομονή καί ἄς προσπαθοῦμε νά τήν ἀποκτήσουμε στή ζωή μας, ἀντιμετωπίζοντας τίς δυσκολίες, τά προβλήματα, τούς πειρασμούς, τίς ἀδικίες, τίς κακίες, τίς ἀσθένειες, τίς θλίψεις καί ὅσα ἐπιτρέπει ὁ Θεός νά μᾶς ἐπισκεφθοῦν, μέ τόν τρόπο πού τίς ἀντιμετώπιζαν οἱ ἅγιοι, τῶν ὁποίων τά ἱερά λείψανα προσκυνήσαμε ἀπόψε, ὡς εὐκαιρία πού μᾶς δίδει ὁ Θεός γιά νά κερδίσουμε μέ τήν ὑπομονή μας τή σωτηρία μας.
Ἄς προσπαθήσουμε καί ἐμεῖς νά βαδίσουμε τόν δρόμο τῆς ὑπακοῆς, γιά νά δοῦμε νά ἐφαρμόζεται καί σέ μᾶς ἡ ὑπόσχεση τοῦ Κυρίου «ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τάς ψυχάς ὑμῶν».